**SCROLL DOWN FOR THE ENGLISH TEXT**
Πριν από δύο χρόνια γνώρισα την Gabriela Pichler και τον Johan Lundborg - και οι δύο Σουηδοί σκηνοθέτες - στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Γκέτεμποργκ στη Σουηδία - στο Sky Bar του ξενοδοχείου Ρίβερτον, ενός από τους κοινωνικούς χώρους του φεστιβάλ.
Η Gabriella ήταν έτοιμη να ολοκληρώσει τη δημιουργία της ταινίας της «Eat, Sleep, Die» (στα σουηδικά: Äta sova dö). Σκέφτηκα ότι ο τίτλος ήταν ιδιοφυής, μου φάνηκε σαν η απάντηση στο «Eat, Pray, Love». Αλλά το «Eat, Sleep, Die» δεν έχει καμία σχέση με αυτό. Είναι η ιστορία μιας μουσουλμάνας σουηδέζας Βαλκανικής καταγωγής (Raša), η οποία εργάζεται σε ένα εργοστάσιο και συσκευάζει πράσινες σαλάτες όλη την ημέρα, όταν ο εργοδότης της αποφασίζει να κάνει «περικοπές» και απολύεται.
Ένιωσα ένα δυνατό, καλό προαίσθημα για την ταινία και σκέφτηκα ότι θα ήταν μια ωραία ιδέα να γράψω για μια ταινία που δεν είχε βγει ακόμα. Πραγματικά «ανεξερεύνητος κινηματογράφος». Αλλά αυτή η συνέντευξη δεν συνέβη, και έπρεπε να γυρίσω πίσω.
Τι συνέβη στη συνέχεια ;
Ένα χρόνο αργότερα, η ταινία ταξίδεψε ανά τον κόσμο, κέρδισε πολυάριθμα βραβεία -συμπεριλαμβανομένου του Βραβείου Κοινού Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, τo Σουηδικό Guldbagge Award για το 2013 (καλύτερη ταινία της χρονιάς)- και ήταν η επίσημη Σουηδική είσοδος για τα Όσκαρ.
Και έτσι το άρθρο του «ανεξερεύνητου κινηματογράφου» μετατράπηκε σε «κάλλιο αργά παρά ποτέ»!
ΤΟ ΤΡΕΙΛΕΡ ΤΟΥ ΦΙΛΜ
_________________
Ακολουθεί μια συνέντευξη με τον Johan Lundborg, τον διευθυντή φωτογραφίας του «Eat, Sleep, Die» όπου συνειδητοποιήσαμε ότι είχαμε περισσότερα κοινά από ότι πίστευα:
«Έχω παρελθόν με την Ελλάδα. Ήταν η πρώτη χώρα που πήγα αφού τελείωσα το πανεπιστήμιο. Σπούδαζα Θέατρο και Κινηματογράφο στο Λουντ. Εκεί είχαμε έναν καθηγητή από τη Θεσσαλονίκη που ονομάζεται Βασίλης Παπαγεωργίου, ο οποίος εργαζόταν τότε στη Σουηδία. Τον αγαπούσα ως δάσκαλο και ως άνθρωπο. Είχε όλα όσα αναζητάς σε ένα δάσκαλο. Μιλούσε πολύ για την Ελλάδα και για την πόλη καταγωγής του, τη Θεσσαλονίκη. Είχα επίσης διαβάσει ένα άρθρο στην εφημερίδα για τη Θεσσαλονίκη, που την ίδια χρονιά ήταν η πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης. Στο ίδιο χρονικό διάστημα είδα «Το βλέμμα του Οδυσσέα», την ταινία του Αγγελόπουλου και ήμουν απόλυτα ερωτευμένος με αυτή την ταινία, σκέφτηκα ότι ήταν καταπληκτική. Νομίζω ότι o Αγγελόπουλος είναι εκπληκτικός σκηνοθέτης. Είναι σαν τον Μπέργκμαν της Ελλάδας. Έμεινα μαγεμένος από τις εικόνες του.
Έτσι με έπιασε μια λαχτάρα να πάω στην Βόρεια Ελλάδα. Βρήκα μια υποτροφία από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ρώτησα τον καθηγητή μου και μου είπε ότι είχε ένα καλό φίλο στο Κρατικό Θέατρο. Έτσι, εγώ και ο καλύτερος φίλος μου, ο Tobias, πήγαμε για οκτώ μήνες στη Θεσσαλονίκη. Στο Κρατικό Θέατρο είμασταν βοηθοί παραγωγής, αλλά στην πραγματικότητα δεν κάναμε τίποτα το ιδιαίτερο. Νομίζω ότι οι άνθρωποι μας είδαν σαν τους αστείους περίεργους Σκανδιναβούς, κανείς δεν πολυκαταλάβαινε γιατί είμασταν εκεί και τι κάναμε!
Ποια είναι η γνώμη σου για την Θεσσαλονίκη του 1998;
Ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον «μείγμα» καταστάσεων. Είχε αυτό το είδος της Ανατολικής Ευρωπαικής θλίψης και μελαγχολίας. Από τη μία πολύ πραγματική και ειλικρινής και από την άλλη πολύ «σικ» και οι άνθρωποι ντυμένοι με πολύ μοντέρνα ρούχα. Και όλα αυτά τα καφέ! Κάθε καφέ είχε το δικό του ντιζάιν. Παίζαν DJs νωρίς το απόγευμα, όπως στα κλαμπ, ενώ πίνεις τον φραπέ σου. Από την άλλη πλευρά, εγώ και ο φίλος μου, ο Tobias, δεν μπορέσαμε ποτέ πραγματικά να κατανοήσουμε πώς οι νέοι Έλληνες καταφέρνανε να είναι κοινωνικοί, ειδικά σε αυτά τα μέρη, από τη στιγμή που δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε επειδή ήταν τόσο δυνατή η μουσική. Θυμάμαι επίσης ότι οι άντρες ειδικά έκαναν αρκετή «επίδειξη». Όταν πηγαίναμε έξω τα βράδια μας προκαλούσε έκπληξη ότι οι άνθρωποι δεν χορεύανε. Και μερικές φορές που εγώ και ο Tobias προσπαθούσαμε να χορέψουμε, οι γύρω μας στεκόταν μόνο κρατώντας ένα ποτό. Αλλά όταν οι DJs έβαζαν ελληνική λαϊκή μουσική, τότε κάποιοι χόρευαν συνήθως. Νομίζω ότι η κουλτούρα του «αλκοόλ» είναι πολύ διαφορετική στη Σουηδία. Οι άνθρωποι στη Σουηδία πραγματικά πίνουν και μεθούν και γελοιοποιούναι, αλλά στη Θεσσαλονίκη ήταν μια πιο «ελεγχόμενη κατάσταση».
Πες μου για την ταινία ξεκινώντας από τον τίτλο:
Ο τίτλος της ταινίας είναι αναφερόμενος σε μια ζωή που είναι δεν τίποτα άλλο παρά αυτό: eat, sleep, work, die, και δεν έχει να κάνει με άλλα πράγματα …Το φαγητό είναι ένα μεγάλο θέμα στην οικογένεια της Raša, καθώς και στη συνέχεια, όταν χάνει τη δουλειά της, και γίνεται απλά: eat, sleep, die... Φυσικά στην ταινία θίγεται αν η ζωή είναι μόνο αυτό, ή θα πρέπει να είναι και άλλα πράγματα. Για εκείνη είναι περισσότερο ή λιγότερο αρκετά, της αρέσει η ζωή της. Ξέρω πολλούς ανθρώπους που είναι απόλυτα ευχαριστημένοι με αυτόν τον τρόπο ζωής και μπορώ να πω ότι τους ζηλεύω, μακάρι να μπορούσα να είμαι ευτυχισμένος έτσι. Ο τίτλος της ταινίας είναι αναφερόμενος σε μια ζωή που δεν έχει νόημα κατά κάποιο τρόπο.
Η ταινία δεν είναι βασισμένη πολύ στην πλοκή της. Ξεκίνησε αρχικά με μια ιστορία η οποία εξελίχτηκε με στοιχεία «αυτοσχεδιασμού». Αλλά δεν είναι μια ταινία «για τους μετανάστες της Σουηδίας». Είναι γεγονός ότι έχουμε πολλούς ανθρώπους στη Σουηδία που προέρχονται από άλλη χώρα, και αν αντιμετωπίζουμε αυτούς τους ανθρώπους σαν «κάτι διαφορετικό» και τους συγκρίνουμε με τους Σουηδούς, τότε υπάρχει πρόβλημα . Ο τρόπος που διαλέγουμε «να δείξουμε», η οπτική που επιλέγουμε, επηρεάζει και τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι βλέπουν τον κόσμο. Για μένα αυτή η ταινία είναι μια καλή εναλλακτική λύση ως προς αυτό. Συνήθως, όταν ένα άτομο ξένης καταγωγής είναι σε μια ταινία, στις 90 % των περιπτώσεων το θέμα της ταινίας είναι αυτό . Αλλά αυτή η ταινία δεν είναι τόσο πολύ για τη μετανάστευση, ασχολείται περισσότερο με τις ταξικές διαφορές. Είναι μια ιστορία για ένα κορίτσι που έχασε τη δουλειά της. Ένα κορίτσι που ανήκει σε αυτή την πόλη. Νομίζω ότι είναι ο λόγος που αυτή η ταινία έχει εκτιμηθεί επίσης, μια μένα είναι ένας νέος τρόπος να πούμε μια ιστορία…
Στην ταινία δεν χρησιμοποιείτε ηθοποιούς...
Ναι, επιλέξαμε άνθρωποι που δεν είναι ηθοποιοί . Ήταν μια κάποια αντιδράση έναντι στο πώς οι ηθοποιοί παίζουν στις σουηδικές ταινίες. Πολύ συχνά δεν ακούγονται αυθεντικοί. Η ιδέα να βάζεις έναν εργάτη να πάρει το ρόλο του ηθοποιού είναι μια κάπως διαφορετική προσέγγιση από το να βάζεις έναν ηθοποιό να πάρει το ρόλο του εργάτη. Στην αναζήτηση μας για αυθεντικότητα, το αισθανθήκαμε αυτό.
Στην ταινία βλέπουμε μια σουηδική κοινωνία που δεν ξέρουμε τόσο καλά, ή ίσως δεν περιμένουμε…
Για πολλούς ανθρώπους το να χάσουν τη δουλειά σας είναι η μεγαλύτερη καταστροφή της ζωή τους . Για την Raša είναι επίσης. Όπου δείχνουμε αυτή την ταινία στο εξωτερικό, οι θεατές μένουν έκπληκτοι, «μα εμείς δεν είχαμε συνειδητοποιήσει ότι οι άνθρωποι ζουν έτσι στη Σουηδία». Οι Σουηδοί γενικά είμαστε αρκετά ταπεινός λαός αλλά βαθιά μέσα μας γνωρίζουμε ότι θα έχουμε εξασφαλισμένη την ευημερία μας, είμαστε ασφαλείς, πετύχαμε κάποια πράγματα, προσπαθούμε για την ισότητα των δύο φύλων, οπότε όταν βγαίνουν ταινίες σαν κι αυτή οι άνθρωποι μένουν έκπληκτοι. Και ίσως αυτό να συμβαίνει επειδή μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων ανώτερης/μεσαίας τάξης ή αρκετά προνομιούχοι κάνουν τις περισσότερες ταινίες στη Σουηδία. Κατά πάσα πιθανότητα το ίδιο συμβαίνει παντού…
Η διάλογος της ταινίας είναι κωμικός σε πολλά σημεία…
Η κωμωδία της ταινίας προέρχεται από αυτό που μας σώζει πολλές φορές στη ζωή μας στις πλέον παράλογες και τραγικές καταστάσεις, αν βλέπεις τα πράγματα από μια προοπτική χιούμορ συνήθως επιβιώνεις. Και νομίζω ότι είναι αυτό που κάνει την ταινία ελκυστική σε ένα ευρύτερο κοινό .
Μπορεί το χιουμορ να σε σώσει από την κρίση;
Υποθέτω πως ναι!
________________
Αυτό το καλοκαίρι είδαμε έξω από την ΕΡΤ 3 στη Θεσσαλονίκη , μια μεγάλη πινακίδα να γράφει: ..Work, Pay, Die…
Ήρθε η ώρα για το Eat, Sleep, Die να έρθει στην Ελλάδα!
===================
Two years ago I was introduced to Gabriela Pichler and to Johan Lundborg- both Swedish filmakers- at the Goteborg Film Festival in Sweden at the Sky bar of Hotel Riverton, one of the social places of the festival. Gabriella was about to finish making her movie called ‘Eat, Sleep, Die’ (in Swedish: Äta Sova Dö). I thought that the title was genius, it sounded to me like an answer to ‘eat, pray, love’. But this is a totally different story. It is the story of a muslin Swedish Balkan girl (Raša) who works in a factory packing rocket salad all day, when her employers decide on making some ‘cuts’ and therefore she loses her job.
I felt a strong good intuition about the movie and thought it would be an exciting idea, to write about a film that had not come out yet. Truly ‘unexplored cinema’. But this interview never happened then, I had to go back home.
What happened next?
A year later the film travelled the world, won numerous awards, including the Venice Film Festival Audience award, the Swedish Guldbagge Awards 2013 (Best movie of the year) and it was the official Swedish entry for the Oscars.
And the ‘unexplored cinema’ article turned to ‘better late then ever’!
Below is an interview with Johan Lundborg, the Director of Photography of ‘Eat, Sleep, Die’ where I realised that we had more in common then I thought, this is the story:
‘I have a history with Greece. It is the first thing I did after I finished school and you feel that your own town has become too small. I was studying Drama and Film studies in Loon, and we had a teacher from Thessaloniki called Vasilis Papageorgiou, who was working in Sweden. I loved him as a teacher and as a person. He was very intellectual and had all the things that you look up to a teacher. He talked a lot about Greece and where he came from, Thessaloniki. And then I remembered reading an article in the newspaper about Thessaloniki, because it was the same year when Thessaloniki was the cultural capital of Europe. Around the same time I remember watching Ulysses’ Gaze, the film by Angelopoulos and I totally fell in love with it, I thought it was amazing. I think that Angelopoulos is visually breathtaking. He is like the Bergman of Greece. I was very much drowned into his world.
So these events made me longing to go to the north of Greece. There was a scholarship that we could apply from EU. I asked my teacher and he said that he had a good friend at Kratiko Theatro. So, me and my best friend, Tobias, went for eight months to Thessaloniki. On the ‘paper’ it said directing and production assistants, but in reality we were more like extras hanging around. I think people just saw us as the funny strange Scandinavians, nobody really knew why we were there and what we were doing.
How do you remember the Thessaloniki of 1998?
It was a very interesting mix because it had this kind of eastern European sadness and melancholia. It was a little bit worn down. It felt very real and honest and on the other hand it was very chic and people were dressed up with really trendy clothes. And all these cafés! Every café had its own stylised design interior. They would have DJs in the afternoon like a club, while you are drinking your frappe. On the other hand we never really understood how young Greeks socialise, me and Tobias, we were always trying to figure out how to do that because especially at these places you couldn’t talk as the music was so loud. And I remember all the guys really showing off. Also I remember when we went out in the evenings we were so fascinated because people were never dancing. And some times me and Tobias tried to dance and people would just stand with a drink. But when the DJs were putting on the Greek folk music, only then some people started dancing. I think the drinking culture is very different then Sweden. People in Sweden really drink and get drunk and make a fool out of themselves, but there it was more ‘controlled’.
Tell me about the movie starting of with the title:
The title of the movie is referring to a life that is very much about that ‘eat, sleep, work and die’, and you don’t have so much to do with other things, you are satisfied, or at least you have very good food! Eating is a big thing in Rasa’s family, and then when she loses her job, it’s just ‘eat sleep die’ left… Of course in the film there is some kind of discussion, if is this what life is all about, or should we do other things. For her is more or less enough, she likes her life, she likes to be there, and just hang out. I know many people that are perfectly happy in this way and I could envy them, thinking I wish I could be happy living like that. The title of the movie is referring to a life that is pointless in a way.
This film is not very plot driven. They is always some kind of dramaturgy that is leading the film forward. And then we have to fill it in with improvisation. But this is not a film ‘about immigrants against Swedish people’. It is a fact that we have a lot of people in this country with other background then Swedish and as long as you treat these people as ‘something else’ and you compare them to Swedish, it’s a problem. The way we create our image of the world, affects how people see the world. For me this film is a good alternative. Usually if a person with a foreign background is in a film, 90% the theme is about that. But this film is not so much about immigration it is more about ‘class’. It becomes an issue a little bit, but it is not by far the main issue. It is a story about a girl that lost her job. And she doesn’t live in the suburb of stockolm, you are not doomed to live in a ghetto in the suburb, if you are an immigrant. I think that’s why this film is appreciated also, because for me it represents an new kind of story.
In the film you are not using ‘real’ actors:
Yes, we chose people that are not actors. It was our reaction to how people speak and act on Swedish films. Often it doesn’t sound authentic. Having a worker playing the worker instead of an actor playing the worker is some how a different approach. They have so much expertise already and you feel it. It was very much about finding the authencity.
In the film we see a side of the Swedish society that we don’t know so well, or maybe we don’t expect.
For many people losing their job is the biggest catastrophy in their lives. It is for Raša as well. Everywhere we show this film abroad, people are surprised, ‘oh we didn’t realised people are like this in Sweden’. Swedish people are humble but deep within we know we have our welfare, we are secure, we achieved things, we are working on our gender, you know it is some kind of self image that you want to keep, and when films like that come out, people are surprised. And maybe that’s because certain groups of people, upper/middle class, quite privileged people, make films/ arts / journalism in Sweden, its probably the same everywhere, and that’s a problem.
The dialogue of the movie is funny in many places
The comedy in the film comes from what saves you many times in life in the most absurd and tragic situations where, if you have a humour perspective you would survive. And I think this is what makes the film open to a wider audience.
Is that, what saves you in crisis?
Maybe, I guess!
-
TRAILER:
Last summer we saw a big sign outside ERT 3 saying : Work, Pay, Die…
It’s time for ‘Eat, sleep, die’ to come to Greece
σχόλια