H Tuva Elise Akersveen Bo επέζησε της επίθεσης του μαζικού δολοφόνου στο νησί Utoeya. Σοκαρισμένη ακόμη και προσπαθώντας να χειριστεί τα συναισθήματα της, μοιράστηκε την τρομακτική εμπειρία της με το BBC
«Έχω πάει στο κάμπινγκ στην Utoeya δύο φορές, και αυτή η τρίτη φορά ήταν υποτίθεται για να το διασκεδάσω περισσότερο-ανυπομονούσα για αυτό. Όμως στη συνέχεια, συνέβη αυτό που συνέβη...Όταν ακούσαμε για πρώτη φορά τους πυροβολισμούς, τρέξαμε στο παράθυρο. Είδαμε έναν άνδρα ντυμένο με αστυνομική στολή να φωνάζει : “Μακριά από τα παράθυρα, μπείτε στο δωμάτιο”. Πανικοβλήθηκα και έπεσα στο έδαφος. Και τότε άκουσα τους πυροβολισμούς στην αίθουσα. Σηκώθηκα και είδα το πρόσωπο του...Η εικόνα του αποτυπώθηκε στο μυαλό μου-τη βλέπω συνέχεια.
Πυροβόλησε ένα αγόρι μπροστά μου και ξαναγέμισε. Έμεινα να τον κοιτάζω όταν ένας φίλος μου, με άρπαξε από το χέρι και με πέταξε κάτω. Αρχίσαμε να γελάμε, από το σοκ...Τότε ένας άλλος φίλος ήρθε στην αίθουσα και μας φώναξε να τρέξουμε. Ήμουν απογοητευμένη και είπα: 'Δεν έχω παπούτσια”. Δεν ξέρω γιατί το είπα...Τρέξαμε έξω. Αποφασίσαμε να κάνουμε ένα σχέδιο για το που θα πάμε. Περίπου 50 άτομα αρχίσαμε να τρέχουμε προς το δάσος. Είδα ένα αγόρι που είχε πυροβοληθεί στο πόδι. Αισθάνομαι ενοχές που δεν σταματήσαμε να το βοηθήσουμε.
Τρέχαμε για 10 λεπτά και κρυφτήκαμε στα ψηλά χόρτα, πετώντας τα πολύχρωμα ρούχα μας μακριά για να μη φαινόμαστε και βάζοντας τα κινητά μας στο αθόρυβο. Μαζί μας ήταν και ένα 8χρονο αγόρι. Λυπήθηκα τόσο πολύ για αυτό. “Θα έπρεπε να παίζει σκέφτηκα, όχι να τρέχει για να σώσει τη ζωή του”. Κάθε φορά που αρχίζαμε να τρέχουμε, σκορπούσαμε σε διαφορετικές κατευθύνσεις και χάναμε τα μέλη της ομάδας. Όσοι έμεναν πίσω δέχονταν πυροβολισμούς.
Στο τέλος έμεινα με δύο φίλους. Πήγαμε στο πίσω μέρος ενός κτιρίου, τρέξαμε μέσα και κλειδωθήκαμε σε ένα δωμάτιο. Κρυφτήκαμε κάτω από τα κρεβάτια. Τότε συνειδητοποίησα ότι είχα πάθει εξάρθρωση στο ισχίο και τα πόδια μου ήταν γεμάτα από κοψίματα από το τρέξιμο πάνω στα βράχια. Δεν είχα αισθανθεί πόνο πριν...
Για δυο ώρες στέλναμε γραπτά μηνύματα στους ανθρώπους που αγαπούσαμε, στην οικογένεια μας και τους φίλους, γράφοντας τους πως ό,τι κι αν συμβεί θα τους αγαπάμε και θα τους θυμόμαστε. Σχεδόν τους λέγαμε αντίο. Μας τηλεφώνησε ένας φίλος για να μας πει ότι η αστυνομία είχε φτάσει στο νησί. Όταν σιγουρευτήκαμε ότι ηταν εκεί τηλεφωνήσαμε και ήρθαν να μας πάρουν.Προχωρούσαμε ανάμεσα από πτώματα, οι αστυνομικοί μας είπαν να κοιτάζουμε από την άλλη μεριά. Αλλά αυτό δεν βοηθούσε. Είδα ανθρώπους νεκρούς πυροβολημένους στην πλάτη ενώ προσπαθούσαν να συρθούν προς τη σκηνή τους. Κάποιοι κρατούσαν στα χέρια το κινητό τους τηλέφωνο.
Υπήρχε τόσο πολύ αίμα, θα μπορούσα να το μυρίσω...Συναντηθήκαμε μερικούς φίλους και κλάψαμε με ανάμεικτα συναισθήματα. Ευτυχισμένοι γιατί είχαμε επιζήσει και σε απόγνωση επειδή πολλοί από εμάς ήταν νεκροί.
Ο Sondre, ένας πολύ πολύ καλός φίλος, χάθηκε. Το αγαπούσα αυτό το αγόρι με όλη μου την καρδιά. Είχαμε συναντηθεί στο κάμπινγκ πέρυσι. Η Ουτόγια ήταν ο λόγος που τον γνώρισα και τώρα φοβάμαι και ο λόγος που τον έχασα. Θα επιστρέψω στο νησί του χρόνου γιατί θέλω να δείξω ότι αυτό το φρικτό άτομο δεν μπορεί να μας πληγώσει πια...