Δεν θυμάμαι ποιος μου έστειλε πρόσκληση για να μπω στην ομάδα Insects of Greece and Cyprus στο Facebook, αλλά τα τρία χρόνια που είμαι μέλος της έχω παρακολουθήσει άπειρες συζητήσεις και ποστ που αφορούν τα ελληνικά έντομα. Τα περισσότερα που ανεβαίνουν είναι απορίες των μελών για το είδος των εντόμων που έχουν φωτογραφίσει και αφορούν ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς, από την επιστημονική τους ονομασία μέχρι το αν είναι επικίνδυνα. Από μια στιγμή και ύστερα, δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον αν δεν είσαι nerd με τα έντομα ή ειδικός επιστήμονας.
Μέχρι που τον περασμένο Ιούλιο εμφανίστηκε η Ιζαμπέλα. Η Ιζαμπέλα ήταν ένα είδος γρύλου, πράσινου κομψού γρύλου, το επιστημονικό όνομα του οποίου είναι Acrometopa servillea, που κάποιο μέλος της ομάδας εμφάνισε ξαφνικά στο timeline.
Από τις αρχές του Ιουλίου η Ιζαμπέλα έγινε η πρωταγωνίστρια ενός πρωτότυπου ημερολογίου με θέμα τη σχέση στοργής που αναπτύχθηκε μεταξύ ενός ανθρώπου και ενός γρύλου, το οποίο παρακολούθησα με μεγάλο ενδιαφέρον μέσα στον καλοκαιρινό καταιγισμό από ποστ φωτογραφιών διακοπών και «καυτής» επικαιρότητας. Ξεκίνησε κάπως έτσι:
«10/7. Μετά από έξι χρόνια συναντιέμαι ξανά με το πιο αγαπημένο μου ελληνικό έντομο, το Acrometopa servillea. Το έχω βάλει στις γλάστρες μου και του εξηγώ πόσο μου αρέσει και γιατί πρέπει να μείνει εκεί για να το βλέπω όλη μέρα, 24/7, και να φέρει και ένα αρσενικό να γεννήσουν, να γεμίσω τέτοια και να καθόμαστε όλοι μαζί στον κήπο».
Ο μέσος όρος ζωής ενός εντόμου είναι τρεις με έξι μήνες, σπανίως ζούνε οκτώ, αλλά όλα τα έντομα ζούνε μόνο το καλοκαίρι, γεννάνε αυγά και μετά πεθαίνουν. Τον χειμώνα υπάρχουν μόνο αυγά, την άνοιξη βγαίνουν από τ’ αυγά τα μικρά και συνεχίζουν τον κύκλο της ζωής τους.
Το μέλος της ομάδας που δημιούργησε αυτή την ιδιαίτερη σχέση με την Ιζαμπέλα ονομάζεται Γιώργος Αυγερινός. Τότε υπέθεσα ότι είναι ένας ακόμη ειδικός μελετητής εντόμων που είχε ανακαλύψει ξανά ένα σπάνιο έντομο.
Τρεις μέρες μετά γράφει (περιγράφοντας τη ζωή με την Ιζαμπέλα με μεγάλη τρυφερότητα):
«13/7. Απογευματινή βόλτα για την πριγκίπισσα. Φτιάξαμε ένα σπιτάκι από τραπουλόχαρτα, παίξαμε κρυφτό, ψωνίσαμε στο σούπερ-μάρκετ και πήγαμε στο φυτώριο να πάρουμε νέα λουλουδάκια. Αύριο θα πάμε παραλία να πιούμε τσάι με λεμόνι και να φάμε παγωτό 😍. Μου έχει κάνει τρύπες σε όλα τα φυτά του κήπου, αλλά χαλάλι της. Ξέχασα να αναφέρω πως από εδώ και πέρα την λένε Ιζαμπέλα.
Η πλάκα είναι ότι δεν φεύγει, είναι όλη μέρα έξω πάνω σε φυτά και, όποτε βάλω το χέρι μου μπροστά της, ανεβαίνει πάνω χωρίς να πρέπει να τη σκουντήξω ή κάτι. Νομίζω ότι με έχει εκμεταλλευτεί για να κάνει τσάμπα ταξίδια χαχαχαχαχα… Την έχω δει να τρώει λουλούδια, τα πέταλα, τα μπουμπούκια και φύλλα από την πικροδάφνη. Είχε φάει και μια μύγα που της έδωσα για πλάκα».
Το ποστ συνοδεύει ένα βίντεο με την Ιζαμπέλα να ταξιδεύει χαρούμενη και ζωηρή με το αυτοκίνητο – στο βάθος ακούγεται ένα κομμάτι ελληνικού ραπ και στα σχόλια κάποιοι κριτικάρουν το μουσικό του γούστο.
«18/7. Είμαι σίγουρος ότι η Ιζαμπέλα είναι η μόνη που χαίρεται όταν της φέρνουν λουλούδια στο πρώτο ραντεβού». Στο βίντεο που συνοδεύει το ποστ η Ιζαμπέλα τρώει με μεγάλη όρεξη ένα λουλούδι, το όνομα του οποίου αναζητείται. «Το βρήκα σε μια καφετέρια, το έπλυνα και της το έδωσα», γράφει ο Γιώργος. «Ακόμα ψάχνω σε φυτώρια και στο Google πώς λέγεται 😂😂😂. Είναι το πιο αγαπημένο της, πάντως. Έχω κόψει ένα κλωναράκι και ανθίζει πού και πού και της δίνω. Είναι το μόνο που τρώει από μόνη της».
«21/7. Αυγά Acrometopa servillea (Ιζαμπέλας). Έχει γεννήσει παντούυυ, στις γλάστρες μου, σε διάφορα φυτά. Άλλα τα έχει κάνει σε φύλλα, άλλα τα έχει κάνει σε κορμούς 😄. Όταν έρθω διακοπές ξανά του χρόνου, ελπίζω να έχουν εκκολαφθεί και να μην έχουν φύγει όλα. Να κάτσει κανένα να μου κάνει παρέα, όπως η μαμά του 😛».
«30/7. Πήραμε και μια μικρούλα πικροδάφνη».
«3/8. Η Ιζαμπέλα γεννάει αυγά σε δέντρο». Το ποστ συνοδεύει βίντεο της γέννας.
Από τις αρχές Αυγούστου μέχρι τις 23 Σεπτεμβρίου τα ίχνη της Ιζαμπέλας χάνονται και υποθέτω (όπως και όλοι στην ομάδα) ότι μετά τη γέννα έχει πεθάνει. Τότε όμως η Ιζαμπέλα εμφανίζεται ξανά, με ένα συγκινητικό ποστ:
«23/9. Δεν ξέρω ποιος ενδιαφέρεται, αλλά η Ιζαμπέλα ζει ακόμα. Πολύ αδύναμη, δεν κουνιέται, δεν περπατάει και έχει πάρει ένα πολύ μουντό χρώμα... Τώρα την έχουμε μέσα στα ζεστά και ο μόνος τρόπος για να την κάνω να φάει είναι να της δώσω πρώτα λίγη ζάχαρη ανακατεμένη με νερό και να την ταΐσω πολύ μικρές μπουκίτσες στο στόμα. Η κοιλιά της έχει ζαρώσει και οι κεραίες της σπάνε όπου τις ακουμπάει. Πλέον είναι γιαγιά με “ειδικές ανάγκες”. Σίγουρα θα είχε πεθάνει έξω τώρα».
Η Ιζαμπέλα έζησε απίστευτα πολύ για ένα έντομο του είδους της, σχεδόν διπλάσιο χρόνο από ό,τι ζει σε φυσιολογικές συνθήκες μια Acrometopa servillea. Λίγες μέρες αργότερα ο Γιώργος έκανε έναν πολύ δυνατό επίλογο με ένα ποστ που ανακοίνωνε τον θάνατό της.
«3/10. Το Σάββατο στις δέκα το πρωί η Ιζαμπέλα έτρωγε το φρούτο της στο μπαλκόνι χαρούμενη ανάμεσα στα λουλούδια. Να πω ότι ολόκληρη την εβδομάδα δεν μπορούσε να κάνει ούτε ένα βήμα, την έβγαζα έξω και κούναγε μόνο τις κεραίες της. Το βράδυ, πριν πάω για ύπνο, κατά τις 00:15, την έπιασα για να τη φέρω μέσα στο σπίτι και με το που την ακούμπησα στη χούφτα μου, γύρισε ανάποδα και μάζεψε τα πόδια της ακριβώς όπως οι κατσαρίδες. Δέκα λεπτά μετά ζωντάνεψε(;), άρχισε να κάνει νευρικές κινήσεις, κούναγε πάρα πολύ γρήγορα τα πόδια και έτρεμε ολόκληρη. Την γύρισα απ’ την καλή της και τότε σταμάτησε σαν να ξεψύχησε.
Το επόμενο πρωί, εννιά και κάτι ήταν ζωντανή, δεν κουνιόταν καθόλου, αλλά έβλεπα στην κοιλιά της ότι ανέπνεε. Προσπάθησα να της δώσω νερό και φαγητό, αλλά δεν μπορούσε να ανοίξει το στόμα της ή να κουνηθεί γενικά. Στις έξι το απόγευμα την Κυριακή είχε σταματήσει να αναπνέει και ήταν νεκρή. Το τελευταίο βίντεο της Ιζαμπέλας απ’ το Σάββατο πριν πεθάνει. Αν ήταν άνθρωπος, σίγουρα θα ήταν μια υπερήλικη γιαγιά στο καροτσάκι της με ορούς και όλα τα σχετικά. Θα ανέβουν κάποια στιγμή όλες οι φωτό της Ιζαμπέλας από όλα τα μέρη που την είχα πάει».
Δύσκολα μπορεί να πιστέψει κανείς ότι μπορεί να δημιουργηθεί μια φιλική σχέση ανάμεσα σε έναν άνθρωπο και ένα έντομο. Ο Γιώργος, ωστόσο, ανέπτυξε μια ασυνήθιστη σχέση με την Ιζαμπέλα, που φαίνεται ότι ήταν αμοιβαίας αγάπης και εμπιστοσύνης, γιατί από τη στιγμή που τη βρήκε και τη φρόντισε, δεν έφυγε ποτέ μακριά του.
Επέλεξε να μείνει μαζί του, να κυκλοφορούν μαζί σε όλα τα μέρη που ο Γιώργος επισκέφθηκε το φετινό καλοκαίρι, γέννησε αυγά, έφαγε σωρούς από μπουμπούκια και φύλλα και ολοκλήρωσε τον κύκλο της ζωής της δίπλα του, πεθαίνοντας γριούλα και σχεδόν διαλυμένη.
Όταν επικοινώνησα με τον Γιώργο, με έκπληξη διαπίστωσα ότι είναι μόλις δεκαέξι χρονών, μαθητής, ένα παιδί με πολύ μεγάλη αγάπη για τα έντομα. Το μεγάλο αυτό ενδιαφέρον για κάθε έντομο (και γενικά τα ζώα) το έχει από τότε που θυμάται τον εαυτό του. Το σπίτι του πατέρα του είναι γεμάτο με γυάλες, γυάλινους σωλήνες με αποικίες μυρμηγκιών, ψάρια, πουλιά.
«Με τα έντομα ασχολούμαι από τότε που με θυμάμαι, δηλαδή από τότε που μια πεταλούδα ήρθε και στάθηκε δίπλα μου και ήθελα να τη δω. Ήμουν δύο ή τριών χρονών», λέει.
«Μετά θυμάμαι μια ακρίδα. Οι ακρίδες ήταν οι αγαπημένες μου ως παιδί, είχα ένα ενυδρείο με φύλλα, τις έβαζα εκεί μέσα να τρώνε και μετά τις άφηνα πάλι. Μετά πήρα κάποια βιβλία και είδα ότι υπήρχαν πολύ ωραία έντομα, τα έβλεπα και τα θαύμαζα. Όποιο καινούργιο έντομο έβλεπα, το μάζευα, το παρατηρούσα, τι τρώει, τις συνήθειές του, πώς συμπεριφέρεται, χωρίς να ξέρω πώς λέγεται. Μετά μπήκα στις ομάδες του Facebook και σε διάφορες άλλες ιντερνετικές και ανακάλυψα πώς λέγονται τα είδη και κάποια παραπάνω πράγματα που δεν μπορούσα να μάθω μόνος μου».
Ο Γιώργος μπορεί να αναγνωρίσει τα περισσότερα έντομα με τα λατινικά τους ονόματα και ξέρει πώς να τα ταξινομήσει ανά είδος. «Έντομα στο σπίτι μου άρχισα να διατηρώ από πέντε-έξι ετών», λέει. «Τότε άρχισα να τα πιάνω. Ήμουν λίγο άπληστος, όποιο έντομο έβλεπα ήθελα να το έχω, αλλά μεγαλώνοντας άρχισα να τα σέβομαι περισσότερο, τα τάιζα μία εβδομάδα για να τα παρατηρήσω και μετά τα άφηνα εκεί που τα βρήκα. Κάποια άρχισα και να τα ζευγαρώνω. Αν έβρισκα κάποιο σπάνιο θηλυκό, το κράταγα μέχρι να βρω ένα αρσενικό του είδους για να γίνουν ζευγάρι, και όταν ζευγάρωναν, τα άφηνα πάλι έξω.
Ο μέσος όρος ζωής ενός εντόμου είναι τρεις με έξι μήνες, σπανίως ζούνε οκτώ, αλλά όλα τα έντομα ζούνε μόνο το καλοκαίρι, γεννάνε αυγά και μετά πεθαίνουν. Τον χειμώνα υπάρχουν μόνο αυγά, την άνοιξη βγαίνουν από τ’ αυγά τα μικρά και συνεχίζουν τον κύκλο της ζωής τους.
Κάποτε είχα πολλά διαφορετικά έντομα, σκαθάρια, πεταλούδες, έντομα που μοιάζουν με κλαριά και τρώνε φύλλα, αλλά επειδή ζουν λίγο, τώρα έχω κρατήσει μόνο ζώα που ζουν πιο πολύ. Έχω μια ταραντούλα, καμιά δεκαπενταριά μυρμηγκοφωλιές, οι οποίες ζούνε δεκα-τριάντα χρόνια η κάθε μία. Μέσα σε κάθε σωλήνα υπάρχει η βασίλισσα, οι εργάτες, οι στρατιώτες, τα αυγά, οι προνύμφες, μια ολόκληρη αποικία. Έχω μυρμήγκια που ζουν στην Ελλάδα αλλά και κάποια που ζουν στο εξωτερικό και είναι λίγο πιο σπάνια στην Ελλάδα.
Γενικά, έχω εφτά διαφορετικά είδη μυρμηγκιών με πολλές φωλιές. Έχω κι ένα γιγάντιο σαλιγκάρι αφρικανικό που είναι τριών χρονών περίπου και φτάνει τα είκοσι εκατοστά όταν βγαίνει από το κέλυφος – είναι πολλοί που έχουν σαλιγκάρια και υπάρχουν ομάδες μόνο γι’ αυτά με πολλά μέλη. Έχουμε και δύο ενυδρεία, το ένα με ένα χρυσόψαρο, το άλλο με τροπικά ψάρια μονομάχους και γατόψαρα.
Έχω και δυο σαλαμάνδρες σε μια γυάλα και δύο κάβουρες ερημίτες, ο ένας είναι από την Αυστραλία και ο άλλος από την Καραϊβική. Είναι καβούρια ξηράς, αλλά πίνουν μόνο θαλασσινό νερό γιατί δεν έχουν γαστρικά υγρά, οπότε τρώνε το αλάτι από το νερό και τα βοηθάει να χωνεύουν. Χωρίς αυτό δεν μπορούν να ζήσουν. Έχω κι ένα περιστέρι κι έναν παπαγάλο».
Τον ρωτάω αν με τόσες γνώσεις που έχει θα ήθελε να ασχοληθεί και επαγγελματικά, σε επιστημονικό επίπεδο, με αυτά, αλλά είναι κάτι που δεν το σκέφτεται. Τουλάχιστον προς το παρόν. «Νομίζω ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ενδιαφέρον για τα έντομα σε επιστημονικό επίπεδο, είναι λίγα τα άτομα που ασχολούνται και δεν με ενδιαφέρει να ασχοληθώ, τα βλέπω μόνο ως χόμπι», λέει.
«Την Ιζαμπέλα τη βρήκα στις 12 Ιουλίου πάνω σε ένα αυτοκίνητο, μέσα στον κήπο του σπιτιού στο χωριό, οπότε δεν ξέρουμε αν ήρθε με το αυτοκίνητο ή αν απλώς βρέθηκε εκεί επειδή προσγειώθηκε πάνω του», εξηγεί. «Δεν είναι σπάνιο έντομο, αλλά δεν είναι και εύκολο να το βρεις, γιατί είναι πράσινο και θέλει παρατήρηση για να το δεις. Είναι είδος γρύλου που μπορεί να φάει τα πάντα, είναι παμφάγο, αλλά κυρίως τρώει φυτά. Τα πιο μικρά τρώνε και κρέας και καμιά μύγα, αλλά κυρίως τρώνε μπουμπούκια λουλουδιών και φρούτα.
Τη βρήκαμε στη βόρεια Πελοπόννησο, στην Αχαΐα, και στην αρχή σκέφτηκα να την κρατήσω μια μέρα επειδή είχα να δω τέτοιο έντομο έξι χρόνια και ήταν το αγαπημένο μου ως παιδί. Τότε το έλεγα "θαμνόγρυλο", φέτος έμαθα το σωστό όνομά του, Acrometopa servillea. Πάντα ενθουσιαζόμουν όποτε έβρισκα ένα, αλλά πάντα μου έφευγε, πέταγε μακριά. Η Ιζαμπέλα δεν έφυγε. Δεν ήταν τραυματισμένη ή άρρωστη, πέταξε λίγο, αλλά έμεινε, έτρωγε από το χέρι μου και αποφάσισα να την κρατήσω. Δεν την έβαλα σε κάποιο βάζο ή γυάλα, την άφησα πάνω στα λουλούδια και επέλεξε κι αυτή να μείνει.
Από την πρώτη μέρα η Ιζαμπέλα έγινε μέρος της ζωής μας. Ήταν πάντα μαζί μου, την ανέβαζα το πρωί πάνω μου και πηγαίναμε στη θάλασσα μαζί, στις ξαπλώστρες, στις ομπρέλες, πηγαίναμε στις καφετέριες, στο σούπερ μάρκετ, πόζαρε πάνω στα φυτά του κήπου για φωτογραφίες, παντού πηγαίναμε μαζί. Κι όταν πήγαμε ταξίδι με το αυτοκίνητο, την πήρα κι αυτή μαζί μου. Περπάταγε πάνω μου, αλλά δεν έφευγε από μένα.
Όταν τη βρήκα ήταν ήδη ενήλικη, και συνήθως, όταν ενηλικιωθούν αυτά τα έντομα, κάνουν αυγά και πεθαίνουν μετά από ένα, το πολύ ενάμιση μήνα, αλλά η Ιζαμπέλα έζησε τρεις μήνες από τότε που τη βρήκα, που σημαίνει ότι έζησε διπλάσια από το φυσιολογικό, μάλλον επειδή βρήκε τις ιδανικές συνθήκες. Και αγάπη.
Τα αρσενικά του είδους κάνουν με τα φτερά τους έναν ήχο, ζντουκ, ζντουκ, για να προσελκύσουν τα θηλυκά. Τα θηλυκά βγάζουν φερομόνες, μια μυρωδιά που τραβά τα αρσενικά του ίδιου είδους και κατάλαβα ότι ήταν ενήλικη γιατί μια μέρα άρχισα να ακούω πάρα πολλά αρσενικά, που δεν άκουγα μέχρι τότε. Είχαν έρθει στον κήπο και πλησίαζαν σιγά-σιγά και η Ιζαμπέλα ανταποκρινόταν. Όποτε άκουγε αυτόν τον ήχο, το ζντουκ, κούναγε τις κεραίες και τα φτερά της και ήθελε να πάει προς τα εκεί. Τρελαινόταν.
Μετά από μερικές μέρες είδα ότι ένα αρσενικό είχε έρθει πολύ κοντά και τα άφησα μαζί να ζευγαρώσουν. Το αρσενικό άλλαξε τον ήχο του και ανεβοκατέβαζε τα φτερά του και η Ιζαμπέλα άρχισε να τρέμει τόσο που κουνιόταν ολόκληρο το κλαδί. Μετά ζευγάρωσαν. Τότε η Ιζαμπέλα σταμάτησε να τρώει την κανονική τροφή της, που ήταν μπουμπούκια από πικροδάφνη, και άρχισε να τρώει πολύ σκληρά φύλλα που δεν ήξερα καν ότι μπορούσε να τα μασήσει, και μύγες, και μετά από μερικές μέρες άρχισε να γεννάει. Άλλαξε τη διατροφή της για να δημιουργήσει πρωτεΐνη και να κάνει αυγά.
Η Ιζαμπέλα γέννησε γύρω στα πενήντα αυγά, πάνω στα λουλούδια, σε δέντρα, σε κορμούς, ανάμεσα σε τοιχώματα στον φράχτη του κήπου, και απ’ αυτά κράτησα είκοσι για να έχω απογόνους της την άνοιξη.
Όταν τη φέραμε στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο είχε ήδη γεράσει, δεν περπατούσε τόσο, κάποια πόδια της είχαν ακινητοποιηθεί. Όταν φύγαμε από το χωριό σκέφτηκα να την αφήσω εκεί, αλλά ήταν γριούλα και την έφερα μαζί μου να τη φροντίσω. Όσο ήταν στην Αθήνα, όμως, έκανε κι άλλα αυγά, τα είκοσι που έχω κρατήσει για βγουν τα παιδιά της του χρόνου. Θέλω να τα μελετήσω, γιατί για το έντομο αυτό δεν έχουν γίνει πολλές αναφορές. Μετά θα τα αφήσω ελεύθερα.
Ιζαμπέλα την είπα όταν πόσταρα το πρώτο ποστ στην ομάδα, επειδή ήθελα να της δώσω ένα όνομα και μετά της έμεινε. Της πήγαινε όμως. Τα έντομα, απ' ό,τι ξέρω, δεν έχουν συναισθήματα, αλλά καταλαβαίνουν αν κάποιος θα τα πειράξει ή όχι.
Η Ιζαμπέλα δεν έχει καλή όραση, επειδή είναι νυχτόβιο έντομο, γι’ αυτό έχει μακριές κεραίες για να μην τρακάρει και έχει και πολύ δυνατή όσφρηση, οπότε, όταν της έδωσα φαγητό από το χέρι μου κατάλαβε ότι δεν κινδύνευε, ότι τη φρόντιζα. Με γνώριζε επειδή θυμόταν τη μυρωδιά μου. Με άφηνε να την πιάνω και μόλις της άπλωνα το χέρι μου ανέβαινε αμέσως επάνω, ό,τι και να έκανε. Είχε καλές σχέσεις και με την οικογένειά μου, αλλά δεν ανέβαινε στο χέρι κανενός, όπως στο δικό μου.
Πέθανε από φυσικά αίτια. Είχε σταματήσει να περπατάει, σιγά-σιγά τα πόδια της νεκρώθηκαν. Θα ήταν πάνω από εκατό χρονών αν ήταν άνθρωπος, μπορεί και 150. Εκεί που ήταν μια χαρά ξαφνικά κάτι έπαθε και δεν είχε καθόλου ενέργεια, οπότε δεν μπορούσε να φάει. Έτσι της έδωσα λίγη ζάχαρη με νερό και ζελέ αλόης και τότε πήρε ενέργεια και άρχισε να τρώει κανονικά. Ήταν ο μόνος τρόπος να την κρατήσω στη ζωή. Ακόμα και όταν σταμάτησε να κινείται εντελώς, την τάιζα στο στόμα και έτρωγε.
Κάποια στιγμή έπεσε από το φύλλο που την είχα στο έδαφος και έκανε κάποιες τρεμουλιαστές κινήσεις. Τα πόδια της είχαν ξεραθεί, την έπιασα και της έδωσα ζαχαρόνερο και επανήλθε, αλλά μετά έπεσε σε κώμα. Ανέπνεε, αλλά δεν κουνιόταν. Είχαν μαυρίσει και τα μάτια της, οι κεραίες είχαν αρχίσει να σπάνε, είχε ξεθωριάσει το πράσινο χρώμα της. Το επόμενο βράδυ, 3 Οκτωβρίου, πέθανε.
Την αγαπούσα την Ιζαμπέλα, δεν μπορούσα να την αφήσω να πεθάνει, όπως μου έλεγαν κάποια μέλη της ομάδας που θεωρούσαν ότι πάω κόντρα στη φύση. Έκανα ό,τι μπορούσα για να ζήσει όσο περισσότερο γινόταν και τα κατάφερα. Τώρα έχω τα παιδιά της, είκοσι αυγά που περιμένω να δω αν θα εκκολαφθούν. Θα ήθελα να δω πόσα θα βγουν από το αυγό, να παρατηρήσω τις διατροφικές συνήθειες των μωρών, γιατί θα τρώνε πιο πολλά έντομα.
Μερικές αντιδράσεις που μου έμειναν απ' όταν μας έβλεπαν μαζί με την Ιζαμπέλα ήταν αυτή μιας κοπέλας η οποία άρχισε να φωνάζει και να λέει «μια ακρίδα προσπαθεί να σε φάει!» ή ενός μικρού παιδιού που ήρθε τρέχοντας για να τη σκοτώσει, αλλά ευτυχώς δεν έφτανε τόσο ψηλά. Οι περισσότεροι εντυπωσιάζονταν και με ρώταγαν αρκετά πραγματάκια, γιατί αυτό που έβλεπαν τους φαινόταν πολύ ενδιαφέρον και πρωτότυπο…».