Κρίσεις
Το τελευταίο (18.07.2015) μιας συστηματικής σειράς άρθρων αφιερωμένων στην ελληνική κρίση από τον γάλλο οικονομολόγο Jacques Sapir
στο μπλογκ του Russeurope
(βλ. "Σωτηρία της Ελλάδας και πολιτικές σκοπιμότητες" του ίδιου συγγραφέα - Α/Λ/Μ/Α/Ν/ΑΚ 27.6.2015)
Μία από τις πρώτες επιπτώσεις της ελληνικής κρίσης, η οποία δεν αναμένεται να έχει σύντομο τέλος, ήταν να αποκαλυφθεί η πραγματική φύση της ευρωζώνης και να επανέλθει στο προσκήνιο η συζήτηση για το ίδιο το ευρώ.
Το "diktat" για το τίποτα.
Είναι πράγματι πλέον σαφές ότι η συμφωνία που απέσπασαν από την Ελλάδα στη συνεδρίαση του Eurogroup και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου την τραγική νύχτα της 12 με 13 Ιουλίου δεν διευθέτησε τίποτα. Η υποτιθέμενη "συμφωνία" όχι μόνο αποδεικνύεται ώρα με την ώρα ακατάλληλη και ανίκανη να αντιμετωπίσει το πρόβλημα στη ρίζα του, αλλά συνειδητοποιούμε ότι δεν θα φέρει και καμία ανάπαυλα. Αν οι ελληνικές τράπεζες ανοίξουν ξανά τις πόρτες τους τη Δευτέρα 20 Ιουλίου, οι εργασίες τους θα παραμείνουν εξαιρετικά περιορισμένες. Οι αναλήψεις του πληθυσμού θα εξακολουθούν να μην υπερβαίνουν τα € 420 ανά εβδομάδα, ακόμη κι αν το ποσό αυτό μπορεί να αναληφθεί σε μια δόση. Οι εργασίες των ελληνικών εταιρειών θα παραμείνουν κι αυτές το ίδιο περιορισμένες. Στην πραγματικότητα, αυτή η έλλειψη ρευστότητας, που οργανώθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δίνει ένα μοιραίο χτύπημα στην ελληνική οικονομία. Το ποσοστό των λεγόμενων μη-παραγωγικών δανείων έχει αυξηθεί δραματικά από τις 26 Ιουνίου. Οι ανάγκες χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών αυξήθηκαν από 7 - 10 δισ. ευρώ στα τέλη Ιουνίου στα 25 - 28 δισ. ευρώ στις 15 Ιουλίου και θα μπορούσαν να φθάσουν και τα 35 δισ. προς τα μέσα της επόμενης εβδομάδας. Στην πραγματικότητα, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα καταστράφηκε σκόπιμα κάτω από την πίεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ουσιαστικά για πολιτικούς λόγους. Τα ποσά που θα πρέπει να δοθούν στην Ελλάδα ώστε η χώρα να μην βυθιστεί στο απόλυτο χάος, εάν πρόκειται να παραμείνει στην ευρωζώνη, δεν είναι πια της τάξης των 82 - 86 δισ. ευρώ, όπως εκτιμήθηκε στις 13 Ιουλίου, αλλά πιθανότερο της τάξης των 120 δισ. €. Το ελληνικό χρέος έπαψε να είναι «βιώσιμο» και η συμφωνία δεν έκανε τίποτα για να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητά της. Ακόμη κι αν η κα Μέρκελ, ο κ. JC Juncker και ο κ. Dijsselbloem είναι οι "νικητές" του Αλέξη Τσίπρα, άρχίζουν να καταλαβαίνουν τι σημαίνει η έκφραση «πύρρειος νίκη».
Το πολιτικό κόστος αυτής της κρίσης.
Το κύριο κόστος όμως δεν θα είναι οικονομικό. Είναι στην πραγματικότητα πολιτικό. 'Ολο και περισσότεροι είναι αυτοί που το παραδέχονται. Οι συνθήκες στις οποίες οι όροι αυτού του πραγματικού "diktat" επιβλήθηκαν ακύρωσαν πανηγυρικά την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να είναι ένας χώρος συνεργασίας και αλληλεγγύης, εκτός συγκρούσεων. Η Ευρωζώνη αποδείχτηκε ότι είναι ένα όργανο της κυριαρχίας που επεδίωξε η Γερμανία με τη συγκατάθεση της Γαλλίας. Η Γερμανία θα καταλάβει εξάλλου πολύ γρήγορα το πραγματικό πολιτικό κόστος της φαινομενικής της νίκης. Μέσα σε λίγες μέρες σπατάλησε όλο το κεφάλαιο σχετικής συμπάθειας, ή τουλάχιστον σεβασμού που είχε αποκτήσει εδώ και δεκαετίες. Είναι πλέον πολύ πιθανό ότι θα γίνουμε μάρτυρες μιας όξυνσης των συγκρούσεων μέσα στο ίδιο το Eurogroupe (Ευρωζώνη) και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι σαφές ότι οι Γερμανοί ηγέτες βρίσκονται τώρα αντιμέτωποι με το εξής δίλημμα : είτε θα αποδεχθούν τη μετατροπή της Ευρωζώνης σε μια 'Ενωση μεταφοράς κεφαλαίων, κάτι που έχουν πάντα απορρίψει από το 1999, μη μπορώντας να το δεχτούν από καθαρά λογιστική άποψη, είτε θα οργανώσουν την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, αλλά υπό συνθήκες που θα οδηγήσουν σύντομα στην κατάρρευση ολόκληρης της ζώνης αυτής. Γι' αυτό και προσπαθούν απεγνωσμένα να βρουν μία τρίτη οδό, την εισαγωγή ενός συστήματος διπλού νομίσματος στην Ελλάδα για να φανεί ότι η χώρα εξακολουθεί να είναι ονομαστικά μέρος της Ευρωζώνης. Ωστόσο, τα συστήματα των δυο νομισμάτων, όταν η χώρα που τα έχει υποστεί δεν έχει πια τον έλεγχο της Κεντρικής της Τράπεζας, αποδεικνύονται εξαιρετικά ασταθείς.
Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα του Ευρώ.
Επιπλέον, όποιες κι αν είναι οι διάφορες προσπάθειες για την επίλυση της ελληνικής κρίσης, είναι σαφές ότι ανοίγει μ' έναν τρόπο ιδιαίτερα βίαιο τη συζήτηση για τη βιωσιμότητα του ευρώ. Είναι πολύ χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ θέτει ανοιχτά αυτό το ζήτημα [συνέντευξη του Otmar Issing στην Corriere della Sera, 16.07.2015]. Κι εδώ πάλι, οι φωνές πολλαπλασιάζονται. Είναι προφανές ότι αυτή η συζήτηση, που είχε για πολύ καιρό διαγραφεί και εμποδιστεί, έχει πλέον πυροδοτηθεί. Τα βαρύνοντα επιχειρήματα που προωθούνται συχνά, και ειδικά στη Γαλλία, δεν θα μπορούν πια να πείσουν. Το άνοιγμα μιας πραγματικής συζήτησης για το οικονομικό όσο και το πολιτικό κόστος του ευρώ είναι η προφανής ένδειξη της αποσύνθεσής του. Φυσικά, οι ανασταλτικοί παράγοντες εξακολουθούν να είναι σημαντικοί, έστω και μόνο επειδή μια τέτοια συζήτηση θέτει σε αμφισβήτηση τη νομιμότητα ενός μεγάλου μέρους της πολιτικής τάξης στη Γαλλία. Αυτή όμως η πολιτική τάξη δεν μπορεί πλέον να θέσει βέτο στην ίδια τη συζήτηση και θα πρέπει μέσα στις επόμενες εβδομάδες να αντιμετωπίσει μια αυξημένη κριτική. Αυτή είναι η αρχή του τέλους. Φαίνεται πως μόνο ο Πρόεδρός μας, ο κ. Φρανσουά Ολάντ, θέλει να το αγνοεί.
Μετάφραση Σ.Σ.
σχόλια