Η Ντομινίκα Σπυράτου μοιράζεται σήμερα με το LIFO.gr την εμπειρία της και τις εικόνες που είδε στην Παλαιστίνη. Την ευχαριστούμε θερμά.
Φήμες για μια τρίτη μεγάλη εξέγερση των Παλαιστινίων άρχισαν να κυκλοφορούν ξανά τους τελευταίους μήνες μετά τα βίαια γεγονότα στο Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη που μέχρι τώρα έχουν στοιχίσει τη ζωή σε τουλάχιστον 170 Παλαιστίνιους και 28 Ισραηλινούς. Οι σχεδόν καθημερινές επιθέσεις με πέτρες και μαχαίρια -εξού και το όνομα «ιντιφάντα των μαχαιριών»- ξεκίνησαν στο Όρος του Ναού στην Ιερουσαλήμ, έναν από τους σημαντικότερους θρησκευτικούς χώρους για εβραίους, χριστιανούς και μουσουλμάνους, όταν το Ισραήλ αποφάσισε στις αρχές Σεπτεμβρίου να απαγορεύσει στους τελευταίους να μπουν στον ιερό τόπο. Τέτοιου είδους επεισόδια είναι συνηθισμένα στο συγκεκριμένο χώρο, αυτή τη φορά όμως οι εξεγερθέντες νέοι φαίνεται πως είναι αποφασισμένοι να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, δεδομένου ότι η ηγεσία τους δεν έχει καταφέρει να βρει πολιτική λύση στο πρόβλημα της κατοχής και ο χρόνος χάριτος που της είχε παραχωρηθεί, άρχισε να εξαντλείται.
Κι ενώ φταίει, εν μέρει, η έλλειψη ενωμένης, εκπροσωπευτικής και υπεύθυνης πολιτικής ηγεσίας από τη μεριά των Παλαιστινίων όσο και η αδιαφορία ή έστω η ενασχόληση της διεθνούς κοινότητας με άλλα πιο άμεσα προβλήματα στην Μέση Ανατολή, το κυρίως πρόβλημα παραμένει η άρνηση αναγνώρισης της κατοχής από την πλευρά του κράτους του Ισραήλ. Η πατερναλιστική στάση της χώρας και το αποικιοκρατικό σχέδιο που έχει τεθεί σε εφαρμογή από τους εβραίους εποίκους, κάνουν τη λύση των δύο κρατών να μοιάζει με χαμένη ουτοπία ενώ ταυτόχρονα η πραγματικότητα του ενός κράτους γίνεται όλο και πιο σκληρή γι’ αυτούς που τη βιώνουν.
Το κλίμα, ήταν ήδη αρκετά τεταμένο από τα μέσα του 2014 και τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στη Γάζα. Παρά τη μεσολάβηση μιας σχετικά ήρεμης περιόδου, οι επιθέσεις του περασμένου καλοκαιριού από Iσραηλινούς στρατιώτες και εποίκους εναντίων Παλαιστινίων στη Δυτική Όχθη, αναζωπύρωσαν το αίσθημα αντίστασης του κόσμου. Στη χειρότερη από αυτές, μια οικογένεια συμπεριλαμβανομένου και ενός 18μηνου μωρού κάηκε από εμπρησμό. Λίγες μέρες νωρίτερα ένας 19χρονος άνδρας σκοτώθηκε σε προσφυγικό καταυλισμό κοντά στη Ραμάλα από πυρά Iσραηλινών στρατιωτών ενώ οι ίδιοι ισχυρίστηκαν ότι έπεσε από μπαλκόνι την ώρα που τον καταδίωκαν. Εκείνο το διάστημα βρέθηκα στη Δυτική Όχθη και πήρα μια μικρή γεύση της ζωής σε ένα περιβάλλον με δομές απαρτχάιντ και με σχέσεις ισχύος τόσο ασύμμετρες, ώστε η βία εναντίον των Παλαιστινίων όσο και η κατοχή έχουν πλέον κανονικοποιηθεί ενώ η αντίσταση κατά αυτών έχει γίνει συνώνυμο με την τρομοκρατία (χωρίς φυσικά να δικαιολογείται η βία σε οποιαδήποτε μορφή της).
Ισραήλ: αφίξεις και διωγμοί στη «γη της Επαγγελίας»
Στον -όχι και τόσο φιλικό- ελεγκτή διαβατηρίων του αεροδρομίου Ben Gurion εξήγησα πως ο σκοπός της επίσκεψης μου ήταν για διακοπές στην Ιερουσαλήμ με τον φίλο μου τον Άλιστερ· αν ανέφερα ότι σκοπεύω να επισκεφτώ έναν φίλο ονόματι Αλάα στη Ραμάλα, στην καλύτερη των περιπτώσεων θα με έστελνε πίσω στην Αθήνα. Ο ελεγκτής μου έδωσε απόκομμα με τη σφραγίδα εισόδου (ευτυχώς για όσους ταξιδεύουν στη Μέση Ανατολή οι ισραηλινές αρχές έχουν σταματήσει να σφραγίζουν διαβατήρια) και τότε απομακρύνθηκα βιαστικά -σε περίπτωση που άλλαζε γνώμη- από το γκισέ. Την ίδια στιγμή πίσω μου ακούγονταν οι φωνές ανακρινόμενου συνεπιβάτη που νευριασμένος υποσχόταν να μην επιστρέψει ποτέ ξανά στη χώρα.
Ποτέ δεν επέστρεψαν και οι παππούδες του Αλάα, οι οποίοι κάποτε ζούσαν μαζί με χιλιάδες άλλους Παλαιστίνιους στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα το αεροδρόμιο. Από εκεί εκδιώχθηκαν το 1948 κατά τον πρώτο αραβοϊσραηλινό πόλεμο, γνωστό ως Nakba (καταστροφή) και περπάτησαν για μέρες μέχρι τη Ναμπλούς και τη Ραμάλα στη Δυτική Όχθη για να βρουν καταφύγιο. Φεύγοντας βιαστικά και νομίζοντας πως η επιστροφή τους ήταν ζήτημα ημερών, δεν πήραν σχεδόν τίποτα μαζί τους· όλα τους τα υπάρχοντα έμειναν στα σπίτια τους ή θάφτηκαν σε κήπους που δε θα ξαναέβλεπαν ποτέ.
Ο Αλάα και η παρέα του με περίμεναν στην Ιερουσαλήμ, περίπου μια ώρα μακριά από το αεροδρόμιο του Τελ Αβίβ. Είχε έρθει ήδη δύο φορές στην πόλη τον τελευταίο μήνα, τις μοναδικές στη ζωή του, καθώς μόλις πρόσφατα κατάφερε να εξασφαλίσει για πρώτη φορά την πολυπόθητη άδεια εισόδου στην περιοχή. Επίσημα, μπορούσε να μετακινείται με αυτή μόνο εντός της πόλης από τις έξι το πρωί μέχρι δέκα το βράδυ και, όπως μου εξήγησε, ήταν πιθανό να «παγώσει» ανά πάσα στιγμή. Παρόμοιες άδειες έχουν χιλιάδες Παλαιστίνιοι από τη Δυτική Όχθη που, λόγω των ποσοστών ανεργίας (40% στους νέους) και των χαμηλών μισθών, εργάζονται από την απέναντι πλευρά του τείχους ή επιθυμούν να επισκεφτούν συγγενείς και τους Άγιους Τόπους. Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που δεν καταφέρνουν να πάρουν την άδεια με αποτέλεσμα να εργάζονται παράνομα στο Ισραήλ και να περνάνε καθημερινά το τείχος μέσα από τρύπες με κίνδυνο να φυλακιστούν.
Το πρόβλημα όμως δεν έγκειται μόνο στην άδεια και τους περιορισμούς της. Για να φτάσει κανείς από τη Ραμάλα στην Ιερουσαλήμ, απόσταση περίπου 20 χιλιομέτρων, πρέπει να περάσει το διαβόητο σημείο ελέγχου της Καλάντια και τις συχνά ατέλειωτες ουρές αυτοκινήτων, όταν η διέλευση είναι εφικτή, γιατί μπορεί να παραμείνει κλειστό για ώρες ή και μέρες ειδικά όταν ξεσπούν επεισόδια. Αλλά και η διαδικασία ελέγχου των Παλαιστινίων στα σημεία εξόδου από την Δυτική Όχθη, εκτός από χρονοβόρα, είναι ενοχλητική και ταπεινωτική αφού -όπως θα ανακαλύψω αργότερα- όσο εμείς περιμένουμε στο λεωφορείο, εκείνοι πρέπει να κατέβουν και να περάσουν σε ειδικό χώρο για σωματικό έλεγχο, μη γνωρίζοντας αν σήμερα θα ‘ναι η μέρα που δε θα τους επιτραπεί να πάνε στις δουλειές τους. Έπειτα, είναι και η αντιμετώπιση που έχουν στο Ισραήλ, αυτή που κάνει τον Αλάα να κρύβει με το χέρι την τσέπη του πουκαμίσου του κάθε φορά που μιλάει με Ισραηλινούς μη τυχόν και δουν την άδειά του και καταλάβουν την καταγωγή του. Κι αν η απόκρυψη της ταυτότητάς του είναι εφικτή λόγω των ανοιχτόχρωμων χαρακτηριστικών του, της ευρωπαϊκής παρέας του και των άπταιστων αγγλικών του, δεν ισχύει το ίδιο για τους περισσότερους Παλαιστίνιους οι οποίοι μπορεί να βρουν τον μπελά τους για επινοημένους λόγους, όπως ο φίλος του Αλάα που αναγκάστηκε να φύγει από την παραλία του Τελ Αβίβ όταν οι ισραηλινές αρχές ισχυρίστηκαν ότι «δεν είναι κατάλληλη για Άραβες».
Ασφαλειοποίηση της «επικίνδυνης περιοχής»
Περνώντας στα κατεχόμενα εδάφη προσγειώθηκα απότομα σε έναν άλλο κόσμο, όχι και τόσο συνηθισμένο. Η πεποίθηση του Ισραήλ πως η νομιμοποίηση εκτάκτων μέτρων ασφαλείας είναι ζήτημα επιβίωσης, παρόλο που αυτά θεωρούνται παράνομα, έχουν μετατρέψει την Παλαιστίνη στη «μεγαλύτερη φυλακή του κόσμου». Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πρακτικής μπορεί να το δει κανείς προτού καν φτάσει στη Δυτική Όχθη: το διαχωριστικό τείχος κατασκεύαστηκε για την παρεμπόδιση επιθέσεων αυτοκτονίας κατά τη διάρκεια της δεύτερης ιντιφάντα και η κυβέρνησή του Ισραήλ ισχυρίζεται πως από τότε έχει αποτρέψει τέτοιου είδους επιθέσεις αν και στην πραγματικότητα αυτό οφείλεται κυρίως στην αλλαγή στρατηγικής του παλαιστινιακού κινήματος μετά το 2005.
Αλλά και εντός της Δυτικής Όχθης τα πράγματα είναι εξίσου...διαχωριστικά. Οι Συμφωνίες του Όσλο που υπογράφηκαν στο τέλος της πρώτης ιντιφάντα (1993), χώρισαν την περιοχή σε τρεις διοικητικές ζώνες και δημιούργησαν την Παλαιστινιακή Αρχή (ΠΑ) με σκοπό να επωμιστεί αποκλειστικά την εξουσία και τον έλεγχο της ζώνης Α, ενώ οι ζώνες Β και Γ ανήκουν σε κοινό παλαιστινιακό/ισραηλινό και σε πλήρη ισραηλινό έλεγχο αντίστοιχα. Η μόνη επιλογή για την ΠΑ, προκειμένου να αποδείξει ότι είναι ικανή να αναλάβει την αυτοδιοίκηση και ασφάλεια των υπό τον έλεγχό της περιοχών, ήταν η συνεργασία με το Ισραήλ. Με εξαίρεση την περίοδο της δεύτερης ιντιφάντα, στη Δυτική Όχθη αυτή η συνεργασία συνεχίζεται ως σήμερα, όμως ο απώτερος σκοπός των Παλαιστινίων, δηλαδή η δημιουργία ανεξάρτητου κράτους, απέχει ακόμα πολύ από την πραγματικότητα.
Το 2007, υπό την ηγεσία του Σαλάμ Φαγιάντ, πρώην πρωθυπουργού της ΠΑ, ξεκίνησε το πρόγραμμα ανοικοδόμησης της Δυτικής Όχθης, καθοδηγούμενo από ξένους χρηματοδότες στη βοήθεια των οποίων έτσι και αλλιώς βασίζεται, σχεδόν εξ ολοκλήρου, το έθνος. Στο επίκεντρο του προγράμματος βρίσκονται οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα της ασφάλειας με αποτέλεσμα σχεδόν οι μισοί δημόσιοι υπάλληλοι να εργάζονται σήμερα σε αυτόν και περίπου το 1/3 της διεθνούς βοήθειας να καταλήγει εκεί. «Έως το 2010 δεν υπήρχαν ιδιωτικές εταιρίες παροχής ασφάλειας στην περιοχή, ο νεοφιλελευθερισμός όμως φτάνει σιγά σιγά στην Παλαιστίνη και έχει τη δική του γεύση» μου εξηγεί ο Αλάα εννοώντας πως από τη μια, οι διεθνείς οργανισμοί και οι χρηματοδότες προωθούν ένα νεοφιλελεύθερο μοντέλο ανάπτυξης αλλά από την άλλη, με το Ισραήλ να ελέγχει -και να εμποδίζει- τα σύνορα, το εμπορίο, τα πνευματικά δικαιώματα, την ιδιοκτησία και το συνάλλαγμα στα κατεχόμενα, η ανάπτυξη είναι αδύνατη. Για εκείνον, το νέο σύστημα προωθεί τον ατομικισμό, αποδυναμώνοντας έτσι το κοινό εθνικό κίνημα αντίστασης που είχε μέχρι πρότινος βασιστεί στην αρχή της συλλογικότητας και αλληλεγγύης, και μέχρι τώρα έχει καταφέρει να μειώσει μισθούς και κοινωνικές παροχές και να αυξήσει την ανεργία το κόστος ζωής, και τις κοινωνικές ανισότητες.
Παράλληλα στα μάτια των Παλαιστινίων, η ΠΑ έχει εξελιχθεί σε διεφθαρμένη πηγή ανασφάλειας και πράκτορα του Ισραήλ, το οποίο της έχει αναθέσει την άσκηση βίας στις ζώνες που δεν ελέγχει, για να καταπατάει η ίδια τα δικαώματα των πολιτών της όσο αυτό συντηρεί και επεκτείνει το σύστημα αποικιακής κυριαρχίας του. Το πώς η αρχή αναλαμβάνει το ρόλο των δυνάμεων κατοχής μπορεί να το δει κανείς στον προσφυγικό καταυλισμό της Μπαλάτα, τον μεγαλύτερο από άποψη πληθυσμού στη Δυτική Όχθη. Δημιουργήθηκε το 1950 από την υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες (UNRWA) και σήμερα στεγάζει πάνω απο 23.000 άτομα. Ανεργία, φτώχια, μεγάλη πληθυσμιακή πυκνότητα, κακής ποιότητας δίκτυο ύδρευσης και αποχέτευσης είναι μερικά από τα προβλήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι κάτοικοί του. Ο καταυλισμός θεωρείται ένα από τα «κάστρα της αντίστασης» γι’ αυτό και δέχεται συχνές επιθέσεις από τον ισραηλινό στρατό αν και ανήκει στην ζώνη ελέγχου Α.
Την ίδια στιγμή, η εχθρική συμπεριφορά της ΠΑ, οι συχνές και πολλές φορές αδικαιολόγητες συλλήψεις της, η απαγόρευση συγκεντρώσεων και άλλα αντίστοιχα μέτρα ασφαλείας αποτελούν ενδείξεις για τους κατοίκους του καταυλισμού πως το μόνο που έχει καταφέρει η αρχή είναι να ποινικοποιήσει την αντίσταση και να προσθέσει ένα ακόμα στρώμα στον ήδη υπάρχοντα φόβο της ισραηλινής κατοχής. Μερικοί από αυτούς τους ανθρώπους μας πλησίασαν όταν περπατήσαμε στους στενούς δρόμους της Μπαλάτα για να μας μεταφέρουν ιστορίες από τη σκληρή καθημερινότητά τους: για τον πατέρα που πούλησε το νεφρό του προκειμένου να ταΐσει τα παιδιά του· τον απελπισμένο άνδρα που μη μπορώντας να προσφέρει τίποτα στην κόρη του απειλούσε να αυτοπυρποληθεί κρατώντας τη στο ένα χέρι και στο άλλο ένα μπουκάλι με βενζίνη· και τον ηλικιωμένο που κάποτε είχε το σπίτι του, δουλειά και μια φυσιολογική ζωή αλλά εξαιτίας των Βρετανών (όπως μας είπε) έχασε τα πάντα και 40 χρόνια τώρα ζει στον καταυλισμό αδυνατώντας να αγοράσει φάρμακα για τα μάτια του. Ανθρώπινος πόνος, απεγνωσμένες φωνές, ανασφαλείς ζωές, όλα συγκεντρωμένα μέσα σε 0.25 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Στον αντίποδα των προσφυγικών καταυλισμών βρίσκονται οι παράνομοι οικισμοί των εποίκων που συνεχίζουν να χτίζονται σε καταπατημένα παλαιστινιακά εδάφη, επιτρέποντας τους έτσι να ελέγχουν περίπου τις μισές εκτάσεις της Δυτικής Όχθης. Γύρω από τη Ναμπλούς είδαμε αρκετούς. Προσεγμένοι οικισμοί, συνήθως σε κορυφές λόφων ή στις εύφορες περιοχές γύρω από τον Ιορδάνη ποταμό, φιλοξενούν στο σύνολό τους πάνω από μισό εκατομμύριο Ισραηλίτες. Έχουν πράσινο, σχολεία, μαγαζιά και δικούς τους καθαρούς και καλοφτιαγμένους δρόμους με άμεση πρόσβαση στο Ισραήλ, για να μην υπάρχει καμιά επαφή με τους Παλαιστίνιους. Για να χτιστούν καταστρέφονται περιουσίες, απαλλοτριώνεται γη και υπερ-καταναλώνονται υδάτινοι πόροι (οι έποικοι χρησιμοποιούν μέχρι και 20 φορές πιο πολύ νερό από τους Παλαιστίνιους) και ενώ θεωρητικά η ισραηλινή κυβέρνηση δεν εγκρίνει την κατασκευή τους, στην πραγματικότητα τους παρέχει οικονομική ενίσχυση και ασφάλεια, με το κόστος για τη δεύτερη να είναι τρεις φορές πιο υψηλό από ότι στο Ισραήλ. Πολλές φορές είναι οι έποικοι αυτοί που κάνουν τις επιθέσεις στους προσφυγικούς καταυλισμούς για τις οποίες δεν τιμωρούνται εφόσον έχει απαγορευτεί στην ΠΑ να τους εμποδίζει με τη βία.
Έποικους θα δει κανείς και στη Χεβρώνα, τη μεγαλύτερη πόλη της Δυτικής Όχθης και τη μόνη που δεν ελέγχεται αποκλειστικά από την ΠΑ (ο ισραηλινός στρατός έχει τον έλεγχο του 20% της πόλης). Με χωριστές κοινότητες και τείχη να την μοιράζουν στα δύο, αποτελεί ένα μικρόκοσμο της σκληρής παλαιστινιακής πραγματικότητας. Τη χειρότερη στιγμή του ταξιδιού την ζήσαμε εκεί, στην παλιά πόλη, όπου οι έποικοι έχουν χτίσει γειτονιές ακριβώς πάνω από την κεντρική αγορά και πετάνε πέτρες, πάνες, ούρα μέχρι και οξύ σε περαστικούς και καταστηματάρχες οι οποίοι μάταια προσπαθούν να προστατευθούν με συρματοπλέγματα. Όπως είναι αναμενόμενο τα περισσότερα μαγαζιά της αγοράς έχουν κλείσει. Η κατάσταση είναι εξίσου άσχημη και στην οδό Σουχάντα, κάποτε τον κεντρικό εμπορικό δρόμο της παλιάς πόλης που από το 1994 οι ισραηλινές αρχές έκλεισαν για τους Παλαιστίνιους, λόγω ταραχών που προκλήθηκαν μετά τη σφαγή 29 Παλαιστινίων προσκυνητών από έποικο. Σήμερα μοιάζει με δρόμο-φάντασμα. Λόγω της απαγόρευσης διέλευσης της, οι κάτοικοι πρέπει να περπατήσουν μια απόσταση κάποιων χιλιομέτρων για να πάνε στις δουλειές ή τα σπίτια τους στα οποία κανονικά θα είχαν πρόσβαση μέσα σε λίγα λεπτά. Άλλοι βγαίνουν από τα παράθυρα ή τις ταράτσες τους που οδηγούν σε γειτονικούς δρόμους για να αποφύγουν τη διαδρομή.
Νέα ιντιφάντα στα σκαριά;
Δε χρειάζεται να επισκεφτεί κάποιος τη Δυτική Όχθη για να αντιληφθεί πως τα μέτρα ασφαλείας από μόνα τους δε θα σταματήσουν τη βία. Ούτε για καταλάβει πως η λήξη της κατοχής είναι απαραίτητη προϋπόθεση στην εξεύρεση ειρηνικής λύσης στην ισραηλο-παλαιστινιακή διαμάχη. Μέχρι τότε βέβαια ο συστηματικός κοινωνικός, πολιτικός και οικονομικός αποκλεισμός που υφίστανται οι Παλαιστίνιοι από τα μέσα του περασμένου αιώνα θα οδηγούν τις νέες γενιές στους δρόμους.
Σήμερα, οι νέοι που γεννήθηκαν την περίοδο υπογραφής των Συμφωνιών του Όσλο, βλέποντας την αναποτελεσματικότητα των μέχρι τώρα μη-βίαιων πρωτοβουλιών και το μέλλον τους δυσοίωνο, χρησιμοποιούν τις επιθέσεις, ως ύστατο όπλο, για να δείξουν πόσο οργισμένοι είναι. Αντίθετα όμως με τις προηγούμενες, τις καθοδηγούμενες από την παλαιστινιακή πολιτική ηγεσία εξεγέρσεις, ο θυμός τους, αυτή τη φορά, δεν απευθύνεται μόνο κατά του Ισραήλ αλλά και κατά της κυβέρνησής τους αφού οι κακές πολιτικές επιδόσεις της, η εξομάλυνση των σχέσεων με τον κατακτητή και η αποδοχή της νεο-αποικιακής πολιτικής του όσο και η ενδο-παλαιστινιακή κρίση μεταξύ Φατάχ και Χαμάς οδήγησαν τον απελευθερωτικό αγώνα σε αδιέξοδο και έκαναν την ηγεσία λιγότερο δημοφιλή.
Είναι ακόμα νωρίς να πούμε με σιγουριά πως το κύμα θυμού των νέων σηματοδοτεί την αρχή μιας τρίτης ιντιφάντα. Σίγουρα, όμως, μπορούμε να προβλέψουμε τις συνέπειές της εάν είναι αιματηρή: με τους διεθνείς χρηματοδότες να είναι ενάντιοι σε μια βίαιη εξέγερση, τη Φατάχ να φοβάται ότι με αυτόν τον τρόπο η ισλαμική Χαμάς θα μπορούσε να κερδίσει τον έλεγχο της Δυτικής Όχθης και με το Ισραήλ να είναι πολύ καλύτερα εξοπλισμένο και προετοιμασμένο για μια σύγκρουση, το να πάρουν οι Παλαιστίνιοι τα όπλα μπορεί να είναι μια εύκολη και γρήγορη λύση αλλά όχι και απαραίτητα αποτελεσματική. Αντιθέτως, η νέα γενιά θα μπορούσε με τα εφόδια και τις ικανότητες που έχει να αναβαθμίσει τον αγώνα και τη συλλογική προσπάθεια της μεταφέροντας την πρόκλησή από τους δρόμους σε άλλους χώρους, πολιτικούς και οικονομικούς. Τότε θα έχει σίγουρα και την υποστήριξη και τη βοήθεια της κοινωνίας των πολιτών, των πανεπιστημίων και των διεθνών συνδέσμων της. Κι αν η παλαιστινιακή πολιτική ηγεσία δεν είναι διατεθειμένη να αφήσει τους επιφανειακούς πολιτικούς και προσωπικούς στόχους, αναθεωρώντας την τακτική και τον ρόλο της, ώστε να κερδίσει πίσω τη νομιμότητά της και την εμπιστοσύνη του κόσμου, αν δεν είναι επίσης, έτοιμη να συνεργαστεί με τους νέους, ίσως να έχει έρθει η ώρα, μέσα από τα κινήματα, να δημιουργηθεί μια καινούργια αξιόπιστη ηγεσία που θα αναγεννήσει τον τρόπο σκέψης και θα φέρει συνοχή.
Ετοιμάζομαι να περάσω το σημείο ελέγχου της Καλάντια για τελευταία φορά και διαβάζω τη γραφή στο τείχος: «Τώρα που έχω δει είμαι υπεύθυνη» (Now that I have seen I am responsible). Τώρα είμαστε όλοι μας υπεύθυνοι -σκέφτομαι- και βγαίνω από την υπαίθρια φυλακή των πιο ανθεκτικών και φιλόξενων κρατουμένων.