Κάθε καλοκαίρι μαζεύω ό,τι πιο απαραίτητο (φίλους, πετσέτα, παρεό) και κατηφορίζω για τη Γαύδο. Πάντα έτοιμη να κάνω ό,τι επιθυμώ πιο πολύ στις διακοπές μου. Δηλαδή, απολύτως τίποτα. Είναι 12 Αυγούστου και έχω παραδοθεί στη μεσημεριανή ραστώνη. Σιγοψήνομαι στους 40 αφρικάνικους βαθμούς και σκέφτομαι: Αυτή είναι ζωή! Για άλλη μια φορά κάνω όνειρα να ζήσω μόνιμα στο νησί και αποφασίζω να ξεκουνήσω από την αιώρα και να πάω βόλτα πέρα από τον μεγάλο βράχο για να δω πού θα κάνω το νέο μου σπίτι (!). Λάθος.
«Εδώ είμαι!» απαντώ και το time lapse στο μυαλό μου γίνεται καπνός
Στη διαδρομή κι ενώ περπατάω ήδη 20 λεπτά, γλιστράω σε ένα χαμηλό βραχάκι και χτυπάω τον αστράγαλό μου. Ο πόνος είναι τόσο διαπεραστικός που τον νιώθω στα ακροδάκτυλα των χεριών μου. Σηκώνομαι και τα δύο βήματα που κάνω μου φαίνονται αιώνας (πώς την πάλεψε ο Τομ Χανκς;) Μπαίνω στη θάλασσα αλλά είναι αδύνατον να κολυμπήσω με τέτοιους πόνους. Θα περιμένω. Στα επόμενα 20 λεπτά ένα time lapse γυρίζει στο μυαλό μου. Αποξηραίνομαι λέει για μέρες στο βράχο, ώσπου κάποια στιγμή, έρχεται ένα μεγάλο κύμα και με καταπίνει. 5 λεπτά αργότερα, ακούω τη φωνή της. «Εδώ είμαι!» απαντώ και το time lapse στο μυαλό μου γίνεται καπνός. Η Μελίτα ήρθε. Με σηκώνει και με αγκαλιάζει, κλαίμε λίγο γιατί είμαστε και drama Queen. Στηρίζομαι πάνω της και επιστρέφουμε. Σιγά σιγά, αλλά επιστρέφουμε.
σχόλια