Ο Robert Crumb γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια στις 30 Αυγούστου του 1943 και ήταν το μεσαίο από τα πέντε παιδιά του αξιωματικού του Αμερικανικού Ναυτικού, Charles Crumb Snr και της Beatrice. H παιδική του ηλικία ήταν μίζερη και καταθλιπτική. Ο πατέρας του, όταν επέστρεψε από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν κατάφερε να εγκλιματιστεί σε μια φιλειρηνική ζωή και κουβαλούσε τα κατάλοιπα της φρικαλεότητας του πολέμου, τα «φαντάσματα» των ανθρώπων που είχε σκοτώσει ή που είχε δει νεκρούς. Ήταν σκληρός απέναντι στη γυναίκα του και τα παιδιά του. Η Beatrice άρχισε να παίρνει χάπια και αμφεταμίνες για να αντεπεξέλθει στη νέα κατάσταση. Μοναδική διέξοδος του Robert ήταν η ζωγραφική. Αλλά κι αυτό το έκανε υποχρεωτικά. Ο Charles, o μεγαλύτερος αδερφός του, είχε ιδρύσει μια φανταστική εκδοτική εταιρεία και υποχρέωνε τον Robert να σχεδιάζει κόμικ για τα βιβλία που θα εξέδιδαν. «Δεν μου άρεσε να ζωγραφίζω, το έβλεπα σαν να κάνω τα μαθήματά μου», έχει δηλώσει. Σταδιακά ο Charles άρχιζε να παρανοεί. Πέρασε όλη την ενήλικη ζωή του με τη μητέρα του, αποκομμένος από τον έξω κόσμο, προσπαθώντας να κατευνάσει τη σεξουαλική του επιθυμία για νεαρά αγόρια. Αυτοκτόνησε στα μέσα της δεκαετίας του '90. Ο άλλος αδερφός του, ο Maxon, έγινε καλλιτέχνης, αλλά μπαινόβγαινε στη φυλακή γιατί παρενοχλούσε συνεχώς γυναίκες σε δημόσιους χώρους. Συνήθιζε, μάλιστα, να πηγαίνει στο σούπερ μάρκετ και να τους κατεβάζει τις κιλότες.
Ο Crumb, μεγαλώνοντας σε αυτό το βουτηγμένο στην μιζέρια περιβάλλον, εμφάνιζε όλο και περισσότερα σημάδια κατάθλιψης. Ένιωθε παραγκωνισμένος και ήδη στα 19 του σκεφτόταν την αυτοκτονία. «Δεν είχα καμία προοπτική, δεν είχα ιδέα πώς θα καταφέρω να αντεπεξέλθω στη ζωή μου. Σκεφτόμουν σοβαρά να αυτοκτονήσω, αλλά δεν είχα το κουράγιο να το κάνω», εξομολογήθηκε κάποια στιγμή. Πάντως, σε σύγκριση με τους αδερφούς του, ο Robert ήταν ο πιο φυσιολογικός, κατάφερε να σταθεί στα πόδια του, να φύγει από τη Φιλαδέλφεια και να μετακομίσει στο Κλήβελαντ, όπου βρήκε δουλειά στην εταιρεία ευχετήριων καρτών American Greetings. Εκεί θα γνωρίσει τον Buzzy Linhart και τη Liz Johnston, γνωστούς μποέμ της πόλης, καθώς και τον σπουδαίο κομίστα Harvey Pekar, ο οποίος είναι διάσημος από την αριστουργηματική σειρά κόμικ American Splendor (στα πρώτα τεύχη της οποίας συμμετείχε και ο Crumb). Στο Κλήβελαντ τo 1965 θα γνωρίσει και την πρώτη του γυναίκα, την Dana Morgan, με την οποία θα αρχίσουν να πειραματίζονται με το LSD. «Οι περισσότεροι από του διάσημους χαρακτήρες μου παρουσιάστηκαν εκείνη την εποχή σαν από μόνοι τους στα σκίτσα μου. Το LSD με έβαλε κάπου. Δεν ξέρω ακριβώς πού, αλλά ήταν ένα περίεργο μέρος». Θα περάσει ένα διάστημα ώσπου ο χαρακτήρας Fritz the Cat που δημιούργησε, αλλά και τα μονοσέλιδα στριπ με τίτλο «Keep οn truckin», που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Zap Comix» το 1968, να τον κάνουν γνωστό στους μπιτ κύκλους της εποχής και τα μίντια να τον ανακηρύξουν «τον πιο αγαπημένο underground κομίστα της Αμερικής». Ο ίδιος μίσησε τον τίτλο και αποφάσισε να βγάλει στο χαρτί την πιο ερεβώδη πλευρά του εαυτού του, για να στρέψει αλλού την προσοχή του κόσμου. Ήταν τότε που κατάφερε να απενοχοποιήσει τις σεξουαλικές του φαντασιώσεις με γυναίκες με υπερμεγέθη οπίσθια και να περάσει στα κόμικ του αντίστοιχες εικόνες. Πολλές γυναίκες αναγνώστριες θα γίνουν εχθροί του, αλλά χιλιάδες άλλοι θα τον παραδεχτούν ως έναν εκπληκτικό σατιρικό κομίστα. Σε πολλά από αυτά τα κόμικ συμμετέχει και ο ίδιος. Ο χαρακτήρας του είναι συχνά ένας γλοιώδης γυμνός τύπος που μοιάζει να υποφέρει από πριαπισμό. Βέβαια, παρόλο που απεχθανόταν τον ντόρο που είχε δημιουργηθεί γύρω από το όνομά του, απολάμβανε την αναγνωρισιμότητα και τις γυναίκες που τον πλησίαζαν λόγω αυτής. «Το 1969 ταξίδευα συνέχεια. Δεν περνούσα σχεδόν καθόλου χρόνο στο σπίτι. Κυνηγούσα γυναίκες σε όλη τη χώρα. Κάποιο διάστημα έμεινα σε ένα ξενοδοχείο στη Mission Street. Εκεί ήταν που δημιούργησα και τα κόμικ "Big Ass" και "Snatch 3". Μετά έμεινα δυο μήνες μαζί με τον Gilbert Shelton και μια παρέα από Τεξανούς στο Venice, στην Καλιφόρνια. Μετά στο Ντιτρόιτ, στο Σικάγο, στη Νέα Υόρκη. Είναι απίστευτο πώς κατάφερνα να βγάζω τόση δουλειά εκείνη την χαοτική περίοδο».
Στα τέλη της δεκαετία του '60, ο Crumb θα πάρει μια προκαταβολή 10.000 δολαρίων από τις εκδόσεις Ballantine για να εκδοθεί σε βιβλίο ο Fritz. Με τα χρήματα θα αγοράσει μια έκταση βόρεια του Σαν Φρανσίσκο, όπου και θα εγκατασταθεί με την Dana και τον μικρό τους γιο. Όμως, το 1970 ο Crumb θα συνάψει μια πενταετή σχέση με την Kathy Goodell, ενώ την ίδια χρονιά η Dana θα παραχωρήσει τα δικαιώματα του Fritz για μια ταινία μεγάλου μήκους. Ο Crumb απογοητεύτηκε από το αποτέλεσμα της ταινίας (παρ' όλα αυτά, θεωρείται καλτ ακόμα και σήμερα) και έκτοτε «σκότωσε» τον περίφημο γάτο.
Τη δεκαετία του '70 ο ίδιος τη θεωρεί χαμένη, αλλά για πολλούς φαν του ήταν ίσως η πιο σημαντική. Συμμετέχει στο περιοδικό «Arcade» (που έτρεχαν οι έτεροι βετεράνοι του underground) Bill Griffith και Art Spiegelman και αντικατοπτρίζει με τη δουλειά του τη σύγχυση και την απογοήτευση της γενιάς των παιδιών των λουλουδιών. Δεν ήταν παρά το 1981, όταν ο Crumb εξέδωσε ένα νέο περιοδικό, το «Weirdo», το οποίο, εκτός από τη δουλειά του ίδιου, δημοσίευε και κόμικ νέων ανερχόμενων σχεδιαστών. Ωστόσο, η ραγδαία άνοδος του νεο-συντηρητισμού στην Αμερική της δεκαετίας του '80 και η απέχθειά του για τις νέες αμερικανικές αξίες τον οδήγησαν στην απόφαση να μετακομίσει μόνιμα στη νότια Γαλλία μαζί με τη δεύτερη γυναίκα του, την Aline Kominsky (συγκατοικούσαν ήδη από το 1974). Το 1994 ο σκηνοθέτης Terry Zwigoff (αργότερα γνωστός για το Ghost World) θα γυρίσει το Crumb, ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του Robert Crumb. Η ποδολαγνεία του, η εμμονή του με τις ευτραφείς γυναίκες, οι ιστορίες των αδερφών του, οι προετοιμασίες για τη μετακόμιση στη Γαλλία αποτέλεσαν σπουδαίο υλικό και ένα φιλμ που γνώρισε σχετικά μεγάλη επιτυχία στην Αμερική και σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, φέρνοντας το underground κόμικ πάλι στο προσκήνιο. Τα τελευταία χρόνια είχε επικεντρωθεί σε ένα πολύ φιλόδοξο project, την εικονογράφηση της Γένεσης, το οποίο ολοκλήρωσε και κυκλοφόρησε τον περασμένο χρόνο.
σχόλια