Η ανακοίνωση που έκαναν πριν από λίγο μέσα από την επίσημη ιστοσελίδα τους:
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων εκφράζει την κάθετη αντίθεσή του στην κατάργηση του αυτόνομου Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και την εξαγγελλόμενη συγχώνευσή του με το Υπουργείο Παιδείας στη σύνθεση της νέας κυβέρνησης.
Η αναγκαιότητα ύπαρξης αυτόνομου Υπουργείου Πολιτισμού είναι πάγια θέση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, που έχει διαμορφωθεί μέσα από συνελεύσεις και συλλογικές διαδικασίες του και εκφράστηκε στις κινητοποιήσεις και τα αιτήματα του Συλλόγου κάθε φορά που –μετά το 1977 που αυτονομήθηκε από το τότε υπουργείο Προεδρίας- το ΥΠΠΟΑ συγχωνεύτηκε είτε με το Τουρισμού (2010-2012) είτε με το Παιδείας (2012-2013).
Το αίτημα δεν βασίζεται σε κάποια φιλάρεσκη διάθεση των εργαζόμενων σε αυτό, αλλά σε συγκεκριμένα επιχειρήματα που σχετίζονται με τον κοινωνικό ρόλο του πολιτισμού συνολικά και στις τοπικές κοινωνίες, ρόλος που αναδεικνύεται ακόμη πιο σημαντικός στη συγκυρία της κρίσης που διανύουμε.
Ο πολιτισμός, σε όλες τις εκφάνσεις του, αποτελεί ένα δημόσιο αγαθό και θα έπρεπε να αποτελεί προτεραιότητα της Πολιτείας, πλάι στα δημόσια αγαθά της παιδείας, υγείας και πρόνοιας, ιδιαίτερα σε μια περίοδο κρίσης όπως η σημερινή. Η σημασία της μνημειακής κληρονομιάς της χώρας, οι δυνατότητες που ανοίγονται με τη στήριξη της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας, ειδικά σε ένα περιβάλλον εκδημοκρατισμού που περιμένουμε από τη νέα κυβέρνηση, η ιδιαίτερη σύνδεση της προστασίας του φυσικού και του πολιτιστικού περιβάλλοντος, η σύνδεσή του με την ιστορική μνήμη και την καταπολέμηση του φασισμού και του ρατσισμού, ο ειδικός ρόλος και η βαρύτητα των πολιτιστικών αγαθών στην οικονομία της χώρας (ΕΣΠΑ, τουρισμός), αλλά και η ανάγκη να χαράσσεται πολιτική για όλα τα προαναφερθέντα, επιβάλλουν την ύπαρξη αυτόνομου Υπουργείου Πολιτισμού.
Παρότι η τρέχουσα ρητορική τείνει να «βλέπει» τον πολιτισμό ως «πολυτέλεια» σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης, αυτό που βιώνουμε όλοι από την ενασχόλησή μας με την πολιτιστική κληρονομιά βρίσκεται στον αντίποδα: ο κοινωνικός ρόλος των μουσείων, των αρχαιολογικών χώρων, των χώρων τέχνης και παραγωγής πολιτισμού είναι ακόμη πιο σημαντικός σήμερα. Όταν σε μικρές επαρχιακές πόλεις τα μουσεία και οι αρχαιολογικοί χώροι αποτελούν τους μοναδικούς χώρους πολιτιστικών δραστηριοτήτων, όταν οι κάτοικοι των πόλεων προσπαθούν να βρουν διεξόδους αναψυχής στα μουσεία, στους ανοιχτούς αρχαιολογικούς χώρους, στις υπαίθριες δωρεάν εκδηλώσεις τέχνης και πολιτισμού, που ζωντανεύουν τις γειτονιές και τις σώζουν από την υποβάθμιση, όταν ακόμη και μέσα σε αυτή την κρίση παράγεται ένας πλούτος σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας από μικρά και πρωτοποριακά σχήματα και καλλιτέχνες που, α στηριχτεί, μπορεί να αποτελέσει κεφάλαιο για τη χώρα, όταν η έλλειψη ιστορικής μνήμης ελλοχεύει τον κίνδυνο να αναπαράγονται ολοκληρωτικές ιδεολογίες, τότε η στήριξη του πολιτισμού είναι αναγκαία προϋπόθεση, για να σταματήσει η μετατροπή της οικονομικής κρίσης σε βαθιά πολιτιστική κρίση και κρίση αξιών.
Πολύ περισσότερο δε, όταν σήμερα –όπως και πάντοτε– ο πολιτισμός μπορεί να αποτελέσει εργαλείο ανάπτυξης προς μια κατεύθυνση διαφορετική από αυτή της στρεβλής οικονομικής διόγκωσης, που μας οδήγησε στην τωρινή βαθιά οικονομική κρίση. Μία ανάπτυξη που θα θέτει ως προτεραιότητα την ποιότητα ζωής, την αναβάθμιση των πόλεων και της υπαίθρου μέσα από την διηνεκή προστασία του φυσικού και του πολιτιστικού περιβάλλοντος και την καταπολέμηση της ανεργίας (τα έργα πολιτισμού είναι έργα έντασης εργασίας, με 65% κ.μ.ο. των χρηματοδοτήσεων από το ΕΣΠΑ να κατευθύνεται σε προσλήψεις προσωπικού, ενώ η εκτέλεση των έργων και η δημιουργία ρεύματος επισκεπτών στηρίζει τον τοπικό πληθυσμό με την προσφορά εργασίας και την αναδιανομή του εισοδήματος), σε αντίθεση με τα έργα χωρίς προφανή σκοπιμότητα και τις επενδύσεις χωρίς συνέχεια, που συνέχισαν να χρηματοδοτούνται από κρατικά και ευρωπαϊκά κονδύλια ακόμη και εν μέσω της τωρινής οικονομικής συγκυρίας. Ως εκ τούτου, πρόκειται για ένα πραγματικά παραγωγικό Υπουργείο, που προσφέρει στο Ελληνικό Δημόσιο μεγάλα έσοδα και ρευστότητα, που μπορεί και πρέπει να παίξει σημαντικό ρόλο στην οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη της χώρας.
Προφανώς είναι αναγκαία και πρέπει να ενθαρρύνεται η συνεργασία με τα Υπουργεία Παιδείας, Περιβάλλοντος, Εξωτερικών & Τουρισμού καθώς και τη Γενική Γραμματεία Τύπου & Επικοινωνίας και τα δημόσια ΜΜΕ, τόσο κεντρικά όσο και σε επίπεδο περιφερειακών υπηρεσιών, η ύπαρξη αυτόνομου Υπουργείου Πολιτισμού όμως είναι αναγκαία προϋπόθεση για να επιτευχθούν τα παραπάνω.
Αντιθέτως, η συγχώνευσή του, ακόμη και με την ύπαρξη Υφυπουργού, έχει αποδειχτεί και στο παρελθόν ότι δεν επιφέρει καμία εξοικονόμηση στον κρατικό προϋπολογισμό και δεν προσφέρει καμία ευελιξία. Αντιθέτως, αυξάνει τη γραφειοκρατία, δυσκολεύει την εκτέλεση του προϋπολογισμού, την εκτέλεση των έργων ΕΣΠΑ και καθυστερεί τις αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις που χρειάζονται για να άρουν όλο το προηγούμενο μνημονιακό νομικό καθεστώς και να ανοίξουν το δρόμο σε γενναίες παρεμβάσεις που θα στηρίζουν –και δεν θα στραγγαλίζουν- την πολιτιστική κληρονομιά και τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία.
Ένα αυτόνομο Υπουργείο Πολιτισμού με στοχευμένο πλαίσιο δράσεων -που δεν θα τεθούν στη σκιά άλλων προτεραιοτήτων- δεν πρόκειται να αποδείξει τίποτε άλλο παρά την πολιτική στόχευση οποιασδήποτε μελλοντικής κυβέρνησης. Η αυτονομία του Πολιτισμού αποτελεί προϋπόθεση για τη γόνιμη και απρόσκοπτη λειτουργία των Υπηρεσιών του. Σε δεύτερο χρόνο ας αποτελέσει το όχημα για την ακύρωση όλων των πολιτικών που συρρίκνωσαν τις δομές του και για τη θεσμική ενδυνάμωση των Υπηρεσιών, προκειμένου να συνεχίσουν να διαχειρίζονται και να αποδίδουν τον Πολιτισμό ως αγαθό για την κοινωνία και τους εργαζόμενους.
Εν κατακλείδι, απέναντι σε προτάσεις που έχουν ακουστεί για συγχώνευση του Υπουργείου Πολιτισμού με άλλα υπουργεία, θεωρούμε απολύτως αναγκαία τη διατήρησή του ως αυτόνομου Υπουργείου, και την αναδιοργάνωσή του με ένα νέο Οργανισμό με σύγχρονες δομές και αρμοδιότητες, που θα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της εποχής.
σχόλια