{αυτός,αυτός}
Kάθε φορά που τηγανίζω ψάρια περιμένω το θαύμα.
Λέω θα με λυπηθούν τα μπακαλιαράκια, θα το σκάσουν απ' το μάτι το ηλεκτρικό και θα ξεμαρμαρώσεις στο λεπτό.
-Σαν το Μπαλουκλί που πήδηξαν οι κουτσομούρες απ' το τηγάνι κι έδωσες σημάδι ότι θα γυρίσεις.
Αλλά δεν ξεκουνιούνται οι αθερίνες, πιάνουν αλευρόκρουστα και πάει το θαύμα.
Kαι ξαναβάζω τηγάνι την επόμενη.
Και παρακαλάω τα σαφρίδια τα άπονα να σε φέρουν πίσω.
Και πάλι προτιμάνε το μαρτύριο του τηγανιού τα σκληρόκαρδα.
Και μένω με το τεφλόν στο χέρι να σε περιμένω.
Κι αλλάζω τηγάνια.
Κι αλλάζω κουζίνες.
Κι αλλάζω σπίτια.
Αιώνες πέρασαν, μ' έφαγαν τα τηγάνια.
-μαρμαρώνω κι εγώ σιγά σιγά Κωστάκη μου.
σχόλια