«Νέα Υόρκη θα μας κάνουν» σκέφτηκα μετά τα επεισόδια στην οδό Μενάνδρου. Γκέτο, ναρκωτικά, συμμορίες, εγκληματικότητα, μετανάστες, λέξεις που συνθέτουν το απόλυτα τρομολαγνικό δημοσιογραφικό άρθρο μέσα σε μια πόλη που δεν γνωρίζει πού να τοποθετήσει τους ανθρώπους της. Αύξηση των μεταναστών, φτηνά ενοίκια, ολοκληρωτική υποβάθμιση μιας συνοικίας, εγκατάσταση κέντρων (ΟΚΑΝΑ, Κέντρο Αστέγων) με σημαντική δράση στο εσωτερικό τους αλλά με κακή οργάνωση όσον αφορά την εξωτερική εικόνα τους και το σημαντικότερο, κρατική και δημοτική (πίσω από τη μύτη τους) αδιαφορία και ανοχή: Όλα αυτά συνθέτουν το σκηνικό που κυριαρχεί στα πέριξ της Ομόνοιας. Τέλη Αυγούστου είχαμε τις συμπλοκές των Σουδανών και από τότε η πρωτεύουσα αποκαλείται, εκτός από των άλλων, «άκρως επικίνδυνη πόλη».
Προσπαθώντας να τα αντικρούσω όλα αυτά και πατώντας στη φράση «σιγά μη γίναμε και Χάρλεμ», έκλεισα με τη βοήθεια του Στέφανου, Ιρακινού μετανάστη που σπουδάζει δημοσιογραφία, ένα ραντεβού με τον Ταρίκ (το όνομα δεν είναι αληθινό, γιατί ο ίδιος δεν επιθυμούσε να αποκαλυφθεί) από το Σουδάν. Θυρωρός και φύλακας σε μια πολυκατοικία της Σοφοκλέους που έχει σπίτια και καφενεία, ο Ταρίκ γνωρίζει απ' έξω και ανακατωτά τη «φάση» των συμπατριωτών του. Απόγευμα ζεστής Δευτέρας και στη γωνία Μενάνδρου και Σοφοκλέους γινότανε το «σώσε». Κατά κύριο λόγο μαύροι με μια έντονη εμπορική διάθεση. Διέκρινες εύκολα τα κινητά, τα cd-player και το χρυσό σε ρολόγια και κοσμήματα. Έβλεπες επίσης και τους ναρκομανείς. Την ώρα του deal είναι τόσο συγκεντρωμένοι που θυμίζουν εκστασιασμένους χρηματιστές όταν κλείνουν μεγάλες συμφωνίες. «Λίγο καλυτέρα να προσέξεις θα δεις και τα ναρκωτικά» μου λέει ο Στέφανος. «Τρίχες», απάντησα, «δεν θα δω τίποτα. Μόνο σε κάτι στημένα ρεπορτάζ τα βλέπεις.» Γελάστηκα. Τα σακουλάκια ‘δίναν και ‘παίρναν, σε κάλτσες, σε τσέπες, μέσα σε κράνη. Οι έμποροι χαμογελούσαν, οι ναρκομανείς καλμάρανε και οι υπόλοιποι παρακολουθούσαμε.
Έχει ξεκινήσει το Ραμαζάνι. Οι μουσουλμάνοι δεν τρώνε τίποτα μέχρι να δύσει ο ήλιος. Μετά μαζεύονται τα βράδια σε εστιατόρια της περιοχής και περιμένουν από τον πιο πλούσιο να τους κεράσει. «Έτσι γίνεται εδώ» μου εξηγεί ο Ταρίκ με τη βοήθεια διερμηνέα. Τον βρήκα στο δώμα του, στην ταράτσα που συγκατοικεί με άλλους τρεις. Ούτε 10 τετραγωνικά, μ' ένα κρεβάτι, ένα καλοριφέρ και μια δορυφορική τηλεόραση. «Τώρα το καλοκαίρι κοιμόμαστε έξω στην ταράτσα. Καπνίζουμε το ναργιλέ μας και βλέπουμε την Ακρόπολη». Είχε μόλις τελειώσει τη μεσημεριανή του προσευχή. Σαράντα χρόνων, ήρθε πριν από τέσσερα χρόνια στην Ελλάδα. «Πέρασα από Συρία, μετά Τουρκία, εκεί περίμενα καιρό και κάποιος με μετέφερε στη Σάμο και από εκεί έφθασα στην Κόρινθο». Η συνηθισμένη διαδρομή. «Δούλεψα εκεί δύο χρόνια στα σταφύλια και τις ελιές. Δύσκολη εργασία και χαμηλό το μεροκάματο. Είκοσι πέντε ευρώ. Εδώ δουλεύω και πιο λίγο και βγάζω πιο πολλά». Στην πατρίδα του έκανε εμπόριο σιτηρών και δεν έβγαζε τίποτα. «Ήρθα εδώ για καλύτερη ζωή, όπως οι περισσότεροι. Έχω οικογένεια και τρεις κόρες στο Σουδάν. Θέλω πολύ να τους φέρω εδώ, μα είναι δύσκολο ακόμα».
«Τι γίνεται έξω από την πόρτα σου» τον ρωτάω. «Το παζάρι των απαγορευμένων» μου απαντάει με μια φυσικότητα παραμυθιού. «Αν θες μπλέκεις, αν όχι πάλι ξεφεύγεις. Εγώ δεν έμπλεξα γιατί ήταν επιλογή μου. Καμιά φορά, αν δεν υπάρχει δουλειά, "ξεφορτώνομαι" κανένα κινητό, αλλά ως εκεί. Το 70% όμως των αγοραπωλησιών έχει σχέση με ναρκωτικά. Ηρωίνη. Κυρίως οι Σουδανοί είναι οι έμποροι, αλλά αρκετές φορές και άλλοι από Σομαλία, Σρι Λάνκα, Νιγηρία πουλάνε και αυτοί. Το κακό είναι πως αν τους ρωτήσεις από πού είναι, θα σου πουν από το Σουδάν. Στην πατρίδα τους έβγαζαν 5 ευρώ την ημέρα και εδώ βγάζουν 500. Δεν ξέρουν τι να τα κάνουν. Ευτυχώς, ορισμένοι πιστεύουν στο Θεό και φοβούνται να κάνουν τέτοιες πράξεις. Οι αληθινοί μουσουλμάνοι νοικιάζουν ανά 30 άτομα και μένουν εδώ στην Αθήνα, οι "έμποροι" έχουν ο καθένας και από ένα δικό του σπίτι. Υπάρχουν και Σουδανοί που κάνουν τίμιες και νόμιμες δουλειές. Απλά, οι περισσότεροι μπλέξανε σε αυτή την ιστορία με τα ναρκωτικά. Δεν κουράζονται πολύ και βγάζουν καλά χρήματα. Μερικοί τα μαζεύουν για να γυρίσουν πίσω πλούσιοι, άλλοι πάνε και τα ξοδεύουν αμέσως στα νυχτερινά μαγαζιά».
Από ένα τέτοιο μαγαζί ξεκίνησε και η τελευταία συμπλοκή. Ο Ταρίκ μου λέει πως «μέσα σ' ένα club χόρευε μια συγκεκριμένη φυλή Σουδανών. Ένας από μια άλλη φυλή πήγε και χόρεψε με μια από τις κοπέλες που είχανε μαζί τους. Εκεί έγινε παρεξήγηση, έσπασαν και κάτι κεφάλια και μετά δόθηκε η εντολή από τη μία ομάδα στην άλλη να μην ξαναπατήσει στο παζάρι. Την άλλη μέρα βγήκαν στους δρόμους με τα μαχαίρια. Τέτοια όπλα έχουν αυτοί. Πιστόλια και τέτοια έχουν περισσότερο οι Νιγηριανοί ». Παρόλη τη φασαρία, βέβαια, όλες οι φυλές συνεχίζουν κανονικά το αλισβερίσι τους. «Πριν από δύο χρόνια δεν ήμασταν τόσοι πολλοί. Μετά έφτασε η φήμη στο Σουδάν για τα εύκολα λεφτά και ήρθε πολύς κόσμος. Το ψυλλιάστηκαν και οι γονείς μας εκεί, και οι περισσότεροι πια δεν δέχονται τα λεφτά που τους στέλνουμε γιατί τα θεωρούν βρόμικα. Ο πατέρας ενός γνωστού μου τον παρακάλεσε να μην ξαναπάει στο Σουδάν και να σταματήσει να τον αποκαλεί πατέρα. Του γύρισε όλα τα λεφτά πίσω. Φασαρίες, όμως, δεν είχαμε παλιότερα. Το Σουδανό τον νοιάζει μόνο το μεροκάματο και τίποτα άλλο. Από τον Αύγουστο τα πράγματα άλλαξαν και θα έχουμε και άλλα χειρότερα. Το κακό είναι πως δεν μπορώ να φύγω. Έχω τη ροζ κάρτα (υπό εξέταση πολιτικό άσυλο, μια διαδικασία που μπορεί να κρατήσει και δεκαετίες), αλλά δεν έχω χαρτιά να φύγω. Ούτε άσυλο μου δίνουν, ούτε μια απάντηση. Σε άλλες χώρες δίνουν στους πρόσφυγες μέχρι και 800 ευρώ το μήνα». Φεύγοντας, μου ζήτησε να πάω να φωτογραφήσω κάτω, μπας και τα δει η αστυνομία και έρθει. «Τα έχουν φωτογραφήσει άλλοι εδώ και χρόνια» του απάντησα «αλλά όπως βλέπεις δεν άλλαξε τίποτα».
σχόλια