Υπάρχει μια ξεχωριστή ακροδεξιά φαντασία που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πιστεύει στη σωτηρία μέσω της καταστροφής.
Σε αυτήν τη φαντασία, οι Ημέρες της Έσχατης Κρίσης πρέπει να έλθουν γρηγορότερα και αυτό μπορεί να συμβεί μόνο μέσα από τη δράση αποφασισμένων «ιπποτών».
Οι αποφασισμένοι είναι αυτοί που οδηγούν μια κατάσταση στα άκρα και έτσι μόνο μπορεί να φέρουν πιο κοντά τη λύση. Η λύση, προφανώς, δεν μπορεί να έρθει από τους δειλούς, όλους εμάς τους παρακμιακούς δημοκράτες και τον πολτό.
Άπειρα μπλογκ και σελίδες από τη βόρεια Σκανδιναβία έως την Ιταλία και τη δική μας ενδοχώρα των μαιάνδριων και λοιπόν ελληνόψυχων επανέρχονται σε αυτό το μοτίβο. Η βασική ιδέα είναι η διάσωση της λευκής φυλής από τον βιολογικό και πολιτισμικό αφανισμό σε έναν κόσμο αναμείξεων, υβριδίων και νόθων ταυτοτήτων.
Η ακροδεξιά φαντασία, πάνω απ' όλα, ανησυχεί για τη νοθεία των αξιών και του αίματος και ονειρεύεται μια πρωταρχική κατάσταση αγνότητας. Στο όνομα του καθαρού είναι απολύτως πρόθυμη να πραγματοποιήσει πράξεις εξολοθρευτικές.
Άνθρωποι, λοιπόν, σαν τον Μπρέιβικ στη Νορβηγία ή τον Μπρέντον Τάραντ τώρα στη Νέα Ζηλανδία δεν είναι απλώς διαταραγμένοι της γενιάς των videogames και του μεταμοντέρνου μηδενισμού.
Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η «ιδεολογία» βρήκε θέση και σημαντικό ρόλο στη ζωή τους. Και ακριβώς γι' αυτό βρίσκω παραπλανητικό το φλύαρο σχόλιο για τις επιδράσεις των videogames στη γέννηση αυτών των μαζικών δολοφόνων.
Δεν είναι πολλοί αυτοί που γράφουν μανιφέστα με κοσμοθεωρητικές φιλοδοξίες. Λίγοι είναι και όσοι αναθέτουν στον εαυτό τους καθαρτήριες και ιερές αποστολές. Και ακόμα πιο λίγοι, τέλος, και ευτυχώς, είναι όσοι οπλίζονται πραγματικά για να περάσουν στην εφαρμογή ενός αποτρόπαιου θεωρητικού πλάνου.
Αμέτρητοι έφηβοι και μεγαλύτεροι παίζουν μετά μανίας Fortnite, Phoenix Point ή όπως αλλιώς ονομάζονταν τα ηλεκτρονικά παιχνίδια πολέμου τα προηγούμενα χρόνια.
Εκατομμύρια έχουν εκτεθεί εδώ και δεκαετίες σε θεάματα πολύ ακραίας βίας και, βέβαια, πολλοί έχουν βιώσει πραγματική υλική ανασφάλεια, κάμποσα οικογενειακά τραύματα και ποικίλες κοινωνικές ταπεινώσεις.
Τους λείπει, όμως, κατά κανόνα, το ισχυρό ιδεολογικό πάθος και η τάση να συνδέσουν τα αποσπασματικά βιώματά τους με μια ολική εξήγηση για τον κόσμο και την πορεία του.
Δεν είναι, έτσι, πολλοί αυτοί που γράφουν μανιφέστα με κοσμοθεωρητικές φιλοδοξίες. Λίγοι είναι και όσοι αναθέτουν στον εαυτό τους καθαρτήριες και ιερές αποστολές. Και ακόμα πιο λίγοι, τέλος, και ευτυχώς, είναι όσοι οπλίζονται πραγματικά για να περάσουν στην εφαρμογή ενός αποτρόπαιου θεωρητικού πλάνου.
Χωρίς την ιδεολογία, λοιπόν, ή, έστω, ένα σύστημα σκοπών, η ατομική βία δύσκολα μπορεί να ξεπεράσει ένα κατώφλι καταστροφής.
Η τρομοκρατία χρειάζεται τα κείμενα, τα μανιφέστα, τα σύμβολα πίστεως. Έχει ανάγκη, τουλάχιστον, από ένα σύνθημα ή μια κραυγή που υποδηλώνει την ένταξη του δράστη σε μια κοινότητα πιστών.
Στην ακροδεξιά φαντασίωση και πραγμάτωση της βίας δεν υπάρχει επίσης μία και μόνη πηγή έμπνευσης.
Παρά το ότι μπορούμε να μιλάμε πάντα για ναζισμό και ναζιστές, ο Τάραντ μπορούσε να δανειστεί πολλές πλατφόρμες συγχρόνως: αντι-τούρκος και περιβαλλοντικά ευαίσθητος, να θέλει, όπως γράφει στο μανιφέστο του, «υπεύθυνες αγορές» (responsible markets) και τη διάσωση των ιστορικών παραδόσεων, να δοξάζει την εθνοτική αυτονομία και να δηλώνει υπέρ των εργατικών δικαιωμάτων.
Από μια άποψη, έχουμε εδώ πολλούς από τους κοινούς τόπους του λευκού, δεξιού εθνικισμού μαζί με το χαρακτηριστικό άγχος για την αντικατάσταση των παλαιών Ευρωπαίων από τους «άλλους».
Οι ιδέες, φυσικά, δεν αρκούν για να ξεπηδήσει από τον αδιάφορο σωρό ένας Τάραντ ή ένας Μπρέιβικ. Ούτε καν ο φανατισμός και οι προσωπικές εμμονές.
Πολλοί είναι όσοι συμμερίζονται τόσο τους στόχους όσο και τους φόβους των τρομοκρατών δολοφόνων. Τη διαφορά κάνει το πέρασμα στην πράξη, η μυστηριώδης και απρόβλεπτη διαδικασία με την οποία ένας κοινός άνθρωπος μεταμορφώνεται σε σίριαλ κίλερ.
Αυτό, ίσως, δεν μπορεί να προβλεφθεί ούτε να εξηγηθεί ικανοποιητικά, παρ' ότι οι επιστήμονες που μελετούν τη ριζοσπαστικοποίηση και τους δρόμους της έχουν προχωρήσει πολύ την έρευνα.
Η απομυθοποίηση της ακροδεξιάς φαντασίας δεν είναι εύκολη υπόθεση. Αν και σχεδόν όλοι καταδικάζουν τις τρομοκρατικές σφαγές, όσα σκέφτονται και όσα εξαπολύουν ως προφητείες και χρησμούς οι ιδεολόγοι της σύγχρονης Αποκάλυψης έχουν βρει κοινό και υπερ-αντιπροσωπεύονται στη δημόσια σφαίρα των ιδεών της εποχής.
Δεν έχει, έτσι, ιδιαίτερο νόημα να καταδικάζει κανείς γενικόλογα κάποιες παράλογες ιδέες.
Μια ωραία απάντηση ήρθε, όμως, από τη Νεοζηλανδή πρωθυπουργό, την Τζασίντα Άρντεν. Δεν έκανε λόγο για έναν κακό άνθρωπο (bad guy), όπως συνηθίζουν άλλοι όταν αναφέρονται στους δράστες τρομοκρατικών επιθέσεων. Είπε απλώς ότι ο φορέας της εξτρεμιστικής βίας δεν έχει καμιά θέση σε μια ελεύθερη πολιτική κοινότητα. Τ
ο θέμα είναι, έτσι, να μην παρουσιάζουμε τον Τάραντ και τον κάθε Τάραντ ως τέρας ή ως τρελό φανατικό που απλώς εκτονώνει τα δολοφονικά του ένστικτα.
Η αποπολιτικοποίηση των τρομοκρατών και η παρουσίασή τους ως απλώς κοινωνιοπαθών ατόμων είναι αδύναμη και λάθος επί της ουσίας θέση.
Η αλήθεια είναι ότι ο Μπρέντον Τάραντ έκανε πράξη, με έναν τρόπο, την ακροδεξιά πολεμική φαντασία του. Το ίδιο είχε πράξει και ο Άντερς Μπρέιβικ.
Μόνο ένα δημοκρατικό θάρρος στηριγμένο στην πραγματικότητα, σε πραγματικές απαντήσεις στους φόβους και στις αγωνίες που συχνά εκτρέπονται σε παραληρήματα μπορεί να περιορίσει το ζωτικό πεδίο αυτών των ιπποτών της Αποκάλυψης.
Προφανώς και οι συζητήσεις για την ακραία βία στα παιχνίδια των εφήβων έχουν τη χρησιμότητά τους. Το ίδιο και οι επισκέψεις σε σχολεία με θέμα το Ολοκαύτωμα και τα μαθήματα για την τρομερή κληρονομιά του ναζισμού αλλά και τα θέματα μιας σύγχρονης αντιρατσιστικής παιδείας.
Από κει και πέρα, όμως, χρειάζεται δουλειά στις λεπτομέρειες, στα πολλά σημεία αιχμής της ακροδεξιάς φαντασίας σε κάθε τομέα, από τους εμβολιασμούς μέχρι το θέμα των φυλών και την υποθετική εξαφάνιση του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Οι νέοι κόσμοι των ακροδεξιών ιδεών είναι διάσπαρτοι από μεσαιωνικά, θεοσοφιστικά καλυμμένα ναζιστικά σύμβολα. Το βασικό, όμως, είναι ότι θέλουν να σπρώξουν τις κοινωνίες μας σε φυλετικούς και πολιτισμικούς πολέμους με στόχο τη διάλυση της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του πολιτισμού της συμβίωσης.
Αυτό κατάλαβε η Νεοζηλανδή πρωθυπουργός και με λίγες λέξεις και κάποιες ουσιαστικές κινήσεις έδωσε την καλύτερη απάντηση.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια