Ξεκινά καταρχάς με τη διαπίστωση που δύσκολα θα αμφισβητούσε και ο φανατικότερος «μνημονιακός»: ναι, το πρόγραμμα που μας φόρεσαν υπήρξε μνημείο αποτυχίας. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στις «παρωχημένες νοοτροπίες» ή στις «δομικές αδυναμίες» της χώρας. Η ίδια η συνταγή των ανερμάτιστων περικοπών και της λιτότητας über alles ήταν και παραμένει θεμελιωδώς λάθος, όπως άλλωστε κατά καιρούς παραδέχτηκαν όλοι όσοι τη «μαγείρεψαν». Δεν έχω, όμως, κατανοήσει –ουσιαστικά, ουδείς ακόμα έχει– πώς στην ευχή μπορούμε να «επιστρέψουμε στην ανάπτυξη εντός ευρώ με ένα οικονομικά βιώσιμο πρόγραμμα», χωρίς, μάλιστα, τα «λάθη του παρελθόντος». Τι είδους ανάπτυξη θα είναι αυτή και ποιους θα ωφελήσει; Γιατί ανάπτυξη τάζανε και οι προηγούμενοι και είδαμε τα χαΐρια τους: ξεπούλημα ΔΕΚΟ, παραλιών, δασών κ.λπ. με αντίτιμο καθρεφτάκια για ιθαγενείς, μισθούς Βουλγαρίας με εργασιακές συνθήκες Κίνας, βραχύβιες επενδύσεις υψηλού περιβαλλοντικού ρίσκου, όπως η εξόρυξη χρυσού στη Χαλκιδική. Αλλά το ζήτημα «ποια ανάπτυξη» δεν είναι μόνο ελληνικό, είναι πανευρωπαϊκό. Γιατί κοινωνικό κράτος, συλλογικές συμβάσεις, ασφαλιστικά δικαιώματα και άλλες τέτοιες «παρωχημένες» έννοιες προκαλούν αλλεργίες στα «κυρίαρχα δόγματα του ακραίου νεοφιλελευθερισμού», όπως σωστά –αν και με αρκετή συνθηματολογική ευκολία– μνημονεύει ο Αλέξης, γιατί η «Ευρώπη δύο ταχυτήτων» είναι η καλύτερη μέχρι στιγμής πρότασή τους και η Ελλάδα, το ιδανικό πειραματόζωο (ο αδύναμος και χρεοκοπημένος θα υποστεί καταρχάς, εννοείται, όσα κωλώνουν να απαιτήσουν άμεσα από τον ισχυρό).
Ναι, αληθεύει ότι είμαστε η χώρα με τη μεγαλύτερη οικονομική ανισότητα και τον υψηλότερο δείκτη ανεργίας στην Ε.Ε. (στοιχεία Eurostat), παρότι το περιβόητο «έθνος τεμπέληδων και καλοπερασάκηδων» της συστημικής προπαγάνδας φέρεται να εργάζεται περισσότερο και σκληρότερα από κάθε άλλο ευρωπαϊκό, στη μεγάλη πλειονότητα κιόλας ίσα για να μην πεινάει (42 ώρες την εβδομάδα, στοιχεία ΟΟΣΑ για το '13). Αληθεύει επίσης ότι τα περισπούδαστα μνημόνια απλώς εκτίναξαν το δημόσιο χρέος από το 124% στο 180%. Ο πρωθυπουργός απειλεί με... αϋπνίες τους ολιγάρχες, δείγματα «καλής θέλησης» ήδη υπάρχουν, μένει να φανεί ότι δεν είναι κινήσεις εντυπωσιασμού. Ωστόσο, τα νέα εισπρακτικά μέτρα που συζητιούνται φαίνεται πως κατά βάση πάλι τους μικρομεσαίους ακουμπάνε, αυτούς ακριβώς δηλαδή που μπορούν ακόμα να καταναλώνουν (και να πληρώνουν) έστω στοιχειωδώς, υπομένοντας καρτερικά τα αλλεπάλληλα κύματα περικοπών, κρατήσεων, «κόκκινων» χρεών, άμεσων και έμμεσων φόρων σε συνδυασμό με την ανυποχώρητη ακρίβεια ακόμα και βασικών αγαθών. Και οι οποίοι βρίσκονται καμιά φορά –ας μου επιτραπεί η υπερβολή– σε χειρότερη μοίρα ακόμα και από τους ανέργους, εφόσον γι' αυτούς καμιά δικαιολογία ή ανοχή δεν περισσεύει, τουναντίον φταίνε κιόλας, αφού «μαζί τα φάγαμε».
Μένει να δούμε ποιος, τελικά, θα προσφερθεί να θυσιαστεί για να καθυστερήσει τον εχθρό, όπως στο μυθιστόρημα, επειδή αυτό επιτάσσει το καθήκον – κι άσε την ελπίδα να αντιλέγει.
Σωστά σημειώνει ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, αν δηλαδή θα μετεξελιχθεί σε μια νομισματική αλλά και πολιτική ένωση ίση, δημοκρατική και αλληλέγγυα, όπως υποτίθεται ξεκίνησε, ή σε μια ζώνη συναλλαγματικών ισοτιμιών τις οποίες ορίζουν θεσμοί εξωκοινοβουλευτικοί. Σωστά επισημαίνει την απειλή ενός «τεχνοκρατικού τερατουργήματος». Όμως, Αλέξη, θα πρέπει επίσης να πείσουμε ακόμη και τους πιο καλόπιστους «εταίρους» ότι δεν θα επαναληφθεί το πανηγύρι με τα κοινοτικά κονδύλια και τις επιδοτήσεις που «έπαιξε» τις εποχές των «παχιών αγελάδων» και όπου, ναι, είναι συνυπεύθυνοι όσοι συνειδητά επωφελήθηκαν από τέτοιες πρακτικές ή τις ανέχτηκαν – αφασία που φίλμαρε απολαυστικά ο Σωτήρης Γκορίτσας στο Μπραζιλέρο του ήδη από το 2001.
Η «λύση εντός ευρώ», στην οποία ορθά –με δεδομένη την οικονομική και κοινωνική κατάσταση της χώρας– επιμένεις, ήταν εξαρχής μια σπαζοκεφαλιά για πολύ δυνατούς λύτες. Τη λες και δύο πόδια σ' ένα παπούτσι. Καλώς ή κακώς, όμως, αυτό επιθυμεί δημοσκοπικά αλλά και ρεαλιστικά μιλώντας πάνω από το 7Ο% των Ελλήνων. Μένει να πειστεί σε «ψήφο ανοχής» ο μισός σχεδόν ΣΥΡΙΖΑ που δεν αντιδρά μόνο από «ιδεολογικά κολλήματα» αλλά και επειδή οι περισσότερες «κόκκινες γραμμές» αποδείχτηκαν... γραμμές Μαζινό, υπονομεύοντας και την αξιοπιστία μιας υπεραισιόδοξης, αρχικά, κυβέρνησης.
«Για ποιον χτυπά τελικά η καμπάνα;» καταλήγει μνημονεύοντας Χεμινγουέι το πρωθυπουργικό άρθρο. Μα, για όλους μας, νομίζω. Τους πολίτες –που θα κληθούμε εν τέλει να πληρώσουμε την όποια «νύφη», οπότε και θα φανεί έμπρακτα πόση ανάσα και αξιοπρέπεια μάς επιφυλάχθηκε–, τον ελληνικό αλλά και τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς λαούς, ειδικά όσους νιώθουν «λιγότερο ίσοι», τις κυβερνήσεις και τους θεσμούς της Ε.Ε., για εσένα τον ίδιο, Αλέξη Τσίπρα. Μένει να δούμε ποιος, τελικά, θα προσφερθεί να θυσιαστεί για να καθυστερήσει τον εχθρό, όπως στο μυθιστόρημα, επειδή αυτό επιτάσσει το καθήκον – κι άσε την ελπίδα να αντιλέγει.
σχόλια