Καθώς η Αθήνα αδειάζει μένει το κατακάθι της. Παραπατά στην Πανεπιστήμιου μέρα μεσημέρι. Κοιμάται ημίγυμνο στο τσιμέντο της Μυλλέρου. «Τρυπιέται» σταθερά στην Ομόνοια. Γονατίζει έξω από το Αρχαιολογικό. Μέσα το «Ναυάγιο των Αντικυθήρων» έξω ζωντανά ναυάγια.
Όλα αυτά τα απλωμένα χέρια. Αδιάκοπα απλωμένα μέσα στις διακοπές. Και οι ποιητές; «Η βία των δρόμων είναι δικό τους στοίχημα η άσκηση βίας είναι δικό τους επίτευγμα». Επαίτες μπροστά στην αλλαγή φρουράς. Μέσα καμία αλλαγή. Τόσες μούντζες έφαγαν αμάτιαστοι έμειναν. Τριακόσιοι, όρθιοι, λαλίστατοι. Φύγετε και εσείς για τα μπάνια σας. Κολυμπήστε μέσα στον πολτό που πνίξατε την χώρα. «Να σας σταθεί στο λαιμό η αστακομακαρονάδα» θα σας έλεγα. Δεν πιάνει όμως γεννήθηκα Πέμπτη.
Καθώς η Αθήνα αδειάζει μένουν οι γριές. «Μου έκοψαν τα μπάνια» έλεγε στην λαϊκή θλιμμένη πάνω από τις ντομάτες. Άλλες δεν είναι θλιμμένες. Ή είναι τόσο θλιμμένες όσο και οι «τρελές» ηρωίδες του Αλμοδόβαρ. Πάνω-κάτω οι βεντάλιες. Με λύσσα. Σαν Ισπανίδες γιαγιάδες που παρακολουθούν τους εγγονούς τους να καρφώνουν τον ταύρο μέσα στο τραμ. Στάση «Τροκαντερό». Η ταυρομαχία τελείωσε. Ανοίγουν οι πόρτες
Καθώς η Αθήνα αδειάζει μένουν λίγοι skaters. Χωρίς κοινό, μόνο φίλοι και ιδρώτας. Και το skateboard γίνεται σανίδα του σερφ και τα σκαλάκια ένα κύμα. Ένα νέο κύμα που πνίγει τον παλιόκοσμο. Και ακούς τις περιστρεφόμενες σανίδες μέσα στη σιωπή. Εκεί που άκουγες τις ντουντούκες της αγανάχτησης.
Καθώς η Αθήνα αδειάζει μένουν οι τουρίστες. Γιαπωνέζες μέσα στην «φωτοχυσία του Αυγούστου». Και τα σχιστά μάτια ρουφούν τον οδηγό μέσα στο μετρό. Σκανερ. Να μην μείνει κολώνα, άγαλμα, πέτρα που να μην δουν. Αν μπορούσαν να έπαιρναν τον πολιτισμό μας σε χάπι θα το έκαναν. Θα πέθαιναν από overdose. Είναι τα «πρεζάκια» της ιστορίας μας. Μακάρι να μην αποτοξινωθούν ποτέ!
Καθώς η Αθήνα αδειάζει μένει ο περιπτεράς στην Πανεπιστημίου. Και κρεμάει το Rolling Stone με τον Justin Bieber. Και το παιδί στα λευκά ντυμένο άσπιλο και αμόλυντο, σαν ετεροθαλής αδερφός του Ιησού κοιτάει από το εξώφυλλο τον σκληρό κόσμο να περνά. Και σε πιάνει ένα ηλίθιο αίσθημα νοσταλγίας για τα παλιά εξώφυλλα. Για τα καταραμένα εξώφυλλα. Τώρα όλα είναι ανάποδα. Η «κατάρα» είναι στην πραγματική ζωή και τα εξώφυλλα έπρεπε να γίνουν ξανά αθώα. Δεν θα ήταν έξυπνο εξώφυλλα και πραγματική ζωή να συμβαδίσουν. Πρέπει να διαφέρουμε για να σας θέλουμε. Ο έρωτας μας για εσάς βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στις διαφορές μας.
Καθώς η Αθήνα αδειάζει μένουν χιλιάδες οθόνες να λούζουν με το φως τους τα μπαλκόνια. Και ακούς τους εθνικούς ύμνους των αθλητών που είναι στο βάθρο. Και θυμάσαι την πόλη σαν επισκέπτης πριν οκτώ καλοκαίρια, ανεβασμένη και αυτή στο σάπιο βάθρο που της έστησαν. Μια ντοπαρισμένη νικήτρια.
σχόλια