Η Ελλάδα θεωρείται η κύρια είσοδος μετανάστευσης στην Ευρώπη. Μετανάστες που θέλουν να μπουν παράνομα στην Ευρώπη κάνουν ακόμα και τον γύρο της Mεσογείου, καθώς οι είσοδοι από την Ισπανία και την Ιταλία έχουν ουσιαστικά σφραγιστεί. Υπολογίζεται ότι το 90% των ανθρώπων που εισέρχονται παράνομα στην Ευρώπη το κάνουν από τα ελληνικά σύνορα. Σύμφωνα με τη Frontex, τους πρώτους 9 μήνες του 2011 πέρασαν τα ελληνικά σύνορα 112.844 μετανάστες έναντι 76.697 την αντίστοιχη περίοδο του 2010. Τις επόμενες χρονιές εκτιμάται πως ο αριθμός αυτός αυξήθηκε λόγω των εμφύλιων πολέμων στη Συρία, τη Λιβύη και το Ιράκ, αλλά και λόγω των πολιτικών εξελίξεων στην στην Τυνησία, στην Αίγυπτο και στην Αλγερία – ο ακριβής αριθμός, ωστόσο, παραμένει άγνωστος. Το 2010, η Ευρωπαϊκή Ένωση υπολόγιζε ότι το 90% των ανθρώπων που εισέρχονται παράνομα στην Ευρώπη συλλαμβάνεται στα ελληνικά σύνορα – ανάμεσά τους βρίσκονται και πολλοί ασυνόδευτοι ανήλικοι.
Οι μετανάστες που συλλαμβάνονται οδηγούνται στα κέντρα κράτησης μεταναστών, όπου παραμένουν προσωρινά μέχρι την απέλασή τους ή μέχρι να ολοκληρωθεί η αίτηση ασύλου από τους μετανάστες. Τα τελευταία χρόνια πραγματοποιούνται από τη χώρα μας ελάχιστες αναγκαστικές απελάσεις μεταναστών, καθώς η Ελλάδα αλλά και άλλες χώρες έχουν καταδικαστεί για την απέλαση μεταναστών που αιτούνται άσυλο. Το 2011, είτε εθελούσια είτε αναγκαστικά, επέστρεψαν στις χώρες τους 2.412 άτομα. Τα 1.097 εθελοντικά, μέσω του προγράμματος επιστροφής του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης.
Όσοι έχουν αιτηθεί άσυλο τους χορηγείται άδεια παραμονής στη χώρα, η οποία ανανεώνεται κάθε δύο μήνες. Η άδεια παραμονής δεν ισχύει για τους νομούς Κιλκίς, Θεσπρωτίας και Πάτρας. Αυτοί οι νομοί είναι και οι πύλες εξόδου από την Ελλάδα. Η άδεια παραμονής δεν ισχύει για άλλες χώρες της Ευρώπης και επιπλέον δεν τους χορηγείται κάποιο ταξιδιωτικό έγγραφο. Έτσι, παραμένουν φυλακισμένοι στην Ελλάδα, μη μπορώντας να φύγουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Σύμφωνα με τον κανονισμό «Δουβλίνο ΙΙ», ο μετανάστης δικαιούται να ζητήσει άσυλο στην ευρωπαϊκή χώρα στην οποία θα εισέλθει την πρώτη φορά. Μετανάστες οι οποίοι εισέρχονται στην Ελλάδα και κατόπιν μεταβαίνουν σε άλλη χώρα για να αιτηθούν άσυλο θα πρέπει, σύμφωνα με τον κανονισμό «Δουβλίνο ΙΙ», να επιστρέφονται στην Ελλάδα. Συνεπώς, όσοι καταφέρνουν να φύγουν από τη χώρα παράνομα και αιτούνται άσυλο σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, επιστρέφουν χωρίς τη θέλησή τους πίσω στην Ελλάδα.
Υπάρχουν δύο τρόποι να φύγουν παράνομα από την Ελλάδα. Ο πρώτος είναι από τα λιμάνια της Πάτρας και της Ηγουμενίτσας, όπου θα πρέπει να μπουν παράνομα σε καράβια με προορισμό την Ιταλία, και ο δεύτερος τρόπος είναι να βγουν οδοιπορικώς από τη χώρα από μία από τις πύλες εξόδου. Μια τέτοια πύλη βρίσκεται στο χωριό Ειδομένη κοντά στον μεθοριακό σταθμό των Ευζώνων στον Νομό Κιλκίς, που απέχει 80 περίπου χιλιόμετρα από τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, τη Θεσσαλονίκη. Σε αυτή την περιοχή τον περασμένο Δεκέμβριο ο φωτορεπόρτερ Δημήτρης Χαντζάρας πέρασε πάνω από 15 μέρες, καταγράφοντας το απελπισμένο οδοιπορικό δεκάδων μεταναστών: «Πήγα στην Ειδομένη και τους εντόπισα λίγο πιο πέρα από τον σταθμό του χωριού. Με ειλικρίνεια τους είπα ποιος είμαι και τι κάνω, τους έδειξα το site μου και από κει και πέρα έμεινα μαζί τους, απαθανατίζοντας τις μέρες τους πριν περάσουν τα σύνορα. Όχι μόνο δεν ενοχλήθηκαν αλλά έδειχναν σαν να το θέλανε, το έβλεπαν σαν μια ευκαιρία να μιλήσουν και να δείξουν αυτά που τραβάνε. Όταν φεύγανε, τους ακολουθούσα λίγα μετρά, ίσως ένα χιλιόμετρο, μέσα στα Σκόπια, και μετά επέστρεφα.
Όλοι σχεδόν οι μετανάστες που θέλουν να εξέλθουν από την Ελλάδα έχουν μια δίμηνη άδεια παραμονής, αλλά αυτή δεν ισχύει για τον Νομό Κιλκίς. Έτσι, αν τους συλλάβουν οι αστυνομικοί, τους αναγκάζουν να επιστρέψουν στη Θεσσαλονίκη. Η επιστροφή γίνεται είτε με το τρένο, όταν ο αριθμός των μεταναστών είναι πολύ μεγάλος, είτε με τα ΚΤΕΛ ή με ταξί, όταν ο αριθμός των μεταναστών είναι μικρός. Σπάνια γίνεται και με οχήματα της Αστυνομίας. H Αστυνομία τούς αναγκάζει να φύγουν με όποιο τρόπο αποφασίσει εκείνη και ποτέ δεν τους επιτρέπεται να φύγουν με τα πόδια. Κατά τη σύλληψη η Αστυνομία κρατάει τις άδειες παραμονής των μεταναστών και τους τις επιστρέφει αφού επιβιβαστούν στο όχημα επιστροφής.
Για να αποφύγουν τη σύλληψη, όταν μεταβαίνουν με τρένο στον σταθμό της Ειδομένης, τη στιγμή που σταματάει το τρένο, ανοίγουν την πόρτα απέναντι από την πλατφόρμα αποβίβασης και προσπαθούν να αποφύγουν τους αστυνομικούς που τους περιμένουν εκεί. Άλλοι μεταβαίνουν με λεωφορείο στην κωμόπολη Πολύκαστρο και περπατάνε τα τελευταία 12 χλμ. μέχρι την Ειδομένη. Τέλος, αρκετοί πηγαίνουν από τη Θεσσαλονίκη μέχρι την Ειδομένη με τα πόδια.
Όταν φτάνουν στην Ειδομένη, περιμένουν την ευκαιρία για να φύγουν από την Ελλάδα. Οι περισσότεροι έχουν πληρώσει διακινητές και περιμένουν να έρθουν να τους πάρουν και να διασχίσουν όλη την ΠΓΔ Μακεδονίας μέχρι τη Σερβία. Η τιμή γι' αυτό το τμήμα ανέρχεται στα €750-1.000 ανά άτομο και η πληρωμή γίνεται προκαταβολικά στην Αθήνα. Η αναμονή στην Ειδομένη μπορεί να διαρκέσει μέχρι και 10 μέρες. Μετανάστες έπαιρναν τηλέφωνο στην Αθήνα και διαμαρτυρόντουσαν για τη μεγάλη διάρκεια αναμονής σε αρκετά χαμηλές θερμοκρασίες και βροχοπτώσεις. Υπάρχουν πράγματα που οι φωτογραφίες δεν μπορούν να αποτυπώσουν. Οι φωτογραφίες δεν μπορούν να καταγράψουν τις ανυπόφορα κρύες βραδιές ή την ταλαιπωρία στα πόδια τους μετά από μέρες περπάτημα. Παρόλο που τραβούσαν αυτό που τραβούσαν, μιλούσαν με τα καλύτερα λόγια για την Ελλάδα και δεν έχαναν το κουράγιο και την ελπίδα τους. Τις Κυριακές πήγαινε ανθρωπιστική βοήθεια με φαγητό και γιατρούς. Οι χωριανοί καταλαβαίνουν την ταλαιπωρία τους, αλλά δεν μπορούν να κάνουν και πολλά. Είναι και πολύ μικρό χωριό.
Mε τους διακινητές δεν υπήρχε ποτέ καμία επαφή. Όποτε με έβλεπαν, δεν πλησίαζαν μέχρι να φύγω. Όσοι επιχειρούν να περάσουν τα σύνορα μόνοι τους συλλαμβάνονται σχεδόν πάντα. Είναι αδύνατον να διανύσεις ακόμη και δέκα χιλιόμετρα χωρίς να σε συλλάβει η Αστυνομία αν δεν υπάρχει διακινητής. Οι αστυνομικοί της ΠΓΔΜ, όταν τους συλλαμβάνουν, τους αναγκάζουν να γυρίσουν πίσω στην Ελλάδα. Η επόμενη προσπάθεια για να φύγουν από τη χώρα είναι να πληρώσουν έναν διακινητή. Για να γίνει αυτό, πρέπει να πάνε Αθήνα. Έτσι, για να εξοικονομήσουν χρήματα, είτε επιστρέφουν με τα πόδια είτε πηδάνε σε εμπορικά τρένα.
Τον Δεκέμβρη η θερμοκρασία το βράδυ είναι χαμηλή, δεν ξεπερνά τους 2-3 βαθμούς. Οι μετανάστες αναγκάζονται να ανάψουν φωτιά, αλλά τα ξύλα είναι βρεγμένα και πολλές φορές δεν ανάβουν. Για να βρουν ξύλα πρέπει να περπατήσουν πολύ και στην Ελλάδα και στην ΠΓΔΜ. Πολλές φορές καίνε ρούχα και πλαστικά που έχουν αφήσει άλλοι, οι οποίοι έχουν φύγει. Κάποιοι έχουν αντίσκηνα και άλλοι μένουν σε εγκαταλειμμένα κτίρια. Κατά τη διάρκεια της μέρας για να ζεσταθούν πηγαίνουν στο κυλικείο του σταθμού, όπου έχει θέρμανση, πίνουν ζεστά ροφήματα, μπορούν να φορτίσουν τα κινητά τους και έχουν πρόσβαση στο Ίντερνέτ, αλλά η πιθανότητα να τους συλλάβει η Αστυνομία και να τους στείλει πίσω στη Θεσσαλονίκη είναι πολύ μεγάλη.
Τρόφιμα αγοράζουν από το κοντινό σε απόσταση χωριό της ΠΓΔΜ, τη Γευγελή. Το μαγείρεμα γίνεται με εμφιαλωμένο νερό σε αυτοσχέδια κατσαρόλια που φτιάχνουν από άδειες κονσέρβες και τοποθετούν σε εστίες φωτιάς. Με τον ίδιο τρόπο ζεσταίνουν το νερό για να πλυθούν, αλλά το νερό που χρησιμοποιούν προέρχεται από μια μικρή λίμνη. Ήταν όλοι πολύ τρομαγμένοι και ταλαιπωρημένοι, αλλά πολύ φιλικοί. Όποτε ερχόταν η Αστυνομία, με ενημέρωναν για να προλάβω να φύγω. Όταν ένας μεθυσμένος άρχισε να με βρίζει, τα έβαλαν όλοι μαζί του. Μου πρόσφεραν από το λιγοστό φαγητό και τσάι που είχαν και με προσκαλούσαν να φάω μαζί τους.
Οι έφοδοι από την Αστυνομία και των δύο κρατών είναι καθημερινό φαινόμενο, αλλά ποτέ δεν γίνονται συγχρονισμένα. Κατά την έφοδο της Ελληνικής Αστυνομίας οι μετανάστες μπαίνουν στα εδάφη της ΠΓΔΜ, όπου η Ελληνική Αστυνομία δεν έχει καμία δικαιοδοσία, και, αντίστοιχα, στην έφοδο της Αστυνομίας της ΠΓΔΜ μπαίνουν στα ελληνικά εδάφη. Όταν δεν υπάρχει παρουσία Αστυνομίας, οι μετανάστες μένουν στην ουδέτερη ζώνη».
Έχεις μάθει τι απέγιναν κάποιοι από αυτούς που διένυσαν αυτά τα μέτρα από την Ελλάδα μέχρι τα Σκόπια;
«Για μερικούς έχω μάθει, ναι. Ανταλλάξαμε facebook. Ξέρω πως μια ομάδα τριών νεαρών έφτασε στη Γερμανία, στο Αμβούργο. Δεν ξέρω ακόμα πολλά, αλλά κανονίσαμε να πάω να τους βρω τον άλλο μήνα. Τότε θα ξέρω. Αυτό που θα μου μείνει αξέχαστο, και ένα από τα μεγαλύτερα μαθήματα, είναι πως, παρόλη την τραγικότητα της κατάστασής τους, ποτέ δεν ήταν μίζεροι, είχαν πάντα τρομερή αξιοπρέπεια και θάρρος. Δεν θέλω όμως να επεκταθώ στις προσωπικές τους ιστορίες. Οι λόγοι που φεύγουν από την πατρίδα τους είναι άλλη ιστορία. Με αυτές τις εικόνες θέλω απλώς να δείξω στον κόσμο τι γίνεται εκεί πάνω».
*Ο Δημήτρης Χαντζάρας γεννήθηκε το 1983 στο Μόναχο, όπου έζησε μέχρι το 2002. Σπούδασε Μηχανολόγος Μηχανικός στην Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ. Τον Φεβρουάριο του 2012 απέκτησε την πρώτη του φωτογραφική μηχανή και με αυτήν ταξίδευε και φωτογράφιζε για 6 μήνες την κεντρική Ευρώπη, έχοντας ως βάση τη Βιέννη. Αφού επέστρεψε, ξεκίνησε να παρακολουθεί μαθήματα φωτογραφίας στον Φωτογραφικό Όμιλο του ΑΠΘ (Φοαπθ) και να καλύπτει φωτογραφικά την επικαιρότητα της Θεσσαλονίκης. Την επόμενη χρονιά παρακολούθησε εκπαιδευτικά μαθήματα για φωτογράφους σε εμπόλεμες ζώνες στην Ισπανία και ξεκίνησε το πρώτο ταξιδιωτικό πρότζεκτ με θέμα την Κωνσταντινούπολη, την οποία επισκέπτεται συχνά. Το 2013 πραγματοποίησε το πρώτο ρεπορτάζ με θέμα τις συνθήκες διαβίωσης στον Προσφυγικό Ξενώνα της Θεσσαλονίκης και ξεκίνησε να φωτογραφίζει τη διχασμένη μεταξύ Αλβανών και Σέρβων πόλη Μιτρόβιτσα στο βόρειο Κόσοβο. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους κάλυψε το γεγονότα στο Κομπάνι στα σύνορα Τουρκίας-Συρίας. Συνεργάζεται με το φωτογραφικό πρακτορείο Nur Photo Agency.
σχόλια