Το κτίριο της ΕΣΗΕΑ ήταν σχεδόν έρημο, εκτός του 3ου ορόφου όπου χτες το μεσημέρι διεξαγόταν η συζήτηση Στρογγυλής Τράπεζας με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Μέρας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου με θέμα «Οι εθνικές μειονότητες στην Ελλάδα και οι συστάσεις των διεθνών οργανισμών» σε μια χώρα όπου τέτοια θέματα αποτελούν διαχρονικά - και διακομματικά - μεγάλα ταμπού, ένεκα και η ιδεολογία του ανάδελφου και πανταχόθεν απειλούμενου ελληνορθόδοξου (και μόνο) έθνους. Συνδιοργανωτές ήταν το Ελληνικό Παρατηρητήριο Συμφωνιών του Ελσίνκι και το μειονοτικό κόμμα ΚΙΕΦ (DEB στα τουρκικά, τρίτη δύναμη στην περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης στις Ευρωεκλογές του '14 με 12.4%). Σύντομα θα γέμιζε με δικαιωματικούς, ακτιβιστές, Έλληνες και ξένους δημοσιογράφους, με τα τούρκικα και τα (σλαβο)μακεδόνικα να ξεχωρίζουν στις γλώσσες που άκουγες τριγύρω πέραν της ελληνικής.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με την Ναυσικά Παπανικολάτου, συντονίστρια και εκπρόσωπο της Ελληνικής Ομάδας για τα Δικαιώματα των Μειονοτήτων και τον Παναγιώτη Δημητρά, εκπρόσωπο του Ελληνικού Παρατηρητηρίου Συμφωνιών του Ελσίνκι να παραθέτουν τις συστάσεις τριών επιτροπών του ΟΗΕ προς την Ελλάδα για τα μειονοτικά δικαιώματα που δημοσιοποιήθηκαν μεταξύ 2/11/15-26/8/16. Η Επιτροπή για τα Πολιτικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα διατύπωνε την ανησυχία της για την αναγνώριση μόνο της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης, τις συνεχιζόμενες διακρίσεις σε βάρος μεταναστών και Ρομά και την έλλειψη πληθυσμιακών στατιστικών. Η Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα εστίαζε στις ανεπαρκείς εγγυήσεις για την ισότιμη και ουσιαστική απόλαυση της κουλτούρας, της έκφρασης, της πρακτικής του θρησκεύματος και τη χρήση της γλώσσας από εθνικές, θρησκευτικές ή γλωσσικές μειονότητες και η Επιτροπή για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων καλούσε για την επίσημη αναγνώριση περισσότερων μειονοτήτων κατ' εφαρμογή των σχετικών αποφάσεων του ΕΔΔΑ, ζητώντας την παροχή περισσότερης επίσημης πληροφόρησης γι΄αυτές. Οι ομιλητές ζητούσαν να μάθουν πότε και πώς η Πολιτεία προτίθεται να εφαρμόσει τα παραπάνω και ανέφεραν ονόματα βουλευτών – ανάμεσά τους μειονοτικοί - που κλήθηκαν να παραστούν αλλά είτε δήλωσαν αδυναμία είτε δεν απάντησαν καν.
Χιλιοειπωμένο αλλά ισχύει διαχρονικά: Η ποιότητα μιας δημοκρατίας κρίνεται από τον σεβασμό της στις μειονότητες, στους διαφορετικούς, τους αδύναμους, τους πιο αδικημένους. Τα ανθρώπινα δικαιώματα είτε ισχύουν για όλους είτε αυτοακυρώνονται.
Όλοι ανέμεναν την άφιξη της νέας Γενικής Γραμματέως Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Μαρίας Γιαννακάκη και τις σχετικές της τοποθετήσεις – ήταν να κάνει εκείνη τη συντονίστρια προτού αναλάβει αυτό το πόστο. Καθυστέρησε λίγο και αντ΄αυτής, την ώρα που μιλούσε ο Μουσταφά Αλί Τσαούς, πρόεδρος του ΚΙΕΦ σκάσανε απέξω από το κτίριο καμια τριανταριά τραμπούκοι της ΧΑ με επικεφαλής τους Μπαρμπαρούση, Λαγό, Μίχο και Παναγιώταρο. Με ελληνικές σημαίες, οίστρο, τουπέ κι αδρεναλίνη στο μάξιμουμ φώναζαν συνθήματα τύπου «Η Θράκη είναι γη ελληνική», «έξω οι Τούρκοι» κι όλα αυτά με μπαλαντέρ το γνωστό «αλήτες-ρουφιάνοι-δημοσιογράφοι. Εντέλει καμια δεκαριά από δαύτους φτάσανε φουριόζοι μέχρι την αίθουσα και αφού... καθησύχασαν τους παρευρισκόμενους ότι «δεν θα πειράξουμε κανένα», άρχισαν να υψώνουν κωλοδάκτυλα και να κάνουν απειλητικές χειρονομίες, λούζοντας με χυδαίες εκφράσεις τόσο τους «προδότες», «ανθέλληνες» παρευρισκόμενους, όσο και την ΕΣΗΕΑ που «τόλμησε» να φιλοξενήσει μια τέτοια εκδήλωση – παραλίγο κιόλα να πιαστούν στα χέρια με τον δημοσιογράφο Γιώργο Φιλιππάκη που τους κάλεσε να αποχωρήσουν. Φώναξαν μάλιστα και για τα δίκια των Πομάκων(!) που καταπιέζονται, καθώς κατήγγειλαν, από το τουρκικό προξενείο. Όλο αυτό κράτησε κανα πεντάλεπτο, έφυγαν ύστερα «συντεταγμένα» και μετά από λίγο αποχώρησαν σύσσωμοι από την είσοδο του κτιρίου, αφήνοντάς με να αναρωτιέμαι αν επρόκειτο για ένα κακοστημένο σκετς με ολίγη από θρίλερ ή απλά ένα δείγμα του πόσο μπορεί να «συγκλίνει» η ΧΑ με το δημοκρατικό τόξο, όπως ευχόταν προχτές ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης κάνοντας γκάφα ζωής. Όσο για την αστυνομία, άφαντη παρότι οι διοργανωτές είχαν προειδοποιήσει, καθώς είπαν, την ΕΛΑΣ για τον κίνδυνο επεισοδίων, ζητώντας την προστασία της.
Η ηρεμία επανήλθε γρήγορα στην αίθουσα – δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που Χρυσαυγίτες «μπουκάρουν» σε εκδήλωση για μειονοτικά θέματα – και ύστερα από τον Τσαούς μίλησαν οι Οζάν Αχμέτογλου (αντιπρόεδρος ΚΙΕΦ) και Αχμέτ Καράς (πρόεδρος Συλλόγου Επιστημόνων Μειονότητας Δυτικής Θράκης), συνεχίζοντας να εκθέτουν τα μειονοτικά προβλήματα και αιτήματα: Απαγόρευση του όρου «τουρκικός» (ακόμα και με τον όρο «μειονοτικός» υπάρχουν, είπε, θέματα), ανεπαρκής αριθμός μειονοτικών σχολείων, μη έκδοση άδειας για ίδρυση νέων, μη ύπαρξη δίγλωσσων μειονοτικών νηπιαγωγείων, απώλεια υπηκοότητας για 50-60000 μειονοτικούς που βρέθηκαν εκτός Ελλάδας (το σχετικό άρθρο 19 του Κώδικα Ιθαγένειας καταργήθηκε το 1998 αλλά χωρίς να αποδοθούν πίσω οι υπηκοότητες), τη μη καταβολή αποζημίωσης για απαλλοτριωμένες εκτάσεις που ανήκαν σε μειονοτικούς (όπως αυτές όπου χτίστηκε το Πανεπιστήμιο Θράκης) όπως και για τα σπασμένα και λεηλατημένα καταστήματα μειονοτικών στο «πογκρόμ» του '88 από ακροδεξιούς στην Κομοτηνή, ενώ επανέλαβαν την αντίθεσή τους στον διορισμό μουφτήδων από την κυβέρνηση αντί της εκλογής τους από τη μειονότητα, όπως γινόταν μέχρι το '90 (υπάρχουν σήμερα από δύο σε Ξάνθη-Κομοτηνή). Είπαν ακόμα για τις αυξημένες προσδοκίες τους προεκλογικά από τον Σύριζα – που διέθετε τις πλέον «προχωρημένες» θέσεις σχετικά ήδη από την εποχή του Συνασπισμού - και προσωπικά τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος είχε πέρσι ως πρωθυπουργός επισκεφτεί τη Θράκη και το μειονοτικό λύκειο της Ξάνθης, προσδοκίες τις οποίες δεν βλέπουν να ευοδώνονται. Δεν μίλησαν φανατισμένα, δεν «προκάλεσαν», πρόβαλαν τις αξίες του διαλόγου, της συνεργασίας, της αλληλοκατανόησης, της ισοτιμίας και της ισονομίας «στο πλαίσιο της δημοκρατίας, των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των ευρωπαϊκών αξιών».
Η Μαρία Γιαννακάκη που είχε καταφθάσει στο μεταξύ έγινε δεκτή με χαμόγελα από τους ομιλητές – είναι γνωστή η γενικότερη δικαιωματική της δράση, είχε μάλιστα στοχοποιηθεί ως... Τουρκόψυχη το '13 από ακροδεξιές φυλλάδες όταν μαζί με τη Μαρία Ρεπούση, αμφότερες βουλευτίνες τότε της ΔΗΜΑΡ, κατέθεσαν προ ετών επερώτηση στη βουλή για τα μειονοτικά σχολεία. Δεν «μάσησε» τα λόγια της παρότι απέφυγε έξυπνα να απαντήσει ερωτήσεις που είτε δεν ήταν της αρμοδιότητάς της είτε θα «ενοχλούσαν». Είπε ότι οι αποφάσεις του ΕΔΑΔ, ιδρυτικό μέλος του οποίου είναι και η Ελλάδα οφείλουν να είναι άμεσα εφαρμόσιμες, ότι το «α λα καρτ» και η έννοια της αμοιβαιότητας δεν ισχύει όταν μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα, ότι οι κίνδυνοι για τη δημοκρατία προκύπτουν ακριβώς από τον μη σεβασμό σε αυτά και ανήγγειλε νομοθετικές πρωτοβουλίες ώστε να αντιμετωπιστούν μια σειρά χρόνια ζητήματα της μειονότητας. Αποχώρησε σχετικά γρήγορα εξαιτίας υποχρεώσεων, κέρδισε πάντως σε εντυπώσεις.
Τον λόγο πήραν στη συνέχεια η Φωτεινή Σιάνου (Κέντρο Έρευνας και Δράσης για την Ειρήνη), η οποία εστίασε στο ζήτημα της Σαρίας που εξακολουθεί να «διαφεντεύει» τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, η Νίκη Ρουμπάνη από το Δίκτυο Γυναικών Ευρώπης που αναφέρθηκε στην ελλειμματική φροντίδα για την ψυχική υγεία στις μειονοτικές κοινότητες, ο Πέτρος Κωνσταντίνου από το ΚΕΕΡΦΑ και ο Γρηγόρης Βαλλιανάτος που πρόβαλε την αξία της αλληλεγγύης μεταξύ όλων των μειονοτήτων, εθνικών, θρησκευτικών, φυλετικών ή σεξουαλικών. Άλλοι δικαιωματικοί φορείς δεν παρέστησαν, παρότι προσκλήθηκαν, είτε επειδή «δεν ήθελαν να μπλέξουν» είτε επειδή είχαν ενδεχομένως αντιρρήσεις στο πνεύμα της. Προς το τέλος διαβάστηκε επιστολή της Ευγενίας Νατσουλίδου, (Μακεδονική Μορφωτική και Πολιτιστική Κίνηση Έδεσσας) για τα προβλήματα των αυτοχαρακτηριζόμενων ως αυτοχθόνων Μακεδόνων – πρόκειται για τους Σλαβομακεδόνες (όπως είναι η συνήθης ελληνική απόδοση) που απέμειναν στη ΒΔ Μακεδονία ύστερα από τον μαζικό τους εκτοπισμό μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο, οπότε μεγάλο μέρος τους είχε ταχθεί με τον ΔΣΕ: Η ιδιαίτερη γλώσσα και κουλτούρα τους δεν αναγνωρίζεται – υπέστησαν μάλιστα σκληρές διώξεις στο παρελθόν -, ενώ όσοι μετανάστευσαν έχασαν επίσης την υπηκοότητά τους.
Αλλά η παρουσία που πραγματικά «έγραψε» σε αυθεντικότητα, αμεσότητα και γλαφυρότητα ήταν αυτή του Γιασάρ Δαγλή, Προέδρου του Αθλητικού Σωματείου Αλληλεγγύη-Ανάπτυξη Ελλήνων Πολιτών Μουσουλμάνων το Θρήσκευμα με Μητρική Γλώσσα την Τουρκική» με έδρα την Αλεξανδρούπολη που δικαιολόγησε τον παραπάνω... σιδηρόδρομο ως τον μόνο τρόπο να εγκριθεί δικαστικά μια εθνοτική ταυτότητα! Είναι μάλιστα και η μόνη αναγνώριση σωματείου που προβάλλει η πολιτεία ως συμμόρφωση με τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ. Έκανε λόγο για τους ολιγάριθμους αναλογικά μειονοτικούς του Έβρου, που δεν έχουν το ίδιο «στάτους» με αυτό της υπόλοιπης Θράκης και είπε ότι ενώ από μικρό τον χαρακτήριζαν Ρομά, η γιαγιά του του είχε μιλήσει για την πραγματική καταγωγή αυτού και πολλών από τους ομοίους του που ήταν Οθωμανική – μάλιστα ο ίδιος φάνηκε να προτιμά τον πολυεθνικό όρο Οθωμανός αντί του Τούρκος, καταρχήν άλλωστε είναι, είπε, Αλεξανδρουπολίτης και τέτοιος είπε θα νιώθει ακόμα κι αν η Θράκη προσαρτηθεί στο Μεξικό! «Το τελευταίο που θέλουν άνθρωποι σαν κι εμένα είναι να δημιουργήσουν προβλήματα, όπως μας κατηγορούν... τα δίκια μας ζητάμε σαν ισότιμοι Έλληνες πολίτες κι ένα ασφαλές περιβάλλον να ζήσουμε, να εργαστούμε και να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας», κατέληξε, απολογούμενος αν τυχόν κούρασε το ακροατήριο.
Συμπεράσματα:
α) Η ύπαρξη εθνικών, θρησκευτικών κ.λπ. μειονοτήτων παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα νεοελληνικά ταμπού, ανεξάρτητα ποιος κυβερνά. Συνιστά «κληρονομιά» μιας δυσοίωνης ιστορικής φάσης που δεν πρέπει να επιστρέψει ούτε εδώ ούτε πουθενά στην Ευρώπη. Η διαφορετικότητα δεν είναι απειλή αλλά πλούτος και μόνο αν τη δει κανείς με τη δεύτερη έννοια ακυρώνει την πρώτη. Είναι καιρός να ξαναδούμε με κριτικό βλέμμα το νεοελληνικό ιστορικό αφήγημα κι όσο για τις καταγγελίες ότι κάποιοι αναζητούν ή και «κατασκευάζουν» μειονότητες ακόμα κι εκεί που δεν υπάρχουν, ας εξετάσουμε τι πολιτικές ευνοούν τέτοιες πρακτικές και πώς άραγε θα αντιδρούσαν αν επρόκειτο για Έλληνες μειονοτικούς.
β) Οι ομιλητές και οι συλλογικότητες που αντιπροσώπευσαν σίγουρα δεν εκπροσωπούν συνολικά τη μουσουλμανική μειονότητα. Εκφράζουν όμως ένα σεβαστό κομμάτι της κι αναφέρονται σε υπαρκτά προβλήματα ισότητας και ισονομίας, πολλά από τα οποία θα μπορούσαν να έχουν ήδη επιλυθεί αν η Πολιτεία ασκούσε ανοικτή δικαιωματική πολιτική αντί να υποδύεται επίμονα τη στρουθοκάμηλο, μηχανευόμενη χίλιους δυο τρόπους ώστε να μη χρειαστεί να θίξει τα λεγόμενα «εθνικά ευαίσθητα» θέματα - προτιμά να συλλέγει καταδίκες από διεθνείς οργανισμούς. Όμως αυτή ακριβώς η τακτική είναι που διογκώνει τα προβλήματα, υποδαυλίζει ακραίες εθνικιστικές φωνές, επιτρέπει σε διάφορους «γνωστούς-άγνωστους» εντός κι εκτός συνόρων να χειραγωγούν τις μειονότητες για ίδια ή αλλότρια συμφέροντα. Όσο πιο γενναιόδωρη η δημοκρατία, τόσο ευκολότερος ο διαχωρισμός της ήρας από το σιτάρι.
γ) Χιλιοειπωμένο αλλά ισχύει διαχρονικά: Η ποιότητα μιας δημοκρατίας κρίνεται από τον σεβασμό της στις μειονότητες, στους διαφορετικούς, τους αδύναμους, τους πιο αδικημένους. Όπως σωστά το έθεσε και η Γιαννακάκη – είθε δε με τέτοιο γνώμονα να πορευτεί -, τα ανθρώπινα δικαιώματα είτε ισχύουν για όλους είτε είναι λειψά. Η ίδια φαίνεται να έχει όλη την καλή διάθεση, δεν ξέρω ωστόσο αν οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που ανήγγειλε θα είναι στη σωστή κατεύθυνση και πόσο θα μπορέσει να πιέσει προς αυτή, εφόσον είναι απίθανο να ενθουσιαστούν οι συγκυβερνώντες ΑΝΕΛ από τέτοιες πρωτοβουλίες, αν βέβαια προφτάσουν να υλοποιηθούν.
δ) Οι συμμορίτες της ΧΑ ως επιθυμητά «βήματα προς τον εκδημοκρατισμό που, εφόσον γίνουν, θα πρέπει να στηριχθούν» (οι προηγούμενοι το λέγανε «σοβάρεμα» και τους προγκάγαμε, κ. Παρασκευόπουλε), εννοούν το να συνεχίσουν να τρομοκρατούν όπου, όπως κι όσο γουστάρουν – περισσότερη αγριάδα πούλαγανε κιόλα οι υπόδικοι Λαγός-Παναγιώταρος-Μίχος - αλλά τουλάχιστον να «αυτοσυγκρατούνται» αρκετά ώστε να μην στην πέφτουν με σιδερογροθιές, λοστούς, σουγιάδες κ.λπ. κι έχουμε αίματα. Ποια «πατρίδα» και πέη μπλε, ούτε καν. Η μεγαλύτερη σπουδή τους, όπως έδειξε και το οργίλο πλην βραχύ της «διαμαρτυρίας» ήταν να τους δείξουν τα κανάλια και να προσθέσουν πόντους μαχόμενης εθνικοφροσύνης στο παλμαρέ τους - γι΄αυτό νωρίτερα αναφέρθηκα σε αίσθηση «στημένου» σκετς. Έτσι βέβαια διαφημίστηκε και η εκδήλωση καθαυτή, μολονότι οι τηλεοπτικές ανταποκρίσεις ήταν πολύ φειδωλές για το περιεχόμενό της – όχι πως δεν το ξέρανε αυτό οι τραμπούκοι, δώσανε όμως μεγαλύτερη σημασία στη δική τους ρεκλάμα. Όσο για το πόσο «ντροπή και αίσχος» ήταν το ότι κάνανε τέτοιες ασχήμιες μέσα στην ΕΣΗΕΑ, εξυβρίζοντας παράλληλα συλλήβδην τους δημοσιογράφους, ας όψεστε οι καλοί συνάδελφοι που τους κάνατε μάγκες. Αν, τώρα, υπάρχουν πράγματι δημοκράτες που οραματίζονται τέτοιες υπέροχες «συγκλίσεις», όπως κι αν τις αιτιολογούν, μήπως να τις πάρουν καλύτερα σπίτι τους;
σχόλια