Νέα έρευνα που διεξήχθη από ομάδα Δανών επιστημόνων επισημαίνει πως ο θάνατος του/της συντρόφου, ιδίως αν είναι τελείως απρόσμενος, συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κολπικής μαρμαρυγής, της συχνότερης μορφής αρρυθμίας της καρδιάς, έως και ένα έτος μετά την απώλεια. Η αρρυθμία συνιστά παράγοντα κινδύνου για εγκεφαλικό, καρδιακή ανεπάρκεια κ.α.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Σίμον Γκραφ του Τμήματος Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Ώρχους, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό BMJ Open Heart, μελέτησαν στοιχεία για 88.600 ανθρώπους που είχαν διαγνωσθεί με κολπική μαρμαρυγή και, συγκριτικά, για 886.120 υγιείς.
Από τα άτομα με κολπική μαρμαρυγή, περίπου 17.500 είχαν χάσει τον σύντροφό τους. Η μελέτη έδειξε ότι ο κίνδυνος αρρυθμίας ήταν 41% μεγαλύτερος σε αυτούς τους ανθρώπους, σε σχέση με όσους δεν είχαν βιώσει παρόμοια απώλεια. Ο αυξημένος κίνδυνος ήταν άσχετος με το φύλο ή προϋπάρχουσες ιατρικές συνθήκες (π.χ. διαβήτης).
Ο κίνδυνος κολπικής μαρμαρυγής είναι μεγαλύτερος οκτώ έως 14 μέρες μετά τον θάνατο του αγαπημένου προσώπου και μετά βαθμιαία υποχωρεί, εωσότου περάσει ένα έτος περίπου. Ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα αυξημένος στα άτομα άνω των 60 ετών, που έχουν υπερδιπλάσια πιθανότητα να εκδηλώσουν κολπική μαρμαρυγή σε σχέση με όσους δεν έχουν χάσει δικό τους άνθρωπο.
Επίσης ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος, όταν ο θάνατος ήλθε τελείως απρόσμενα ή στα άτομα που ήδη είχαν διαγνωσθεί με αρρυθμία της καρδιάς τους. Όταν ο/η σύντροφος που πέθανε, ήταν υγιής τον προηγούμενο μήνα, τότε η πιθανότητα εμφάνισης κολπικής μαρμαρυγής αυξάνει κατά 57%, κάτι που δεν συμβαίνει, αν ο θάνατος είναι λίγο-πολύ αναμενόμενος λόγω προϋπάρχουσας ασθένειας.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι τέτοια συμβάντα προκαλούν αυξημένο συναισθηματικό στρες και αυξάνουν τον κίνδυνο εμφράγματος ή εγκεφαλικού. Η θλίψη λόγω πένθους αυξάνει τον κίνδυνο για πρόωρο θάνατο καρδιαγγειακής αιτιολογίας ή για ψυχικές παθήσεις.
openheart.bmj.com/ ΑΠΕ-ΜΠΕ
σχόλια