Ο ναζισμός είναι πολιτικό και οικονομικό φαινόμενο. Κανένας Χίτλερ δεν θα ανέβαινε στην εξουσία, αν δεν εξασφάλιζε την ανοχή ενός αστού πολιτικού της «καλής κοινωνίας» όπως ο Χίντενμπουργκ, χωρίς τη συγκατάβαση των ηγετών της βαριάς γερμανικής βιομηχανίας, δίχως να έχει εκτοξευθεί η ανεργία στο 40% λόγω της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης που προηγήθηκε το 1929.
Το ίδιο και στη σημερινή Ελλάδα. Αν δεν είχε μειωθεί το εθνικό εισόδημα κατά 30% περίπου, αν η χώρα δεν είχε πετύχει πανευρωπαϊκό ρεκόρ στην ανεργία και αν δεν είχε αποκαλυφθεί η πλήρης ανικανότητα του πολιτικού «προσωπικού» της χώρας να κατανοήσει την κρίση (πόσο μάλιστα να τη χειραγωγήσει), η Χρυσή Αυγή δεν θα είχε ξεπεράσει το 1% και δεν θα ήταν καν θέμα συζήτησης στην ευρύτερη κοινωνία.
Κι όμως! Αν και αναγκαίες συνθήκες για την άνοδο του ναζισμού, οι πολιτικές και οικονομικές διαστάσεις μιας μείζονος κρίσης δεν αρκούν για να παραδοθούν οι κοινωνίες στα ερπετά του ναζισμού. Για να συμβεί αυτό πρέπει να συντρέξει και κάτι άλλο, μια επιπλέον σκοτεινή δύναμη: ο ναζί που, όπως καλά γνωρίζω, κρύβω μέσα μου. (Χωρίς να είμαι μόνος, δυστυχώς...)
Τον νιώθω να αποκτά δύναμη και να με καταλαμβάνει εκ των έσω απροσδόκητα, σε όλα σχεδόν τα πεδία προσωπικής μου δράσης.
Στον δρόμο, ως οδηγός, όταν νιώσω πως κάποιος άλλος οδηγός παραβίασε τα «δικαιώματά μου» ή, ακόμα χειρότερα, ως πεζός, όταν βλέπω παρκαρισμένο αυτοκίνητο σε πεζοδρόμιο και πρέπει να κατέβω στον δρόμο. Δεν είναι σπάνιο να με κατακλύσουν, ξάφνου, συναισθήματα μίσους, πλήρως δυσανάλογα με το «έγκλημα» του άλλου, αλλά από εκείνα τα συναισθήματα που δεν διαφέρουν (τουλάχιστον ποιοτικά) από εκείνα που νιώθει ο ναζί την ώρα που χτυπά ή μαχαιρώνει το θύμα του.
Στο ελληνικό πανεπιστήμιο, κάθε φορά που παρατηρούσα την αναξιοκρατία να υπερισχύει στο πλαίσιο της «ιεράς συμμαχίας» της με τη διαφθορά, ένιωθα, μαζί με απόλυτα δικαιολογημένα συναισθήματα οργής, την εξουσία του ναζί μέσα μου να δυναμώνει – και, έτσι, να με αποδυναμώνει. Επρόκειτο για εμπειρίες οι οποίες, από τότε που βρίσκομαι στην Αμερική, εξέλιπαν, και πολύ χαίρομαι γι' αυτό. Προς το παρόν.
Τον νιώθω να ενεργοποιείται εκεί που δεν τον περιμένω. Σε κάποιες περιπτώσεις, χωρίς καν θυμό. Ψύχραιμα. Όπως, για παράδειγμα, τις στιγμές που αναλογίζομαι τις μελλοντικές σπουδές της εννιάχρονης κόρης μου και πώς μπορώ να της εξασφαλίσω κάποιο προβάδισμα, στέλνοντάς την σε καλύτερο γυμνάσιο από εκείνα στα οποία μπορούν να πάνε τα παιδιά των «άλλων», εφοδιάζοντάς την με γνώσεις και δεξιότητες που θα τη βοηθήσουν να αναδειχθεί στην κοινωνική ζούγκλα που οικοδομεί η γενιά μου για τη γενιά της. Συνήθως ηρεμώ με τη σκέψη ότι πρόκειται για μια φυσιολογική έκφανση πατρικής αγάπης. Υποκρίνομαι όμως. Αν και πράγματι υπάρχει πολλή αγάπη σε αυτά τα πατρικά σχέδια, υπάρχει και κάτι άλλο, πιο ύπουλο, καθόλου ανθρωπιστικό: η προτεραιότητα που δίνουν όλα τα ζώα στα δικά τους γονίδια, τα οποία πασχίζουν να «πολλαπλασιάσουν» και να διαδώσουν εις βάρος των γονιδίων των άλλων. Τι άλλο είναι η μανία των ναζί με τη «φυλή», την ανωτερότητά της, από την προβολή αυτής της πρωτόγονης τάσης του «εγωιστικού γονιδίου» (όπως το ονόμασε ο Ρ. Ντόκινς) από το οικογενειακό περιβάλλον στο έθνος;
Ο ναζί μέσα μου με πληγώνει πιο πολύ όταν εμφανίζεται από το πουθενά ακόμα και σε τρυφερές στιγμές. Όπως σε εκείνες με τη Δανάη. Κάποιες φορές, από τη μία στιγμή στην άλλη, εκεί που απολαμβάνουμε το δώρο που μας χάρισε η ζωή να είμαστε μαζί, κάποια διαφωνία, για ψύλλου πήδημα, μου δημιουργεί βίαια συναισθήματα που στερούνται λογικής και τα οποία πρέπει να σκοτώσω, στέλνοντας τον ναζί στο μπουντρούμι όπου πασχίζω να τον κρατώ αλυσοδεμένο.
Όμως, οι εμπειρίες που ρίχνουν το περισσότερο νερό στον μύλο του ναζί που κρύβω μέσα μου είναι οι ναζί «έξω» μου. Η οργή που μου προκαλεί η θέα των Χρυσαυγιτών είναι ο ασφαλέστερος σύμμαχός του. Τίποτα δεν τρέφει τη δική του οργή περισσότερο από τη δική μου, όταν έρχομαι αντιμέτωπος μαζί τους. Τίποτα δεν νομιμοποιεί τη βία τους, και τη βία του, από την τάση μου να μη διακρίνω τα αδιέξοδα που οδήγησαν αυτά τα παιδιά, αυτούς τους ανθρώπους, να ασπαστούν το πιο αηδιαστικό ιδεολόγημα στην ιστορία της ανθρωπότητας.
«Σκότωσε τον ναζί που κρύβεις μέσα σου» μας προέτρεπε ο Βίλχελμ Ράιχ τη δεκαετία του '60. Τον πίστεψα και πασχίζω να το κάνω χρόνια τώρα. Να σκοτώσω τον ναζί που κρύβω μέσα μου. Από τότε που πρωτοδιάβασα αυτή την προτροπή. Μόνο που δεν είναι καθόλου εύκολο. Είναι ίσως αδύνατον. Ίσως το καλύτερο που μπορώ να πετύχω είναι να τον μαντρώνω στο κελί του όσο πιο πολύ γίνεται.
Η μόνη μου παρηγοριά είναι ότι έως τώρα, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, από τότε που ξέσπασε η κρίση (την οποία σχολιάζω συνεχώς), ο ναζί μέσα μου δεν έχει πάρει «πόντους», δεν έχει ενισχυθεί από την εμπλοκή μου στον δημόσιο διάλογο για την κρίση. Αντίθετα με πολλούς επικριτές μου, των οποίων οι δικοί τους ναζί φαίνεται να έχουν κυριαρχήσει μέσα τους. Θα είμαι ο τελευταίος που θα τους επικρίνω, γνωρίζοντας πολύ καλά τι τέρας είναι αυτό που έχουμε μέσα μας. Απλώς, θα παρακαλέσω γονατιστά όλους τους, όσο και αν σιχαίνονται αυτά που λέμε εμείς που μαζί μας διαφωνούν, να τον απομονώσουν. Να μην αφήσουν τον δικό τους ναζί να τους επηρεάζει. Έτσι ώστε κι εγώ, και άλλοι, να καταφέρουμε να κρατήσουμε τους δικούς μας τους ναζί στα εσωτερικά μπουντρούμια που τους αξίζουν. Έτσι ώστε κάποια στιγμή να απεγκλωβίσουμε και τους Χρυσαυγίτες από τους ναζί που τους απήγαγαν εκ των έσω. Έτσι ώστε να εμποδίσουμε την κρίση να μας φέρει στα πρόθυρα ενός νέου εμφύλιου πολέμου και, αντί γι' αυτόν, να ενωθούμε τελικά εναντίον της.
σχόλια