Ο Νίκος είχε σκάσει να μου πει τι συνέβη με τη Βίκυ, κι ασχέτως αν δεν είχα καμιά όρεξη να ακούσω, πήγα στο ραντεβού για καφέ (άντε, στα όπα όπα τους έχω τους αναγνώστες). Ο Νίκος, λοιπόν, μετά το σεξ με το φτύσιμο και το βρίσιμο είχε στύση πλέον με τη Βίκυ. Κανονικά. Τόσο είχε πάρει τα πάνω του κι ένιωθε γαμάτος, που μέσα στη χαρά του, αντί να ξεμπερδευτεί στα γκομενικά του και να βάλει ένα στόχο και μια γραμμή, βρήκε και τρίτη γκόμενα. Την Αλίκη. Και άντε πάλι απ' την αρχή. Γιατί δεν είχε στύση με την Αλίκη. Είχε με την κοπέλα του, την Άννα, κανονικά, κι ήταν σούπερ το σεξ, είχε επιτέλους και με τη Βίκυ, αλλά με την Αλίκη όχι. Κι άρχισε πάλι να αγχώνεται «τι, δηλαδή μόνο με τις γκόμενές μου την Άννα και τη Βίκυ απ' όλες τις γυναίκες θα μπορώ να κάνω σεξ» και κάπως έτσι, για την τιμή των όπλων, κράτησε και την Αλίκη για να της αποδείξει ότι μπορεί μια μέρα, ίσως, να κάνει καλό σεξ. Το παράξενο ήταν ότι η Αλίκη δεν παρατηρούσε καν ότι δεν είχε στύση ο Νίκος και θεωρούσε το σεξ απίθανο και του έλεγε χίλια δυο στο κρεβάτι, ότι θα πάθει ανακοπή και τέτοια, κι ο Νίκος δεν μπορούσε να καταλάβει αν τον δούλευε κατάμουτρα ή όχι (γενικά, οι γυναίκες έχουν μια ανεξήγητη έμφυτη τάση ή να υπερβάλλουν ή να υποκρίνονται στο σεξ). Tespa, με αυτά και με τα' άλλα ο Νίκος νοσηλεύτηκε κάποτε στο νοσοκομείο από εξάντληση από το πολύ το σεξ. Μπήκε κανονικά σε ορό για μέρες, αλλά έλα που οι τρεις γκόμενες είχαν φρικάρει και τον έπαιρναν τηλέφωνο να περάσει απ' το σπίτι τους! Έβγαζε ο Νίκος τον ορό, πήγαινε με την πεταλούδα στο χέρι να πηδήξει μια τη μία και μια την άλλη και ξημερώματα ήταν πίσω στο νοσοκομείο. Μια νοσοκόμα μόνο κατάλαβε ότι έλειπε τα βράδια και του χάρισε ένα κουτί προφυλακτικά «δώρο απ' τη διεύθυνση του νοσοκομείου» του είπε - κι έτσι πήδηξε ένα βράδυ κι αυτήν, αλλά είχε στύση, οπότε δεν την κράτησε κι αυτήν για γκόμενα, δόξα τω Θεώ.
Στον ίδιο θάλαμο με τον Νίκο βρίσκονταν και πέντε παππούδες. Κάθε βράδυ που ο Νίκος έφευγε να πηδήξει, όταν γύριζε είχε πεθάνει κι από ένας. Έμενε τρεις μέρες χωρίς να πηδήξει, όλοι οι εναπομείναντες παππούδες πήγαιναν μια χαρά στην υγεία τους. Έκανε να φύγει την τέταρτη, ξημερώματα πέμπτης, όταν γύριζε, άλλο ένα κρεβάτι άδειο. Όταν έμεινε ο τελευταίος παππούς έπεσε στα πόδια του, σε παρακαλώ παλικάρι μου, μη φύγεις, δεν θέλω να πεθάνω και τέτοια, κι έτσι ο Νίκος κατέληξε να παίρνει και τον παππού μαζί με το δικό του ορό κάθε φορά που έβγαινε απ' το δωμάτιο και να τον αφήνει να περιμένει στο αμάξι. Αλλά ένα βράδυ ξέχασε να τον πάρει μαζί του, κι έτσι, όταν γύρισε, τον βρήκε νεκρό κι έκτοτε το έφερε βαρέως και του δημιουργήθηκαν νέες εμμονές, ότι όσους αφήνει πεθαίνουν, άρα εξάντληση ξε-εξάντληση δεν θα μπορούσε να αφήσει ποτέ μα ποτέ καμία από τις τρεις γκόμενές του κι ένιωσε δέσμευση και πίεση κι άρχισε να τις απατά με άλλες.
Εν τω μεταξύ, εκείνο το διάστημα ο Άρης έπεσε εντελώς τυχαία πάνω στη Μαριγώ, καθώς ήταν στη γύρα ένα βράδυ. Η Μαριγώ τον πρόσεξε αμέσως που κοίταζε τον κώλο της και του είπε «τί τηράς;» και κάτι άλλα ακαταλαβίστικα, ο Άρης δεν μπορούσε να σταυρώσει λέξη για να το εξελίξει σε φλερτ. «Εν πάση περιπτώσει κοπελιά» της λέει, «όμορφη είσαι, ό,τι και να προσπαθείς να πεις». Κι έφυγαν για να κάνουν σεξ, αλλά η Μαριγώ ξαφνικά δεν έλεγε κουβέντα σε εκείνο το σεξ. Την παρακάλεσε πολλές φορές να του πει κάτι βρώμικο και horny, αλλά τίποτα, μούγκα. Απελπισμένος, σταμάτησε κι αυτός να μιλάει κι έκανε ένα εντελώς βουβό σεξ που δεν ήξερε πώς του πήγαινε γιατί δεν ακούγονταν ούτε αχ, ούτε βαχ. Κι εκεί που έφτανε στην κορύφωση ο Άρης τής είπε μόνο «τελειώνω, πες μου κάτι τώρα, σε παρακαλώ». Και ακούει ξαφνικά τη Μαριγώ να του λέει απ' το υπερπέραν με πολύ δυνατή φωνή «γεια σου Άρη τσίφτη!».
Τα επόμενα σεξ με τη Μαριγώ πήγαν καλύτερα γιατί εκείνη ξεμπλόκαρε και μιλούσε. Δηλαδή καλύτερα να μη μιλούσε, γιατί έλεγε κάτι «ηδονιιιή μου» και «ματσάνα το, ματσάνα το» κι ο Άρης δεν καταλάβαινε γρι. Η Μαριγώ συνέχισε να κοιμάται με τον Άρη κι όλο τον υπόλοιπο κόσμο, ενώ ο πρώην άντρας της, ο Μπένι, που είχε ξεμείνει στην Αθήνα μέχρι να κατακτήσει ξανά την πρώην γυναίκα του, πίστευε ότι το σεξ ήταν αστικός μύθος. Συνέβαινε, αλλά πάντα σε κάποιους άλλους, πολύ μακριά από εκείνον...
(συνεχίζεται)
σχόλια