Ξεκινώντας με την παραδοχή ότι «πρώτη φορά η Κεντροαριστερά και η Αριστερά μπορούν να σχηματίσουν μια παντοδύναμη κυβέρνηση με 174 έδρες στη Βουλή (αν, βέβαια, διατηρήσουν στις εθνικές εκλογές τα ποσοστά των ευρωεκλογών)», ο κ. Μπαλτάκος παίρνει κουράγιο από τη σκέψη ότι «... δεν θα τα καταφέρουν όμως, όπως δεν τα κατάφερε το ΕΑΜ το 1945... Πάλι θα παραδώσουν τα όπλα, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών ανάμεσα στο 1945 και το σήμερα».
Οι αλληγορίες που χρησιμοποιούμε, και ιδίως οι ιστορικές μας αναφορές, έχουν σημασία. Διαμορφώνουν το κλίμα, προσδιορίζουν συμπεριφορές, προϊδεάζουν όσον αφορά τις εξελίξεις. Ο κ. Μπαλτάκος θα μπορούσε να αναφερθεί στην περίοδο της Μεταπολίτευσης, όταν και πάλι η Κεντροαριστερά μαζί με την Αριστερά διέθεταν συντριπτική υπεροχή (π.χ. το 1981 έφταναν, από κοινού, τους 200 βουλευτές), αλλά δεν κατάφεραν να συνεργαστούν. Όχι, ο κ. Μπαλτάκος επέλεξε να μας πάει πίσω στο 1945 και στη Βάρκιζα. Δεν είναι τυχαίο αυτό.
Για την Αριστερά, η Συμφωνία της Βάρκιζας συμβολίζει τον εξευτελισμό των ανταρτών, που με δάκρυα στα μάτια παρέδωσαν τα όπλα, δίνοντας το έναυσμα για τα πέτρινα χρόνια των διώξεων, με αποτέλεσμα πολλοί (αλλά όχι όλοι από αυτούς), κόντρα στην επίσημη γραμμή του Κόμματος, να πάρουν πάλι τα βουνά πυροδοτώντας τον αδελφοκτόνο Εμφύλιο που ήταν προδιαγεγραμμένο ότι θα έχαναν. Συμβολίζει και κάτι άλλο: τη μετάλλαξη των δωσίλογων σε παρακράτος, το οποίο κυριάρχησε μέχρι και το 1974.
Η οικονομική κρίση δίνει ευκαιρία στους διάφορους Μπαλτάκους να καλλιεργήσουν εκ νέου το εμφυλιοπολεμικό αφήγημα στην απεγνωσμένη κοινωνία μας, ώστε να δημιουργήσουν τις δικές τους Σρεμπρένιτσες, τους δικούς τους Μελιγαλάδες, τις δικές τους Μακρονήσους.
Με την «πρόβλεψη» μιας νέας Βάρκιζας, ο κ. Μπαλτάκος ενσυνείδητα και στρατηγικά προσβλέπει σε μια αντίστοιχη εξέλιξη: στον βαθύ εξευτελισμό όσων εναπόθεσαν τις ελπίδες τους στην Αριστερά αλλά και στη μετατροπή της Χρυσής Αυγής, των συνεχιστών της παράδοσης των αιμοσταγών δωσίλογων της Κατοχής, σε πραιτωριανή φρουρά ενός νέου, δεξιού καθεστώτος. Έχει σημασία αυτό όταν προέρχεται από τον άνθρωπο που, αν δεν είχε αποκαλυφθεί το βίντεο της συζήτησης που είχε με τον κ. Κασιδιάρη της Χρυσής Αυγής εντός του Κοινοβουλίου, θα παρέμενε και σήμερα «δεξί χέρι» του πρωθυπουργού, με καθοριστικό ρόλο στη χάραξη τόσο της κυβερνητικής πολιτικής όσο και της προσωπικής πορείας του πρωθυπουργού.
Οι μη Αριστεροί καλό είναι να μην πιστέψουν ότι αυτά δεν τους αφορούν. Για τους Κεντρώους των πέτρινων χρόνων, η Συμφωνία της Βάρκιζας ήταν μια παγίδα στην οποία έμειναν εγκλωβισμένοι για δεκαετίες. Καθώς η Βάρκιζα (και οι διώξεις των Αριστερών που ακολούθησαν) έφερε τον εμφύλιο πόλεμο, οι Κεντρώοι εξαναγκάστηκαν, μπροστά στον κομμουνιστικό κίνδυνο, να ενταχθούν στο ίδιο στρατόπεδο με τους δωσίλογους. Αναγκάστηκαν να αποδεχθούν τα Μακρονήσια, τις εκτελέσεις, τη φυλάκιση και εξορία εξαιρετικών ανθρώπων της Αριστεράς. Ποτέ δεν το διασκέδασαν αυτό. Ήξεραν ότι συναινούσαν σε κάτι που πάει κόντρα στη φύση τους, απλώς ένιωθαν ότι δεν είχαν επιλογή. Έως ότου η βία και η νοθεία του 1961, η δολοφονία του Λαμπράκη δύο χρόνια αργότερα και, τέλος, η χούντα των συνταγματαρχών τούς ανάγκασαν είτε να ριζοσπαστικοποιηθούν είτε να ενδώσουν πλήρως στη «σκοτεινή δύναμη» που γεννήθηκε στη Βάρκιζα.
Πήρε χρόνια πολλά για να απελευθερωθεί ο τόπος από το χτικιό της Βάρκιζας και του Εμφυλίου. Βοήθησαν, μεταξύ χιλιάδων, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Χαρίλαος Φλωράκης και η αποφασιστικότητα των Ελλήνων ώστε να ξεπεραστεί η εμφυλιοπολεμική καταχνιά που σκέπασε τον τόπο για δεκαετίες. Και έρχεται σήμερα ο κ. Μπαλτάκος να μιλήσει για νέα Βάρκιζα, να κλείσει το μάτι στους νέους ναζί-δωσίλογους της Χρυσής Αυγής. Και για ποιον λόγο; Για να βρεθεί «αφήγημα» που θα σταματήσει την Αριστερά από το να σχηματίσει κυβέρνηση, χτίζοντας γέφυρες μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και Χρυσής Αυγής και εγκλωβίζοντας τους Κεντρώους στον φόβο της Αριστεράς.
Το 1991, όταν κατέρρευσε η Γιουγκοσλαβία, και λίγο πριν αρχίσει ο εμφύλιος πόλεμος και εξαπλωθεί από την Κροατία μέχρι το Κόσοβο, κάποιοι δικοί τους Μπαλτάκοι επένδυσαν επιτυχώς σε παραλληλισμούς μεταξύ της δεκαετίας του 1940 και του 1990. Το έκαναν για να πολώσουν τους πολίτες με αφηγήματα από το παρελθόν, με ιδεολογήματα που ανέσυραν τις ρήσεις των φασιστών Τσέτνικ, των ναζί Ουστάσι, των παρτιζάνων του Τίτο κ.λπ. Τότε διαφώνησα με πολλούς που είπαν ότι αυτές οι συγκρούσεις δεν είχαν φύγει ποτέ αλλά ότι, επί Τίτο, είχαν καταπιεστεί, κι έτσι, όταν το καταπιεστικό καθεστώς κατέρρευσε, ήρθαν ξανά στην επιφάνεια. Άποψή μου ήταν ότι τίποτα τέτοιο δεν συνέβη. Απλώς, η οικονομική κατάρρευση έδωσε τη δυνατότητα σε επιτήδειους εξουσιαστές να εκμεταλλευτούν την κρίση, καλλιεργώντας εκ νέου τη μισαλλοδοξία του παρελθόντος στις υπό κατάρρευση κοινωνικές οικονομίες.
Κάτι αντίστοιχο προσπαθεί και ο κ. Μπαλτάκος. Τον Εμφύλιο, και τη λογική του, τον έχουμε υπερβεί ως κοινωνία. Το γνωρίζει αυτό. Όμως, η οικονομική κρίση δίνει ευκαιρία στους διάφορους Μπαλτάκους να καλλιεργήσουν εκ νέου το εμφυλιοπολεμικό αφήγημα στην απεγνωσμένη κοινωνία μας, ώστε να δημιουργήσουν τις δικές τους Σρεμπρένιτσες, τους δικούς τους Μελιγαλάδες, τις δικές τους Μακρονήσους. Και όλα αυτά για να έρθει η νέα Βάρκιζα, που στη βάση της μισαλλοδοξίας και του διχασμού θα τους κρατήσει, μαζί με τους νέους δωσίλογους-χρυσαυγίτες, στα «πράγματα».
Ας δουλέψουμε, λοιπόν, οι υπόλοιποι, ώστε να μην υπάρξει νέα Βάρκιζα. Ώστε η τύχη της Αριστεράς, είτε σχηματίσει κυβέρνηση είτε όχι, να εξαρτηθεί μόνο από πολιτισμένο διάλογο και τις κάλπες.
σχόλια