Έμεινα βουβός.
Μη νομίζεις πως το 'κανα μ' ελαφριά την καρδιά. Μην κάνεις το λάθος να πιστέψεις πως μέσα μου ξεφούσκωσε ο θαυμασμός κι η συγκίνηση, ούτε πως βαρέθηκα τα προσκλητήρια και τις μεταλλικές φωνές απ' τα μεγάφωνα ν' ακούω στην Πατησίων.
Έμεινα βουβός γιατί η σιωπή γι' Αυτό, μετράει πλέον περισσότερο απ' τις λέξεις.
Τι να πω; Αν οι νεκροί ήταν τριάντα ή σαράντα;
Τι ν' αποδείξω; Ότι η λευτεριά είναι καλύτερη από την όποια καταπίεση;
Ξεφλούδισαν οι λέξεις πια στις μέρες μας. Ως το μεδούλι τους τις στριφογυρίζουμε, τις πιπιλάμε, για να φτάσουμε, αλλά την ουσία τους προ πολλού λες και την έχουμε ξεχάσει –ή μήπως χάσει;
Περιπλανήθηκα σε δεκαετίες αποπροσανατολισμένες, αντιπαλεύοντας ποιο επίθετο να προσάψω στον Αγώνα. Έφτασα στις μέρες μας τις άνυνδρες κι ακόμα μέσα μου στριφογυρίζει το σαράκι, για ποιον Αγώνα άραγε ψαχνόμουν τέτοιες μέρες αν δικαιώθηκε ή αν συνεχίζεται; Αυτόν που την ψυχή μου και το είναι μου ανταριάζει ή μήπως 'κείνον που παντιέρα στα παζάρια περιφέρανε και τον κρεμάσαν στις απλώστρες και τα σύρματα;
Κοντοστάθηκα σε σχολικές γιορτές και σε αργίες –τι κρίμα– μ' απορία. Δίπλα σε χιλιάδες –στην αρχή τουλάχιστον– φωνές στεντόρειες περπάτησα, φωνές σαν μία, που δονούσαν τις βιτρίνες της Αθήνας. Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία.
Αποτραβήχτηκα όταν οι φωνές σταμάτησαν, αλλά τότε οι βιτρίνες άρχισαν να σπάνε και οι κραυγές με τα ποδοβολητά μπερδεύτηκαν κι οι ανάσες άρχισαν να κόβονται, όχι απ' την έξαψη και των ωρών Εκείνων την ανάμνηση, αλλά από καπνούς και φλόγες ενός σήμερα που τίποτα στο αύριο δεν δείχνει.
Έμεινα βουβός, αλλά δεν άντεξα.
Με τη λαχτάρα και το φόβο και το τρέμουλο, όπως τότε που μυστικά και κάτω απ' τα σκεπάσματα κρατούσα το τρανζίστορ, γύρισα το διακόπτη, διαπασών, το «Όλοι ενωμένοι» για άλλη μια φορά –τριακοστή ένατη– ν' ακούσω.
σχόλια