Περπατάω, μεσημέρι με συννεφιά, από το Μετς στο Σύνταγμα. Έχω τελειώσει μια σοκολάτα και θέλω να πετάξω το περιτύλιγμα. Μετά από σοβαρή έρευνα βρίσκω έναν καταταλαιπωρημένο, θεόστραβο κάδο που σιχαίνομαι και να τον πλησιάσω. Κάπου πίσω μου μιλάνε γαλλικά και μου 'ρχεται η σκέψη ότι άλλο σημείο του κέντρου με παρόμοια σκαλάκια το έχουν πει «Μονμάρτρη». Πετάω το περιτύλιγμα στον απαίσιο κάδο. Γυρίζω να κοιτάξω. Ένα ζευγάρι ζωσμένο με σακίδια και με το κινητό προτεταγμένο σαν πιστόλι ψάχνει το Airbnb του. Στο Μετς το «κούλνες» φτάνει σε άλλα επίπεδα όταν από στενές γωνίες ξεκλέβω ματιές στην Ακρόπολη. Κάθομαι και κοιτάζω το εντυπωσιακό θέαμα, προσπαθώντας να αγνοώ τον θόρυβο από τα αυτοκίνητα που κορνάρουν, φρενάρουν, καβαλικεύουν τα πεζοδρόμια και τελικά παρκάρουν.
Πλησιάζω στο Σύνταγμα με σκοπό να κατευθυνθώ τελικά στα Εξάρχεια. Μερικά πατίνια με βρίζουν επειδή περπατάω πού; Στο πεζοδρόμιο. Βάζω τη μουσική στ' ακουστικά όσο πιο δυνατά μπορώ, γιατί όσοι φράκαραν στην κίνηση μας εκδικούνται με το να είναι θορυβώδεις. Τα πεζοδρόμια δοκιμάζουν τα παπούτσια και την ισορροπία μου με λακκούβες και μικρά χαντάκια. Σκέφτομαι έναν άνθρωπο σε αναπηρικό αμαξίδιο, καμιά γιαγιά, κάποιον τυφλό. Σίγουρα πρέπει να είναι μεγάλος άθλος η διαδρομή. Κοντά στο Σύνταγμα, που από αμέλεια δεν το έχουν παρομοιάσει με την κεντρική πλατεία της Πράγας (γιατί;), βρίσκω αυτά τα άθλια πεζοδρόμια στα ATM πέριξ της πλατείας και στο ΚΕΠ Συντάγματος. Είναι, κυριολεκτικά, μαύρα και γλιστράνε από κάτι που δεν θέλεις να ξέρεις ακριβώς τι είναι. Αποφασίζω να μην κοιτάζω κάτω.
Αυτό που μ' ενοχλεί είναι που, παρά τον ενθουσιασμό του «κουλ», δεν μπορώ να συμπεριφέρομαι λες και οι υποδομές αναβαθμίστηκαν, λες και η καθημερινότητα των κατοίκων έφτιαξε μαγικά, λες και η ζωή αυτών που δουλεύουν στο κέντρο άλλαξε με ριζικό τρόπο.
Το κέντρο είναι κλειστό και θα καθυστερήσω να φτάσω στο «νέο Βερολίνο». Μια ομάδα ανθρώπων διαμαρτύρεται μπροστά από τη Βουλή. Μια Αγγλίδα(;) ή Αμερικανίδα(;) βγάζει μια κάμερα που κοστίζει όσο 7 μισθοί και κινηματογραφεί όσους περνούν. Σε κάποια φάση δεν αντέχει πια την ταπεινή της τέχνη και βάζει το δικό της κεφάλι σε πρώτο πλάνο, γελώντας με όλα της τα δόντια, ενώ από πίσω της περνάνε οι διαμαρτυρόμενοι. Από τη μια θέλω να πω στην influencer να κλείσει το κινητό της και να σεβαστεί τους ανθρώπους που διαδηλώνουν ή, τουλάχιστον, να μη βγάζει selfie με την πορεία ως background. Από την άλλη, θέλω να της πω πόσο χαίρομαι που ήρθε από μακριά για να δει την Αθήνα και πόσο ντρέπομαι που στον δρόμο για το Αirbnb της (στο Κουκάκι;) θα διέσχισε κι εκείνη αυτά τα παμβρόμικα, κατάμαυρα πεζοδρόμια – αν όχι τότε, ίσως στον δρόμο για το X95 και το αεροδρόμιο. Αυτά τα μαύρα πεζοδρόμια του Συντάγματος είναι τόσο στρατηγικά τοποθετημένα!
Δεν με ενοχλεί που ο διεθνής Τύπος βρίσκει την Αθήνα κουλ. Η πόλη φαίνεται να έχει αγκαλιάσει πολύ επιτυχημένα αυτή την ιδιότητα που της αποδίδουν. Τα ξενοδοχεία και τα Αirbnb έχουν κόσμο και άρα κάποιοι άνθρωποι έσοδα. Παράγονται αισιόδοξες ιστορίες σε μια περίοδο που οι Αθηναίοι τις χρειάζονται. Γεμίζουν ταβέρνες, μπαρ, καφέ και gift shops. Στους δρόμους έχει ευχάριστη κίνηση. Ανοίγουν μαγαζιά μετά από χρόνια ερήμωσης και πολλά απ' αυτά δεν είναι το τυπικό Greek tavern αλλά κάποια χίπστερ εκδοχή μπαρ που σερβίρει και μεσογειακό φαγητό. Δεν με πειράζει να ακούω γύρω μου αγγλικά αντί για διαρκείς αναλύσεις χρεών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Στο κάτω κάτω, δεν με ενοχλεί ούτε η instagrammer/traveler/καταναλώτρια εμπειριών που συναντώ, παρότι ξέρω πως το στοχαστικό της post για τη διαδήλωση στην Αθήνα είναι απλώς μια φλύαρη κενότητα ανάμεσα σε στοχαστικά posts στο Άουσβιτς και selfies απ' τον πύργο του Άιφελ. Μπορεί να τσεκάρει το κινητό της όπου σταθεί κι όπου βρεθεί, χωρίς να γνωρίζει ή να απολαμβάνει τίποτα ουσιαστικά, αλλά σίγουρα θα αγοράζει και πράγματα στην πορεία και όλο και κάτι θα μαθαίνει απ' την Αθήνα, κατά λάθος.
Αυτό που μ' ενοχλεί είναι που, παρά τον ενθουσιασμό του «κουλ», δεν μπορώ να συμπεριφέρομαι λες και οι υποδομές αναβαθμίστηκαν, λες και η καθημερινότητα των κατοίκων έφτιαξε μαγικά, λες και η ζωή αυτών που δουλεύουν στο κέντρο άλλαξε με ριζικό τρόπο. Τι αποκομίζουν όσοι ζουν μια κανονική και μόνιμη ζωή μέσα στα όρια του δήμου Αθηναίων; Πολλά, αλλιώς δεν θα μένανε εδώ. Αλλά παίρνουν και βρόμα. Σκουπίδια και πεζοδρόμια που έχουν να πλυθούν καιρό. Κάδους που ξεχειλίζουν. Ανεβασμένα ενοίκια και ιδιοκτήτες με υπερ-οξυμένη αυτοπεποίθηση και εξουσιαστικές τάσεις τώρα που η διαλυμένη τρώγλη τους έγινε «κουλ». Α, και θόρυβο, γιατί στην Αθήνα δεν έχει εφευρεθεί ακόμα το ποδήλατο.
Πλησιάζοντας στο «νέο Βερολίνο», βγάζω τ' ακουστικά μου. Ο δρόμος είναι κλειστός απ' την πορεία και μπορώ να προχωρήσω ακριβώς στη μέση του χωρίς ν' ακούω γκάζια και φρένα. Παρατηρώ πόσο όμορφη είναι η Πανεπιστημίου. Ιστορικά κτίρια. Λίγο πράσινο εδώ κι εκεί. Φυσάει ένα πολύ δροσερό αεράκι. Μου 'ρχεται η σκέψη ότι το «κουλ» και η μαγκιά δεν αρκούν, χρειάζεται και λίγη ουσία. Οι κάτοικοι της πόλης δεν ζουν στο Ιnstagram. Έχουν ανάγκη ταπεινές και μίζερες ενέργειες για να φτιάξει η κοινή ζωή τους: καθαρισμό, φωτισμό και άλλα τέτοια στοιχειώδη, μπανάλ πράγματα, καθόλου κουλ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO