Ο όρος «υπαρξιακό χαστούκι» ανήκει στη Nassa Coyle, την πλέον επιφανή ειδικό και πρωτοπόρο στην παρηγορητική αγωγή και φροντίδα καρκινοπαθών στις ΗΠΑ, και αφορά εκείνη τη στιγμή που ο ασθενής διαισθάνεται για πρώτη φορά, βαθιά μέσα του (στο στομάχι του που λένε) ότι ο θάνατος πλησιάζει, ότι – σύμφωνα με τη φράση της ίδιας – «δεν μπορούμε να τον αρνηθούμε πια».
Όπως έχει παρατηρήσει η Coyle, αυτή η συνειδητοποίηση επιταχύνει ραγδαία αυτό που οι ερευνητές έχουν αποκαλέσει «κρίση της γνώσης του θανάτου» ή «υπαρξιακό σημείο καμπής» ή «πάγωμα του εγώ». Συνήθως συμβαίνει όταν οι γιατροί σου ανακοινώνουν ευθέως πια τη δυσοίωνη πρόγνωση. Εκείνοι μπορεί να εστιάζουν στο σώμα («η ασθένειά σας είναι ανίατη», «η καρδιά σας έχει εξασθενίσει πολύ», «οι πνεύμονές σας εγκαταλείπουν»), αλλά η άμεση επίδραση είναι ψυχολογική. Ο Gary Rodin, επίσης ειδικός στην παρηγορητική αγωγή αλλά και ψυχίατρος, αποκαλεί τις συναισθηματικές και κοινωνικές επιδράσεις της προχωρημένης ασθένειας, «το πρώτο τραύμα».
Εκείνη τη μοιραία ώρα, κάποιοι άνθρωποι νοιώθουν να τους πλημμυρίζει κατάθλιψη ή απελπισία ή οργή, ή και τα τρία μαζί. Βρίσκονται αίφνης να πενθούν και να διαχειριστούν μια πλήρη απουσία νοήματος.
Οι ρίζες αυτού του τραύματος μπορεί να είναι εν μέρει πολιτισμικές. Οι περισσότεροι άνθρωποι αναγνωρίζουν σε κάποιο διανοητικό επίπεδο ότι ο θάνατος είναι αναπόφευκτος, λέει η Virginia Lee, νοσηλεύτρια ειδικευμένη στη φροντίδα καρκινοπαθών, «όμως στη Δυτική κουλτούρα τουλάχιστον, νομίζουμε ότι θα ζήσουμε για πάντα». Πολλοί ασθενείς της, συμπληρώνει, πίστευαν βαθιά ότι ο θάνατος είναι κάτι που συμβαίνει στους άλλους - μέχρι που πληροφορήθηκαν τη δική τους διάγνωση.
Εκείνη τη μοιραία ώρα, κάποιοι άνθρωποι νοιώθουν να τους πλημμυρίζει κατάθλιψη ή απελπισία ή οργή, ή και τα τρία μαζί. Βρίσκονται αίφνης να πενθούν και να διαχειριστούν μια πλήρη απουσία νοήματος. Ολόκληρο το σύστημα αξιών τους τίθεται σε αμφισβήτηση, από τη στιγμή που «κυριολεκτικά κάθε έκφανση της ζωής τους απειλείται από τις επιπτώσεις της ασθένειας», όπως είχε γράψει η Lee σε σχετικό άρθρο.
Σύμφωνα με μια έρευνα που είχε πραγματοποιηθεί στη Δανία το 2011, πολλοί ασθενείς με ανίατη μορφή καρκίνου του οισοφάγου, κατέπεσαν σε πλήρη απόγνωση μετά τη διάγνωση. «Πλέον δεν με ενδιέφερε τίποτα» είχε δηλώσει ένας από εκείνους τους ασθενείς, «είχα εγκαταλείψει εντελώς».
Παλιότερα, οι γιατροί που ειδικεύονταν στην παρηγορητική αγωγή πίστευαν ότι ένας ασθενής είτε βρισκόταν σε φάση άρνησης είτε σε φάση αποδοχής, σύμφωνα με τον Rodin: «Έπρεπε να ζήσεις με τη συνειδητοποίηση του θανάτου και συγχρόνως να την ισορροπείς με την επιθυμία να συνεχίσεις να εμπλέκεσαι στα εγκόσμια. Αυτή ακριβώς η διττότητα – αυτό που αποκαλούμε 'διπλή συνειδητοποίηση' - είναι το πιο σημαντικό επίτευγμα σε τέτοιες περιπτώσεις».
Είτε καταφέρουν πάντως είτε όχι οι ασθενείς να βρουν αυτή την ισορροπία, συνήθως αυτή η οξεία υπαρξιακή κρίση δεν διαρκεί πολύ: οι άνθρωποι δεν μπορούν να παραμείνουν για πολύ σε μια τέτοια κατάσταση αβάσταχτης αγωνίας. Σύμφωνα με την εμπειρία της Coyle, τα επίπεδα ψυχικά πόνου που ακολουθούν αυτό το πρώτο «χαστούκι» είναι συνήθως μικρότερης έντασης: «Από τη στιγμή που έχεις αντιμετωπίσει άπαξ την ιδέα του θανάτου, αυτός δεν αποτελεί πλέον καινούργια πληροφορία για τη συνείδησή σου».
Υπάρχουν πάντως και περιπτώσεις ασθενών που το υπαρξιακό χαστούκι δεν προκαλεί τόσο έντονο πόνο – κάποιοι μάλιστα υπερπηδάνε εντελώς αυτό το στάδιο ή τουλάχιστον το βιώνουν με λιγότερο οδυνηρούς τρόπους.
Για τους περισσότερους όμως, το να βρουν τη μέθοδο να προσαρμοστούν σε μια ζωή με την διαρκή και άμεση απειλή του θανάτου, αποτελεί μια απολύτως απαραίτητη γνωστική διαδικασία. Όταν καταφέρουν να αναδυθούν στην άλλη όχθη αυτής της βαρύτατης υπαρξιακής κρίσης, διαπιστώνουν κατά κανόνα ότι όχι μόνο νοιώθουν καλύτερα αλλά έχουν κατακτήσει μια βαθύτερη συμπόνια για τον πόνο των άλλων και μια αίσθηση του πόσο πολύτιμη είναι η ζωή που απομένει.
Με στοιχεία από το The Atlantic
σχόλια