Το ακούμε συχνά εμείς οι δημοσιογράφοι από τους απλούς (γιατί, εμείς δεν είμαστε πια) ανθρώπους, αλλά τους δίνουμε σημασία; «Είστε -μας λένε- εκτός τόπου και χρόνου. Δεν έχετε καμία σχέση με την πραγματικότητα».Το εκλογικό αποτέλεσμα της 4ης Οκτωβρίου ήταν και αυτό ακόμα μια «ηχηρή» επιβεβαίωση της πιο πάνω άποψης, την οποία, παρ' όλα αυτά, επιμένουμε να αγνοούμε. Το ΠΑΣΟΚ νίκησε με μια ιλιγγιώδη (όπως έγραψε το γερμανικό «Spiegel») διαφορά, την οποία δεν μπόρεσε ούτε ένας Έλληνας δημοσιογράφος, από τους τόσους «ειδικούς» που είμαστε σπαρμένοι αριστερά και δεξιά, να εκτιμήσει εκ των προτέρων. Ήμασταν, απλώς, η ουρά των δημοσκοπήσεων (που επίσης έπεσαν έξω), και οι αφ' υψηλού αναλυτές από τον ξεκομμένο κόσμο των γραφείων μας. Μιλούσαμε για «κάποια σημαντική διαφορά», κάποιοι λίγοι διαισθάνονταν πως «ίσως φτάσει και το 7-8%», αλλά κανένας δεν «είδε» το 10%. Όλη μέρα, κάθε μέρα, γράφαμε και μεταδίδαμε τις... αξιόπιστες πληροφορίες μας. Τι μας έλεγε ο τάδε δημοσκόπος, τι μας σφύραγε το δικό μας, κομματικό παπαγαλάκι, τι μαζεύαμε από συναδέλφους εδώ κι εκεί.
Αυτό ήταν το... ρεπορτάζ μας. Του τηλεφώνου και της καρέκλας.
-Έλα ρε, ο Μιχαηλίδης είμαι. Τι βλέπεις;
-Νομίζω πως μετά το ντιμπέιτ των δύο, έστω και λίγο αρχίζει να μικραίνει η διαφορά.
-Από πού προκύπτει αυτό;
-Μου το 'πανε και ΠΑΣΟΚοι που βλέπουν τις κυλιόμενες δημοσκοπήσεις!
Αυτό ήταν! Πλήρης ενημέρωση που ξεκίνησε από το «έλα ρε, τι βλέπεις;», και πολύ εύκολα κατέληξε να γίνει... έγκυρη άποψή μου. Την έγραψα στην εφημερίδα, την μετέδωσα από το ραδιόφωνο. Την κατέθεσα με σοβαρότητα στο τηλεοπτικό μου παράθυρο. Ο κόσμος μου, μικρός και απομονωμένος. Οι πηγές μου, από ένα συγκοινωνούν δοχείο, μέρος του οποίου είναι και οι δικές μου ανεξερεύνητες, από τρίτο και τέταρτο «χέρι» πάντα, πληροφορίες. Ένας κόσμος που δεν ψάχνει πια, είναι μονίμως on-line αλλά και off-life, δεν μετακινείται, δεν ανακατεύεται με άλλους, πιο νορμάλ ανθρώπους, δεν ρωτά αυτούς πώς περνάνε, αλλά τους ομοίους, έγκλειστους, να μας πουν εκείνοι πώς νομίζουν πως περνάνε οι άλλοι! Τις περίπου 3 εβδομάδες της σύντομης προεκλογικής εκστρατείας τις πέρασα στην επαρχία, συγκεκριμένα στην πόλη των Σερρών και στα γύρω χωριά της. Εκεί, ξαναθυμήθηκα λίγο τις πραγματικές συντεταγμένες του επαγγέλματός μου. Δηλαδή, έκανα ρεπορτάζ. Που σημαίνει ότι δεν χόρταινα να μιλάω με ανθρώπους: πολιτικούς (υποψηφίους και μη), ανώτατους και ανώτερους αξιωματούχους υπηρεσιών (νομαρχίες, δήμους, επιμελητήρια, δικηγορικούς συλλόγους, κ.λπ.), επιχειρηματίες, υπαλλήλους (σε άπειρους τομείς: εργοστάσια, εμπορικά μαγαζιά, τράπεζες, ξενοδοχεία, εστιατόρια), αγρότες, συνταξιούχους, φοιτητές (στα ΤΕΙ εκεί), ελευθέρους επαγγελματίες (ταξιτζήδες, φαρμακοποιούς, καυστηρατζήδες, υδραυλικούς, κομπιουτεράδες, κ.λπ.), με τους λίγους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών... αυτούς θυμάμαι πρόχειρα.
Όσο μιλούσαμε δεν κρατούσα σημειώσεις. Αλλά είχα στο φουλ την μηχανή του μνημονικού μου, που ίσως είναι το «ισχυρότερο» DNA που διαθέτω. Και όταν επέστρεφα το βράδυ στο ξενοδοχείο μου, την ξανάβαζα μπρος τη μηχανή και έφτιαχνα τις σημειώσεις μου. Όχι προς δημοσίευση, αλλά προς δική μου ενημέρωση - άλλωστε, σε κανέναν από τους συνομιλητές μου δεν είπα, ως όφειλα, ότι θα ήθελα να δημοσιοποιήσω τις απόψεις του. Λοιπόν, απ' όλο αυτό το υλικό προέκυψε ξεκάθαρα, αρκετές μέρες πριν τις εκλογές, ότι η διαφορά μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ εύκολα μπορούσε να ήταν διψήφια. Το «φώναζαν» οι 8 στους 10 με τους οποίους μίλησα, ανάμεσά τους και πολλοί Νεοδημοκράτες, που εξακολουθούν στις Σέρρες να είναι η πρώτη δύναμη. «Χάνουμε παταγωδώς» μου έλεγε μια εβδομάδα πριν τις εκλογές ένα από τα πιο σοβαρά εκεί στελέχη του κόμματος και όταν είδε ίσως τη δυσπιστία μου με κάλεσε το βράδυ σε μια «κλειστή συγκέντρωση φίλων» στο σπίτι του. Εκεί άκουσα μια από τις πιο σοβαρές, πολιτισμένες και με λογική τεκμηρίωση πολιτικές συζητήσεις των τελευταίων χρόνων. Ο καθένας κατέθετε τη δική του εμπειρία σ' αυτό που ονομάζουμε «καθημερινότητα». Εργασία, έσοδα, έξοδα, αλλαγές, προβλήματα, ευκαιρίες, οικογένεια, σπουδές παιδιών, περίθαλψη, ταξίδια, διασκέδαση, προοπτική κ.λπ.
Καμία δημοσκόπηση δεν τα «τσίμπησε» όλα αυτά. Καμία δημοσιογραφική ανάλυση δεν τ' ακούμπησε. Κανένας πολιτικός δεν τα αντελήφθη. «Γιατί δεν τα έγραψες τότε, μεγάλε», εύλογα θα με ρωτήσει κάποιος, «αφού έκανες, όπως λες, το ρεπορτάζ;». Γιατί το φοβήθηκα! Δεν πείστηκα ότι εκεί είναι η αλήθεια και όχι στις δημοσκοπήσεις, κυλιόμενες και σταθερές, και στις αξιόπιστες πηγές μου. Γιατί είμαι κι εγώ εξάρτημα αυτής της μηχανής που παράγει ειδήσεις και γνώμες από το «έλα ρε, ο Μιχαηλίδης είμαι, τι βλέπεις;». Και ντρέπομαι.
σχόλια