Από τον Εμφύλιο και δώθε η χώρα μας -και η Κύπρος βέβαια- θεωρήθηκε «πόρτα» από την οποία υπήρχε κίνδυνος ότι η Σοβιετία θα έβγαινε στις θερμές θάλασσες. Άρα έπρεπε να διπλοκλειδωθεί. Ουσιαστικά, η διέξοδος της Μόσχας προς τη Μεσόγειο αποτελούσε πανάρχαιο όνειρο που υποστηρίχτηκε από τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου για να ματαιωθεί, ως έδει, στο Συνέδριο του Βερολίνου. Αλλά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο το ζήτημα παροξύνθηκε, διότι η διαβόητη έξοδος των Ρώσων σήμαινε έλεγχο στο Σουέζ και ανοιχτό δρόμο προς τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής.
Κατά περίεργο τρόπο ο ρόλος της «πόρτας» επανέρχεται σήμερα με εντελώς άλλο νόημα. Η Ευρώπη γνωρίζει τις τελευταίες δεκαετίες μια -παθητική- προλεταριακή αποικιοκρατία, η οποία ορέγεται ψωμί και εργασία στις πλούσιες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες -κινούμενη εξ Ανατολών- και εκ του αφρικανικού Νότου - προς Δυσμάς. Το πρόβλημα δεν είναι αποκλειστικά δικό μας, απασχολεί την Ιταλία και τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Αγγλία, όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση με ένα λόγο, μόνο που εμείς -πρώτοι στα κουσούρια, ας είναι και γεωγραφικά- είμαστε χώρα με αφύλακτα σύνορα, χώρα-γέφυρα απ' όπου διοχετεύονται οι λαθρομετανάστες που πατούν προσωρινά τουρκικό έδαφος.
Δεν ξεχνάμε την αλβανική εισβολή που προηγήθηκε. Χώρα-κυψέλη, η Αλβανία εδώ και αιώνες πήρε συχνά τον κατήφορο και επέδειξε πρωτοφανή ικανότητα ενσωμάτωσης. Οι γείτονες του Βορρά βρήκαν αμέσως δουλειά, έχτισαν και τι δεν έχτισαν, τα παιδιά τους μπήκαν στα σχολεία, συχνά αρίστευσαν σε απόδοση, με αποτέλεσμα σήμερα να μην απασχολούν σχεδόν τη μεταναστευτική προβληματική. Άλλωστε, εθιστήκαμε να μιλάμε για «εργατικά χέρια», ξεχνώντας ότι χέρια από μόνα τους δεν υπάρχουν - τα χέρια συνεπάγονται κεφάλια, οικογένειες, θρησκευτικά πιστεύω, εργατικά και πολιτικά δικαιώματα. Όποιος πιάνει κουβεντούλα με Αλβανούς ταξιτζήδες, ασφαλώς θα έχει ακούσει κάποια περίεργα πράγματα. «Σήμερα είμαστε υπηρέτες, αύριο όμως θα γίνουμε αφεντικά». Ουσιαστικά, πρόκειται για την αξιοποίηση μιας παλαιάς -ανεπίσημης βέβαια- δήλωσης του Φάτος Νάνο: «Σε δέκα χρόνια, με τους 750.000 Αλβανούς που θα αποκτήσουν ελληνική ιθαγένεια θα κυβερνούμε την Ελλάδα»!
Και τι θα γίνει με τους Αφγανούς, τους Μπαγκλαντεσιανούς, τους Μαγκρεμπιανούς, τους Πακιστανούς και τους λοιπούς έγχρωμους που καταφθάνουν στιφηδόν και στιχηδόν αναμένοντας -κλεισμένοι σε άθλια στρατόπεδα- την ώρα της ελευθερίας τους; Ποια Ελλάδα θα κυβερνήσουν αυτοί;
Η πιο «πονηρή» και (ελεγχόμενη) ρεαλιστική σκέψη αφορά τη διαβόητη υπογεννητικότητα του ντόπιου πληθυσμού ο οποίος, μαζί με τη μύηση στην καταναλωτική ευμάρεια, πήρε πεσκέσι και την απελευθέρωση από τα οικογενειακά βάρη. Όπερ σημαίνει: νιχτ παιδιά. Οι Ελληνίδες γεννούν ένα παιδί (και κάτι) την ίδια ώρα που οι ξενόφερτοι αποδίδουν στο πολλαπλάσιο. Χρειαζόμαστε βέβαια αιμοδοσία, έστω και ασιατική, μόνο που οι αριθμοί δεν αστειεύονται. Με προοπτική το τέλος του αιώνα, ο ελληνικός πληθυσμός θα εξανεμιστεί, φτάνοντας μόλις τα τρία εκατομμύρια.
Έτσι παίρνει φόρα και η -εν πολλοίς δικαιολογημένη- ντόπια αντίδραση. Όταν οι δυτικές χώρες ξεπερνούν σε πληθυσμό τα πενήντα και τα εξήντα εκατομμύρια πολιτών, ο αριθμός των μεταναστών δεν τις τρομάζει διότι η ενσωμάτωση ελέγχεται, τα σύνορά τους φρουρούνται. σε αντίθεση με μας που έχουμε αφύλακτα σύνορα, μηδαμινά μέσα αντίστασης και απουσία οιουδήποτε προγράμματος. Κατά συνέπεια, το δικαίωμα ψήφου (σε δημοτικές εκλογές και κατόπιν σε εθνικές) προβάλλει την μουτσούνα του «εχθρικά», προκαλώντας πανικό που αποτελεί πρώτης τάξεως υλικό για την ακροδεξιά πολιτική.
Η παροχή ιθαγένειας μοιάζει εκρηκτική πρωτοβουλία· τα παιδιά που γεννήθηκαν στη χώρα μας και ελληνίζουν ασφαλώς και πρέπει να θεωρηθούν Ελληνόπουλα. Μόνο που αυτό δεν αρκεί. Εκτός από εργασία, δικαίωμα ψήφου, ασφάλιση και τα παρόμοια, ο ξένος απαιτεί και δικούς του ναούς, διαφύλαξη των εθίμων του και φυσικά νεκροταφεία. Σήμερα, μουσουλμανικά νεκροταφεία δεν υπάρχουν, ούτε θρησκευτικά καθιδρύματα. Οι ξένοι προσεύχονται σε υπόγεια, σε αποθήκες και σε διαμερίσματα πολυκατοικιών.
Με έναν λόγο η χώρα μας πρέπει να ετοιμαστεί για να φορέσει το νέο της πρόσωπο· αφού έπαιξε την κωμωδία του μονοπαγούς πληθυσμού και της μιας θρησκείας, τώρα καλείται να φορέσει την στολή της πολυπολιτισμικότητας - όχι επειδή το θέλησε αλλά επειδή το επιβάλλει η υπογεννητικότητά της και η κενόδοξη πολιτική της. Έτσι κρούεται, λυγμικά σχεδόν, και ο κώδων που εκπέμπει το σύνθημα: «Πρώτα εξελληνίζουμε, και μετά πολιτογραφούμε». Με απλά λόγια, αυτό σημαίνει ότι ο Αφγανός πρώτα μανθάνει την ελληνική, ενστερνίζεται την νεοελληνική παράδοση, εγκολπούται τα πάτρια πιστεύω και κατόπιν -ως φυσική και θριαμβευτική συνέπεια- λαμβάνει το δικαίωμα πολιτογράφησης.
ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΑΔΑ: Άρδην, τεύχος 77, Οκτωβρίου-Νοεμβρίου, 2009, Ελληνικό έθνος και μετανάστευση.
σχόλια