Ο καπετάνιος Νταν Κριζ βρισκόταν μεσοπέλαγα, πίσω από το τιμόνι ενός γιοτ, και διέσχιζε τα νερά του Γιβραλτάρ κατευθυνόμενος προς τις Κανάριες Νήσους, όταν ένας ξαφνικός, εκκωφαντικός ήχος ακούστηκε στο πλάι του σκάφους του, διαταράσσοντας την ωκεάνια ηρεμία του.
Με το που πήρε το μάτι του δύο κατάμαυρα πτερύγια στο πλάι του γιοτ, η αντίδρασή του δεν ήταν η πλέον αναμενόμενη. Ο καπετάνιος χαμογέλασε αμυδρά, έπιασε σφιχτά το τιμόνι, και ξεφύσηξε: «Θεέ μου, όχι πάλι!».
Δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φορά που ο Κριζ, ο οποίος μετράει είκοσι χρόνια εμπειρίας πίσω από τα τιμόνια των γιοτ, είχε μια αναπάντεχα στενή επαφή με ένα κοπάδι από όρκες της Μεσογείου. Το 2020 το σκάφος του ήταν το πρώτο που βίωσε μια ασυνήθιστα εκδηλωτική συμπεριφορά από τα συναρπαστικά μαυρόασπρα θηλαστικά, τα πτερύγια των οποίων σκίζουν τα κύματα της περιοχής.
«Πλέαμε μέσα από τα Στενά του Γιβραλτάρ όταν μας περικύκλωσαν οκτώ όρκες, οι οποίες μας ακολουθούσαν και έσπρωχναν το σκάφος μας για περίπου μια ώρα» δήλωσε τότε στους δημοσιογράφους ο έκπληκτος Κριζ. Τον περασμένο Απρίλη, και μέσα σε μόλις μια τριετία, η αλλόκοτη αλληλεπίδρασή του με τις όρκες έμελλε να επαναληφθεί.
Η πρώτη αναφορά επίθεσης από όρκες στα πηδάλια σκάφους καταγράφηκε στα ανοικτά των ακτών της Ισπανίας και της Πορτογαλίας το 2020. Έκτοτε οι αλληλεπιδράσεις άρχισαν να αυξάνονται με εκθετικό ρυθμό. Σήμερα συμβαίνουν σχεδόν σε καθημερινή βάση. Οι όρκες δεν εμβολίζουν απλά βάρκες με το κεφάλι τους, αλλά επιχειρούν ταυτόχρονα να σκίσουν τα πηδάλια με τα δόντια τους, και δεν σταματούν μέχρι τα σκάφη είτε να σταματήσουν να πλέουν είτε να απομακρυνθούν επιτυχώς.
«Βρισκόμασταν, λοιπόν, σχεδόν στο ίδιο σημείο, και ήμασταν έτοιμοι να στρίψουμε νότια προς τα Κανάρια Νησιά, όταν νιώσαμε πως χτυπηθήκαμε από κάποιο κύμα. Με το δεύτερο χτύπημα, βέβαια, συνειδητοποιήσαμε ότι ήταν ξανά οι όρκες» συμπληρώνει, προσθέτοντας πως αυτήν τη φορά το κοπάδι ήταν ακόμα πιο συντονισμένο και πως στην αρχή πέρασε τελείως απαρατήρητο. «Φαίνονταν να γνωρίζουν πολύ καλά τι κάνουν», αναφέρει ο καπετάνιος, τονίζοντας πως για περίπου μια ώρα οι όρκες συγκρούονταν με παιχνιδιάρικη μανία με τα δύο πηδάλια του καταμαράν. «Δεν άγγιξαν τίποτα άλλο».
Εδώ και πολλούς μήνες, τα συναρπαστικά μαυρόασπρα θαλάσσια θηλαστικά φαίνεται πως εντείνουν τις «επιθέσεις» τους σε γιοτ κατά μήκος της ιβηρικής ακτής της Ευρώπης, και κυρίως στο Γιβραλτάρ, την πύλη της Μεσογείου. Σύσσωμοι οι επιστήμονες, οι ψαράδες και οι ναυτικοί που παρακολουθούν την ασυνήθιστη συμπεριφορά τους αναρωτιούνται για τις αιτίες της αλλά και για τους λόγους για τους οποίους μοιάζει να εξαπλώνεται με ανησυχητικό ρυθμό.
Η πρώτη αναφορά επίθεσης από όρκες στα πηδάλια σκάφους καταγράφηκε στα ανοικτά των ακτών της Ισπανίας και της Πορτογαλίας το 2020. Έκτοτε οι αλληλεπιδράσεις άρχισαν να αυξάνονται με εκθετικό ρυθμό. Σήμερα συμβαίνουν σχεδόν σε καθημερινή βάση. Οι όρκες δεν εμβολίζουν απλά βάρκες με το κεφάλι τους, αλλά επιχειρούν ταυτόχρονα να σκίσουν τα πηδάλια με τα δόντια τους, και δεν σταματούν μέχρι τα σκάφη είτε να σταματήσουν να πλέουν είτε να απομακρυνθούν επιτυχώς.
Από το ξέσπασμα των πρώτων επιθέσεων το 2020, μάλιστα, το κοπάδι έχει κατορθώσει να βυθίσει επιτυχώς τρία σκάφη, ενώ περισσότερα από 250 πλοία έχουν υποστεί μικροζημιές από το ζωηρό παιχνίδι τους, καθώς τα θηλαστικά φαίνεται πως στοχεύουν σκόπιμα τα πηδάλια των σκαφών.
Η ασυνήθιστη συμπεριφορά τους έχει πυροδοτήσει ένα κύμα αντιδράσεων, τόσο στον διεθνή Τύπο όσο και στα σόσιαλ μίντια: από πανικόβλητες αναρτήσεις και τρομολαγνικά αφηγήματα μέχρι ενθαρρυντικά σχόλια για την πολυαναμενόμενη «αντεπίθεση» των πολύπαθων θηλαστικών, που έχουν υποφέρει πολλάκις στα χέρια των ανθρώπων.
«Δεν γνωρίζουμε γιατί ακριβώς οι όρκες επιτίθενται στα πλοία με τέτοια συχνότητα» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Άντριου Τρίτες, διευθυντής της Μονάδας Έρευνας Θαλάσσιων Θηλαστικών στο Πανεπιστήμιο του British Columbia. «Όμως εκείνο που φαίνεται σαφές είναι πως βρίσκουν μεγάλη ευχαρίστηση σε αυτές τις συναντήσεις» συμπληρώνει.
Εκδίκηση ή διασκέδαση: τα αίτια των επιθέσεων
Τους τελευταίους μήνες, οι επιστήμονες και οι βιολόγοι συμμετέχουν σε μια ζωηρή συζήτηση αναζητώντας ερμηνείες για την ανεξήγητη συμπεριφορά του κοπαδιού στα ανοιχτά της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. «Στην αρχή οι θαλάσσιοι βιολόγοι της περιοχής μας ήταν πραγματικά σαστισμένοι, δεν είχαν ιδέα τι προκαλούσε αυτή την πρωτοφανή επιθετική συμπεριφορά», εξηγεί στη LiFO η Αλίθια Γκαρθία Πίτα, βιολόγος με έδρα τη Βαλένθια.
«Στη συνέχεια διαμορφώθηκαν και δοκιμάστηκαν διάφορες υποθέσεις, η πρώτη εκ των οποίων ήταν η εκδοχή της “εκδίκησης” έπειτα από κάποιο ατύχημα, πως δηλαδή τα κήτη, μετά από κάποιο συμβάν τραυματισμού, έμαθαν να θεωρούν τα σκάφη εχθρούς και να τους επιτίθενται από φόβο» συμπληρώνει η ερευνήτρια, που δουλεύει παράλληλα στον οργανισμό περιβαλλοντικής προστασίας Iberozoa.
Αφορμή για τις επιθέσεις, σύμφωνα με τη σχολή της «εκδίκησης», μοιάζει να είναι ένα τραυματικό συμβάν που βίωσε μια από τις πιο μητριαρχικές όρκες της οικογένειας των θηλαστικών που συχνάζει στα Στενά του Γιβραλτάρ, η «White Gladis» όπως μας ενημερώνει η Αλίθια πως αποκαλείται χαϊδευτικά από τους ερευνητές, «ως μια αναφορά στο Gladiator, δηλαδή μονομάχος».
Η εντυπωσιακή όρκα, σύμφωνα πάντα με τις παρατηρήσεις των επιστημόνων, φαίνεται πως έζησε μια στιγμή τραυματισμού και έντονου άγχους ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασής της με ένα αλιευτικό σκάφος, γεγονός που οδήγησε στην αλλαγή της συμπεριφοράς της και στην υιοθέτηση μιας πιο «αμυντικής στάσης» προς κάθε πλεούμενο. Στη συνέχεια, η συμπεριφορά αυτή φαίνεται πως μεταδόθηκε οριζοντίως σχεδόν σε κάθε μέλος του κοπαδιού, το οποίο άρχισε να κυνηγά τα σκάφη που διασχίζουν τα νερά και να επιτίθεται στα πηδάλιά τους. «Το τελευταίο διάστημα, από τη μελέτη περισσότερων από 47 μαρτυριών, 110 εικόνων και 69 βίντεο, προκύπτει πως τουλάχιστον 17 όρκες ακολουθούν πιστά τη συμπεριφορά της Gladis», αναφέρει με έκπληξη στη φωνή της η Ισπανίδα βιολόγος.
Όρκες επιτίθονται σε σκάφος κοντά στην Ισπανία.
Η δεύτερη υπόθεση των επιστημόνων είναι λιγότερο ζοφερή και μάλλον αρκετά πιθανότερη: το κοπάδι των ζωηρών θηλαστικών ίσως συμμετέχει με περίσσια σπιρτάδα σε ένα έντονο παιχνίδι, χωρίς να συνειδητοποιεί το χάος που προκαλεί από αυτές τις στιγμές χαράς και ανεμελιάς ανάμεσα στα κύματα.
«Οι όρκες, άλλωστε, δεν είναι φάλαινες, αλλά ανήκουν στην κατηγορία των δελφινίδων μαζί με άλλα τριάντα είδη δελφινιών. Στην ουσία πρόκειται για το μεγαλύτερο δελφίνι των θαλασσών», εξηγεί στη LiFO η Αμαλία Αλμπερίνι, υπεύθυνη Θαλάσσιου Προγράμματος της WWF Ελλάς. «Αυτό έχει μεγάλη σημασία, γιατί γνωρίζουμε πως τα δελφίνια έχουν κοινωνικά χαρακτηριστικά και σύνθετες ικανότητες. Όλοι μας τα έχουμε συναντήσει να παίζουν με τα κύματα πίσω από τα σκάφη ή να αλληλοεπιδρούν και με τον άνθρωπο. Για τις όρκες», συμπληρώνει, «πιστεύαμε πως δεν επιδεικνύουν συχνά αυτήν τη συμπεριφορά, παρότι ανήκουν στην ευρύτερη οικογένεια. Όμως τα περιστατικά στο Γιβραλτάρ αναδεικνύουν πως σίγουρα δεν έχουμε εξαντλήσει τη γνώση σχετικά με την κοινωνική τους οργάνωση και ικανότητα, που είναι τρομερή και πολυσύνθετη» συμπληρώνει.
Ένα τρίτο σενάριο, σύμφωνα με τις δύο βιολόγους, είναι η υπόθεση της «διδασκαλίας», που θέλει ουσιαστικά τις μεγάλες μητριαρχικές φιγούρες της εν λόγω ομάδας θηλαστικών να διδάσκουν στα νεότερα μέλη της οικογένειας πώς να κυνηγούν, κάνοντας απλά εξάσκηση πάνω στα πηδάλια των σκαφών. «Οι όρκες άλλωστε έχουν τρομερά υψηλή γνωστική ικανότητα, αναπτύσσουν συμπεριφορές μέσω κοινωνικής μάθησης, οι οποίες μεταδίδονται πολύ γρήγορα μέσα στις κοινότητες» εξηγεί η Αλίθια.
Συναρπαστικά θηλαστικά με απίθανους κώδικες επικοινωνίας
Είτε η ασυνήθιστη συμπεριφορά του κοπαδιού εξαπλώνεται μέσω μίμησης είτε μέσω σκόπιμης διδασκαλίας στα νεότερα μέλη του, η υιοθέτησή της συμβαδίζει πλήρως με την υπάρχουσα γνώση που έχουμε για αυτά τα συναρπαστικά θηλαστικά: πως δηλαδή είναι πλάσματα πανέξυπνα που μαθαίνουν συνεχώς νέα πράγματα, πως προσαρμόζονται σε νέες συνθήκες, πως μπορεί ακόμη και να θρηνούν τα μέλη της οικογένειάς τους ή να υιοθετούν τάσεις μόδας, και πως ζουν σε σφιχτοδεμένες και εκπληκτικές μητριαρχικές κοινωνικές δομές.
Σύμφωνα με την Αμαλία, οι διάφορες θεωρίες που προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν τη συμπεριφορά αυτών των θηλαστικών φανερώνουν περισσότερα για την ενοχικότητα και τις προθέσεις των ανθρώπων, παρά για τη συμπεριφορά των ίδιων των ζώων. «Δεν είμαστε ακόμα σε θέση να αποκωδικοποιήσουμε όλες τις κοινωνικές συμπεριφορές τους», αναφέρει χαρακτηριστικά. «Είναι τρομερά σύνθετη η κοινωνική οργάνωση της όρκας, και είναι κάπως ανόητο και επικίνδυνο να προβάλλουμε ανθρώπινα χαρακτηριστικά και να συσχετίζουμε συμπεριφορές στο ζωικό βασίλειο, αναζητώντας προθέσεις εκδικητικότητας».
«Εκείνο που μελετάμε εμείς, μέσα από αυτά τα περιστατικά, είναι οι απίστευτοι τρόποι επικοινωνίας μεταξύ των θηλαστικών» συμφωνεί η Αλίθια με τη σειρά της. «Οι όρκες ανήκουν σε μια ομάδα θαλάσσιων θηλαστικών γνωστή για τους συναρπαστικούς τρόπους επικοινωνίας με τη χρήση ήχων. Εκείνο όμως που είναι ιδιαίτερο για τις όρκες είναι η ύπαρξη πολιτισμού, αν θέλεις, δηλαδή το γεγονός πως η κάθε ομάδα επικοινωνεί μεταξύ της με μοναδικούς τρόπους, με τη δική της διάλεκτο. Με βάση αυτήν τη μοναδική επικοινωνία, η κάθε ομάδα αναπτύσσει διαφορετικές συμπεριφορές», συμπληρώνει.
«Στο Γιβραλτάρ, για παράδειγμα, οι όρκες έχουν εκπαιδευτεί να κυνηγούν τόνους, ειδικά εκείνους που προέρχονται από ψαρόβαρκες. Στη Νότια Αφρική, από την άλλη, ειδικεύονται στο κυνήγι του λευκού καρχαρία, αλλά τρώνε μόνο το συκώτι του!», προσθέτει με ενθουσιασμό. «Εξακολουθούμε να μαθαίνουμε συνεχώς καινούργια πράγματα για αυτά τα θαυμάσια ζώα, και βρισκόμαστε πολύ μακριά από το να γνωρίζουμε τα πάντα για αυτά» καταλήγει.
Η όμορφη και πολυμήχανη όρκα, από την άλλη, θέλοντας και μη, έχει εδώ και αρκετά χρόνια μετατραπεί σε σύμβολο της ανεξαρτησίας των ωκεανών αλλά και των συνεπειών της υπερβολικής ανθρώπινης παρέμβασης. Τη δεκαετία του ‘60 και του ‘70 η ανθρωπότητα είδε από πρώτο χέρι τις συνέπειες της αιχμαλωσίας των υπέροχων θηλαστικών, όταν εκατοντάδες όρκες απομακρύνθηκαν από το φυσικό τους περιβάλλον και μπήκαν στα δελφινάρια, προτού εκδηλώσουν συμπεριφορές στρες.
«Λόγω όλου αυτού του ιστορικού, ο κόσμος έχει μάθει και ακούσει πως είναι συναρπαστικά ζώα, με τρομερό ενδιαφέρον και συνθετότητα, και υπάρχει μια μεγαλύτερη συνειδητοποίηση και ενσυναίσθηση απέναντί τους» εξηγεί η Αμαλία. «Και η αλήθεια είναι πως υπάρχουν πάρα πολλοί λόγοι για τους οποίους οι όρκες θα επετίθεντο στον άνθρωπο, μετά από τόσες δεκαετίες περιορισμού και παρέμβασης του ανθρώπου στον τρόπο ζωής του είδους» συμπληρώνει. «Αλλά ακόμα και αυτή η ευαισθητοποίηση καθοδηγείται από το αίσθημα του φόβου, από την προβολή ανθρώπινων προθέσεων στη συμπεριφορά των ζώων, και συμβάλλει σε ένα κλίμα πόλωσης και απλοποίησης» προσθέτει.
Σύμφωνα με τις δύο βιολόγους, οι όρκες λατρεύουν να εξερευνούν νέα περιβάλλοντα, είναι ένα είδος κινητικό το οποίο ακολουθεί την τροφή του, και άρα είναι φυσική εξέλιξη ενίοτε να ακολουθεί σκάφη και ιστιοπλοϊκά και να αλληλεπιδρά με αυτά. «Υπάρχει και το θέμα της μείωσης της τροφής λόγω της συρρίκνωσης των αποθεμάτων, καθώς οι όρκες έχουν υψηλές διατροφικές ανάγκες, και για να τις καλύψουν πρέπει συνεχώς να κυνηγάνε, γι’ αυτό και διανύουν πολύ μεγάλες αποστάσεις», εξηγεί στη συνέχεια η Αμαλία. «Υπάρχει και το ζήτημα της όχλησης, καθώς δεν πρέπει να ξεχνάμε πως τα στένα του Γιβραλτάρ είναι μια από τις περιοχές με την πιο πυκνή κίνηση πλοίων, και αυτή η συχνότητα μετακινήσεων επιβαρύνει το θαλάσσιο περιβάλλον και τα κητώδη που μεταναστεύουν μέσα και έξω από τη Μεσόγειο».
Αναφορικά με τις λύσεις για να αποφεχθούν οι ζημιές από τις επαφές με το πρόσχαρο παιχνίδι των θηλαστικών, η Αμαλία προτείνει τη χαρτογράφηση ειδικών περιοχών και τη μείωση τις ταχύτητας των πλεούμενων σε αυτές. «Όποια και να είναι τα αιτία της συμπεριφοράς του κοπαδιού, η αυξημένη κίνηση και φασαρία πυροδοτεί σίγουρα τις αντιδράσεις του» αναφέρει χαρακτηριστικά. «Είναι σημαντικό να προσδιοριστούν hot-spot περιοχές όπου φαίνεται πως υπάρχει αλληλεπίδραση, και να περιοριστεί η κίνηση και οι υψηλές ταχύτητες για την αποφυγή τέτοιων περιστατικών».
Παράλληλα όμως με τη χαρτογράφηση του φαινομένου και τη χάραξη πολιτικών, οι δύο επιστημόνισσες θεωρούν πως απαιτείται και ψυχραιμία, ταπεινότητα και ενσυναίσθηση στον τρόπο με τον οποίο δημοσιοποιούνται παρόμοια φαινόμενα. «Θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τέτοια περιστατικά με μια σχετική απόσταση, γιατί δημιουργείται ένα κλίμα πόλωσης που αναμφίβολα θα έχει αρνητικές επιπτώσεις για τις όρκες, μέσω αντιδράσεων ή εκδικητικών επεισοδίων εναντίον τους» αναφέρει η Αμαλία. «Αυτήν τη στιγμή το αφήγημα είναι πως οι όρκες κυνηγάνε τον άνθρωπο έξω από το δικό του περιβάλλον, ένα αφήγημα απλοποιημένο και επικίνδυνο γιατί συμβάλλει στην αποξένωση του ανθρώπου από το φυσικό περιβάλλον, και όχι στην εναρμόνιση και τη συμβίωσή του με αυτό» συμπληρώνει.
«Περιστατικά όπως αυτά του Γιβραλτάρ μάς υπενθυμίζουν πως εμείς οι άνθρωποι εισβάλλουμε στο περιβάλλον με ό,τι αυτό συνεπάγεται, και όχι το αντίστροφο» αναφέρει η βιολόγος. «Όπως γνωρίζουμε όλοι, οι ανθρώπινες δραστηριότητες στο θαλάσσιο περιβάλλον αυξάνονται. Ειδικά στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο, είμαστε σε περιοχές όπου η θαλασσινή ζωή συνυπάρχει με τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Χρειάζεται μια επιστημονικά βασισμένη και κοινωνικοοικονομικά αποδεκτή λύση ισορροπίας με τα φυσικά περιβάλλοντα, και εμείς ως WWF αυτό προωθούμε. Είναι σημαντικό αυτό το αφήγημα να μην υποκινείται από αισθήματα φόβου και απόστασης από τη φύση. Πρέπει να καταλάβουμε πως πρέπει να υπάρχει συνύπαρξη, ως αποτέλεσμα προσπάθειών, δεδομένων, συνεργασίας. Και πως στις θάλασσές μας η συνύπαρξη με τις όρκες και τον θαυμαστό κόσμο των θαλασσών, όσο απρόβλεπτος και αν είναι αυτός, είναι μονόδρομος» καταλήγει με χαμόγελο.