Το έργο άρχισες να το ψυλλιάζεσαι εδώ και εβδομάδες. Πρώτα ήταν η Κατερίνα. Μετά ο Απόστολος και πάντα η ίδια αιτία. «Δεν βγαίνω ρε παιδιά. Οι πωλήσεις έχουν πέσει. Αυτό το γαμημένο το ΦΠΑ φταίει για όλα. Πόσα να κρύψω ο χριστιανός»; Ένα πρωί ήρθε και η σειρά σου. Πρωινό τηλέφωνο στο γραφείο σου και κάλεσμα στον διευθυντή. Ο ίδιος λυπημένος να εξιστορεί το πώς ξεκίνησε με τριάντα δραχμές στην τσέπη, που έφτασε και πως κινδυνεύει να τα χάσει όλα. Το συμπέρασμα γνωστό. «Λυπάμαι ρε αγόρι μου αλλά δεν μπορούμε να συνεχίσουμε τη συνεργασία μας. Απολύεσαι!».
«Το πρώτο διάστημα έχεις το μούδιασμα του σοκ και κάποιες πενιχρές οικονομίες στην άκρη να χρηματοδοτούν τις βόλτες σου στην παραλία για να σκεφτείς. Με τόση σκέψη και προβληματισμό στα 25 μου φιλόσοφος έπρεπε να γίνω όχι λογιστής. Το πρώτο κύμα «στεναχώριας» το βίωσα όταν έψαχνα να αγοράσω κούτες για να βάλω μέσα τα πράγματα μου. Έκανα δύο ημέρες να τα μαζέψω όλα, ενώ ήταν δουλειά ουσιαστικά ενός απογεύματος», αναφέρει ο Άγγελος.
Και ύστερα η μεταφορική, μία τελευταία ματιά στο σπίτι που κάποτε γέμιζε με φωνές και πάρτι και το κλείσιμο της πόρτας. Η Αλεξία έκλαψε πολύ εκείνη την ημέρα. Και στο ασανσέρ και στο αυτοκίνητο και πάνω από τις κούτες. Και μετά ήρθε το φρένο και το «φτάσαμε».
«Ξάφνου συνειδητοποιείς ότι το πατρικό που τόσο λαχταρούσες να δεις τα Χριστούγεννα και το Πάσχα θα γίνει τώρα το νέο σου σπίτι. "Ένα καταφύγιο προσωρινό" όπως λένε οι γονείς σου. Δεν τους πιστεύεις. Ανοίγεις τα πράγματα και τα βάζεις στα παιδικά συρτάρια. Όλα είναι στη θέση τους και ας μη χωράς στο κρεβάτι σου. Κι ας μη χωράς γενικότερα».
Ακολουθούν τα πρώτα μελαγχολικά πρωινά. Οι γονείς πιο διακριτικοί από ποτέ. Ξέρουν.
«Στις γιορτές μπορεί να σε βομβάρδιζαν με 35 ερωτήσεις το λεπτό. Τώρα ξέρουν. Ζορίζονται και οι ίδιοι. «Που μας έφτασαν οι κερατάδες» τους ακούς να συζητούν. Κοιμάσαι πολύ. Ή κάνεις πως κοιμάσαι πολύ. Οι άλλοι νομίζουν ότι ξυπνάς μεσημέρι. Ξέρεις ότι ξυπνάς πρωί αλλά σηκώνεσαι μεσημέρι. Και μονίμως κουρασμένος. Μη με ρωτήσεις από τι μπορεί να είναι κουρασμένος ένας άνεργος», ανέφερε η Ελένη.
Ο Σωτήρης είδε, όπως λέει, τον όγκο των εκτυπωμένων βιογραφικών του να χρησιμεύει περισσότερο σε ένα τζάκι παρά στην εύρεση δουλειάς στην Κομοτηνή. Ο ίδιος δεν το μετανιώνει και κάνει ένα καινούριο ξεκίνημα.
«Μία επιστροφή σε κάτι που έχεις γευτεί ποτέ δεν είναι εύκολη. Δεν μπορώ να σου πω ότι όταν το πήρα απόφαση ήμουν χαρούμενος. Υπάρχουν όμως και τα θετικά σε κάθε απόφαση. Αρχικά με τη δεδομένη κρίση και ανεργία έχουν γυρίσει όλοι. Εμένα προσωπικά το 80% των φίλων μου γύρισε στο πατρικό του. Αυτό σημαίνει ότι τα περισσότερα άτομα με τα οποία έχεις δεθεί θα είναι παρόν και στη νέα σου πραγματικότητα. Επίσης, πρέπει να σκεφτούμε και το επίπεδο διαβίωσης. Από το να βγάζω κάποια λίγα χρήματα στη μεγάλη πόλη και απλά να επιβιώνω, μπορώ με τα ίδια χρήματα να περάσω πολύ πιο όμορφα στην πατρίδα μου. Δεν σου λέω ότι δε στερείσαι πράγματα. Απλά τα πράγματα δεν είναι τόσο τραγικά. Οφείλεις να προσαρμοστείς στις καταστάσεις και να κοιτάξεις πως θα καταφέρεις να ζήσεις με αξιοπρέπεια».
Ο χειμώνας θα βρει και τους τέσσερις στις πατρίδες τους να αναζητούν μία καινούρια καθημερινότητα. Στο ίδιο δωμάτιο που έκαναν τα πρώτα τους όνειρα. Στο ίδιο δωμάτιο που θα χτίσουν και τα επόμενα.
σχόλια