«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης»

«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Tαξίμι, 1955
9

Γενί Τσαρσί - Αγά Χαμάμ, 6 Σεπτεμβρίου απόγευμα, 1955

«… Όταν έγινε ό,τι έγινε ήμουν 9 χρονών. Θυμάμαι λίγα, που εμένα μου φαίνονται κάποτε πολλά, κάποτε στενοχωριέμαι που δεν τα θυμάμαι όλα. Πολλά, γιατί είναι η κλωστή που μας έφερε μέχρι εδώ, μέχρι την απέλασή μας το 1964. Λίγα, γιατί ξεθώριασαν ονόματα και άνθρωποι και συγγενείς και μέρη που πηγαίναμε και φαγητά και γεγονότα.

Από το Τύνελ μέχρι το Ταξίμι, βρίσκονταν τα πιο καλά, τα πιο ωραία μαγαζιά της Πόλης εκείνη την εποχή. Το Vakko με τα πιο όμορφα υφάσματα που είχες δει ποτέ και με είδη ρουχισμού, το Μπαϊλάν στο Μπέιογλου, το πιο μπερικετλίδικο ζαχαροπλαστείο, το Χατζιμπεκίρ που είχε τα πιο ονομαστά λουκούμια, γεμιστά με καϊμάκι μέσα, το Ιντζί με τα προφιτερόλ, αυτό ήταν σε κάποιο στενό που τώρα πια δεν θυμάμαι, το Crystal με κρυστάλλινα είδη, ένα ανθοπωλείο που δεν θυμάμαι πώς το λένε πια. Είχε τους πιο όμορφους λαλέδες (σ.σ.: τουλίπες) και τις πιο μεγάλες ορχιδέες. Δεν ξανάδα ποτέ τέτοιες. Έλληνες, Βούλγαροι, Αρμένιοι, Εβραίοι, Τούρκοι έμποροι, οι καλύτεροι του εμπορίου είχαν μαγαζιά εκεί.

Όλα τα άλλα τα θυμάμαι θολά, μέχρι την ώρα που ακούσαμε τις κραυγές του όχλου που πλησίαζε και πλέον κατέφθανε στον δικό μας δρόμο. Θυμάμαι τον μπαμπά μου να με τραβάει από το μπαλκόνι και σηκωτή να με βάζει μέσα. Είχα πεταχτεί έξω να δω τι συμβαίνει. Όλοι μας. Τους βλέπαμε από τα μπαλκόνια.

Εμείς μέναμε στο Αγά Χαμάμ, κοντά στο ελληνικό προξενείο. Εκείνο το απόγευμα της 6ης Σεπτεμβρίου είχαμε πάει επίσκεψη στη θεία μου, που έμενε στο Γενί Τσαρσί, απέναντι από τη βρύση που ήταν γνωστή ως Χαμιντιέ Τσεσμεσί. Εκεί ήταν το σπίτι τους, ένα αρχοντικό δίπατο. Ήταν παντρεμένη με τον γνωστό –εκείνη την εποχή– Ιταλό αρχιτέκτονα Ballati, που είχε φτιάξει ένα τεράστιο οίκημα. Στο ισόγειο ήταν τα γραφεία, τον πρώτο όροφο τον νοικιάζανε και στον δεύτερο έμενε το ζευγάρι. Στην πίσω πλευρά βρισκόταν το εργοτάξιό του. Την είσοδο καπάκωνε μία τεράστια σκαλιστή ξύλινη πόρτα. Πάνω της ήταν καρφωμένα δύο μεγάλα χέρια μπρούτζινα για να χτυπάς. Μ’ άρεσε να χτυπάω την πόρτα μ’ αυτά και τότε δεν έφτανα καν μέχρι εκεί για να το κάνω, έπρεπε κάποιος να με σηκώσει.

«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Αριστερά: Η μητέρα μου στα 7 της χρόνια "μονίμως, μ' έναν φιόγκο στο κεφάλι". Επάνω: Η θεία Αναστασία

Ο κόσμος ήταν ωραίος, ανυποψίαστος τότε. Ντυνόταν ωραία, είχε σύστημα σε ό,τι έκανε από το πρωί έως το βράδυ, δούλευε πολύ, αλλά διασκέδαζε, βοηθούσε, τον ενδιέφερε να φτιάξει μαγαζιά, να κινήσει το εμπόριο, να προκόψει. Οι γυναίκες ήταν αλλιώς. Ούτε σεμνότυφες, ούτε ελαφρές. Είχε αρχίσει να σιάχνεται η εικόνα μιας ωραίας δυνατής ντάμας που ήξερε απ' όλα: από το σπίτι κι από τη ζωή. Αυτό ενοχλούσε κάπως, αλλά κάποιες Τουρκάλες είχαν ήδη αρχίσει να ξεπατικώνουν αυτό το μοντέλο. Έψαχναν ωραία φορέματα, έσιαχναν τα μαλλιά τους ευρωπαϊκά.  

Δεν θυμάμαι καθαρά, αλλά εκείνη η μέρα είχε ταραχή από το πρωί, από την προηγούμενη. Η τανσιόν (σ.σ.: πίεση) του μπαμπά ήταν ανεβασμένη από το πρωί, το λέγανε στη σάλα και θυμάμαι το όνομα του Μεντερές να ακούγεται πολλές φορές στους ψιθύρους των μεγάλων. Θυμάμαι, επίσης, την ονομασία Κιμπρίς Τιρκτούρ Τζεμιγετί  (σ.σ.: πρόκειται για την τουρκική οργάνωση Κibris Türktür Cemiyeti, που σημαίνει η «Κύπρος είναι τουρκική», μία από τις οργανώσεις που πρωτοστάτησαν στις ‘αυθόρμητες’ εκδηλώσεις του όχλου εναντίον ξένων στην Πόλη το ‘55). Αυτά τα θυμάμαι γιατί στο σπίτι μας μέχρι τότε δεν συζητούσαν για πολιτικά, δεν ήταν φανατισμένοι οι άνθρωποι. Τότε δεν ήξερα τι ήταν αυτό και το λέγανε συνέχεια. Ξεκινήσαμε για το κεντιανό μας τσάι στο Γενί Τσαρσί, χωρίς φόβο και με τις ορμήνιες του μπαμπά να προσέχουμε πάρα πολύ.

 

Όπως κατεβαίναμε αριστερά στο Γενί Τσαρσί, υπήρχε ο Τσεσμές. Λίγο παρακάτω, στα αριστερά του Τσεσμέ ο μπαμπάς μου είχε εργαστήριο με λέβητες, καλοριφέρ και σωληνώσεις για όλες τις οικοδομές της Πόλης. Μέσα σ’ αυτό το εργαστήριο υπήρχαν οι πρώτες φιάλες οξυγόνου στην Πόλη, για τις οξυγονοκολλήσεις. Τέτοιες υπήρχαν και στο εργοτάξιο του θείου.

«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Köprü, 1948. Με θέα τον Βόσπορο.

Και στο αρχοντικό και στο εργαστήριο, υπήρχαν δύο Τούρκοι καπουτζήδες (σ.σ.: θυρωροί), πολύ καλά παιδιά που δούλευαν εκεί, έμεναν μέσα και ήταν υπεύθυνοι για τη φύλαξη των κτιρίων. Ο Μεχμέτ, που αν θυμάμαι καλά ήταν Κούρδος, και ο Σαλίχ. Και οι δύο οπλοφορούσαν.

Όλα τα άλλα τα θυμάμαι θολά, μέχρι την ώρα που ακούσαμε τις κραυγές του όχλου που πλησίαζε και πλέον κατέφθανε στον δικό μας δρόμο. Θυμάμαι τον μπαμπά μου να με τραβάει από το μπαλκόνι και σηκωτή να με βάζει μέσα. Είχα πεταχτεί έξω να δω τι συμβαίνει. Όλοι μας. Τους βλέπαμε από τα μπαλκόνια. Ταξίμι, Μπέιογλου (σ.σ.: Πέρα), Γαλατά Σαράι, Τύνελ ήταν γεμάτα από πλήθος που είχαν φέρει από τα βάθη της Ανατολής. Όλες οι γυναίκες υπάκουσαν στο να μη πλησιάσουν στα τζάμια και όλα έκλεισαν βιαστικά, παντζούρια και φύλλα μπαλκονόπορτας.

Οι κραυγές είχαν δυναμώσει, εκείνο το κομμάτι του όχλου ήταν πια κάτω από το σπίτι μας και ωρυόταν να μάθει σε ποιον ανήκει το οίκημα. Απειλούν ότι θα το σπάσουν, αν δεν πάρουν απάντηση από τον καπουτζή. Ακούγαμε τη φωνή του, πολύ ήρεμη, να τους λέει: «Δεν πειράζετε τίποτα εδώ. Εδώ δεν μένουν ξένοι, μένουν και εργάζονται Τούρκοι. Όποιος τολμήσει να περάσει θα περάσει από πάνω μου».

«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Ο όχλος σε πλήρη δράση.

Δεν τον πιστεύουν. Έξω από το σπίτι υπήρχε μια ωραία ταμπέλα με χρυσά καλλιγραφικά γράμματα που έγραφε με λατινικά ψηφία την ιδιότητα του θείου, «Αρχιτέκτων Balladi». Ο Μεχμέτ επαναλαμβάνει τα ίδια και τραβάει περίστροφο. Ανοίγει λίγο την πόρτα και αφήνει να φανεί η μία φιάλη οξυγόνου που είχε καταφθάσει για τις δουλειές στο εργοτάξιο και δεν είχε προλάβει, είχε πει, να τακτοποιήσει προς τα μέσα. Η φωνή του εξακολουθούσε να είναι ήρεμη, αλλά πιο δυνατή.

“Hoşgeldiniz, sonra! Olürüz, ölürler” (μτφ: «Καλώς ήρθατε, λοιπόν. Πεθαίνουν αυτοί, πεθαίνουμε κι εμείς»). Είχε γυρίσει το όπλο προς τη φιάλη και σημάδευε. Λίγο αργότερα είχε πει στον μπαμπά μου ότι είχε προλάβει να δει τι έκαναν στο Πέρα και ήταν το μόνο που σκέφτηκε σε περίπτωση που κάτι δεν πήγαινε καλά. Γι’ αυτό άφησε τη μια μπουκάλα έξω.

Δεν βγήκαμε από το σπίτι εκείνο το βράδυ. Με χίλιες προφυλάξεις, επιστρέψαμε στο Αγά Χαμάμ το επόμενο μεσημέρι. Θυμάμαι τη μητέρα μου να βγάζει το μαντίλι που συνήθως φορούσε στον λαιμό και να βάζει ένα πεσκίρι (σ.σ.: πετσετάκι) για να της συγκρατεί τον ίδρωτα που έτρεχε ποτάμι.

«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Επάνω: Η μητέρα μου, σε κάποια γιορτή. Και να σκεφτείς, ότι μικρή ήταν αγοροκόριτσο. Δεξιά: Η μητέρα μου, Ελένη, ο πατέρας μου, Θεόδωρος και ο παππούς Κωνσταντίνος
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter

Απ’ όπου περάσαμε για να γυρίσουμε στο Αγά Χαμάμ, σπασμένα μαγαζιά και ζημιωμένες εκκλησίες. Είχανε βγάλει τα τόπια με τα υφάσματα στον δρόμο και τα σκίζανε με τα μαχαίρια, παντού πολύχρωμα κομματάκια πανιά, μικρά μικρά πάνω σε κρύσταλλα και εμπόρευμα από τα μαγαζιά που σπάσανε. Λόφοι ολάκεροι από καταστροφή. Σε όλο τον δρόμο από το Τύνελ μέχρι το Ταξίμι υπήρχαν εκκλησίες: δεξιά του δρόμου η καθολική Σάντα Μαρία, ο Σαν Αντόνιο και αριστερά η Εκκλησία της Παναγίας και, στο Ταξίμι πια, η Αγία Τριάδα. Την είχαν πειράξει. Μαθαίναμε ότι μπήκανε στα νεκροταφεία και έκαναν ασχήμιες που δεν βάζει ο νους. Ότι πειράξανε γυναίκες, άντρες και παιδιά.

Πρώτη φορά ένιωσα να μας μισούν, χωρίς να καταλαβαίνω ποιοι, χωρίς να καταλαβαίνω γιατί. Οι άνθρωποι αγαπιούνταν μεταξύ τους εκεί, Τούρκος, Έλληνας, δεν είχε διαφορά. Υπήρχε προκοπή και αγάπη για το ωραίο. Γινόταν ζήτημα γιατί ένα παιδί έτρωγε κάτι και δεν έτρωγε και το διπλανό. Γιατί ο φιόγκος στα μαλλιά ήταν από εκείνη την κορδέλα κι όχι από την άλλη. Ο παππούς μου, ο Κωνσταντίνος, ήταν γευσιγνώστης κρασιών και κονιάκ και έμπορος μπαχαρικών. Ήταν από τους λίγους που εκείνη την εποχή κυκλοφορούσε με παϊτόνι (σ.σ.: άμαξα με άλογο) και είχε συναλλαγές με το Κάιρο. Υπήρχε άνεση, αλλά όχι επιδειξιμανία. Δεν ξιπάζονταν οι άνθρωποι, αλλά ζούσαν καλά. Και ήθελαν κι ο διπλανός, ο γείτονας, ο υπάλληλος, ο φίλος να ζει καλά. Όλο αυτό πήρε να αλλάζει εκείνη τη μέρα. Το πόσο μακριά θα πήγαινε η αλλαγή εγώ το έζησα, λίγα χρόνια μετά, με την απέλαση (το 1964). Αφήσαμε τα πάντα εκεί, τίποτα δεν ήταν το ίδιο, τίποτα δεν διορθώθηκε μέχρι σήμερα, νομίζω.

«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Ταξίμι, 1954, Θεόδωρος Βουτσάνης, ο πατέρας μου. Το να πεις ότι ήταν από τους πρώτους που έφερε λέβητες και σωληνώσεις στις οικοδομές της Πόλης εκείνη την εποχή, σήμερα ίσως να μη λέει τίποτα.
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
"Η νονά μου, η Έλλη, αδελφή του πατέρα μου. Ίσως από τις πιο κομψές γυναίκες της πόλης εκείνη την εποχή, αυτό που λέγανε τότε "θεωρητικές".
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
"Οι γυναίκες ήταν αλλιώς. Ούτε σεμνότυφες, ούτε ελαφρές. Είχε αρχίσει να σιάχνεται η εικόνα μιας ωραίας δυνατής ντάμας που ήξερε απ' όλα: από το σπίτι κι από τη ζωή".
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Σε κάποιο πάρκο του Γαλατά Σαράι. " Έχουν περάσει τόσα χρόνια..."
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Η μητέρα μου στα τα 15 της, στην πίσω αυλή του σχολείου της, στο St. Pulcherie.
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
"Μαζί με τη νονά Έλλη, για πρώτη φορά σε φωτογραφείο του Γαλατασαράι".
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Οικογενειακώς, στο Εμίνονου
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
"Κοίτα εδώ και δες πόσο μοιάζουμε. Όπου και να τη δείξεις και να πεις ότι είσαι εσύ θα σε πιστέψουν". Η μητέρα μου στην Πρίγκηπο στα 17 της.
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Η μητέρα μου στα 15 της στην Πρίγκηπο. Περίπου δυο χρόνια πριν την απέλαση του 1964.
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Στο προαύλιο του σχολείου της, στα 17. Λεμονιές, σχοινιά γυμναστικής, καλόγριες...
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
Μαζί με τη μητέρα της, το 1958 στο Σίλε
«Όσα έζησα στο πογκρόμ της Πόλης» Facebook Twitter
"Απ’ όπου περάσαμε για να γυρίσουμε στο Αγά Χαμάμ, σπασμένα μαγαζιά και ζημιωμένες εκκλησίες. Είχανε βγάλει τα τόπια με τα υφάσματα στον δρόμο και τα σκίζανε με τα μαχαίρια, παντού πολύχρωμα κομματάκια πανιά, μικρά μικρά πάνω σε κρύσταλλα και εμπόρευμα από τα μαγαζιά που σπάσανε. Λόφοι ολάκεροι από καταστροφή".

* Η αφήγηση ανήκει στη μητέρα μου Μαρία-Κλάρα-Αναστασία-Ιωσηφίνα Γαλανοπούλου. Την άκουγα συχνά να αναφέρεται αποσπασματικά και πάντα συνοφρυωμένη, σαν να 'γινε χθες, σ' εκείνη τη μέρα. Το χρονικό εκείνης της μέρας, ίσως το λιγότερο πικρό απ' όσα έγιναν τότε, μου το αφηγήθηκε προχθές, ακόμη με θλίψη και ακόμη με σεμνότητα ανθρώπου που διστάζει να μοιραστεί ένα μικρό κομμάτι μιας τεράστιας, οδυνηρής ιστορίας. Γεννήθηκε στο Γαλατά Σαράι και στην Ελλάδα βρέθηκε το 1964, με την απέλαση που έμεινε γνωστή ως «20 δολάρια, 20 κιλά», καθώς οι απελαθέντες είχαν στη διάθεσή τους λίγες ώρες για να αφήσουν πάντα, ενώ μπορούσαν να πάρουν μαζί τους πράγματα βάρους 20 κιλών και λίρες αξίας 20 δολαρίων. 

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 22.3.2016

9

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παναγιά Βλασσαρού: Μια τοιχογραφία που επιβίωσε θαμμένη για δεκαετίες

Ιστορία μιας πόλης / Παναγιά Βλασσαρού: Μια τοιχογραφία που επιβίωσε θαμμένη για δεκαετίες

Ένας ναός που θυσιάστηκε για την ανάδειξη της Αρχαίας Αγοράς των Αθηνών και μια τοιχογραφία που «έζησε» μέχρι να ξαναβγεί στο φως. Η Αγιάτη Μπενάρδου συνομιλεί με τους Γιώργο Μαστρογιάννη, υπεύθυνο του εργαστηρίου συντήρησης του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών, και Γιάννη Παπαδόπουλο, διευθυντή των ανασκαφών στην Αρχαία Αγορά και καθηγητή αρχαιολογίας και φιλολογίας στο UCLA.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Υπήρχαν καμηλοπαρδάλεις, φοίνικες και τζακατράντες στον Πύργο Βασιλίσσης;

Ιστορία μιας πόλης / Υπήρχαν καμηλοπαρδάλεις, φοίνικες και τζακαράντες στον Πύργο Βασιλίσσης;

Γιατί η Αμαλία δεν κοιμήθηκε ποτέ μέσα στον κυρίως πύργο και γιατί ο Όθωνας δεν επισκεπτόταν το κτήμα; Ο Βασίλης Κουτσαβλής «ξεναγεί» την Αγιάτη Μπενάρδου σε ένα από τα πιο εντυπωσιακά και καλοδιατηρημένα μνημεία γοτθικού ρυθμού στην Ελλάδα.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Αγγεία ηλικίας 4.500 ετών στη Συρία είναι προϊόν παιδικής εργασίας λένε αρχαιολόγοι

Αρχαιολογία & Ιστορία / Αγγεία ηλικίας 4.500 ετών στη Συρία φτιάχτηκαν από 8χρονα παιδιά, λένε αρχαιολόγοι

Οι αρχαιολόγοι ανέλυσαν 450 αγγεία που κατασκευάστηκαν στην Τελ Χάμα και διαπίστωσαν ότι τα δύο τρίτα των αγγείων κατασκευάζονταν από παιδιά ηλικίας επτά και οκτώ ετών
THE LIFO TEAM
Το ξεχασμένο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Καρυά Φθιώτιδας

Αρχαιολογία & Ιστορία / Το ξεχασμένο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Καρυά Φθιώτιδας

Η έκθεση του Μουσείου Μπενάκη «Καρυά 1943. Καταναγκαστική εργασία και Ολοκαύτωμα» είναι αφιερωμένη σε μια άγνωστη πτυχή της εξόντωσης των Ελλήνων Εβραίων κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πού έμαθαν να πίνουν μπίρα οι Αθηναίοι;

Ιστορία μιας πόλης / Πού έμαθαν να πίνουν μπίρα οι Αθηναίοι;

Φιξ, Μετς, Κλωναρίδη. Τρία τοπωνύμια, τρεις περιοχές της Αθήνας που σχετίζονται με τη ζυθοποιία. Επιχειρήσεις που έμαθαν στην αθηναϊκή κοινωνία να πίνει μπίρα, να την απολαμβάνει κατ’ οίκον ή σε πάρκα. H Αγιάτη Μπενάρδου συζητά με τον Βασίλη Νάστο για τη ζυθοποιία Κλωναρίδη και την εξέλιξη της περιοχής των Πατησίων.
THE LIFO TEAM
Οι «ερωτοφωλιές» στην Αθήνα του Μεσοπολέμου

Ιστορία μιας πόλης / Οι «ερωτοφωλιές» στην Αθήνα του Μεσοπολέμου

Η Αγιάτη Μπενάρδου συζητά με την Εύα Γανίδου και τον Τάσο Θεοφίλου για τις γκαρσονιέρες, τα σεπαρέ και τα απρόσμενα μέρη στην πόλη τα οποία επέλεγαν οι Αθηναίοι για τις ερωτικές συνευρέσεις τους.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Κλάους-Μίκαελ Κουν

Iστορία / Κλάους-Μίκαελ Κουν: Οι ναζιστικές ρίζες του πιο πλούσιου Γερμανού στον κόσμο

Ο πατέρας του Γερμανού μεγιστάνα έχτισε μεγάλο μέρος της οικογενειακής επιχείρησης επωφελούμενος από τις διώξεις και τη γενοκτονία των Εβραίων. Αντίθετα όμως με άλλες μεγάλες γερμανικές εταιρείες όπως η Volkswagen και η Deutsche Bank, η εταιρεία του αρνείται να ανοίξει τα σκοτεινά αρχεία της.
THE LIFO TEAM
Το εμβληματικό Παλατάκι της Θεσσαλονίκης όπως είναι σήμερα

Αρχαιολογία & Ιστορία / Το εμβληματικό Παλατάκι της Θεσσαλονίκης όπως είναι σήμερα

Το θρυλικό νεοκλασικό οίκημα με τη μαγευτική θέα, που φιλοξένησε αρχηγούς κρατών, βασιλείς και πρωθυπουργούς, αναβιώνει και μετατρέπεται σε έναν πολυχώρο πολιτισμού.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
To success story του Παντείου Πανεπιστημίου

Ιστορία μιας πόλης / To success story του Παντείου Πανεπιστημίου

Το εμβληματικότερο κτίριο της λεωφόρου Συγγρού στεγάζει ένα πανεπιστήμιο με μεγάλη ιστορία και παράδοση. Όμως ποιος είναι ο χαρακτήρας του πανεπιστημίου σήμερα και πώς καταφέρνει να ακολουθεί το πνεύμα της εποχής; Η πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου Χριστίνα Κουλούρη εξηγεί στην Αγιάτη Μπενάρδου.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Κωνσταντινούπολη: Βυζαντινός αμφορέας ηλικίας 1.100 ετών ανακαλύφθηκε στο λιμάνι του αρχαίου Ακρίτα

Αρχαιολογία & Ιστορία / Κωνσταντινούπολη: Βυζαντινός αμφορέας ηλικίας 1.100 ετών ανακαλύφθηκε στο λιμάνι του αρχαίου Ακρίτα

Οι δύο λαβές του αμφορέα που ανακαλύφθηκε στα ανατολικά της Κωνσταντινούπολης βρέθηκαν ανέπαφες, ενώ το σώμα ήταν καλυμμένο από θαλάσσιους οργανισμούς
ΠΕΤΡΟΣ ΚΡΑΝΙΑΣ