Συγχρόνως σχεδόν με την πληροφορία ότι η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα θεωρεί ως βασικό ύποπτο για τις επιθέσεις που έχουν στοιχίσει τη ζωή σε 300 σχεδόν ανθρώπους την οργάνωση τζιχαντιστών με την ονομασία «Εθνική Ομάδα Μονοθεϊσμού» (Thowheeth Jama'ath), ανακοινώθηκε και η απόφαση των αρχών της χώρας να μπλοκάρουν τα social media – τακτική που είχαν εφαρμόσει και τον Μάρτιο του 2018 εν μέσω θανατηφόρων επιθέσεων από όχλους βουδιστών κατά μουσουλμάνων, αρκετές από τις οποίες είχαν πυροδοτηθεί από ψευδείς φήμες μέσω των κοινωνικών δικτύων.
Σαφώς και πρόκειται για απόφαση που μοιάζει αρχικά «ολοκληρωτικής» έμπνευσης και με πολλαπλά ανησυχητικές προεκτάσεις. Στη Δύση, ένα αντίστοιχο μπλακάουτ θα ήταν εξωφρενικό και παράνομο. Επίσης θα ήταν αδύνατο να υποστηριχτεί ηθικά. Η δικαιολογία της κυβέρνησης της Σρι Λάνκα είναι ότι τα social media αποτελούν μια εν δυνάμει απειλή για τη δημόσια τάξη και ότι η βία ανάμεσα στις θρησκευτικές κοινότητες της χώρας μπορεί να αναζωπυρωθεί ανά πάσα στιγμή αν πάρει μπρος η μηχανή παραπληροφόρησης και διασποράς μίσους του Facebook.
Τι κυρίως χάνουμε σήμερα εξαιτίας αυτής της σιωπής των social media; Μια αλληλουχία από εικόνες πτωμάτων στους ναούς; Το θρήνο και την οδύνη των επιζώντων; Ή τη συνήθη κακοφωνία φημών, αντεγκλήσεων, ψευδών ειδήσεων και εικασιών;
Έχει μεσολαβήσει άλλωστε λιγότερο από δεκαετία από τη λήξη του εμφυλίου πολέμου στη χώρα που διήρκεσε 26 χρόνια, στοίχισε τη ζωή σε έναν στους 200 κατοίκους της χώρας και ξεκίνησε τον αποκαλούμενο «Μαύρο Ιούλη» του 1983 με μια σειρά πογκρόμ εναντίον των μουσουλμάνων Ταμίλ από Βουδιστές κυρίως, ως αντίποινα για την επίθεση της οργάνωσης των «Τίγρεων Ταμίλ» σε κυβερνητική περίπολο. Το πογκρόμ είχε εκατοντάδες θύματα και σε μεγάλο βαθμό είχε υποκινηθεί από μια σειρά φημών που είχαν αφήσει να διαρρεύσουν τα κυβερνητικά μέσα.
Μέχρι στιγμής πάντως, η χθεσινή απόφαση της κυβέρνησης μοιάζει να κερδίζει θετικές αντιδράσεις κυρίως επειδή δεν έχουν αναφερθεί αντίποινα. Η αλήθεια είναι όμως ότι τέτοιου είδους «μπλακάουτ της πληροφορίας» σχεδόν πάντα αποδεικνύονται εργαλεία αυταρχισμού, ασχέτως αν η αρχική πρόθεση δεν είναι αυτή ακριβώς.
Αφότου ο Πρόεδρος τη Αιγύπτου Χόσνι Μουμπάρακ είχε κατεβάσει τον διακόπτη του ίντερνετ στη χώρα στην (απέλπιδα και ανεπιτυχή) προσπάθειά του να αναχαιτίσει την εξέγερση της Πλατείας Ταχρίρ, θα υπέθετε κανείς ότι δεν θα ακολουθούσε άλλος ηγέτης το παράδειγμά του. Κι όμως, αντίστοιχες ενέργειες «ψηφιακής φίμωσης», υιοθετούνται όλο και πιο συχνά ως πρώτο, αντανακλαστικό μέτρο περιορισμού της πληροφορίας.
Το ερώτημα όμως που μπορούμε να θέσουμε, στον εαυτό μας μάλλον παρά σε οποιαδήποτε εξουσία, είναι το εξής: Τι κυρίως χάνουμε σήμερα εξαιτίας αυτής της σιωπής των social media; Μια αλληλουχία από εικόνες πτωμάτων στους ναούς; Το θρήνο και την οδύνη των επιζώντων; Ή τη συνήθη κακοφωνία φημών, αντεγκλήσεων, ψευδών ειδήσεων και εικασιών;
Κάποιες φορές ο ήχος της σιωπής μοιάζει πιο αξιοπρεπής αντίδραση όσον αφορά τη μνήμη των νεκρών. Και για να αντιστρέψουμε κάπως το προηγούμενο ερώτημα: Τι έχουμε κερδίσει από τα social media κατά τη διάρκεια τρομοκρατικών επιθέσεων; Και επίσης: Γιατί παράγουμε και καταναλώνουμε με τόση βουλιμία, τόσες χιλιάδες αναρτήσεις με θέμα αυτά τα γεγονότα;
Μοιάζει ώρες-ώρες αναπόφευκτη η σκέψη ότι τα social media δεν αποτελούν τόσο ένα νέο μέσο παγκόσμιας επικοινωνίας όσο μια νέα μορφή μαζικής ψύχωσης. Ελπίζει κανείς στο άμεσο μέλλον να βρούμε τρόπους να μπλοκάρουμε οι ίδιοι κατά βούληση το Facebook και το Twitter επειδή μας το επιβάλλει μια στοιχειώδης υπευθυνότητα και όχι η κρατική εξουσία.
Με στοιχεία από το The Atlantic
σχόλια