Συμβαίνει σε πολλά ζευγάρια, χωρίς στην αρχή να γίνεται αντιληπτό: ο άνθρωπος που επέλεξαν για να περάσουν τη ζωή τους, ή έστω ένα μεγάλο μέρος της, κάπως θυμίζει έναν από τους δύο γονείς. Συνήθως στον χαρακτήρα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις και η εξωτερική εμφάνιση παραπέμπει στα χρώματα των γονιών.
Eπιστήμονες και μελετητές της ανθρώπινης συμπεριφοράς επισημαίνουν ότι αυτό δεν είναι παράξενο, καθώς συνήθως κυνηγάμε αυτό που μοιάζει με αντανάκλαση, δική μας, αλλά και του περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο μεγαλώσαμε και αναπτυχθήκαμε ως προσωπικότητες. Ακόμη κι αν αυτό το περιβάλλον δεν ήταν το ιδανικό, η τάση είναι αυτή: να σχετιστούμε με ανθρώπους που το θυμίζουν – ακόμη κι αν δεν ήταν το απόλυτα καλό και επωφελές για εμάς – κυρίως, επειδή είναι η τελευταία άγκυρα οικειότητας, από την οποία μπορούμε να πιαστούμε για να συνεχίσουμε παρακάτω.
Σύμφωνα με τον σύμβουλο σχέσεων και συγγραφέα James Watkins η επιρροή των γονιών μας σε ζητήματα προσωπικής ζωής ξεκινά, όταν πια κοπεί ο ομφάλιος λώρος και διακοπεί η κοινή μας ζωή: με λίγα λόγια τα… προβλήματα ξεκινούν, όταν εγκαταλείψουμε την πατρογονική εστία και αρχίσουμε να κάνουμε τις δικές μας – φαινομενικά – ελεύθερες επιλογές. Εκεί, όμως, είναι που μέσα στη ζούγκλα των άλλων, υποσυνείδητα ψάχνουμε στοιχεία που θα μας καθησυχάσουν ως προσωπικότητες, θα θυμίζουν κάτι από την ασφάλεια του σπιτιού μας, ό,τι κι αν σημαίνει ασφάλεια για τον καθέναν μας.
Σε σχετικό του άρθρο ο Watkins στην ιστοσελίδα του αναφέρεται στο βιβλίο Getting the Love You Want του ψυχιάτρου, Dr. Harville Hendrix, ο οποίος είναι κατατοπιστικός στο γιατί οι άνθρωποι τείνουν να επιλέγουν και να παντρεύονται συντρόφους που μοιάζουν με αντανάκλαση του χαρακτήρα ενός από τους δύο γονείς τους. Οι λόγοι που παραθέτει είναι αρκετά πειστικοί.
Διαλέγουμε αυτούς τους ανθρώπους γιατί
―Γιατί, λοιπόν, επιλέγουμε να παντρευόμαστε συντρόφους που μοιάζουν με αντανάκλαση του χαρακτήρα ενός από τους δύο γονείς μας; Η ουσία της συμβίωσης βρίσκεται πίσω από αυτό που συνηθίζουμε κοινή φιλοσοφία και στόχοι. Αν ο σύντροφος μας, μας κρίνει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που μας κρίνει ο μπαμπάς ή μαμά αισθανόμαστε – ασχέτως αν μας θυμώνει – ότι έχουμε πολλά κοινά μ’ αυτόν τον άνθρωπο, ότι οι αξίες μας είναι παρόμοιες και αυτή είναι μία συνταγή που θα έχει επιτυχία.
―Θεωρούμε ότι υπάρχει υπόβαθρο – συναισθηματικό, ψυχολογικό, οικονομικό ίσως – που δεν θα μας προδώσει, δεν θα μας αφήσει ακάλυπτους τη δύσκολη στιγμή, δεν θα μας αναγκάσει να τραπούμε σε φυγή, όταν κάποια κρίση πλησιάσει τη δική μας πόρτα. Κάποιος που στις συμπεριφορές μοιάζει με τους γονείς μας, ενδόμυχα θεωρείται ως εγγύηση προστασίας, ακόμη κι όταν τα γεγονότα διαψεύδουν αυτή την ελπίδα. Γι’ αυτό και χωρίζουν δύσκολα ζευγάρια που η σχέση τους στηρίζεται σ’ αυτούς τους άξονες, ακόμη κι όταν συντρέχουν όλοι οι λόγοι για να χωρίσουν.
―Και μετά, όπως γράφει ο Watkins, είναι και οι κοινές ή έστω παρόμοιες συναισθηματικές ανάγκες. Κάποιος που επαναλαμβάνει ένα γνώριμο μας μοτίβο συμπεριφοράς, ερμηνεύεται πιο εύκολα και τείνουμε να πιστεύουμε ότι αυτό το μοτίβο συναντάται σε ανθρώπους που έχουν τις ίδιες συναισθηματικές ρίζες. Για παράδειγμα, αν ο πατέρας συνήθιζε να μην εκδηλώνει τα αισθήματα του, χωρίς ωστόσο αυτό να μαρτυρά ανυπαρξία συναισθηματικού κόσμου, το αντίθετο μάλιστα, τότε η συνύπαρξη με έναν άνθρωπο που αποφεύγει να εκφράζεται, φαντάζει εύκολη στην αποκωδικοποίηση,
Σε κάθε περίπτωση, ασυναίσθητα, ακολουθούμε έναν μπούσουλα – κατά τον Watkins – που, φυσικά, δεν σημαίνει ότι οδηγεί πάντα σε ασφαλή μονοπάτια, ωστόσο οδηγεί σ’ εκείνα που γνωρίζουμε –ή νομίζουμε ότι γνωρίζουμε – καλύτερα.
Με στοιχεία από τα jameswatkins.comκαι τα phsycologytoday.com