Το κλείσιμο και του τελευταίου καταστήματος των βιβλιοπωλείων «Ελευθερουδάκης» αντιμετωπίστηκε ως ένα ακόμη επεισόδιο στη σειρά των απανωτών λουκέτων που μπήκαν σε ιστορικά βιβλιοπωλεία, γεμίζοντας θλίψη τους ανθρώπους των γραμμάτων. Τι φταίει, όμως, γι' αυτό; Είναι ένα ακόμη λογικό επακόλουθο της κρίσης ή μήπως υπάρχουν και κάποια βαθύτερα αίτια;
Τα βιβλιοπωλεία «Ελευθερουδάκης» μετρούσαν 21 καταστήματα πριν από την κρίση, όμως από το 2014, όταν κατατέθηκε η αίτηση υπαγωγής τους στο άρθρο 16 του πτωχευτικού κώδικα, η εταιρεία πάσχιζε να επιβιώσει. Η ιστορία της αλυσίδας του Ελευθερουδάκη ξεκίνησε το 1898, με το πρώτο κατάστημα του Κωνσταντίνου Ελευθερουδάκη στην πλατεία Συντάγματος. Έκτοτε, και για 115 χρόνια, η επιχείρηση παρέμεινε αποκλειστικά στα χέρια της οικογένειας, με τη σκυτάλη να έχει περάσει εδώ και καιρό στην τρίτη γενιά.
Είχε προηγηθεί, τον Μάιο του 2016, το «λουκέτο» του Παπασωτηρίου, μιας ακόμη ιστορικής αλυσίδας βιβλιοπωλείων που προ κρίσης διέθετε είκοσι έξι σημεία πώλησης. Η αφετηρία των αλυσίδας υπήρξε ένα μικρό κατάστημα επί της οδού Στουρνάρη το 1981, όμως το πιο γνωστό υποκατάστημα ήταν αυτό που έκλεισε τελευταίο στο νούμερο 37 της Πανεπιστημίου – δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ο εκδοτικός οίκος Braun, γνωστός για τα βιβλία αρχιτεκτονικής και διακόσμησης, το είχε συμπεριλάβει στη λίστα με τα 49 πιο καλαίσθητα βιβλιοπωλεία του κόσμου.
Την ώρα που οι αγαπημένες αλυσίδες βιβλιοπωλείων μάς αφήνουν, άλλες παίρνουν τη θέση τους, που αφενός φαίνονται καλύτερα εξοικειωμένες με τη νέα εποχή, αφετέρου στηρίζουν τον χώρο του βιβλίου με πολυποίκιλες δράσεις και, ακόμα πιο σημαντικό, διαθέτουν υπαλλήλους που γνωρίζουν το αντικείμενο.
Τα βιβλιοπωλεία Φλωράς, ένα brand name συνώνυμο των ξενόγλωσσων βιβλίων, έκλεισαν τον Σεπτέμβριο του 2015, μετά από 40 χρόνια λειτουργίας. Η τρίτη μεγαλύτερη αλυσίδα βιβλιοπωλείων της χώρας, με 12 καταστήματα, τα καλά χρόνια έκανε τζίρο πάνω από 8 εκατ. ευρώ ετησίως και απασχολούσε 70 άτομα μόνιμο προσωπικό και άλλα 150 έκτακτο.
Το θλιβερό σερί είχε ξεκινήσει με το κλείσιμο του ιστορικού βιβλιοπωλείου της Εστίας το 2013, που είχε πέσει σαν βόμβα στον χώρο του πολιτισμού. Η Εστία ξεκίνησε το 1885 από τον δημοσιογράφο και δάσκαλο Γεώργιο Κασδόνη, ο οποίος άνοιξε το βιβλιοπωλείο της Εστίας (προϋπήρχαν οι εκδόσεις) στην οδού Σταδίου 32, όπου και παρέμεινε για 100 περίπου χρόνια πριν μεταφερθεί στη Σόλωνος 60, δίπλα στη Νομική Σχολή, δημιουργώντας στην περιοχή μια ακμάζουσα πιάτσα με βιβλιοπωλεία. Στην ακμή του διέθετε 4.000 τίτλους από 1.500 συγγραφείς, ενώ ο ρόλος του στην καθιέρωση της δημοτικής είναι γνωστός.
Νωρίτερα είχε κλείσει και ο Κάουφμαν, συνώνυμο της γαλλικής κουλτούρας στην πόλη, με ιστορική έδρα από το 1920 το υπέροχο νεοκλασικό στην οδό Σταδίου. Το Μετρόπολις, που μολονότι έδινε έμφαση στη μουσική, διατηρούσε αξιόλογο βιβλιοπωλείο, μεταστεγάστηκε στο ιστορικό κτίριο του Παλλάδιον επί των οδών Πανεπιστημίου και Εμμανουήλ Μπενάκη το 2009 και έκλεισε λίγα χρόνια μετά. Ας μην ξεχνάμε και την περιπέτεια των Fnac στην Ελλάδα.
Υπολογίζεται ότι από την αρχή της κρίσης, το 2009, έχουν κλείσει πεντακόσιες περίπου μικρές και μεγάλες εταιρείες πώλησης βιβλίων. Μερικές από τις αιτίες που προβάλλονται από τους επαγγελματίες του κλάδου γι' αυτή την κατάσταση είναι οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες πώλησης βιβλίων, η κατάργηση της ενιαίας τιμής του βιβλίου, το συνεχώς συρρικνούμενο αναγνωστικό κοινό, η οικονομική κρίση αλλά και η υπερπαραγωγή τίτλων, η κακοδιαχείριση, τα ανοίγματα με υπερπληθώρα υποκαταστημάτων, η έλλειψη συνεργιών, το κόψιμο του ομφάλιου λώρου μέσω επιχορηγήσεων με τα υπουργεία Πολιτισμού και Παιδείας.
Η Αθηνά Σοκόλη, των ομώνυμων εκδόσεων, συγκέντρωσε πολλές από τις κριτικές που ακούγονται για τον κλάδο σε μια ανάρτησή της στο Facebook που μοιράστηκε ευρέως: «[...] Σοβαρά τώρα, τέτοιες επιχειρήσεις θέλετε; Που για χρόνια φεσώνουν τους προμηθευτές τους με υπέρογκα ποσά, για τα οποία οι τελευταίοι έχουν πληρώσει εφορία της τάξεως του 38%, έχουν αποδώσει ΦΠΑ, και όταν έρχεται η ώρα της είσπραξης με εξάμηνες επιταγές, μη τον είδατε τον Παναή. Που λειτουργούν με λογικές του, αν δεν μου κάνεις την προτεινόμενη έκπτωση, σε αφήνω εκτός ή σε καταχωνιάζω στα ενδότερα. Που για χρόνια λειτουργούσαν ως μειοδότες και προμηθευτές του υπουργείου Παιδείας για τις σχολικές βιβλιοθήκες, θεωρώντας ότι έπρεπε να προμηθεύουν τις σχολικές βιβλιοθήκες με βιβλία μαγειρικής, κηπουρικής και διακόσμησης, γιατί τους τίτλους αυτούς τους προμηθεύονταν οι ίδιοι κοψοχρονιά. Για επιχειρήσεις που άφηναν απλήρωτους για μήνες τους υπαλλήλους τους για να ανοίγουν παραρτήματα παντού. Για επιχειρήσεις που δεν ήταν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους απέναντι στο κράτος. Για επιχειρηματίες που λειτουργούσαν στεγνά ως εμπορίσκοι και τυχοδιώκτες, ουδεμία έχοντας σχέση με το αντικείμενό τους. Αυτοί οι επιχειρηματίες καλά κάνουν και κλείνουν (αν κλείνουν τελικά, και δεν ξανανοίξουν με άλλο όνομα, λίγο πιο κάτω, αφού έχουν μπει στο άρθρο περί πτώχευσης, έχει παραγραφεί το μεγαλύτερο μέρος των οφειλών τους, και όλα λάδι...), μπας και καθαρίσει ο τόπος».
Το μέλλον ίσως να μην είναι και τόσο δυσοίωνο και να μη χρειάζεται να τα βάψουμε μαύρα. Καταρχάς, όπως έγραψε και ο Νίκος Σαραντάκος, η «απειλή» του ηλεκτρονικού βιβλίου δεν φαίνεται πια τόσο επίφοβη: «Στις ΗΠΑ οι πωλήσεις τηλεβιβλίων πιάσανε ταβάνι και μειώνονται, ενώ στην Ευρώπη είναι πολύ χαμηλές». Την ώρα που οι αγαπημένες αλυσίδες βιβλιοπωλείων μάς αφήνουν, άλλες παίρνουν τη θέση τους, που αφενός φαίνονται καλύτερα εξοικειωμένες με τη νέα εποχή, αφετέρου στηρίζουν τον χώρο του βιβλίου με πολυποίκιλες δράσεις και, ακόμα πιο σημαντικό, διαθέτουν υπαλλήλους που γνωρίζουν το αντικείμενο. Άλλωστε, οφείλουμε να είμαστε αισιόδοξοι τη στιγμή που η Unesco όρισε την Αθήνα Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου για το 2018...
σχόλια