Mια πρόσφατη δήλωση του Πέτρου Κωστόπουλου (ότι αυτός, με τα περιοδικά του, «ξεβλάχεψε την Ελλάδα») είναι η αφορμή για την επαναδημοσίευση αυτού του άρθρου, του συνεργάτη μας Χρήστου Παρίδη:
Στην Αμερική, αρχές δεκαετίας του ’80 έκανε την επέλαση της μια νέα συνομοταξία επαγγελματιών. Οι Young Urban Professionals, οι περίφημοι γιάπις, που δεν ήταν άλλοι από τα «χρυσά αγόρια» της Wall Street. Ακριβώς τον ίδιο καιρό σε κάθε αμερικανική πόλη, σε γιγαντοαφίσες αλλά και σε περιοδικά, κυριαρχούσε η διαφημιστική καμπάνια εσωρούχων του Calvin Klein: αντρικά –σχεδόν γυμνά– καλογυμνασμένα μοντέλα λιάζονταν σε κυκλαδίτικο φόντο. Σύντομα θα έβγαιναν στην κυκλοφορία τα ρετρό μαύρα γυαλιά wayfarers της Ray Ban, και το μουσικό φαινόμενο Μαντόνα σταδιακά θα κατακτούσε την υφήλιο.
Μέσα δεκαετίας πια, η ταινία «9 ½ εβδομάδες» με τις σεξουαλικές της «πρωτοτυπίες» θα έφερνε μια νέα επανεκκίνηση της σεξουαλικής επανάστασης, εκείνη της απενοχοποίησης του glam που εν τέλει πέρασε από την ανατολική ακτή των ΗΠΑ μέχρι… το τελευταίο ελληνικό χωριό. Μαζί με τα Klein underwear, τα wayfarers και τη Μαντόνα. Και σαν επιστέγασμα όλων, ο Όλιβερ Στόουν με την ταινία του «Wall street» προφήτευε την κατρακύλα που μας περίμενε!
Η Ελλάδα την ίδια δεκαετία διένυε την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και μια νέα εποχή αναδυόταν. Νέο ήθος, νέα τζάκια, οι πρώτη γενιά Ελλήνων γιάπις, και το χρήμα να ρέει από την ΕΟΚ (τότε ακόμα έτσι λεγόταν η ΕΕ) προς κάθε κατεύθυνση. Μπαίνοντας ως επαρχιώτες από την κεντρική πύλη πια στο σαλόνι και την κάμαρα της ευημερούσας Δύσης κι αφήνοντας σιγά σιγά πίσω την παλιά μας βαλκανική και ανατολίτικη ταυτότητα. Τότε ήταν που ο Τύπος αυτόκλητος (ας μη συνομωσιολογούμε), ανέλαβε το ρόλο κοινωνικού εκπαιδευτή και επιμορφωτή της νέας γενιάς, και γενικότερα της αναμόρφωσης του λαού. Από τις καθημερινές του συνήθειες και τον τρόπο ντυσίματος του, μέχρι τον τρόπο συμπεριφοράς στη διασκέδαση, στο φαγητό, στο γυμναστήριο.
Σ’ αυτήν την προσπάθεια εισαγωγής του ελληνικού μεσοαστικού κοινού στα διεθνή πρότυπα είχαν ήδη προηγηθεί περιοδικά όπως το ΙΚΟΝ, το SORED, ο Ταχυδρόμος και αρκετά άλλα. Ενώ μια ακόμα πιο εξεζητημένη απόπειρα (έχοντας ως πρότυπο το Interview του Άντι Γουόρχολ), στις αρχές των ’80s έγινε με τα Πρόσωπα, όπου ολόκληρο το «προοδευτικό» Κολωνάκι κλήθηκε να γράψει για τον εαυτό του, αυτοπροβαλλόμενο μέσα από τις σελίδες του και τα εξώφυλλα του. Εξαιρετική ασπρόμαυρη αισθητική, ιδιαίτερα πρωτοποριακή για την εποχή, που μέχρι και η αείμνηστη Αλίκη Βουγιουκλάκη πείστηκε να φορέσει μαύρη περούκα και να φωτογραφηθεί για χάρη του. Παράλληλα, το επιτελείο του περιοδικού άνοιγε και το πιο φευγάτο κλαμπ της εποχής το Εργοστάσιο (άλλη μια πατέντα αλά Warhol/Factory) φέρνοντας λίγο άρωμα Νέας Υόρκης στη σκονισμένη Αθήνα και προσφέροντας μια άλλου τύπου διασκέδαση, πιο διαταξική και πιο απελευθερωμένη. Ταυτόχρονα με σκληρή πόρτα για τους εκλεκτούς.
Τα Πρόσωπα ως εκ τούτου λειτούργησαν ως προπομπός του τι έμελε γενέσθαι. Ένας από τους συντελεστές του πρώτου τεύχους, ήταν ο νεαρός και ιδιαίτερα φιλόδοξος, άρτι αφιχθείς από το εξωτερικό, Πέτρος Κωστόπουλος. Τα χρόνια που ακολούθησαν, και χάρη στη συνεργασία του με τον εκδότη Άρη Τερζόπουλο θα αναδεικνυόταν ο Πάπας του ελληνικού lifestyle. Εμπνευστής και δημιουργός του ΚΛΙΚ, ενός περιοδικού που όταν πρωτοκυκλοφόρησε το Μάιο του 1987, όμοιο του δεν είχε ξαναβγεί στον ελληνικό χώρο. Στη συντακτική του ομάδα μερικά από τα πιο φρέσκα μυαλά της εποχής θα συνεισέφεραν τα μέγιστα στη διαμόρφωση του. Σ’ εκείνη τη χαρισάμενη λοιπόν, πρώτη περίοδο του ΚΛΙΚ, τον Ιούνιο του 1988 εμφανίστηκε στο εξώφυλλο του τεύχους ο πηχυαίος τίτλος «Η τρίτη επιλογή: Οι gay της Αθήνας». Σε επτά σελίδες που υπόγραφαν οι «Sisters of mercy» ξεμπροστιάζονταν με αρκετή δόση χιούμορ οι διαφορετικές «φυλές» των Ελλήνων gay των ’80s.
Σύντομα το ΚΛΙΚ από περιοδικό των νέων τάσεων, με αρκετή τέχνη, κινηματογράφο, θέατρο, νέες τεχνολογίες, trends κάθε είδους και το θρυλικό πια μότο «η ζωή είναι μικρή για να ‘ναι θλιβερή», εξελίχθηκε σε εγχειρίδιο σεξουαλικής αγωγής, προσφέροντας στους νέους Έλληνες και Ελληνίδες το μάθημα που δεν προβλεπόταν από τα σχολεία τους. Διανθίζοντάς το με πολύ στυλ και ακριβά γούστα να συνοδεύουν το πριν και μετά του σεξ. Έτσι, με εντατικά μαθήματα lifestyle επιβλήθηκε στη νέα γενιά που ρουφούσε το ΚΛΙΚ σαν Βίβλο, μια ολόκληρη νέα κουλτούρα, όπως το πού να φάνε και πού να πιούνε, ποια μαγαζιά ήταν trendy προδιαγραφών, πώς να ντυθούν και κυρίως τι να κάνουν όταν ξεντυθούν. Κοντολογίς, πώς θα ξόδευαν αλόγιστα και άκριτα σε αχρείαστες και επίπλαστες πολυτέλειες τα λεφτά τους. Σμιλεύοντας τα γούστα και τις αξίες της νέας εποχής.
Από τις σελίδες του παρέλασε ολόκληρο το ελληνικό θέατρο «σοβαρό» και «ελαφρύ», έγινε αναβίωση και μυθοποίηση του παλιού εμπορικού σινεμά των gay ειδώλων, η ιδιωτική τηλεόραση με τα πρωινάδικα και τον νέο τύπο κωμωδίας (και το camp χιούμορ που εισήγαγε) αντικατέστησε κάθε άλλη εκδοχή πολιτισμού, δεκάδες ηθοποιοί σταροποιήθηκαν, αναδείχθηκε κάθε λογής κακογουστιά, αποθεώθηκε κάθε αδιανόητη προσωπικότητα. Το κουτσομπολιό ως υπέρτατη αξία βρήκε πρόσφορο έδαφος στο ελληνικό πεντάγραμμο –με προεξάρχον το ζεύγος Βίσση-Καρβέλα–, στους ποδοσφαιριστές, στους καλαθοσφαιριστές, στα μοντέλα, στους μόδιστρους, στις πρωινατζούδες, στους πλούσιους γόνους, σε κάθε ωραίο και ωραία της πιάτσας. Ανάγοντάς τους σε ημίθεους! Όλο αυτό το συνονθύλευμα που σύντομα οι Έλληνες θα μάθαιναν ότι αποκαλείται showbiz. Φυσικά, όλοι με αποκλειστικό προορισμό διακοπών, το «νησί των γκέι» τη Μύκονο. Μια δεκαετία αργότερα, ανακάλυπταν με τα σκάφη τους και τις κρυφές χάρες της άγονης γραμμής, μην αφήνοντας τίποτα αμόλυντο…
Πλήθος νέων περιοδικών ακολούθησαν και μιμήθηκαν το ΚΛΙΚ, η ρήξη του Κωστόπουλου με τον εκδότη του τον οδήγησε στη δημιουργία ενός νέου περιοδικού, το Nitro και στην ελληνοποίηση μερικών εκ των σημαντικότερων περιοδικών διεθνώς. Όλα στην υπηρεσία ενός επιθετικού lifestyle με συνέπεια την glamourοποίηση της νύχτας, της εξόδου, των διακοπών, της καριέρας πάνω απ’ όλα, των ανεδαφικών απαιτήσεων του Έλληνα, ενός αποθρασυνόμενου ευ ζην και της εγωπάθειας του. Όταν σερβιρίστηκε και η (αυτ)απάτη του χρηματιστηρίου, οι Έλληνες έπεσαν σαν ώριμο φρούτο στην κραιπάλη και στο κιτς της μίμησης. Και έπεσαν με τα μούτρα. Καλλιεργώντας συγχρόνως και την εσφαλμένη άποψη ότι οι Έλληνες όλα αυτά τα κατάφεραν ως περιούσιος λαός, χάρη στην ευφυΐα και στη μοναδικότητα τους.
Με ένα παράξενο τρόπο όμως, η εκτόξευση του lifestyle συνέβαλε όσο ποτέ στην «γκέι απελευθέρωση». Η σημασία που δόθηκε για λόγους καθαρά οικονομικούς, στο αντρικό σώμα, στην περιποίηση και στο ντύσιμο των αντρών, όλα απόρροια της επαγγελματικής ανεξαρτησίας και του ατομικισμού, οδήγησαν στην εμμονή με το σεξ και τις ελεύθερες σεξουαλικές επιλογές, αντρών και γυναικών, προς κάθε κατεύθυνση. Αυτό αναπόφευκτα συμπεριλάμβανε τη φαινομενικά πλήρη απενοχοποίηση του πως το κάνεις και με ποιον. Προωθώντας κατ’ αυτό τον τρόπο, ασυνείδητα ή συνειδητά, τη σύγχρονη γιάπικη γκέι ταυτότητα, όπως και το «μετροσέξουαλ» μοντέλο. Δηλαδή, μια «γκέι απελευθέρωση» των «εκλεκτών», των ανδροπρεπών, των καλογυμνασμένων, της νιότης και του αψεγάδιαστου κάλλους, κοντολογίς του απόλυτου success story. Μιας περίπου φασιστικής αντίληψης και αποδοχής της ομοφυλοφιλίας.
Παράλληλα, με την γκέι αισθητική να κυριαρχεί έτσι κι αλλιώς στα περισσότερα έντυπα αλλά και στην τηλεοπτική πανσπερμία ως καρικατούρα. Από κει και πέρα η ιστορία είναι πια γνωστή και χιλιοσυζητημένη. Η φούσκα της υποτιθέμενης ελληνικής ευημερίας και ευφορίας κάποια στιγμή έσκασε, και η μεγαλύτερη φούσκα αποδείχτηκε το ίδιο το ελληνικό lifestyle. Αν κάπου πρέπει να αναζητήσει κανείς τα αίτια του νέου φαινομένου της εποχής μας, της έξαρσης του υπερεθνικισμού, του ρατσισμού και της ακροδεξιάς, ας ψάξει στα πρότυπα και στην εικονολατρεία εκείνης ακριβώς της εποχής και της θεοποίησης του lifestyle. Όντως, η ζωή είναι πολύτιμη για να είναι φαιδρή.
Αλλά συνήθως είναι.
σχόλια