Υπάρχουν εικόνες τραβηγμένες στις ακτές του ανατολικού Αιγαίου που στιγμάτισαν μια για πάντα τον δυτικό κόσμο. Παιδιά που ξέβρασε η θάλασσα, σωσίβια ελπίδας απωθημένα σε σωρούς, ουρές αναμονής και ντροπής και η μεγάλη μας αμηχανία μπροστά στο δράμα των ανθρώπων που θυσίασαν τα πάντα στην προσπάθειά τους να βρουν άσυλο μακριά από τη φρίκη του πολέμου και τα δεινά της πατρίδας τους. Το καλοκαίρι του 2015 η ελληνική κοινωνία βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα πρωτοφανές σε μέγεθος κύμα προσφύγων. Αυτές τις κρίσιμες μέρες, που μέχρι σήμερα δείχνουν να μην έχουν τελειώσει, μη κυβερνητικές οργανώσεις και κάτοικοι της παραμεθορίου ανέλαβαν να καλύψουν τα κενά της πολιτικής πρόνοιας. Ένας από τους οργανισμούς του οποίου η δράση εστίασε στην περίθαλψη και προστασία των προσφύγων των νησιών του ανατολικού Αιγαίου ήταν ο Médecins du Monde (Γιατροί του Κόσμου). Ο φωτογράφος Guillaume Pinon βρέθηκε μαζί με τους Γιατρούς του Κόσμου στο Κέντρο Ταυτοποίησης στο Μερσινίδι της Χίου και στην Κινητή Μονάδα Πρώτης Υποδοχής στη Λέσβο, σε μια προσπάθεια να κρατήσει ένα φωτογραφικό χρονικό της μεγάλης μετανάστευσης που έμελλε να ταρακουνήσει την Ευρώπη πολιτικά και ηθικά, φέρνοντάς την αντιμέτωπη με τις αξίες πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε.
— Guillaume, πώς πήρες την απόφαση να ταξιδέψεις στην Ελλάδα; Πόσο καιρό έμεινες;
Ήταν γύρω στον Μάη του 2015, όταν ο φίλος μου και φωτογράφος Δημήτρης Χατζάρας μου πρότεινε να καταγράψουμε την κατάσταση στη Λέσβο σχετικά με τη μετακίνηση προσφύγων στο νησί από τη Μέση Ανατολή. Εγώ είχα ασχοληθεί με αντίστοιχο θέμα στο Ιράκ και την Τουρκία μαζί με τη γαλλική αποστολή των Γιατρών του Κόσμου, οπότε ήθελα πάρα πολύ να ακολουθήσω αυτό το ρεπορτάζ. Επικοινώνησα, λοιπόν, με τους Γιατρούς του Κόσμου, τους είπα την πρότασή μου και έπειτα από λίγες εβδομάδες αποφασίστηκε να πάμε στη Λέσβο και στη Χίο για μια εβδομάδα. Ένα άλλο μέλος της αποστολής ήταν η Γαλλίδα δημοσιογράφος της «Monde», Maryline Baumard, η οποία έγραψε ένα άρθρο σχετικό με τις δραστηριότητες των Γιατρών του Κόσμου. Δυστυχώς, ο Δημήτρης δεν μπόρεσε να περιμένει μέχρι η ομάδα να τελειώσει τις προετοιμασίες της και πήγε μόνος, καταφέρνοντας να τραβήξει μερικές εξαιρετικές φωτογραφίες. Την 1η Ιουνίου φτάσαμε στη Λέσβο και μείναμε εκεί για τρεις μέρες. Πήραμε το καράβι για τη Χίο, όπου μείναμε τις επόμενες δύο μέρες, και αφήσαμε τα ελληνικά νησιά για το Παρίσι την επόμενη μέρα. Ήταν συνολικά πέντε έντονα μερόνυχτα, με πολλή δουλειά και απαιτήσεις.
Oι περισσότεροι αποφάσισαν να αφήσουν τα πάντα πίσω τους γιατί δεν είχαν άλλη επιλογή. Ψάχνουν μια ευκαιρία να ξεκινήσουν μια νέα ζωή μακριά από τον πόλεμο, την καταπίεση ή τη φτώχεια. Για μερικούς από αυτούς είναι προσωρινή λύση το να φύγουν. Για άλλους, πάλι, είναι μόνιμη λύση, ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή.
— Μπορείς να μου περιγράψεις την κατάσταση στο νησί;
Η κατάσταση σε καθένα από τα δύο νησιά ήταν διαφορετική, για πολλούς λόγους. Όταν φτάσαμε στη Λέσβο, στον δρόμο μας από το αεροδρόμιο προς το λιμάνι παρατηρήσαμε κάποιες λεπτομέρειες, όπως εγκαταλελειμμένα σωσίβια στην παραλία, η κατάσταση, όμως, έγινε πιο ξεκάθαρη όταν φτάσαμε το κέντρο του νησιού, όπου συναντήσαμε το πλήθος των προσφύγων. Στη Χίο η κατάσταση ήταν λίγο πιο μαζεμένη. Δεν είχες τη συνεχή εντύπωση της παρουσίας των προσφύγων. Σίγουρα μπορούσες να τους δεις, όμως η κατάσταση έμοιαζε να είναι περισσότερο υπό έλεγχο. Αυτή η εντύπωση, βέβαια, μας δημιουργήθηκε επειδή υπήρχε σημαντική διαφορά στον αριθμό των προσφύγων που έφτασε στα δύο νησιά. Χωρίς να θυμάμαι ακριβώς τα ποσοστά, είναι σίγουρο ότι στη Λέσβο κατέφθασε πολύ μεγαλύτερος αριθμός προσφύγων. Οι Αρχές της Λέσβου ήρθαν αντιμέτωπες με μια περίπλοκη κατάσταση, αφού έπρεπε να χειριστούν μεγάλο αριθμό προσφύγων, υπήρχε ανάγκη εύρεσης χώρου φιλοξενίας, καθώς ο κόσμος περίμενε τον έλεγχο από τις Αρχές, ενώ την ίδια στιγμή υπήρχε ανάγκη από προσωπικό (αστυνομία, εθελοντές), προκειμένου να βοηθήσουν σε καθημερινές εργασίες, όπως και για περισσότερο φαγητό, υλικά και, φυσικά, χρήματα.
— Είχες καμιά επαφή με ανθρώπους του νησιού προκειμένου να μάθεις περισσότερα για την κατάσταση των προσφύγων;
Ένας από τους στόχους μας ήταν να συλλέξουμε πληροφορίες απ' όσο περισσότερες πηγές μπορούσαμε, για να καταλάβουμε καλύτερα την κατάσταση στα δύο νησιά. Πιστεύω, μάλιστα, ότι τα καταφέραμε καλά, μια και μιλήσαμε σχεδόν με όλους όσοι εμπλέκονται στην υπόθεση. Πρώτα απ' όλα, ήμασταν τυχεροί, εφόσον είχαμε μερικές καλές επαφές. Μιλήσαμε με τους δημάρχους των δύο νησιών, οι οποίοι τόνισαν ότι περιμένουν απεγνωσμένα βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ και οι δύο φάνηκε να ψάχνουν τις καλύτερες λύσεις, τόσο για τις τοπικές επιχειρήσεις όσο και για να διατηρήσουν μια σχέση σεβασμού μεταξύ των ντόπιων και των προσφύγων. Μιλήσαμε, επίσης, με ανθρώπους των οποίων οι δουλειές σχετίζονται άμεσα με την κατάσταση των προσφύγων, όπως οι γιατροί, οι νοσοκόμες και οι ψυχολόγοι από τους Γιατρούς του Κόσμου, αλλά και με ντόπιους, των οποίων οι ζωές και οι επιχειρήσεις επηρεάζονται άμεσα από την έλευση των προσφύγων. Μας είπαν ότι σίγουρα ανησυχούν για το μέλλον τους αυτό το καλοκαίρι αλλά και ότι συμπάσχουν με τους πρόσφυγες και τις δραματικές στιγμές που έζησαν και ζουν.
— Καταφέρατε να μιλήσετε με πρόσφυγες;
Μιλήσαμε με αρκετούς από αυτούς και οι περισσότεροι ήταν πολύ πρόθυμοι να μοιραστούν την ιστορία τους μαζί μας. Είχαν απίστευτες ιστορίες να διηγηθούν και εύχονταν η δική τους να έχει ευτυχή κατάληξη σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα όπως η Γερμανία, η Νορβηγία ή η Σουηδία. Οι περισσότεροι έρχονταν από διάφορες χώρες (Συρία, Ιράν, Ιράκ, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Σουδάν) και προκειμένου να φτάσουν στα ελληνικά νησιά χρησιμοποίησαν ένα παλιό φουσκωτό σκάφος από την τουρκική ακτή. Το ταξίδι μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνο, ανάλογα με τα καιρικά φαινόμενα που επικρατούν, και αφού περάσουν το εμπόδιο του νερού, πρέπει να περπατήσουν για 14 ώρες μέχρι να φτάσουν το κέντρο κράτησης μεταναστών, όπου έπειτα από 2-3 μέρες παίρνουν ένα διαπιστευτήριο που τους επιτρέπει να μετακινηθούν νόμιμα στη χώρα. Οι περισσότεροι αποφάσισαν να αφήσουν τα πάντα πίσω τους γιατί δεν είχαν άλλη επιλογή. Ψάχνουν μια ευκαιρία να ξεκινήσουν μια νέα ζωή μακριά από τον πόλεμο, την καταπίεση ή τη φτώχεια. Για μερικούς από αυτούς είναι προσωρινή λύση το να φύγουν. Για άλλους, πάλι, είναι μόνιμη λύση, ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή. Οι πιο νέοι οραματίζονται ένα μέλλον σε μια νέα χώρα, όπου θα μπορούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Οι μεγαλύτεροι προβληματίζονται κυρίως για το πώς θα βρουν μια δουλειά με την οποία θα μπορούσαν να συντηρήσουν την οικογένειά τους στην Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή. Η κατάσταση είναι τόσο εξαθλιωμένη σε αυτές τις χώρες, που οι γονείς μπορεί να οργανώσουν ταξίδι για το δωδεκάχρονο παιδί τους χωρίς να το ακολουθήσουν, με την ελπίδα να φτάσει σε κάποιον συγγενή που έχουν στην Ευρώπη.
— Με αφορμή ένα άρθρο της «Daily Mail» για τους πρόσφυγες στην Κω, το οποίο προκάλεσε αρκετές αντιδράσεις σχετικά με τον τρόπο που αναφερόταν στους συγκεκριμένους ανθρώπους, εσύ πώς επέλεξες να προσεγγίσεις το θέμα σου; Θεωρείς ότι η εικόνα των μεταναστών και των προσφύγων μπορεί να αποτρέψει τους τουρίστες από το να επισκεφτούν ένα νησί;
Το γνωρίζω το σχετικό άρθρο και το πιο ενδιαφέρον κομμάτι ήταν σίγουρα τα σχόλια των αναγνωστών που το συνόδευαν. Σε αυτά έχει λεχθεί σχεδόν ό,τι έπρεπε να λεχθεί. Αναφέρομαι στα σχόλια υποστήριξης και κατανόησης που ζητούσαν μια πιο ανθρωπιστική προσέγγιση, υπενθυμίζοντας ότι αυτοί οι μετανάστες έχουν υποστεί πολέμους και τις συνέπειές τους για πολλά χρόνια. Ειλικρινά, πιστεύω ότι η άποψή μου πάνω στο ζήτημα δεν έχει μεγάλη σημασία. Ωστόσο, παρακολουθώντας στις αρχές Ιουνίου την κατάσταση στο λιμάνι της Λέσβου, τους ανθρώπους, τις οικογένειες που περίμεναν για 4-5 μέρες κάτω από τον ήλιο, με πολύ λίγα τρόφιμα και νερό, χωρίς μέρος να ξεκουραστούν ή να κοιμηθούν, και μάλιστα μετά από 14 ώρες που χρειάστηκαν για να διασχίσουν το νησί, νιώθω ότι αυτή η ανθρωπιστική κρίση δεν ωφελεί κανέναν.
O Guillaume Pinon είναι φωτογράφος από τη Γαλλία με σπουδές στη δημοσιογραφική φωτογραφία. Από το φθινόπωρο του 2014 ξεκίνησε να ερευνά φωτογραφικά εμπόλεμες ζώνες σε συνεργασία με διεθνείς, μη κυβερνητικούς οργανισμούς. Αυτήν τη στιγμή συνεργάζεται με τους Γιατρούς του Κόσμου, ενώ στα πρότζεκτ που «τρέχει» αυτό το διάστημα είναι ένα ρεπορτάζ για την κατάσταση σήμερα στο Κουρδιστάν, σε συνεργασία με τους φωτογράφους Aurore Belot και Adrian Branco. Περισσότερες δουλειές του G. Pinon, μπορείς να βρεις εδώ.
σχόλια