— Τρία και κάτι χρόνια από το ξέσπασμα της πανδημίας, η κανονικότητα φαίνεται να έχει επιστρέψει διεθνώς και σχεδόν κανείς πια δεν ασχολείται μαζί της, εκτός απ’ όσους έχασαν εξαιτίας της δικούς τους ανθρώπους. Αυτό ήταν λοιπόν, τελειώσαμε, ή μήπως να είμαστε πιο συγκρατημένοι; Και αν ο μεγάλος κίνδυνος όντως πέρασε, πού οφείλεται αυτό;
Σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας λέγαμε ότι «η πρώτη και πλέον επικίνδυνη φάση της πανδημίας θα τελειώσει όταν σταματήσουν να απειλούνται με κατάρρευση τα συστήματα υγείας μας». Πλέον βγαίνουμε από τον πρώτο χειμώνα της μετα-SARS-CoV-2 εποχής με όλους τους ενδημικούς ιούς παρόντες, και πράγματι οι ΜΕΘ μας έμειναν όρθιες. Νιώσαμε έντονα την επανασύνδεσή μας με τους ενδημικούς ιούς (ένας χειμώνας με καταρροή, πονόλαιμο, πυρετό και διάρροιες), αλλά ευτυχώς το ΕΣΥ μας άντεξε σχετικά άνετα.
Να θυμίσω ότι τέτοιες μέρες τα προηγούμενα δύο χρόνια είχαμε στην Ελλάδα πάνω από 500-600 συμπολίτες μας στις ΜΕΘ, κι αυτό δημιουργούσε ασφυκτικές συνθήκες λειτουργίας. Πλέον μπορούμε να πούμε ότι ο κίνδυνος άμεσης κατάρρευσης του ΕΣΥ είναι πίσω μας. Ο βασικός λόγος γι’ αυτό; Πλέον δεν είμαστε ανοσιακά γυμνοί απέναντι στον νέο ιό. Οι αμυντικές γραμμές που έχουμε χτίσει έχουν περιορίσει τον ανεμπόδιστο χρόνο δράσης του στο σώμα μας κι έτσι δεν προλαβαίνει πλέον να κατηφορίσει ανενόχλητος στα πνευμόνια, προκαλώντας συστηματική μόλυνση. Εμείς αλλάξαμε κατά βάση, όχι μόνο ο ιός, όπως εσφαλμένα νομίζουν οι περισσότεροι.
Το πρόβλημα με τον SARS-CοV-2 είναι ότι, αντίθετα π.χ. με τον ιό της γρίπης, δίνει, για την ώρα τουλάχιστον, επιδημιολογικά κύματα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, όποτε είναι δύσκολο να προγραμματίσεις χρονικά τον εμβολιασμό σου.
— Γεγονός είναι, πάντως, ότι ακόμα αρρωσταίνουν και πεθαίνουν άνθρωποι, έστω σε πολύ μικρότερους αριθμούς, ενώ πολύς λόγος γίνεται για τις συνέπειες του Long Covid. Πόσο ανησυχητικά είναι αυτά;
Η οξεία, και πλέον εκρηκτική, φάση της πανδημίας είναι πίσω μας, αλλά με τον ιό δεν ξεμπερδέψαμε. Αντίθετα, ο SARS-CoV-2 προστέθηκε πλέον στο τσουβάλι με τους άλλους ενδημικούς ιούς που θα συνεχίσουν να προκαλούν ενίοτε θανάτους αλλά και μακροχρόνιες παθολογίες (όπως το σύνδρομο Long Covid) μετά από κάθε εποχικό σάρωμά τους στην κοινότητα. Όσοι δηλώνουμε απογοητευμένοι επειδή η τραγική εμπειρία της πανδημίας δεν αποτέλεσε αφορμή για να αναβαθμίσουμε επιτέλους συστηματικά τις υποδομές μας (π.χ. έλεγχος και καθαρισμός αέρα σε όλους τους εσωτερικούς χώρους) είναι γιατί τυχαίνει να γνωρίζουμε το σημαντικό κόστος των μακροχρόνιων επιπτώσεων από τις ιώσεις γενικότερα. Ένα κόστος που το πληρώνουμε όλοι μας σε ορούς οικονομίας, υγείας και ποιότητας ζωής και το οποίο στη μετά-SARS-CοV-2 εποχή θα είναι σίγουρα μεγαλύτερο. Πόσο μεγαλύτερο; Δεν ξέρουμε ακόμη. Είναι ένας καινούργιος ιός και δεν μπορούμε να ξέρουμε ποιες θα είναι οι μακροχρόνιες συνέπειες της ελεύθερης συμβίωσης μαζί του. Δυστυχώς, πολλοί συμπολίτες μας πληρώνουν ήδη εδώ και πολλούς μήνες (ή χρόνια) το βαρύ τίμημα του Long Covid. Γι’ αυτούς το διακύβευμα δεν είναι κάτι αόριστο και ενδεχόμενο αλλά μια νέα, σκληρή πραγματικότητα.
— Οι ενδείξεις που συσχετίζουν ενδημικές ιικές λοιμώξεις με νευροεκφυλιστικές ασθένειες, καρκίνους και άλλες αυτοάνοσες παθήσεις αυξάνονται διαρκώς, γράφετε. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι η Covid λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει σοβαρά καρδιαγγειακά προβλήματα. Να ανησυχούμε;
Ναι, οι ιώσεις γενικότερα μπορεί ενίοτε να ενεργοποιήσουν διάφορες μακροχρόνιες παθολογίες, όπως οι νευροεκφυλιστικές (π.χ. μόλυνση με τον ιό EBV - σκλήρυνση κατά πλάκας, HHV ερπητοϊοί, Alzheimer), οι καρκίνοι (ιός HPV - καρκίνος του τραχήλου, ιός HBV της ηπατίτιδας, καρκίνος στο συκώτι, EBV λεμφώματα) και τα αυτοάνοσα (ρευματοπάθειες, ψωρίαση, λύκος). H μόλυνση με SARS-CoV-2 μπορεί όντως να οδηγήσει σε κάποιες περιπτώσεις και σε καρδιαγγειακές επιπλοκές, ιδιαίτερα σε άτομα με προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο, όπως καρδιακή προσβολή, μυοκαρδίτιδα και αρρυθμίες. Επιπλέον, ο Covid-19 μπορεί επίσης να προκαλέσει μικρο-θρόμβους, οι οποίοι μπορούν επίσης, αν και σχετικά σπάνια, να αυξήσουν τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής, εγκεφαλικού και άλλων καρδιαγγειακών συμβάντων, ιδιαίτερα αν προϋπάρχει καρδιαγγειακή νόσος.
Το να ανησυχούμε απλώς δεν είναι παραγωγικό. Το να είμαστε επαρκώς ενημερωμένοι για τις αξίες της δημόσιας υγείας και να κρατάμε τις άμυνές μας ενισχυμένες μεσώ τακτικού εμβολιασμού είναι η απαραίτητη προϋπόθεση ώστε να μειώνεται το ρίσκο που μας αναλογεί από την αλλεπάλληλη έκθεσή μας στον ιό αυτό, ειδικά αν ανήκουμε σε κάποιες από τις παραπάνω ευπαθείς ομάδες.
— Υπάρχουν, εντούτοις, ακόμα αμφιβολίες για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων, που ενισχύθηκαν και από τις καταγγελίες περί σκανδαλώδους συμφωνίας Ε.Ε.-Pfizer σχετικά με την προμήθειά τους. Υπερπροβλήθηκαν, πιστεύετε, ή μήπως υποβαθμίστηκαν οι πιθανές τους παρενέργειες; Τι θα απαντούσατε σε όσους ανησυχούν;
Τα εμβόλια έναντι του SARS-CοV-2 έχουν σώσει ήδη εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον πλανήτη. Ιδιαίτερα στην πρώτη φάση της πανδημίας, ο εμβολιασμός μείωσε πάρα πολύ το ρίσκο που αναλογούσε στον καθένα μας απ’ ό,τι αν μας έβρισκε ο ιός ανοσολογικά παρθένους. Το μόνο μέρος με ανοσολογικά παρθένους οργανισμούς στο οποίο αφέθηκε να κυκλοφορήσει ανεμπόδιστα ο ιός ήταν το Μπέργκαμο της Ιταλίας, και θυμόμαστε όλοι πολύ καλά τι συνέβη εκεί. Τα εμβόλια εξακολουθούν να είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος να τονώνουμε τακτικά την άμυνά μας έναντι των ιών.
Το πρόβλημα με τον SARS-CοV-2 είναι ότι, αντίθετα π.χ. με τον ιό της γρίπης, δίνει, για την ώρα τουλάχιστον, επιδημιολογικά κύματα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, όποτε είναι δύσκολο να προγραμματίσεις χρονικά τον εμβολιασμό σου. Δηλαδή, μέχρι να περάσουν οι προτεινόμενοι 5-6 μήνες για τον επαναληπτικό εμβολιασμό, τις περισσότερες φορές θα σε έχει προλάβει ο ιός. Όσο για την ασφάλεια και τις παρενέργειες από τα νέα εμβόλια, προφανώς και υπήρξαν. Δεν υπάρχει τίποτα στην ιατρική με μηδενικό ρίσκο. Ξέρουμε π.χ. ότι τα mRNA εμβόλια προκαλούν (σχετικά σπάνια) μυοκαρδίτιδες σε νεαρές ηλικίες (12-35) ετών. Το σήμα αυτό είναι υπαρκτό και εξαρχής επίσημα καταγεγραμμένο από τις Αρχές της φαρμακοεπαγρύπνησης. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της πανδημίας τα οφέλη του εμβολιασμού κατά του Covid-19, ακόμη και σε αυτή την ηλικία, υπερτερούσαν κατά πολύ των κινδύνων από τη φυσική μόλυνση.
Τις ανοησίες, τώρα, περί «ξαφνικίτιδων» από τα εμβόλια, θα επιλέξω να μην τις σχολιάσω. Δεν έχουμε την παραμικρή ένδειξη ότι τα εμβόλια μπορεί να οδηγούν σε μαζικούς ξαφνικούς θανάτους νέων ανθρώπων. Αυτά είναι απλώς στη νοσηρή φαντασία κάποιων, των ίδιων που μας έλεγαν ότι όσοι εμβολιαστούμε σε δύο χρόνια θα έχουμε πεθάνει και αλλά τέτοια γραφικά.
— Με αυτά και με εκείνα, πάντως, ακόμα και κάποιοι άνθρωποι που πρόθυμα εμβολιάστηκαν δείχνουν διστακτικοί στο ενδεχόμενο να το επαναλάβουν. Τι θα τους λέγατε;
Θα έλεγα ότι για τους μεγαλύτερους και πλέον ευπαθείς ο τακτικός εμβολιασμός (για την ώρα 6μηνιαίος) είναι ο ασφαλέστερος τρόπος να μειώνουν το ρίσκο που συνεχίζει να τους αναλογεί από την έκθεση στον ιό. Οι νεότεροι ας κάνουν το ζύγισμα μόνοι τους (ή συζητώντας με τον/τη γιατρό τους) και ας αποφασίσουν. Όπως προανέφερα, το πρόβλημα είναι ότι ακόμη και όσοι θέλουμε να ενισχύουμε τακτικά την άμυνά μας, στην πράξη μάς προλαβαίνει ο ιός (ειδικά όσοι ζούμε με παιδιά που πάνε σχολείο).
— Πώς θα εξηγούσατε το γεγονός ότι με όλες τις θεαματικές επιστημονικές προόδους ο ανορθολογισμός και η συνωμοσιολογία επιμένουν;
Η πανδημία ήταν μια έκτακτη και ιδιαίτερα δύσκολη συνθήκη για όλους. Ως κοινότητες κληθήκαμε να κάνουμε πράγματα που μας ήταν τελείως ξένα και είχαν μεγάλο κόστος στην ποιότητα της ζωής μας (ειδικά κάποιοι πλήρωσαν δυστυχώς δυσανάλογα μεγάλο τίμημα), να κλειστούμε μέσα και να κόψουμε επαφές μέχρι να έρθουν αποτελεσματικά εμβόλια, να φορέσουμε μάσκες για να προστατεύσουμε τον εαυτό και τους ευπαθείς συμπολίτες μας, να «αναβάλουμε» τις ζωές μας και να προσαρμοστούμε στις έκτακτες ανάγκες μιας πανδημίας.
Αναλογιζόμενος τη δυσκολία όλων των παραπάνω, νομίζω ότι ως κοινότητες τα πήγαμε σχετικά καλά. Η μεγάλη πλειοψηφία των συμπολιτών μας έδειξε την απαραίτητη κατανόηση και επέλεξε στωικά να γίνει μέρος της συλλογικά προτεινόμενης λύσης. Η μελέτη της ιστορίας των διαφόρων κρίσεων μάς λέει ότι μάλλον δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει και πολύ το ότι μέσα σε όλο αυτό το δύσκολο εγχείρημα υπήρξαν και φωνές συνωμοσιολογίας και λαϊκισμού (δυστυχώς, ακόμη και από μέλη της ίδιας της επιστημονικής κοινότητας). Εύχομαι, έστω και εκ των υστέρων, να έχουν το θάρρος να κάνουν μπροστά στον καθρέφτη τους έναν τίμιο απολογισμό των έργων και της συνολικής τους «προσφοράς» στην αντιμετώπιση της συλλογικής κρίσης.
— Διδαχτήκαμε, άραγε, πιστεύετε, κάτι από όλη αυτήν τη δυσάρεστη εμπειρία της πανδημίας ως κράτη, ως κοινωνίες και ως άτομα;
Δυστυχώς, καθώς βγαίνουμε από την πρώτη έκτακτη φάση της πανδημίας, η πιθανότητα να δούμε δομικές, συστηματικές αναβαθμίσεις στις επιδημιολογικές υποδομές μας γίνεται πλέον πολύ μικρή. Τα δυτικά κράτη δείχνουν να θέλουν να ξεχάσουν την πανδημία όσο γρηγορότερα γίνεται και να πάμε παρακάτω. Όμως το «παρακάτω» θα έχει αναπόφευκτα νέους πανδημικούς ιούς – λίγη σημασία έχει αν αυτό θα ξαναγίνει σε πέντε, δεκαπέντε ή πενήντα χρόνια. Περίπου είκοσι χρόνια πριν, η έλευση του SARS-CοV-1 προκάλεσε 900 θανάτους, αλλά, όπως φάνηκε, δεν ήταν αρκετό αυτό το καμπανάκι για να μας οδηγήσει στην απαραίτητη επιδημιολογική ετοιμότητα. Η έλευση του SARS-CοV-2 έχει προκαλέσει ήδη τον θάνατο περισσότερων από 5 εκατ. ανθρώπων. Το ακούσαμε άραγε επαρκώς το καμπανάκι αυτήν τη φορά;