Υπάρχει κάτι στο πώς αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα, που τις περισσότερες φορές μου προκαλεί φόβο. Ορφανοί από νοήματα και με θραύσματα ανίκανα να συνθέσουν μια πειστική εκδοχή, επιχειρούμε να διατρέξουμε όλο τον ιστό της επικαιρότητας, παράγοντας, αποτυπώνοντας και ταυτίζοντας την αγωνία μας με το φάσμα των ψυχικών και νοηματικών διεργασιών που συμβαίνουν στη συνείδηση του αναγνώστη.
Τις περισσότερες φορές, βέβαια, νιώθω πως αποτυγχάνουμε. Ο δημοσιογραφικός λόγος, άλλωστε, ως λόγος έχει τους περιορισμούς του, τις πεπερασμένες συνθήκες του και την ασφυκτική κυριολεξία του. Δεν έχει σημασία γι’ αυτόν τόσο η αύρα της πραγματικότητας, όσο οι ρητές επιστρώσεις της, οι συναρμολογημένες κατασκευές της, τα συσκοτισμένα δήθεν διαφωτιστικά ντοκουμέντα.
Όλα με (αναγκαστική) γεύση ευπώλητου, γιατί το άθροισμα των καινών χώρων στους περισσότερους προκαλεί ίλιγγο. Μπορώ να φανταστώ μερικές φορές πώς θα ήταν, στ’αλήθεια, αν οι προσομοιώσεις που συσκοτίζουν τις αντιλήψεις των περισσοτέρων εξέφραζαν με τέτοια κατακλυσμιαία πληρότητα -που θα καθήλωνε τον αποδέκτη τους- την πάσα αλήθεια. Έχω την αίσθηση πως θα έσπαγαν οι περισσότεροι απ’ το σοκ της σύγκρουσης μ’ έναν κόσμο που μέχρι πρότινος αγνοούσαν.
Βέβαια, είναι αλήθεια ότι οι περισσότεροι δεν είχαμε φανταστεί δυσκολότερη (και πιο αλλοπρόσαλλη) περίοδο από αυτήν που περνάμε τα τελευταία δυο χρόνια. Μπορεί να νιώθαμε πως στην επιφανειακή στιβάδα του «γαπικού» μύστακος έθαλλε άσμα συνθηκολογημένο και πένθιμο, αλλά, παρ’ όλα αυτά, δεν θέλαμε ν’ αποσπάσουμε τη προσοχή μας απ’ το βιβλίο με τον τίτλο Η πεπλανημένη πλην δίκαια αιτία (εκδόσεις Αγανακτισμένη Πασχαλίτσα). Άλλωστε, αποτελεί κατεξοχήν φροϋδικό χαρακτηριστικό μας η καθήλωση σε αδιέξοδα fractals.
Με δεδομένα όλα αυτά και με το αδέξιο και λειψό δημοψήφισμα να προστίθεται στο ήδη τραγικό μας μείγμα, νομίζω πως προχωράμε επιμελώς ατημέλητα στο απονεκρωμένο στάδιο που περιέγραψε ο αδερφός του Ρίντλεϊ Σκοτ, Τόνι, στο στυλιζαρισμένο, βαμπιρικό φιλμ Hunger, παραγωγής 1983. Η πρωταγωνίστρια Κατρίν Ντενέβ, η οποία υποδύεται ένα εκπάγλου καλλονής βαμπίρ, υπόσχεται αιώνια αγάπη και νέοτητα στους ανά τους αιώνες εραστές της, κρύβοντάς
τους τις συνέπειες της αιμάτινης υποτίμησης στην οποία τους υποβάλλει (η οποία, αργά ή γρήγορα, πάντοτε καταφθάνει) και τους μετατρέπει σε αειθαλή ζόμπι.
Στην περίπτωσή μας, η αλήθεια είναι πως κανείς δεν υποσχέθηκε αιώνια νεότητα και αγάπη. Ωστόσο, πίσω απ’ τον μαγεμένο πολιτικό καθρέφτη, όπου είδαν την αντανάκλασή τους οι περισσότεροι στις τελευταίες εκλογές, ένας παγωμένος άνεμος έσπρωχνε σαν θραύσμα τη βάρκα που λίγο καιρό αργότερα θα έμπαινε στο λιμάνι.
Τυφλοί, όπως ήταν, δεν έδωσαν ιδιαίτερη σημασία. Κακώς πιστέψαμε πως ο σχεδόν τυφλός έχει την ικανότητα να βοηθήσει τον εντελώς τυφλό.
σχόλια