Μύστης, μελαγχολικός, εσωστρεφής, γοητευμένος στο παράξενο και το απόκοσμο, ο Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς γεννιέται το 1865 στο προάστιο του Σάντιμαουντ του Νότιου Δουβλίνου για να γίνει ακριβώς αυτό: ποιητής του αρχαίου ιρλανδικού μυστικισμού και της κέλτικης μυθολογίας, εισηγητής και υμνητής της εθνικής ιρλανδικής ποίησης και ιδρυτής του Ιρλανδικού Εθνικού Θεάτρου του Δουβλίνου.
Σύγχρονος του άλλου μεγάλου, του Όσκαρ Γουάιλντ, γιος του ζωγράφου, Τζον Μπάτλερ Γέιτς, ο νεαρός τότε και συνεσταλμένος Γουίλιαμ, θα ζήσει για καιρό ανάμεσα στο Λονδίνο του ξεπεσμού και της παρακμής των τελών του 19ου αιώνα και στην έμπλεη γεγονότων και ταραχωδών περιόδων Ιρλανδία: είναι η εποχή των πρώτων ποιημάτων, ενδεικτικών του ενδιαφέροντος για σύμβολα και παραδόσεις διαφορετικών πολιτισμών και θρησκειών.
«Υπάρχει κι ένας άλλος κόσμος. Αλλά είναι μέσα σ' αυτόν εδώ», θα πει με σιγουριά στην πρώτη του νιότη, για να συμπληρώσει τη σκέψη του λίγα χρόνια μετά το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1923: «Ο κόσμος είναι γεμάτος από μαγικά πράγματα που περιμένουν υπομονετικά το πνεύμα μας να γίνει πιο οξυδερκές».
«Ο κόσμος είναι γεμάτος από μαγικά πράγματα που περιμένουν υπομονετικά το πνεύμα μας να γίνει πιο οξυδερκές».
Πόσο μακριά, όμως, είχε φτάσει ο Γέιτς μ' αυτές τις μεταφυσικές του αναζητήσεις; Πόσο δίκιο έχουν όσοι έφτασαν να τον μέμφονται ακόμη και για προσχώρηση σε νεοσατανιστικά τάγματα και ανησυχίες που υπερέβαιναν την απλή ανθρώπινη περιέργεια για κόσμους πέρα από τις δυνατότητες των αισθήσεων;
Πρόκειται για ερωτήματα που επανέρχονται και φαίνεται να απαντώνται μόνο μέσα από καταγεγραμμένες γνωριμίες του ποιητή που αποδεδειγμένα επηρέασαν τη λογοτεχνική του παραγωγή και τη διάθεση του να αναζητήσει όσα κρύβονταν πίσω από τον ορατό, απτό, αισθητό υλικό κόσμο.
Όπως και η Κάρεν Μπλίξεν, έτσι και ο Γέιτς, αναζητούσε το όραμα μίας κρυμμένης ζωής που θα εξυπηρετούσε την ακριβή διατύπωση της ποιητικής του αγωνίας και έφτανε να ελπίζει ότι ένα κλειδί, ένας δρόμος που οδηγούσε σ' αυτή τη δεύτερη πραγματικότητα ήταν η αρχαία τέχνη της μαγείας.
Αυτή η επιθυμία του, τον καιρό των περιπλανήσεων του στο Λονδίνο, θα τον φέρει σε επαφή με μία φυσιογνωμία ονομαστή στον χώρο του δυτικού εσωτερισμού, την Έλενα Πέτροβνα Μπλαβάτσκι, ιδρύτρια της θεοσοφικής εταιρείας, πολυταξιδεμένη και πολυγραφότατη, αν και βαθιά αμφιλεγόμενη, ερευνήτρια αποκρυφιστικών δοξασιών.
Η συνάντηση των δυο τους θα είναι καθοριστική για τις αναζητήσεις του Γέιτς που λίγο καιρό μετά προσχωρεί με προθυμία στους κλειστούς κύκλους της θεοσοφικής εταιρείας της.
Είχαν προηγηθεί γνωριμίες του Γέιτς με διάσημα μέντιουμ της εποχής του, όπως η Κάθριν Τάιναν και διαδρομές που κάποτε – λέγεται – τον έφτασαν στο σημείο της κατάληψης, του δαιμονισμού, εμπειρίες που επηρέασαν βαθιά τόσο την προσωπικότητα όσο και το έργο του. Ωστόσο, από τους σοβαρούς μπελάδες και τις νομικές περιπέτειες τον έσωζε η ευφυΐα και το πραγματικά ανήσυχο πνεύμα του. Όταν κάποτε η Μπλαβάτσκι ενεπλάκη σε υπόθεση σωρείας απατών που ξεσκεπάστηκε από εκτενείς ελέγχους της αγγλικής Εταιρείας Ψυχικών Ερευνών, ο Γέιτς, όχι μόνο πήρε αποστάσεις, αλλά αποχώρησε από το Εσωτερικό Τμήμα των Θεοσοφιστών, αμφιβάλλοντας σοβαρά για τις προθέσεις και τους πραγματικούς τους στόχους. Στο έργο του "The Trembling of the Veil", ωστόσο, δεν θα διστάσει να αναγνωρίσει κάποιες απόκοσμες ικανότητες της ιδρύτριας της θεοσοφικής εταιρείας, αλλά μέχρι εκεί.
Την ίδια εποχή που ο Γέιτς εγκαταλείπει τον Θεοσοφισμό, οι πηγές τον θέλουν να έρχεται σε επαφή με τη μυστικιστική εταιρεία Ordo Hermeticus Aurorae Aurea, πιο γνωστή ως Ερμητικό Τάγμα της Χρυσής Αυγής. Ο λόγος για μια οργάνωση αφιερωμένη στη μελέτη και πρακτική εφαρμογή του αποκρυφισμού, με ιεραρχία και σύστημα μύησης βασισμένα στα αντίστοιχα των μασωνικών στοών της εποχής.
Ο Γέιτς εισέρχεται στο τάγμα των μυημένων από τον Σάμιουελ Λίντελ Μακ Γκρέγκορ Μάθερς, έναν από τους τρεις ιδρυτές του τάγματος, ο οποίος μυεί τον ποιητή στα μυστικά της ασυνείδητης μνήμης. Ο Γέιτς, ως νεοφώτιστος του τάγματος παίρνει το όνομα Daemon est Deus Inversus (μτφ: ο διάβολος είναι ο Θεός αντεστραμμένος) και από εκεί ξεκινά το περίεργο ταξίδι του στον κόσμο της τηλεπάθειας και της ανταλλαγής τηλεπαθητικών μηνυμάτων.
Μυημένος και στις σοβαρές ερωτικές απογοητεύσεις, ο Γέιτς βλέπει τη ζωή του να αλλάζει και την ποιητική του πρόθεση να παίρνει σχήμα και μορφή, όταν γνωρίζεται με τη νεαρή αγγλίδα Τζόρτζια Χάιντ Λις. Να κάποια που μπορούσε να κατανοήσει τις μυστικιστικές αναζητήσεις του ποιητή. Μεγαλωμένη σε λογοτεχνικά σαλόνια με μεταφυσικές αναζητήσεις, η Λις όχι μόνο μπορούσε να ανεχθεί, αλλά και να αναδείξει τη σκοτεινή πλευρά του Γέιτς. Οι τελετουργίες του τάγματος, στο οποίο ενεργά συμμετείχε ο προβεβλημένος κυρίως για τον φλογερό πατριωτισμό του Γέιτς, όχι μόνο δεν της προκαλούσαν τρόμο, αλλά της ενέπνευσαν αρκετά κείμενα με τη μέθοδο της αυτόματης γραφής, που λειτούργησαν καταλυτικά στο λογοτεχνικό ύφος των τελευταίων 20 χρόνων του Γέιτς.
Είτε κάποιος αντιλαμβάνεται την πανανθρώπινη αγωνία για τη φθορά και την ανάγκη για κάτι πέρα από τον υλικό κόσμο, που κρύβεται στα περισσότερα ποιήματα του Γέιτς, είτε όχι, οφείλει να παραδεχθεί ότι πίσω από το παράξενο αγοράκι που ζωγράφισε ο πατέρας του στα 1900 κοιμόταν μια πολύ αρχαία ψυχή, που μέσα της έκλεινε νοήματα και έγνοιες που φτάνουν μέχρι την εποχή μας.
σχόλια