Οι κάτοικοι του Περού καλούνται σήμερα να εκλέξουν τον νέο πρόεδρο της χώρας, σε μία αναμέτρηση που έχει ως κύρια χαρακτηριστικά της την σαφή υπεροχή στις δημοσκοπήσεις της Κέικο Φουτζιμόρι, κόρης του πρώην προέδρου, κι έναν διφορούμενο εκλογικό νόμο που επιτρέπει τον αποκλεισμό ενός υποψηφίου ακόμη και την δωδεκάτη ώρα.
Οι 23 εκατ. ψηφοφόροι της χώρας θα ψηφίσουν για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών και για την ανάδειξη των μελών του Κοινοβουλίου.
Ο νέος εκλογικός νόμος που κυρώθηκε τον Ιανουάριο επιτρέπει τον αποκλεισμό υποψηφίων έως κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, αφήνοντας να πλανώνται αμφιβολίες για την τελική επιλογή των ψηφοφόρων και την τύχη των ίδιων των διεκδικητών της προεδρίας. Μάλιστα από τους αρχικά εγγεγραμμένους 19 υποψηφίους, ήδη εννέα έχουν αποκλεισθεί, ή έχουν αποχωρήσει από την κούρσα.
Βάσει του νόμου, απαγορεύεται με ποινή αποκλεισμού η παροχή χρημάτων, ή δώρων κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Για να ξεκινήσει μάλιστα η έρευνα αρκεί μία απλή καταγγελία.
Ο νόμος, που θεμέλιο της έμπνευσής του ήταν η καταπολέμηση της διαφθοράς και της εξαγοράς ψήφων, έχει αμφισβητηθεί από πλείστους νομομαθείς της χώρας, διότι δίνει επίσης τη δυνατότητα αποκλεισμού υποψηφίων ακόμη και κατά την ημέρα της ψηφοφορίας, υποδαυλίζοντας την αμφιβολία και την αβεβαιότητα.
Απτό δείγμα αυτής της αβεβαιότητας είναι το γεγονός ότι εκατομμύρια ψηφοδέλτια ακόμη φέρουν τυπωμένες τις φωτογραφίες και τα ονόματα 14 υποψηφίων, την ώρα που τέσσερις από αυτούς έχουν αποχωρήσει από την αναμέτρηση στο διάστημα μετά την εκτύπωσή τους, στα μέσα Μαρτίου.
Μολονότι σχεδόν από την αρχή και παρά το 'βεβαρυμένο μητρώο' της ένεκα των έργων και των ημερών του πατέρα της Αλβέρτο Φουτζιμόρι, η Κέικο Φουτζιμόρι προηγείται με μεγάλη διαφορά στις δημοσκοπήσεις, το εκλογικό σώμα του Περού παραμένει απρόβλεπτο, προειδοποιεί ο διευθυντής του Παρατηρητηρίου για τη Νότιο Αμερική Opalc των Παρισίων Γκάσπαρ Εστράδα.
«Οι τάσεις στις εκλογές είναι δυσερμήνευτες. Υπάρχει μεγάλη δυσαρέσκεια μεταξύ των ψηφοφόρων. Το Περού είναι μία χώρα που οι γνώμες μπορούν να μετακινηθούν μαζικά στα τέλη της εκστρατείας, όταν θεωρητικά αποκρυσταλλώνονται οι προθέσεις ψήφου», πρόσθεσε ο ίδιος μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο κι έφερε ως παράδειγμα την εκλογή του Αλβέρτο Φουτζιμόρι το 1990 απέναντι στον θεωρούμενο ως βέβαιο πρόεδρο Νομπελίστα λογοτέχνη Μάριο Βάργκας Λιόσα.
Όμως, με βάση τις έως τώρα σφυγμομετρήσεις η Κέικο δύσκολα φαίνεται να μην επικρατήσει καθώς προηγείται με 31,5-35,4% του κυριώτερου αντιπάλου της, του δεξιού οικονομολόγου Πέδρο Πάβλο Κουτσίνσκι—του επονομαζόμενου και 'Γκρίνγκο' για την προφορά του—ο οποίος πιστώνεται μόλις με 14,8-17,3% στις δημοσκοπήσεις. Σε μικρή απόσταση από τον Κουτσίνσκι βρίσκεται η αριστερή βουλευτής Βερόνικα Μεντόσα (13,8-16,8%), η οποία έχει καταπλήξει με την εκλογική της άνοδο στο τελευταίο διάστημα.
Μολαταύτα, θεωρείται δύσκολο να μπορέσει κάποιος υποψήφιος να εξασφαλίσει από τον πρώτο γύρο το 50+% των ψήφων που χρειάζονται για να εκλεγεί και όλα αναμένεται να κριθούν στον δεύτερο γύρο της 5ης Ιουνίου.
Στις προγραμματικές της δηλώσεις η Κέικο έχει εντάξει σε περίοπτη θέση το θέμα της ασφάλειας στη χώρα και το σχέδιο κατά της εγκληματικότητας, μία πραγματική πληγή για το Περού. Μάλιστα, η πολιτική της για την κατασκευή φυλακών σε υψόμετρο 4.000 μ. θυμίζει σε πολλά σημεία τα κατασταλτικά μέτρα που είχε εφαρμόσει ο πατέρας της για να καταπνίξει το αριστερό ανταρτικό κίνημα του Αστραφτερού Μονοπατιού.
Πάντως, όποιος από τους υποψηφίους επικρατήσει θα χρειασθεί ν' αντιμετωπίσει μεγάλες προκλήσεις: εξόν από την κοινωνική ανασφάλεια και την αδύναμη οικονομία, που βασίζεται αποκλειστικά στον πρωτογενή τομέα—ορυχεία, γεωργία κι αλιεία—η χώρα βιώνει μία έντονη οικονομική ύφεση, με τις προβλέψεις για την ανάπτυξη να μην υπερβαίνουν το 3% για το 2016, πολύ μακράν του 6,9% που είχε σημειωθεί το 2011.
Το ποσοστό αυτό «απέχει πολύ από το ευκταίο 7% που θα απαιτείτο για να επιλύσει τα χρόνια προβλήματα της ακραίας φτώχειας, της ανισομερούς διανομής του πλούτου και της ανισότητας στις ευκαιρίες» που μαστίζουν την κοινωνία του Περού, υπογραμμίζει ο πρώην υπουργός Εργασίας Χόρχε Γκονσάλες Ισκιέρδο.