Οι φοιτητές Oικονομικών ακούν συνεχώς τους καθηγητές τους να τους περηφανεύονται ότι τα οικονομικά είναι «η επιστήμη των ορθολογικών επιλογών υπό συνθήκες σπανιότητας». Δεν υπάρχει μάθημα, από τη Μικροοικονομική μέχρι και το Διεθνές Εμπόριο, που να μη βασίζεται σε κάποιο μαθηματικό υπόδειγμα «ορθολογικών» επιλογών. Ας δούμε ένα παράδειγμα.
Περπατάς στον δρόμο και βλέπεις ένα άδειο κουτάκι μπίρας στο πεζοδρόμιο. Έχεις τις εξής επιλογές: (α) να κάνεις τον κόπο να το σηκώσεις, να το μεταφέρεις για περίπου 500 μέτρα και να το πετάξεις στον πλησιέστερο κάδο απορριμμάτων. Ή (β) να το αγνοήσεις. Τι θα αποφασίσεις; Τα εγχειρίδια «εξηγούν» ότι σε αυτές τις περιπτώσεις οι ορθολογιστές αξιολογούν τα (α) και (β) ανάλογα με την καθαρή τους ωφέλεια – π.χ. την ψυχολογική ωφέλεια της σκέψης ότι έπραξες το «σωστό» μείον την απώλεια που σου προκαλεί η κούραση του να πετάξεις το κουτάκι στον κάδο. Η απόφαση μεταξύ (α) και (β), καταλήγουν οι οικονομολόγοι, θα εξαρτάται από το ποια επιλογή προσφέρει μεγαλύτερη καθαρή ωφέλεια στο συγκεκριμένο άτομο.
Προσέξτε τον μεγάλο απόντα από αυτή την ανάλυση: το ιστορικό της υπόθεσης! Το αν το κουτάκι βρίσκεται εκεί διότι κάποιος ανώνυμος ασυνείδητος το πέταξε ή επειδή το πέταξες εσύ ή το παιδί σου δεν επηρεάζει τον υπολογισμό της καθαρής ωφέλειας των επιλογών (α) και (β). Δεν έχει σημασία ο λόγος που το κουτάκι βρίσκεται στο πεζοδρόμιο κι εσύ από πάνω του. Τα περασμένα είναι... ξεχασμένα όταν πρόκειται να υπολογιστεί, σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, η καθαρή ωφέλεια από τις εναλλακτικές μας. Μας ενδιαφέρει αποκλειστικά η τρέχουσα και η μελλοντική ωφέλεια. Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, αν είσαι «ορθολογίστρια/στής», θα επιλέξεις την εναλλακτική (α), εφόσον αξιολογείς ως σημαντικότερο για σένα ένα καθαρό πεζοδρόμιο από το να μη σκύψεις και κουραστείς. Και θα επιλέξεις τη (β) αν ο χρόνος σου είναι πολυτιμότερος για σένα από την ψυχολογική αξία της συνεισφοράς σου στον καθαρισμό του πεζοδρομίου.
Πράγματι, η οικονομική θεωρία που διδάσκεται στα σχολειά και στα πανεπιστήμια αποτελεί μέρος της οικογένειας των θεωριών που αναφέρεται από τους φιλόσοφους ως συνεπειοκρατία (consequentialism)˙ δηλαδή, μια θεωρία δράσης και επιλογής που βασίζεται στις συνέπειες των δράσεων (και όχι στο ιστορικό τους ή στον συμβολισμό τους). Όταν διδάσκουμε στους φοιτητές μας αυτές τις ιδέες (ιδιαίτερα όταν το κάνουμε χωρίς κριτική διάθεση), ουσιαστικά είναι σαν να τους λέμε ότι η έννοια της ευθύνης δεν υφίσταται. Ότι δεν έχει καμιά σημασία αν εμείς οι ίδιοι έχουμε πετάξει σκουπίδια από το παράθυρο του αυτοκινήτου, έχουμε μολύνει τον ποταμό ή την παραλία, έχουμε συνεισφέρει στο νέφος της πόλης μας αμελώντας να αλλάξουμε τον καταλύτη του αυτοκινήτου μας ή να συντηρήσουμε το καλοριφέρ της πολυκατοικίας μας: αυτές οι επιλογές μας πρέπει να εξαρτώνται αποκλειστικά από το πόση καθαρή ωφέλεια συνεπάγονται οι πράξεις μας.
Το παράδειγμα με το άδειο κουτί μπίρας που βρίσκεται στο πεζοδρόμιο έχει πολλές, σοβαρές προεκτάσεις. Πάρτε για παράδειγμα τον δημόσιο διάλογο για τους ρύπους που μεγεθύνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και δηλητηριάζουν τις θάλασσες και τους ωκεανούς. Οι οικονομολόγοι, στη συντριπτική τους πλειονότητα, προτείνουν τη δημιουργία αγορών ρύπων, στις οποίες οι ρυπογόνες βιομηχανίες να αγοράζουν και να πωλούν το δικαίωμα στη ρύπανση. Δεν θα υπεισέλθω στις τεχνικές λεπτομέρειες. Θα αναφέρω μόνο ένα χαρακτηριστικό αυτής της προσέγγισης: όπως και στο παράδειγμα με το κουτάκι μπίρας, ουσιαστικά αποτελεί μια «λύση» που ακυρώνει την οποιαδήποτε ευθύνη εκείνου που ρυπαίνει, καθώς επικεντρώνεται αποκλειστικά στα μελλοντικά οφέλη και στο μελλοντικό κόστος των επιχειρήσεων, ισοπεδώνοντας τη διαφορά μεταξύ εκείνου που ευθύνεται για τη ρύπανση και εκείνου που δεν ευθύνεται. Το ότι αυτές οι αγοραίες «λύσεις» στο πρόβλημα της περιβαλλοντολογικής καταστροφής αποτυγχάνουν (π.χ. το ETS της Ευρωπαϊκής Ένωσης) οφείλεται λιγότερο στον κακό τους σχεδιασμό και περισσότερο στην ηθική τους πενία.
Μάλιστα, το κακό που επιτελεί η ριζική ακύρωση της έννοιας της κοινωνικής ευθύνης από τους οικονομολόγους επεκτείνεται παντού – ιδίως την περίοδο της κρίσης και της γενικευμένης φτώχειας. Φαντάσου έναν φτωχό άνθρωπο που δυστυχεί. Θα τον βοηθήσουμε; Ναι, είναι η απάντηση του οικονομολόγου, αν η ωφέλεια από αυτή μας την «καλή» πράξη υπερβαίνει την ωφέλεια που θα χάσουμε από τη μεταφορά των χρημάτων μας στην τσέπη του. Ωστόσο, σύμφωνα με αυτήν τη συνεπειοκρατική λογική της οικονομικής ψευδο-επιστήμης, δεν πρέπει να μας ενδιαφέρει ο λόγος που ο άνθρωπος αυτός βρέθηκε σε άθλια κατάσταση. Δεν έχει σημασία αν είναι φτωχός λόγω εξωγενών παραγόντων (π.χ. επειδή καταστράφηκε το σπίτι του από σεισμό) ή αν βρίσκεται στην άθλια αυτή κατάσταση λόγω πολιτικών και επιχειρηματικών αποφάσεων που πάρθηκαν από άτομα που δρούσαν στο όνομά μας.
Συμπερασματικά, η άποψη ότι κάποιος πρέπει να μαζέψει τα σκουπίδια που εκείνος δημιούργησε διότι είναι καθήκον του να το κάνει είναι μια ιδέα εντελώς ξένη στους οικονομολόγους. Διδάσκοντας στους νέους τη συνεπειοκρατία ως φιλοσοφία ταυτόσημη με τον ορθολογισμό, καθιστούμε τους φοιτητές χειρότερους πολίτες και –εδώ έγκειται η ειρωνεία– ανορθολογικούς, αναποτελεσματικούς μεγιστοποιητές της δικής τους ευδαιμονίας.
Στον καιρό της κρίσης οι οικονομολόγοι αποδεικνυόμαστε, άλλη μια φορά, μέρος του «προβλήματος» και σε καμία περίπτωση της «λύσης».
σχόλια