Στηχώρα όπου η κωμωδία και το δράμα άναρχαεμπλέκονται και διαπλέκονται και αυτάαναμεταξύ τους, πώς να επιβίωνε σήμερακαι τι να έγραφε τάχα ο καημένος οΑριστοφάνης; Από πού, άραγε, θα αντλούσεέμπνευση, αφού η ίδια η ζωή εδώ μαζί καιοι άνθρωποί της έχουν υπερβεί τη λογικήγραμμή της πραγματικότητας; Αυτοεπικαλούμενοιεπαναστάτες κάνουν πάρτι έξω απόαστυνομικά τμήματα. Κουκουλοφόροιεισβάλλουν στα πανεπιστήμια καιξυλοφορτώνουν καθηγητές. Οι λεγόμενοι«συλλογικοί αγώνες» δεν είναι παρά έναπροκάλυμμα για ατομικές διεκδικήσεις.Ο καθένας για την πάρτη του. Επώνυμοιμεγαλοεπιχειρηματίες καταδικάζονταιτελεσίδικα για πολεοδομικές παραβάσειςκαι δεν εκτίουν την ποινή τους. Νονοίτης αγοράς κανονίζουν μεταξύ τους τιςτιμές προϊόντων και υπηρεσιών. Εφοριακοίγεννιούνται, θαρρείς, με το χέρι απλωμένο.Το ίδιο και πολλοί γιατροί, υπάλληλοινομαρχιών, δήμων, πολεοδομικών υπηρεσιών,δασαρχείων... Ονοματίστε σχεδόν όποιοεπάγγελμα θέλετε.
Καιτώρα, ένας επικίνδυνος κακοποιόςδραπετεύει από την ίδια φυλακή, με τονίδιο εξωφρενικό τρόπο, με ελικόπτερο,για δεύτερη φορά, με τις λεγόμενες«αρμόδιες Αρχές», για πολλοστή φορά, νασφυράνε κλέφτικα, να ανακοινώνουνκυρώσεις (το μαχαίρι, ξέρετε, που θαφτάσει ίαμε το κόκαλο!) και να «εξαπολύουνανθρωποκυνηγητό για τη σύλληψη τωνδραστών». Αστείο κράτος, σε όλα ταεπίπεδα. Και με όλα τα συστατικά του.Φαντάζεστε, αλήθεια, αυτή η χώρα, όπωςείναι ετούτη τη στιγμή, να χρειαζόταν,ο μη γένοιτο, να πάει σε πόλεμο; «Ε, ρεγλέντια», που θα φώναζε κι' ο Καραγκιόζης.Και ας έβγαιναν στην αντεπίθεση όσοιακόμα κρατιούνται από το μύθο ότι εμείςοι Έλληνες, τάχα, στα δύσκολα «δείχνουμετο μεγαλείο μας».
Δενξέρω αλήθεια σε πόσα και ποια ακριβώςδύσκολα δείξαμε αυτό το μεγαλείο - ίσωςπιο πολύ, ακόμα και από τα πραγματικάγεγονότα, και δίχως να σβήνουμε ούτεμια από τις πράγματι σπουδαίες στιγμέςηρωικών ανθρωπων να μας «παρασέρνει»και ο Εθνικός μας Ύμνος με εκείνο το«απ' τα κόκαλα βγαλμένη». Αλλά, αλήθεια,άλλες ήταν τότε οι εποχές - οι ηρωικέςας τις πούμε. Σήμερα, θα προτιμούσα μιαΕλλάδα που δεν χρειάζεται να τη διαλύσουμεπρώτα για να δείξουμε έπειτα «το μεγαλείοτης». Θα αγαπούσα πιότερα τη χώρα μου,αν είχε λιγότερες τέτοιες «ακραίεςεξάρσεις». Κι αν πορευόταν «πιο νορμάλ»,με λιγότερες «συγκινήσεις», στο δρόμοτης προς το μέλλον.
Η(γλυκόπικρη) ειρωνεία είναι ότι στοπεριθώριο αυτής «της κοινωνίας τωναποβλήτων» (δημιούργημα, κυρίως, τηςδιεφθαρμένης και μέτριας πολιτική τάξηςπου μάς έλαχε τα τελευταία 20-30 τόσαχρόνια) υπάρχει μαγιά καλή. Άνθρωποιπου πράγματι «βγήκαν απ' τα κόκαλα»,αλλά χωρίς φωταψίες και τυμπανοκρουσίες.Υπάρχουν σε πολλούς τομείς, στονπνευματικό, στον εμπορικό/επιχειρηματικό,στον ακαδημαϊκό. Αλλά είναι και μόνοι,και μεμονωμένοι. Κάποιοι, τις νύχτεςτις δύσκολες, βρίσκονται με τους φίλουςτους και τους φίλους αυτών σε σπίτια ηταβερνάκια, γύρω από ένα τραπέζι, απλόκαι μερακλίδικο, και στοχάζονται «τιθα κάνουμε τώρα, ρε παιδιά;». «Θα μείνουμεστις διαπιστώσεις;». Εδώ το «όχι βεβαια»είναι ομόφωνο και βροντερό. Και πέφτουνστο τραπέζι προτάσεις. Ακόμα και ονόματα.Πίστη αναδύεται, το βλέπεις. Και ταπρόσωπα καθαρίζουν από τις σκιές τωναδέσποτων ημερών. Επιστρέφουμε σπίτιμε όλα αυτά στο νου και στην καρδιά,ελπίζοντας στο επόμενο βήμα που θα γίνειαύριο. «Αύριο», όμως, ξαναδραπετεύει μεελικόπτερο ο Παλαιοκώστας και πάμε πάλιδέκα βήματα πίσω...
σχόλια