Είναι μερικές φορές που το μυαλό σταματά μπροστά στην απύθμενη κακία και μοχθηρία που κρύβουν οι πιο φρικαλέες όψεις της ανθρώπινης φύσης. Που η φιλοσοφία, η ποίηση, η τέχνη και τα άλλα λαμπρά επιτεύγματα της ανθρώπινης διάνοιας αδυνατούν να ερμηνεύσουν ή να διαχειριστούν ικανοποιητικά τέτοια φαινόμενα, μην πω ότι φαντάζουν εντελώς μάταια, όπως συνέβη π.χ. με το Ολοκαύτωμα. Που η ψυχολογία σηκώνει τα χέρια ψηλά, η ηθική στέκει αμήχανη, η λογική αυτοακυρώνεται – και είναι αυτό ακριβώς το συναίσθημα που μαζί με τον φόβο του θανάτου γέννησαν τις θρησκείες και τις λοιπές μεταφυσικές αναζητήσεις, παραμένοντας ωστόσο ανικανοποίητο, εφόσον μήτε εκείνες εγγυώνται τη λύτρωση από το ανείπωτο, αντίθετα, χιλιάδες εγκλήματα έγιναν και γίνονται στο όνομα κάποιου δόγματος. Παρότι λίγοι αναλογικά φτάνουμε σε τέτοιο έσχατο σημείο απανθρωπιάς, είμαστε, βλέπεις, πολύ περισσότεροι όσοι θα μπορούσαμε να πράξουμε τα ίδια και χειρότερα, αν το μυαλό μας «θόλωνε» ή αν απλώς απουσίαζαν εκείνοι οι ηθικοί και κοινωνικοί κανόνες που μας αποτρέπουν. Αυτό απέδειξε και το πείραμα του Μίλγκραμ (1963), όπου «καθηγητές» εφάρμοζαν ηλεκτροσόκ σε «μαθητευόμενους», ξεπερνώντας, στην πλειονότητά τους, πρόθυμα τα όρια, αλλά και η βασισμένη σε αντίστοιχο επιστημονικό πείραμα ταινία Το Κύμα (2008), όπου με την κατάλληλη ενθάρρυνση αθώα σχολιαρόπαιδα μεταμορφώνονται σε σαδιστές μελανοχίτωνες μέσα σε λίγες μόνο βδομάδες.
Αν οι ίδιοι άνθρωποι που φρίττουμε με τους αποκεφαλισμούς των τζιχαντιστών του ISIS ζητάμε κεφαλές επί πίνακι, πόσο τελικά διαφέρουμε από εκείνους;
Η είδηση-σοκ που υπερκάλυψε κάθε άλλη τα τελευταία 24ωρα ήταν η άγρια δολοφονία της 4χρονης Άννυ, που ο βιολογικός της πατέρας σκότωσε, τεμάχισε και στη συνέχεια έβρασε με ρύζι και πέταξε στα σκουπίδια. Ως δικαιολογία πρόβαλε την παθολογική του ζήλια για τη φίλη του και μητέρα του παιδιού, που πίστευε, λέει, ότι έκλεβε πολύ από το ενδιαφέρον της για εκείνον. Μια μητέρα που επίσης δεν φαίνεται άμοιρη ευθυνών, αυτά όμως ας τα κρίνει η δικαιοσύνη. Εκείνο που απασχολεί εμένα περισσότερο τόσο σε αυτή, όσο και σε άλλες περιπτώσεις μικρότερων ή μεγαλύτερων εγκλημάτων, είναι η κανιβαλιστική διάθεση με την οποία εμείς, οι κατά τα άλλα αγαθοί, νομοταγείς και φιλήσυχοι πολίτες αντιμετωπίζουμε τους θύτες. «Να τον βιάζουν και να τον βασανίζουν καθημερινά», «να τον γδάρουν ζωντανό», «να τον παλουκώσουν», «να έχει έναν αργό και βασανιστικό θάνατο», «στην κρεμάλα τώρα» είναι μερικά μόνο από τα σχόλια που συνοδεύουν το δημοσίευμα σε ΜΜΕ και κοινωνικά δίκτυα. Και αν τέτοιες παρορμητικές αντιδράσεις δικαιολογεί, τρόπον τινά, η ασύλληπτη κτηνωδία της συγκεκριμένης πράξης, τα ίδια και χειρότερα λέγονται και γράφονται σε πολλές άλλες περιπτώσεις παραβατικών συμπεριφορών, όπως π.χ. συνέβη προ διμήνου με τον 40χρονο παιδεραστή με το βανάκι, που, όσο αποτρόπαια και αν δρούσε, δεν είχε καν απειλήσει κάποια ζωή.
Δεν λείπουν, φυσικά, οι απαραίτητες ρατσιστικές πινελιές: «Βουλγαρόγυφτος είναι το πρεζάκι, τι περίμενες», «γαμώ τις Αλβανίες, τις Βουλγαρίες και τις Ρουμανίες που μας κουβαλήθηκαν εδώ», «κρύβουν την εθνικότητα του φονιά τα ΜΜΕ για να ρίξουν στάχτη στα μάτια (!)» διάβασα σε μερικά σχόλια. Τι κι αν ο παιδοκτόνος της Ερμιόνης Μανώλης Δουρής, ο Παναγιώτης Φραντζής που τεμάχισε τη νεαρή γυναίκα του Ζωή, ο «δράκος» Παπαχρόνης και τόσοι άλλοι απεχθείς δολοφόνοι είναι Έλληνες με τη... βούλα; Για κάποιους φυρόμυαλους ιθαγενείς, το DNA της φυλής είναι καθαγιασμένο, ο «κακός» είναι –πρέπει να είναι– πάντοτε ο ξένος, ο αλλότριος, ο διαφορετικός, η πόρνη, ο χρήστης κ.λπ. Αλλά ούτε για την –τουλάχιστον ανεύθυνη, όμως εδώ δεν κρίνουμε αυτό– μάνα έλειψαν οι ρατσιστικές αλλά και οι μισογύνικες, σεξιστικές εκφράσεις τύπου «κοίτα την τσούλα πόσο προκλητικά στήνεται στον φακό». Τέτοια είναι δυστυχώς η «εκ βαθέων» κουλτούρα μας κι ύστερα ψάχνουμε τι φταίει που ένας στους δέκα Έλληνες ψήφισε Χρυσή Αυγή. Αλλά εδώ είδαμε εγκληματολόγο υπουργό να προαναγγέλλει αυτοδικία κατά υπόδικου (κιόλας).
«Και τι θες να κάνουμε με τους εγκληματίες, να τους χαϊδεύουμε τρυφερά, όλο κατανόηση; Κι αν το θύμα ήταν συγγενής σου;» θα πει κάποιος. Μεγάλα λόγια δεν λέω, ελπίζω ωστόσο να μη φανώ πιο βάρβαρος από εκείνη την Ιρανή μάνα που έσωσε τον φονιά του γιου της από την κρεμάλα με ένα συμβολικό χαστούκι. Εννοείται, τώρα, ότι κάθε εγκληματίας οφείλει να λογοδοτεί για τις πράξεις του και να τιμωρείται ανάλογα. Όμως σε Ελλάδα και Ευρώπη απαγορεύονται δεκαετίες τώρα τα βασανιστήρια και η θανατική ποινή, ακριβώς επειδή η ωμή εκδικητικότητα ούτε σωφρονίζει, ούτε είναι πολιτισμικά συμβατή. Αναρωτιέμαι πώς θα ήταν οι κοινωνίες μας δίχως νόμους και θεσμούς που να εξασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία τους, τιθασεύοντας, ταυτόχρονα, τα χαμηλότερα ανθρώπινα ένστικτα. Αν οι ίδιοι άνθρωποι που φρίττουμε με τους αποκεφαλισμούς των τζιχαντιστών του ISIS ζητάμε κεφαλές επί πίνακι, πόσο τελικά διαφέρουμε από εκείνους;
σχόλια