Η φετινή χρονιά είναι μια από τις πιο δύσκολες για τα πανεπιστήμια της περιφέρειας. Άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο πιέζονται από έναν συνδυασμό παραγόντων, που έχει οδηγήσει σε μείωση των εγγεγραμμένων φοιτητών και σε μια προσπάθεια προσέλκυσης νέων από μεριάς των ιδρυμάτων, η οποία γίνεται μέσω της προβολής τους, ουσιαστικά δηλαδή, της διαφήμισής τους.
Το ζήτημα των εστιών και η πίεση από τον τουρισμό
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα όλων σχεδόν των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, κεντρικών ή περιφερειακών, είναι το ζήτημα των εστιών. Όμως στην περιφέρεια το ζήτημα αποκτά μεγαλύτερη ένταση όταν συνδυάζεται με τα πανάκριβα ενοίκια, ειδικά στις πιο ανεπτυγμένες τουριστικά περιοχές.
«Το μεγάλο πρόβλημα του Πανεπιστημίου Πατρών είναι το θέμα των εστιών», λέει ο Χρήστος Μπούρας, πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών. «Τα τελευταία 20 χρόνια δεν έχουν βρεθεί χρήματα για να γίνει ένα “βαρύ” πρόγραμμα συντήρησης. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε προβλήματα υγρομονώσεων, παλαίωσης κοινόχρηστων χώρων κ.λπ. Όλα αυτά οδηγούν στο να είναι οι εστίες ένα γκέτο. Πρέπει άμεσα η πολιτεία και το ΙΝΕΔΙΒΙΜ (νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, το πρώην ΕΙΝ) να φροντίσουν τώρα που υπάρχει το ταμείο ανάκαμψης να ανακαινίσουν τις εστίες».
Ο Ανδρέας Φλώρος, πρύτανης του Ιονίου Πανεπιστημίου, λέει ότι το ζήτημα των εστιών καθώς και η πίεση που ασκείται από την αύξηση του τουρισμού δημιουργούν ένα σοβαρό θέμα στο πανεπιστήμιο: «Υπάρχουν φοιτητές που μπαίνουν στο πανεπιστήμιο οι οποίοι είτε δεν μπορούν να βρουν σπίτι να μείνουν, είτε δεν μπορούν να βρουν κάποιο που να ανταποκρίνεται στα οικονομικά τους. Γι’ αυτόν το λόγο φεύγουν και αποφασίζουν είτε να σπουδάσουν δίνοντας μόνο εξετάσεις, είτε να ξαναδώσουν εξετάσεις και να μπουν σε κάποιο άλλο τμήμα.
Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι τα παιδιά που έρχονται σε μια πόλη της περιφέρειας για να φοιτήσουν θα πρέπει να είναι καλοδεχούμενα και θα πρέπει να στηρίζονται και από τις τοπικές κοινωνίες, πέρα από τις παροχές που έχουν από το ίδρυμά τους και τις δομές φοιτητικής μέριμνας της πολιτείας
»Προσπαθούμε λοιπόν με κάθε τρόπο να ευαισθητοποιήσουμε την τοπική κοινωνία ώστε αυτό που λέγεται παντού, ότι “ναι, η τοπική κοινωνία στηρίζει το Ιόνιο Πανεπιστήμιο”, να γίνει πράξη και σε αυτόν τον τομέα. Γιατί μπορεί η περιφέρεια να στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά με οικονομικούς όρους από τον τουρισμό, που φέτος τα πήγε εξαιρετικά, όμως όσο καλύτερα πηγαίνει ο τουρισμός τόση περισσότερη πίεση θα ασκείται στο πανεπιστήμιο στο ζήτημα της φοιτητικής στέγης. Και βέβαια δεν είναι μόνο φοιτητική η στέγη, είναι και στέγη για καθηγητές, για έκτακτο προσωπικό, όλοι δυσκολεύονται να βρουν ένα σπίτι να μείνουν».
Το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου είναι το νεότερο ελληνικό πανεπιστήμιο. Ιδρύθηκε το 2000 και δέχτηκε φοιτητές για πρώτη φορά το 2002. Με τον νόμο Γαβρόγλου απορρόφησε το πρώην ΤΕΙ Πελοποννήσου και τη Σχολή Μηχανικών του πρώην ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας, και σχεδόν διπλασιάστηκε.
Ο πρύτανης του πανεπιστημίου, Αθανάσιος Κατσής, σημειώνει τα εξής για το ζήτημα των εστιών: «Υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Έχουμε δύο εστίες που λειτουργούν στην Καλαμάτα και στην Πάτρα. Στην Καλαμάτα λειτουργεί μάλλον ικανοποιητικά, όχι τέλεια, αλλά αρκετά καλά η εστία. Είναι υπό την αιγίδα του ΙΝΕΔΙΒΙΜ, του Ιδρύματος Νεολαίας και Διά Βίου Μάθησης. Στην Πάτρα όμως έχουμε το μεγάλο πρόβλημα, όπου έχουμε μία εστία, μία ακόμα εστία η οποία έχει ενταχθεί πρόσφατα στο ΙΝΕΔΙΒΙΜ, αλλά το ΙΝΕΔΙΒΙΜ δεν ανταποκρίνεται αυτήν τη στιγμή. Δεν υπάρχουν πόροι για την ανακαίνιση και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των φοιτητών στην εστία, ειδικά στην Πάτρα.
»Το ΙΝΕΔΙΒΙΜ, που είναι ο κρατικός φορέας του υπουργείου Παιδείας, δεν ανταποκρίνεται ικανοποιητικά. Πολλοί πρυτάνεις έχουμε πει ότι θα πρέπει το ΙΝΕΔΙΒΙΜ να έχει έναν ρόλο πιο βοηθητικό και στη λειτουργία των εστιών, γιατί δεν υπάρχει δυνατότητα εμείς να στήσουμε και να λειτουργούμε εστίες με δικούς μας πόρους».
Η 101η Σύνοδος Πρυτάνεων, που ολοκληρώθηκε στις 14/12 του προηγούμενου έτους, εξέδωσε ένα πόρισμα που κατέληγε ως εξής: «Απαιτείται η αύξηση της διαθέσιμης χρηματοδότησης για τη σίτιση και τη στέγαση των φοιτητών. Ειδικότερα για τη συντήρηση και ανακαίνιση κρίνεται απαραίτητη η αναβάθμιση της συνεργασίας με το ΙΝΕΔΙΒΙΜ έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική και άμεση υλοποίηση των έργων αυτών».
Ο κ. Κατσής δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξος για τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης ανακοίνωσης ως προς το ζήτημα των εστιών. «Ελπίζω, όμως, να βοηθήσει», λέει.
Μιλήσαμε και με τον Περικλή Μήτκα, τον επικεφαλής της ΕΘΑΑΕ, που ιδρύθηκε το 2020 και διαδέχτηκε την Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση.
H Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης αφενός αξιολογεί και πιστοποιεί τα προγράμματα σπουδών των πανεπιστημίων και αφετέρου «είναι εισηγητική προς το υπουργείο Παιδείας για τη διαμόρφωση εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση», λέει ο κ. Μήτκας. «Στο πλαίσιο αυτό η αρχή λειτουργεί ως ενδιάμεσος ανεξάρτητος φορέας μεταξύ του υπουργείου και των πανεπιστημίων».
Το ζήτημα των εστιών ξεφεύγει από τις αρμοδιότητες της ΕΘΑΑΕ, πέραν από την καταγραφή του ως ζητήματος, όμως μας τόνισε ότι είναι ένα πρόβλημα που το αντιμετωπίζουν και τα κεντρικά πανεπιστήμια εφόσον οι απαιτήσεις στέγασης φοιτητών τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί σε σχέση με την εποχή που είχαν κατασκευαστεί οι υπάρχουσες εστίες.
«Το πρόβλημα σε ορισμένα περιφερειακά πανεπιστήμια που είναι ελκυστικοί τουριστικοί προορισμοί είναι υπαρκτό και εκεί θα πρέπει και οι τοπικές κοινωνίες να βοηθήσουν, πέρα από το προφανές της αύξησης του αριθμού των διαθέσιμων δωματίων-κλινών στις περιοχές αυτές», λέει. «Αλλά δεν είναι δυνατόν να ζητούν από τους φοιτητές να υπογράψουν μισθωτήρια συμβόλαια για έξι ή εφτά μήνες, ανάλογα με το πόσο διαρκεί η τουριστική περίοδος σε κάθε τόπο.
»Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι τα παιδιά που έρχονται σε μια πόλη της περιφέρειας για να φοιτήσουν θα πρέπει να είναι καλοδεχούμενα και θα πρέπει να στηρίζονται και από τις τοπικές κοινωνίες, πέρα από τις παροχές που έχουν από το ίδρυμά τους και τις δομές φοιτητικής μέριμνας της πολιτείας».
Η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και η προσπάθεια διαφήμισης
Η δυσχέρεια των περισσότερων οικογενειών να υποστηρίξουν οικονομικά τις σπουδές των παιδιών τους μακριά από το πατρικό τους, μαζί και με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής σε κάποιες περιπτώσεις, δημιουργεί ένα εκρηκτικό αποτέλεσμα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Νοσηλευτική στο Διδυμότειχο, όπου από τα 128 άτομα που έχουν εισαχθεί, μόλις 9 έχουν εγγραφεί. Ενώ στο τμήμα Μαθηματικών και Εφαρμοσμένων Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Κρήτης, ένα από τα πιο αξιόλογα τμήματα μαθηματικών της χώρας, έχουν εισαχθεί μόλις 50 άτομα.
Η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής μείωσε τους φοιτητές του Πανεπιστημίου Πατρών από 6.500 σε 5.500. Ρωτάω τον πρύτανη, κ. Μπούρα, αν προσπαθεί το πανεπιστήμιο να διαφημιστεί και μου απαντά ότι όντως συμβαίνει και ότι τα έξοδα προβολής του τα πληρώνει με ίδιους πόρους. Μου εξηγεί πώς έχει προκύψει αυτή η ανάγκη:
«Το 2019 που έγινε η παρέμβαση με την ανωτατοποίηση των ΤΕΙ, στην Αθήνα δημιουργήθηκε ένα υπερ-πανεπιστήμιο, το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, με τη συνένωση δύο ΤΕΙ, του Πειραιά και της Αθήνας. Λαμβάνοντας τώρα υπόψη ότι το 45% του πληθυσμού είναι στην Αττική, αντιλαμβάνεστε ότι και για λόγους οικονομικούς δεν μετακινούνται οι άνθρωποι προς την επαρχία».
Για το ζήτημα της διαφήμισης ο κ. Φλώρος του Ιονίου Πανεπιστημίου επιμένει στη θετική πλευρά: «Εγώ θα το χαρακτήριζα προβολή και εξωστρέφεια. Είναι σημαντική για τα πανεπιστήμια γιατί ήδη ο ίδιος ο ευρωπαϊκός χώρος είναι ανταγωνιστικός, με αποτέλεσμα τα πανεπιστήμια να πρέπει να είναι σε θέση να προβάλλουν το έργο που επιτελούν. Είτε πρόκειται για το ερευνητικό είτε πρόκειται για το εκπαιδευτικό ή το ευρύτερο κοινωνικό τους έργο.
»Χρειάζεται να είναι αναγνωρίσιμα έτσι ώστε η κοινωνία να ωφεληθεί από το πανεπιστήμιο και να μπορεί να υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση μεταξύ τους. Και πρέπει να υπάρχει ακόμα και σε εθνικό επίπεδο αυτή η προβολή, γιατί πολλές φορές οι τοπικές κοινωνίες συνειδητοποιούν το τι έχει συμβεί όταν κάτι πάρει πάρα πολύ μεγάλη διασημότητα. Πόσο καλά μπορεί να είναι τα αποτελέσματα από κάποιες έρευνες στο πανεπιστήμιο, για παράδειγμα. Είναι, λοιπόν, επιτακτική αυτή η ανάγκη προβολής των πανεπιστημίων και σε τοπική κλίμακα και σε εθνική, αλλά ενδεχομένως και σε παγκόσμια».
Η προβολή, μάλιστα, του Ιονίου Πανεπιστημίου συντέλεσε στο να περιοριστεί το κενό στον ονομαστικό αριθμό των εισακτέων που δημιούργησε η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, από 30% τον πρώτο χρόνο σε 20%. «Σταδιακά, όσο θα ενισχύονται οι υποδομές για τη φοιτητική μέριμνα, θεωρώ ότι αυτό θα μπορέσουμε να το διορθώσουμε κι άλλο», λέει ο κ. Φλώρος.
«Προφανώς η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής χρειάζεται διορθώσεις. Είχαμε προτείνει και προς το υπουργείο Παιδείας ότι θα μπορούσε να δουλέψει για όλα τα πανεπιστήμια και να μη δημιουργεί αυτό το κενό των εισακτέων στα περιφερειακά ιδρύματα, εάν περιοριζόταν ο αριθμός των εισακτέων προς την τιμή που τα ίδια τα πανεπιστήμια ζητούν.
»Διαχρονικά τα πανεπιστήμια ζητούν έναν άλφα αριθμό φοιτητών συνολικά και το υπουργείο δίνει έναν βήτα, που είναι πάντα μεγαλύτερος από τον άλφα. Αν λοιπόν μπορέσει να περιοριστεί ο αριθμός των εισακτέων στα επίπεδα που τα ίδια τα πανεπιστήμια ζητούν, και ειδικά στα κεντρικά πανεπιστήμια της χώρας που πραγματικά υποφέρουν από τον υπερπληθυσμό, τότε νομίζω ότι η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά και για τα περιφερειακά πανεπιστήμια».
Η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής επηρέασε λίγο μόνο το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, χωρίς να υπάρχουν δραματικές αλλαγές στον αριθμό των εισακτέων. Παρ’ όλα αυτά και το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου προσπαθεί να είναι εξωστρεφές και να προβάλλει τα τμήματά του.
Ο διασκορπισμός των τμημάτων και τα προβλήματα με τις υποδομές
Μέχρι το 2018 το Ιόνιο Πανεπιστήμιο ήταν μόνο στην Κέρκυρα και το ΤΕΙ Ιονίων Νήσων ήταν στη Λευκάδα, στην Κεφαλονιά και στη Ζάκυνθο. Το 2018 με την αναδιάρθρωση του ακαδημαϊκού χάρτη που έκανε ο τότε υπουργός, Κώστας Γαβρόγλου, το Ιόνιο Πανεπιστήμιο απορρόφησε το ΤΕΙ Ιονίων Νήσων. Αυτό δημιουργεί επιπλέον προβλήματα, λόγω και της κακής σύνδεσης των νησιών.
«Για παράδειγμα, για να ταξιδέψει κανείς από την Κέρκυρα στο Αργοστόλι χρειάζεται περίπου 11 ώρες!», επισημαίνει ο πρύτανης. «Υπάρχουν κάποια θέματα που δυσκολεύουν πολύ, όπως ότι λόγω της μεγάλης απόστασης το πανεπιστήμιο πρέπει να στήσει μικρο-αντίτυπα των δομών που έχει για την εξυπηρέτηση των φοιτητών και του προσωπικού. Κι αυτό δεν είναι πάντα εφικτό, γιατί αφενός το προσωπικό που υπηρετεί στο πανεπιστήμιο, και ειδικά στα υπόλοιπα νησιά, είναι περιορισμένο, αφετέρου επειδή προσπαθούμε να εξοικονομήσουμε πόρους, περιορίζοντας την όποια σπατάλη.
»Και βέβαια υπάρχει ένα ακόμα θέμα, που είναι ακαδημαϊκό. Σε περιοχές όπου οι φοιτητές μας είναι απομονωμένοι –για παράδειγμα στη Ζάκυνθο έχουμε μόνο ένα τμήμα– αυτά τα παιδιά δεν μπορούν να έρθουν σε επαφή με συναδέλφους από άλλες επιστήμες για να μπορέσουν να δουν τι είναι διαφορετικό στην επιστήμη και πώς λειτουργούν διαφορετικά πεδία. Να υπάρχει αυτή η καθημερινή ώσμωση που απαιτείται και είναι βασικό στοιχείο των σπουδών».
Το Ιόνιο Πανεπιστήμιο αντιμετωπίζει επίσης πρόβλημα με τις κτιριακές υποδομές. «Ειδικά στην Κέρκυρα είναι πολύ δύσκολο να προχωρήσει κανείς σε περαιτέρω ενέργειες», λέει ο κ. Φλώρος, «επειδή η πόλη είναι χαρακτηρισμένη ως μνημείο Unesco. Το αποτέλεσμα είναι οποιαδήποτε απόπειρα του πανεπιστημίου να χτίσει κάτι να καθυστερεί πάρα πολύ.
»Και γι’ αυτόν το λόγο, τον τελευταίο ενάμιση χρόνο έχουμε στραφεί σε έτοιμες λύσεις, σε κτίρια δηλαδή τα οποία εν δυνάμει, με ελάχιστες παρεμβάσεις, να μπορούμε να τα αγοράσουμε ή να μας παραχωρηθούν για να μπορέσουμε να τα χρησιμοποιήσουμε».
Ο διασκορπισμός των τμημάτων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου σε πολλούς νομούς δεν επηρεάζει τη γενικότερη λειτουργία του πανεπιστημίου, διευκρινίζει ο πρύτανής του. «Το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου από την πρώτη στιγμή λειτουργούσε σε κάθε νομό της Περιφέρειας Πελοποννήσου», επισημαίνει. «Λειτουργούμε, λοιπόν, από την αρχή, εδώ και καιρό, αποκεντρωμένα. Υπάρχουν, βεβαίως, θέματα υποδομών που πολλές φορές μπορεί να διαφέρουν από τη μία περιοχή στην άλλη. Αλλά όσον αφορά τη λειτουργία αυτή καθαυτή δεν νομίζω ότι υπάρχει ιδιαίτερη επίδραση».
Τα κυριότερα προβλήματα του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου «έχουν να κάνουν με την περιφερειακότητα και με το γεγονός ότι είναι ένα σχετικά καινούργιο πανεπιστήμιο», λέει ο κ. Κατσής. «Δεν υπάρχει επαρκής αριθμός κυρίως εξειδικευμένου διοικητικού προσωπικού για να καλύψει τις ανάγκες οι οποίες μεγαλώνουν, είναι ιδιαίτερες πολλές φορές σε θέματα οικονομικής διαχείρισης, σε θέματα πληροφοριακών συστημάτων, πολλές φορές σε θέματα ψυχολογικής υποστήριξης των φοιτητών».
Τονίζει τέλος ότι θέλει «να υπάρχει συνεργασία πιο άμεση και παραγωγική με τις περιφερειακές διοικήσεις που υπάρχουν στην Πελοπόννησο, με την τοπική αυτοδιοίκηση δηλαδή».
Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών είναι πολύ πιο απαισιόδοξος για το μέλλον της ανώτατης εκπαίδευσης στην περιφέρεια: «Αν η χώρα και το πολιτικό σύστημα δεν πάρει μια πρωτοβουλία για μια αναδιάταξη του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας και λόγω του δημογραφικού −δείτε ότι τώρα κλείνουν λύκεια, γυμνάσια, δημοτικά και νηπιαγωγεία της χώρας−, αυτό κλιμακωτά θα φτάσει και πιο πάνω. Θα βρεθούμε μπροστά σε δυσάρεστες εκπλήξεις. Νομίζω ότι θα υπάρξουν συγχωνεύσεις. Η εκτίμηση που έχω εγώ είναι ότι μέχρι το 2030 εκατό πανεπιστημιακά τμήματα θα κλείσουν.
»Το μοντέλο “κάθε πόλη και πανεπιστήμιο” το πεθαίνει το πανεπιστήμιο. Aυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο; Τα πανεπιστήμια είναι συγκεντρωμένα γύρω από ισχυρά campus. Εμείς το 2019, από την Πάτρα που ήμασταν, βρεθήκαμε να έχουμε δεύτερο campus στην Πάτρα, και πήγαμε Πύργο, Αμαλιάδα, Αίγιο, Μεσολόγγι και Αγρίνιο. Βρεθήκαμε να έχουμε 7 campus! Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Είναι στρέβλωση. Τα πανεπιστήμια πρέπει να είναι συγκεντρωμένα σε ισχυρά campus. Η πολυδιάσπαση σε πολλές πόλεις οδηγεί σε βιολογικό θάνατο τα ιδρύματα».
Η άποψη του επικεφαλής της ΕΘΑΑΕ για τον ακαδημαϊκό χάρτη της χώρας
«Η Ανώτατη Εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι διαρθρωμένη σε 25 Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, 24 εκ των οποίων είναι πανεπιστήμια και το ένα, η ΑΣΠΑΙΤΕ, είναι Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα» λέει ο κ. Μήτκας, επικεφαλής της ΕΘΘΑΕ. «Συνολικά 430 τμήματα λειτουργούν σε αυτά τα πανεπιστήμια, σε όλες τις περιφέρειες της χώρας.
»Η διασπορά των τμημάτων στην περιφέρεια έχει συντελεστεί εδώ και αρκετές δεκαετίες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν υποδομές σε πολλές πόλεις. Το γεγονός ότι μπορεί σε κάποια πόλη να λειτουργούν ένα ή δύο τμήματα ομολογουμένως δεν είναι ο καλύτερος τρόπος λειτουργίας ενός πανεπιστημίου, ιδιαίτερα για τους φοιτητές που παρακολουθούν αυτά τα τμήματα. Γιατί έτσι δεν προσλαμβάνουν τις ωφέλειες της ζωής και της συνάφειας σε μία ευρύτερη πανεπιστημιακή κοινότητα.
»Αλλά η Ελλάδα έχει κάνει μια τέτοια επιλογή εδώ και δεκαετίες, χρησιμοποιώντας την ανώτατη εκπαίδευση ως μέσο ανάπτυξης της περιφέρειας. Γίνονται μελέτες, παρακολουθούμε την πορεία αυτών των τμημάτων και αξιολογούμε τα επιτεύγματά τους ή διαπιστώνουμε τα προβλήματά τους, εντοπίζουμε αδυναμίες και γίνεται διαρκώς μια συζήτηση και με τα ιδρύματα και με το υπουργείο.
»Εάν γίνουν αλλαγές στον ακαδημαϊκό χάρτη, θέλω να ελπίζω ότι θα γίνουν μέσα από τη συζήτηση, τη συνεννόηση, τη σύμπραξη των πανεπιστημίων, των ίδιων των ιδρυμάτων δηλαδή, των τοπικών κοινωνιών και της πολιτείας. Προσπαθούμε αυτό ακριβώς να κάνουμε ως Εθνική Αρχή. Να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη και των πανεπιστημίων και της πολιτείας, έτσι ώστε οι εισηγήσεις μας να είναι τεκμηριωμένες, να βασίζονται σε στοιχεία, σε αριθμούς, και να στοχεύουν πάντα στη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
»Επομένως θέλουμε να πιστεύουμε ότι και τα ίδια τα ιδρύματα θα συνεχίσουν να εξελίσσονται, γιατί εξελίσσεται η επιστήμη, εξελίσσονται τα επιστημονικά πεδία, δημιουργούνται νέα, κάποια δεν είναι πια τόσο ελκυστικά, οπότε διαρκώς υπάρχουν προτάσεις από τα ίδια τα ιδρύματα για αλλαγές. Σίγουρα το τοπίο δεν παραμένει στατικό».
Στην ερώτησή μας αν πρόκειται να κλείσουν αρκετά τμήματα στα επόμενα χρόνια, μας τόνισε ότι «δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο πλάνο». «Υπάρχουν όμως διαπιστωμένες αδυναμίες σε ορισμένα τμήματα, αυτό είναι αλήθεια».
Στις 19/12 η ΕΘΑΑΕ εξέδωσε την Ετήσια Έκθεση για την Ποιότητα της Ανώτατης Εκπαίδευσης για το 2021, ένα κείμενο 260 σελίδων που βρίσκεται εδώ.
Η ανάλυσή της απαιτεί ένα ξεχωριστό άρθρο. Επισημαίνουμε όμως ότι στην έκθεση καταγράφεται η στελέχωση των πανεπιστημίων από ένα γερασμένο, επιφορτισμένο με δυσανάλογα βάρη ακαδημαϊκό προσωπικό, καθώς και μειωμένα ποσοστά απασχόλησης αποφοίτων, οι οποίοι σε σχέση με το μέσο ποσοστό των χωρών του ΟΟΣΑ είναι επιπλέον κακοπληρωμένοι.
Συχνά καταγράφονται στην έκθεση ιδεολογικά πρόσημα στις προτάσεις των αρμόδιων επιτροπών. Κάποιες προτάσεις τονίζουν το ζήτημα της αριστείας και της πρόσληψης ανθρώπων διεθνούς κύρους, για παράδειγμα, όταν −όπως προαναφέρθηκε− το πρόβλημα είναι το γερασμένο προσωπικό, η απουσία του και οι υποδομές. Όπως μου ανέφερε ανώνυμα ένας ακαδημαϊκός, «κάποια στιγμή τα “κορόιδα” που βγάζουμε τεράστιο όγκο δουλειάς θα σταματήσουμε, τι θα κάνει μετά το πανεπιστήμιο;».
Η ανώτατη εκπαίδευση, όπως και άλλες πτυχές της ελληνικής πραγματικότητας, χρειάζεται περισσότερες ιδέες και λιγότερη ιδεολογία. Ιδεολογία, με την έννοια της εργαλειακής χρήσης των ιδεών για την οχύρωσή μας από τους άλλους που μπορεί να έχουν μιαν άλλη πολιτική τοποθέτηση ή την οχύρωσή μας ακόμα κι από την ίδια την πραγματικότητα. Στην περίπτωσή μας, από την πραγματικότητα της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης.