1994. Το στρατιωτικό σώμα των Ταλιμπάν σχηματίζεται στις νότιες περιοχές της χώρας έχοντας ως αίτημα την ένωση του Αφγανιστάν. Έναν χρόνο αργότερα καταλαμβάνουν την πόλη Χεράτ ενώ τον Αύγουστο του 1996 καταφέρνουν να μπουν στην Καμπούλ. Ως τα τέλη εκείνης της δεκαετίας φθάνουν να κατέχουν το μεγαλύτερο τμήμα της χώρας. Τον Οκτώβριο του 1999 το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εκδίδει την απόφαση 1267, σύμφωνα με την οποία δημιουργείται η Επιτροπή Κυρώσεων για την Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν και αυτές οι δύο ομάδες θεωρούνται τρομοκρατικές οντότητες με αποτέλεσμα να τους επιβληθούν κυρώσεις στη χρηματοδότηση, τα ταξίδια και τις αποστολές όπλων τους. Δύο χρόνια μετά, στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001, η Αλ Κάιντα καταλαμβάνει τέσσερα εμπορικά αεροσκάφη με τα οποία επιτίθεται στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου στη Νέα Υόρκη και στο Πεντάγωνο στην Ουάσιγκτον. Ένα τέταρτο αεροπλάνο συντρίβεται σε ένα χωράφι της Πενσυλβάνιας. Τρεις χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν και η μέρα αυτή έμελλε να μείνει στην ιστορία ως εκείνη που άλλαξε τον κόσμο. Έκτοτε, ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας ξεκινά με τις αεροπορικές επιδρομές των ΗΠΑ κατά των δυνάμεων της Αλ Κάιντα και των Ταλιμπάν. Το καθεστώς καταρρέει αλλά δεν καταστρέφεται ποτέ ολοσχερώς συνεχίζοντας σε διάφορα σημεία τον ανταρτοπόλεμο.
Το βέβαιο είναι πως οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών γνώριζαν με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια απ’ ότι αρχικά παρουσιάστηκε και επικοινωνήθηκε για το χρόνο κατάληψης της Καμπούλ εκ μέρους των Ταλιμπάν. Κι εκεί ο Μπάιντεν δεν ήταν ειλικρινής.
ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ, 2021. Ο κόσμος παρακολουθεί αποσβολωμένος την «πτώση» της Καμπούλ. Ο μακροβιότερος πόλεμος των ΗΠΑ λήγει με μια ηχηρή αποχώρηση των στρατευμάτων της αμερικάνικης υπερδύναμης και την επιστροφή των Ταλιμπάν στην εξουσία. Μετά από είκοσι χρόνια αφήνει πίσω του αιματηρές συγκρούσεις, αμέτρητες ανθρώπινες απώλειες, ένα δυσθεώρητο οικονομικό κόστος αλλά και αλυσιδωτές επιπτώσεις στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα, συμπεριλαμβανομένης και της χώρας μας. Ήδη αυτές τις μέρες, Ευρώπη και ΗΠΑ, παρακολουθούν αμήχανα τις καταιγιστικές εξελίξεις από την επέλαση των Ταλιμπάν.
Ποιες θα είναι οι συνέπειες από την επάνοδο στην εξουσία των Ταλιμπάν; Πως θα διαμορφωθεί η επόμενη μέρα; Άραγε, είμαστε θεατές της πτώσης των ΗΠΑ και ενός κόσμου που αλλάζει ραγδαία; Πως θα επηρεαστεί η Ελλάδα από ένα νέο προσφυγικό κύμα; Αλλά και ποιος αναμένεται να είναι ο ρόλος του Ερντογάν; Απαντά στη LiFO ο αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ, Σωτήριος Σέρμπος.
— Τι σηματοδοτεί η επανεπικράτηση των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν; Μπορεί αυτή η «νέα εποχή» να αποτελέσει το τέλος της ηγεμονίας των ΗΠΑ;
Η επανεπικράτηση των Ταλιμπάν ήταν απολύτως προβλέψιμη διότι θα έρχονταν το πλήρωμα του χρόνου όπου οι Αμερικανοί θα διαπίστωναν την απολύτως εσφαλμένη απόφαση τους να εμπλακούν στο «νεκροταφείο» των αυτοκρατοριών. Ακόμη χειρότερα, να προσπαθήσουν να εφαρμόσουν το εγχειρίδιο οικοδόμησης κρατών (όπως στο παρελθόν σε χώρες όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία) σε μία χώρα με κυρίαρχο το φυλετικό στοιχείο όπου απουσιάζει πολιτισμική ενότητα και εθνική συνείδηση. Πασπαλισμένα με ανανεωμένες εκδοχές αχαλίνωτης διαφθοράς και νεποτισμού προκειμένου να συντηρείται το αδειανό δυτικό πουκάμισο. Στο τέλος της ημέρας, δεν καταρρέει ένα πολιτικό οικοδόμημα αλλά ένα δυτικό αφήγημα. Σε κάθε περίπτωση, δεν πολεμάς εκεί που δεν διακυβεύονται στρατηγικά σου συμφέροντα και παρεμπιπτόντως η ιστορία επιβεβαιώνει πως σχεδόν πάντα τους χάνεις. Οι Ταλιμπάν πολεμούσαν στο σπίτι τους για το σπίτι τους και δεν είχαν καμία διάθεση συμβιβασμού με εκείνους που γνώριζαν πως αργά ή γρήγορα θα αποχωρούσαν ηττημένοι. Το ερώτημα είναι γιατί δεν αποχώρησαν νωρίτερα οι Αμερικανοί. Η απάντηση είναι πως έχει πολιτικό κόστος η άβολη αλήθεια έναντι της βολικής φαντασίωσης κι έτσι συντηρήθηκε για επιπλέον χρόνια η μαύρη αφγανική τρύπα.
Η συζήτηση για το τέλος της ηγεμονίας των ΗΠΑ, όπως τη ζήσαμε την πρώτη περίοδο μετά το πέρας του Ψυχρού Πολέμου, ξεκινά από την προεδρία Ομπάμα οπότε η Αμερική άλλαξε γεωπολιτική στρατηγική. Πρόκειται για απολύτως σωστή σύλληψη για τα συμφέροντα τους αν και ξεκίνησε τσαπατσούλικα ως προς την εφαρμογή της με εξαίρεση τη συμφωνία με το Ιράν η οποία προέκυψε από έναν επίσης αχρείαστο πόλεμο στο Ιράκ (2003-2010) όπου χάσαμε «big time» σε όλα τα μέτωπα (εντός και εκτός της ιρακινής επικρατείας) και προκαλέσαμε ένα κάρο παράπλευρες απώλειες, όπως για παράδειγμα με το Ισλαμικό Κράτος, τη διάχυση της κρίσης στη Συρία, τη γεωπολιτική αναβάθμιση Τουρκίας ή το Ιράν. Ουσιαστικά, μετά τον George W. Bush, οι Αμερικανοί αποδέχθηκαν πως η πολιτική της μιας υπερδύναμης ή αλλιώς της μονoκρατορίας με άμεσες στρατιωτικές και οικονομικές επεμβάσεις ανά την υφήλιο την ξεπερνάει. Ειδικότερα, η υπερεπέκταση τους σε πολλά μέτωπα, η αμερικανική κρίση χρέους και τέλος οι μεγάλες απώλειες που κατέγραψαν στο Ιράκ, αποτέλεσαν ουσιώδεις παράγοντες που συνετέλεσαν στην προαναφερθείσα αλλαγή πλεύσης.
— Ποιες θα είναι οι συνέπειες για τον Δυτικό κόσμο από την ήττα στο Αφγανιστάν;
Πρόκειται γι’ ένα επιπλέον χτύπημα στην αξιοπιστία της Δύσης και την πολιτική νομιμοποίηση των ΗΠΑ ως τη ναυαρχίδα της φιλελεύθερης Δύσης και της δημοκρατικής της κουλτούρας από κοινού με τις ηθικές της υποχρεώσεις και δεσμεύσεις (εδώ είναι η διαφορά με το Βιετνάμ), τόσο εντός όσο και εκτός της αμερικανικής επικράτειας. Από την άλλη πλευρά, την ώρα που κρυβόμαστε πίσω από τους Αμερικανούς κουνώντας απλώς το δάκτυλο, το διεθνές σύστημα παραμένει σε μετάβαση, συνεχίζοντας να δοκιμάζει τις συλλογικές ικανότητες αντίδρασης εκ μέρους των ώριμων δημοκρατιών και των πολιτικών τους συστημάτων, βλέπε την υποχώρηση της Δύσης, τον λαϊκισμό και την κρίση αυτοπεποίθησης, την άνοδος των υπολοίπων αλλά και τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων. Η δουλειά παραμένει συλλογική προκειμένου οι Δυτικοί και όχι οι αυταρχιστές να διαμορφώσουν τους κανόνες του παιχνιδιού, στο πλαίσιο μιας ρεαλιστικής αναθεώρησης του φιλελεύθερου διεθνισμού προσαρμοσμένη στα νέα γεωπολιτικά δεδομένα.
— Τι πιστεύετε ότι επιδιώκει ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν;
Ας είμαστε ειλικρινείς. Ο Μπάιντεν τράβηξε την πρίζα σε μια παροχή που το ρεύμα ήταν περίπου ανύπαρκτο. Η ειρωνεία είναι πως χρεώνεται αναδρομικά τον λογαριασμό, ένας πρόεδρος που εξαρχής είχε την άποψη η χώρα του θα έπρεπε να περιοριστεί αυστηρά στο αντιτρομοκρατικό μέτωπο. Δεν υπήρχε καλή απόφαση για τον ίδιο στο τραπέζι. Ως προς το ζήτημα της συντεταγμένης αποχώρησης, λίγα θα άλλαζαν ως προς την ουσία των εξελίξεων, αν και θα έπρεπε να έχει προηγηθεί μεγαλύτερος συντονισμός με εταίρους και συμμάχους, στους οποίους οι Αμερικανοί με καθυστέρηση τώρα απευθύνονται για τον περιορισμό της ζημιάς που υπέστησαν. Το βέβαιο είναι πως οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών γνώριζαν με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια απ’ ότι αρχικά παρουσιάστηκε και επικοινωνήθηκε για το χρόνο κατάληψης της Καμπούλ εκ μέρους των Ταλιμπάν. Κι εκεί ο Μπάιντεν δεν ήταν ειλικρινής. Αυτό αποσιωπήθηκε προκειμένου να αξιοποιηθεί το στοιχείο του αιφνιδιασμού και να αποφευχθεί μια παρατατεμένη χαοτική περίοδος από τις αρχές του καλοκαιριού.
Ως προς τη μεγαλύτερη εικόνα, οι ΗΠΑ αποδεσμεύονται από ένα βαρέλι χωρίς πάτο (που προσέφερε υπηρεσίες σε Κίνα και Ρωσία) ανασυντάσσονται/think big και ανασκουμπώνονται με πολύ πιο συστηματικό τρόπο εκεί όπου πρέπει να επικεντρωθούν. Εν κατακλείδι, η στρατηγική της διαχείρισης της ισορροπίας δυνάμεων ανά παγκόσμια περιφέρεια, επιτρέπει στην αμερικανική εξωτερική πολιτική να ενισχύσει την εξισορρόπηση της ανανεωμένης δέσμευσης της στον Ινδο-Ειρηνικό. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί προδραστικά η μεσοπρόθεσμη πρόκληση ενός πιθανού αμερικανο-‐
κινεζικού διπολισμού.
Εξέλιξη που αν ευοδωθεί θα ευνοήσει και τους δυτικούς συμμάχους της, αρκεί βέβαια οι τελευταίοι, ειδικά οι Ευρωπαίοι, να αναλάβουν μερίδια ευθύνης ως συνοδηγοί και όχι ως συνεπιβάτες του εγχειρήματος. Καταληκτικά, οι επιπτώσεις για τους Αμερικανούς θα είναι μικρότερες από όσα γράφονται σε σχέση με το να παρέμεναν, σε αυτή ειδικά την περίοδο για το διεθνές σύστημα. Τέλος, υπάρχει και η εσωτερική διάσταση. Ο Μπάιντεν μέσω στενών του συνεργατών όπως οι Σάλιβαν και Μπλίνκεν εργάστηκαν συστηματικά στην προεκλογική περίοδο για μια εξωτερική πολιτική που θα ευθυγραμμίζεται με τις ανάγκες της μεσαίας τάξης και θα παρουσιάζει ορισμένα (συνεκτικά αυτή τη φορά) χαρακτηριστικά συνέχειας με το σύνθημα του Τραμπ «πρώτα η Αμερική». Ας μην ξεχνάμε τόσο γρήγορα την τετραετία που προηγήθηκε και την κατάσταση στο εσωτερικό των ΗΠΑ.
— Ποια προβλέπετε ότι θα είναι η επόμενη μέρα στη χώρα με την απόλυτη κυριαρχία των Ταλιμπάν;
Είναι νωρίς για ασφαλείς εκτιμήσεις. Ακόμα και η απόλυτη κυριαρχία τους δεν είναι δεδομένη αν και το λιγότερο που θα επιθυμούσαν οι Ταλιμπάν είναι ένας εμφύλιος πόλεμος που πέρα από τα ζητήματα εσωτερικής και περιφερειακής ασφάλειας και σταθερότητας (το Αφγανιστάν λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ Κεντρικής και Νότιας Ασίας) θα ναρκοθετήσει τις προσπάθειες εκκίνησης οικονομικής ανασυγκρότησης της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό θα προχωρήσουν σε συναλλακτικές συμφωνίες πάνω αλλά και κάτω από το τραπέζι, με τρίτες χώρες που ενδιαφέρονται -με το αζημίωτο- να καλύψουν το κενό των ΗΠΑ- καθώς θέλουν να εδραιωθούν ως οι rulers-εξουσιαστές της χώρας. Προς αυτή την κατεύθυνση, αν κριθεί ωφέλιμο, δεν θα διστάσουν να αξιοποιήσουν και το χαρτί πιθανής ανασυγκρότησης θυλάκων ισλαμικής τρομοκρατίας. Αν και η επαγγελματικά σφυρηλατημένη στρατηγική τους επικοινωνία υποδηλώνει το άγχος τους για παροχή διεθνούς ανοχής-αποδοχής, οι όροι του παιχνιδιού που σβήνονται και ξαναγράφονται, δεν θα καθοριστούν από τους δυτικούς με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αφγανική κοινωνία. Ως εκ τούτου κρίνεται αναγκαία η συστηματική παρακολούθηση των εξελίξεων στο πεδίο.
— Η Ελλάδα τι έχει να φοβάται από ένα νέο προσφυγικό κύμα; Και ποια πρέπει να είναι η θέση της Ευρώπης;
Η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα που δεν διαθέτει σημαντική μόχλευση ως προς την πορεία των εξελίξεων. Η στρατηγική της οφείλει να είναι διττή. Πρώτον, σε διμερές επίπεδο και στο πλαίσιο του συνεργατικού ρεαλισμού, σωστά ο Πρωθυπουργός αξιοποιεί την αδιαμεσολάβητη επικοινωνία με τον Τούρκο πρόεδρο. Με τον τελευταίο, για σειρά λόγων εσωτερικής πολιτικής και εκλογικής στόχευσης, να απορρίπτει μετά βδελυγμίας περισσότερους πρόσφυγες στο ήδη σοβαρά επιβαρυμένο τοπίο, οπού μεταξύ άλλων το προσφυγικό κουμπώνει με την κατάσταση της οικονομίας. Δεύτερον, σε ευρωπαϊκό επίπεδο από κοινού με τις υπόλοιπες χώρες του Μεσογειακού Νότου, να αναδείξει την επιτακτική ανάγκη υπογραφής μιας ισορροπημένης και αλληλέγγυας ευρωπαϊκής συμφωνίας για τη μετανάστευση και το άσυλο. Επιπλέον, στο πλαίσιο της συζήτησης για το μέλλον της Ευρώπης και λαμβάνοντας υπόψη την ευάλωτη γεωγραφία της, να καταθέσει επεξεργασμένες προτάσεις έτσι ώστε η ΕΕ να παραμείνει κεντρικό υποκείμενο και όχι περιθωριοποιημένο αντικείμενο των διεθνών σχέσεων του 21ου αιώνα. Το να παρατηρείς αμήχανα ή να προχωρείς σε τσαπατσούλικες διευθετήσεις με τη λογική του απλώς να τα κουτσοκαταφέρνουμε, ρίχνει νερό στο μύλο της συναλλακτικής προσέγγισης εκ μέρους των αναθεωρητικών χωρών ενώ παράλληλα υπονομεύει την αμερικανική στρατηγική όπου η Ευρώπη λειτουργεί ως προγεφύρωμα της στην Ευρασία. Τέλος, γνωρίζοντας πως η προσφυγική κρίση του 2015 επέφερε περαιτέρω ρήγματα, αβεβαιότητες και άνοδο του λαϊκισμού στο πρότζεκτ ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, παραμένουμε αρκετά σκεπτικοί ως προς την επιτυχή έκβαση του εγχειρήματος. Ενδεικτικό της κατάστασης, πως μόνο τρεις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων (Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία, Κόσοβο) υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ δέχτηκαν την προσωρινή παραμονή Αφγανών προσφύγων στο έδαφός τους. Η Ελλάδα μπορούσε και έπρεπε να είναι παρούσα σε αυτή την μικρή πρωτοβουλία, αναλαμβάνοντας συντονιστικό ρόλο αλλά και μερίδιο ευθύνης απέναντι σε ανθρώπους που πίστεψαν στο όνειρο και συνεργάστηκαν μαζί μας για την ευόδωση του.
— Και τι μπορεί να σημάνει για εμάς το γεγονός ότι οι Ταλιμπάν διατηρούν άριστες σχέσεις με τη γειτονική Τουρκία;
Συνιστά το αυτονόητο. Να προσλαμβάνουμε την Τουρκία υπό το πρίσμα της διεθνοποιημένης, παγκοσμιοποιημένης εξωτερικής πολιτικής που ασκεί. Μακριά από τις παρωχημένες και αθεράπευτα ελληνοκεντρικές μυωπικές προσεγγίσεις. Στο Αφγανιστάν η Τουρκία επιθυμεί ρόλο αξιόπιστου διαμεσολαβητή και σταθεροποιητικής δύναμης, με τη σύμφωνη γνώμη και των ΗΠΑ. Μετά τη Χαμάς και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, προστίθενται και οι Ταλιμπάν στον κατάλογο των προνομιακών συνομιλητών της. Εξέλιξη που ενισχύει τη θέση και το ρόλο της στον μουσουλμανικό κόσμο αλλά και τη μόχλευση έναντι της Δύσης και περιφερειακών ανταγωνιστών της. Επιπρόσθετα, αν ο Ερντογάν καταφέρει να ξεπεράσει τον σκόπελο του προσφυγικού, θα κεφαλαιοποιήσει και στο εσωτερικό του μέτωπο, μια γεωπολιτική εξέλιξη που τοποθετεί την Τουρκία στο τραπέζι των μεγάλων δυνάμεων ως προς την επόμενη ημέρα των εξελίξεων στην Κεντρική Ασία.