«Παντρεμένος με άντρα» έλεγε το δημοσίευμα με χοντρά μεγάλα γράμματα και από κάτω είχε μια μεγάλη, κοντινή, φωτογραφία, όπως στους καταζητούμενους του Φαρ Ουέστ.
Ο άντρας της φωτογραφίας βάζει για ευρωβουλευτής και, απ' ό,τι κατάλαβα, τον εγκαλούν για την προσωπική του ζωή. Βαριέμαι ακόμα και να γκουγκλάρω τον κύριο. Όσο για το αν του αρέσουν οι άλλοι κύριοι, δεν θα μπορούσε να με νοιάζει λιγότερο.
Ξέρω κάποιες από τις θέσεις του και ότι βάζει με τον ΣΥΡΙΖΑ. Νομίζω ότι για την ώρα έχω πληροφορηθεί αρκετά. Όμως φτάνει να τον λυπηθείς, να τον συμπονέσεις, να τον αντιπαθήσεις ή να τον απορρίψεις στη βάση της σεξουαλικότητας που του αποδίδεται και της πολιτικής του, ώστε το δημοσίευμα να έχει πετύχει κάτι πολύ κακό.
Φυσικά, δεν είναι το πρώτο αισχρό δημοσίευμα. Απλώς ενοχλεί ίσως παραπάνω επειδή δεν βγήκε σε κάποια απ' τις γνωστές εφημερίδες με πρωτοσέλιδα για ομοφυλόφιλους Γερμανούς κτηνοβάτες που εμπορεύονται ναρκωτικά, αλλά σε ένα έντυπο που από πολλούς θεωρείται σοβαρό.
Η στάθμη των μέσων ενημέρωσης, όπως είναι τώρα, είναι μάλλον πιο ρηχή και από τον ρηχότερο εαυτό μας. Το μεγάλο κακό, να σιχαθούν απολύτως οι κανονικοί άνθρωποι όλο αυτό και να μην ενημερώνονται για τίποτα, δεν είναι καθόλου απίθανο.
2019 και μυρίζει άλλη εποχή. Δεν μυρίζει, βρομάει. Ένας μπαγιάτικος φουτουρισμός, μια δυστοπία του μέλλοντος, σιχαμερή, φτιαγμένη απ' το πρόσφατο παρελθόν, πλανιέται στην ατμόσφαιρα.
Η δημόσια συζήτηση έχει καθηλωθεί ποιος ξέρει σε ποια δεκαετία. Στα τέλη του '80; Στις αρχές του '90; Το δύσοσμο άρθρο «Παντρεμένος με άντρα» είναι μόνο ένα πίξελ σε μια πραγματικά άσχημη μεγάλη εικόνα.
Αυτό που λέγεται «δημόσιος διάλογος» είναι κολλημένο κάπου έξω απ' αυτά που απασχολούν τον υπόλοιπο κόσμο και μάλλον κι εμάς τώρα.
Συχνά αναρωτιέμαι αν τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης έχουν ειδοποιηθεί για το ότι υπάρχουν ξένες εκδόσεις και ξένα δίκτυα ενημέρωσης, φθηνά και προσβάσιμα στον καθέναν, και ότι ο κόσμος μπορεί να συγκρίνει το περιεχόμενο και το επίπεδο.
Μοιάζουν να ζουν σ' ένα σύμπαν χωρίς Ίντερνετ, όπου όλοι μιλάνε στα ελληνικά για ελληνοκεντρικά ζητήματα και ψάχνουν μπαγιάτικες ελληνόφωνες αναλύσεις.
Δεν μπορώ να εξηγήσω αλλιώς την παλιακή προσέγγιση στις ειδήσεις και την ενημέρωση για τον έξω κόσμο, συνήθως με κακές μεταφράσεις ξενόγλωσσων ειδησεογραφικών κειμένων.
Σε έναν κόσμο τόσο διασυνδεδεμένο και μικρό, αρκετά μέσα ενημέρωσης μάλλον καταβάλλουν ειλικρινή προσπάθεια για να μένουν τόσο κουραστικά εσωστρεφή.
Ελάχιστοι δημοσιογράφοι, αναλυτές και ρεπόρτερ φαίνεται να έχουν την ικανότητα να καταπιάνονται με σπουδαία θέματα χωρίς να τα μικραίνουν, χωρίς να τα παραχώνουν σε στενό, εσωστρεφές καλούπι, και μετά να τα συνδέουν με μίζερες ξεπερασμένες πολιτικές ή κλειστοφοβικές κομματικές ίντριγκες. Ταυτόχρονα, πολλά μέσα φαίνεται να επιφυλάσσουν για τον εαυτό τους έναν άλλο ρόλο.
Σαν απολιθώματα άλλου κόσμου, σαν ένα μόνιμο blast from the past, στήλες, εκπομπές και χρήστες του δημόσιου βήματος πασχίζουν να τραβήξουν την προσοχή, όχι παράγοντας αξιοπρόσεχτο υλικό αλλά τροφοδοτώντας τους ανθρώπους με αυθεντικό καλτ και επιτηδευμένες ακρότητες που βλέπεις την ώρα που τρως ή αν θες να χαζέψεις (κυριολεκτικά).
Στήλες ολόκληρες που πετάνε υπερβολή και λαϊκισμό. Πολιτικές επιθέσεις που είναι προσωπικές. «Ρεπορτάζ» που δημιουργούν άτεχνα τους αναγκαίους συνειρμούς μίσους και φόβου για μετανάστες και ξένους. «Αναλύσεις» για φριχτά εγκλήματα σε βάρος γυναικών που ξεφτιλίζουν ακόμα χειρότερα το θύμα.
Πρόσφατα ξανάρχισε αυτός ο ψυχαναγκασμός με τις σατιρικές εκπομπές, όπου μάλλον το αστείο θα είναι πάλι γυναίκες νοικοκυρές και γιαγιάδες στη λαϊκή. Κρίνοντας από το παρελθόν, χαίρομαι που πέταξα την τηλεόραση.
Είναι τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης μαζί μας, σ' αυτήν εδώ την εποχή, που στο Ίντερνετ βρίσκεις δωρεάν μαθήματα στο Χάρβαρντ, βίντεο με ειδήσεις, περιοδικά σαν το «Economist» και σάτιρα επιπέδου «Family Guy»;
Ή μήπως ξέρουν ότι αυτά υπάρχουν, αλλά αντιμετωπίζουν το εγχώριο κοινό αφ' υψηλού, σαν ιθαγενείς που αξίζουν το κατακάθι του ανθρώπινου πνεύματος, επειδή δεν ξέρουν από καλύτερα;
Όλο και περισσότερα εξώφυλλα μοιάζουν να έχουν συντάκτες τρολ και αρχισυντάκτες κάποιο κακορυθμισμένο λογισμικό που τσεκάρει μόνο αν υπάρχουν αρκετές σαχλαμάρες και επαρκείς λέξεις που τραβάνε κλικ.
Το λεκτικό, η αισθητική, το νοσηρό τους περιεχόμενο, τα κάνουν σχεδόν εξωπραγματικά, ενώ «ενημερωτικές εκπομπές» εξελίσσονται σε οργιώδη τηλεγλειψίματα της ΝΔ ή του ΣΥΡΙΖΑ που σχεδόν αλληλοεξουδετερώνονται από κακογουστιά και πλήξη.
Η στάθμη των μέσων ενημέρωσης, όπως είναι τώρα, είναι μάλλον πιο ρηχή και από τον ρηχότερο εαυτό μας. Το μεγάλο κακό, να σιχαθούν απολύτως οι κανονικοί άνθρωποι όλο αυτό και να μην ενημερώνονται για τίποτα, δεν είναι καθόλου απίθανο.
Τα χειρότερα έρχονται, επειδή έρχονται εκλογές. Σε κρίσιμη στιγμή, ενώ χρειαζόμαστε δημοσιογράφους, η χώρα μοιάζει να έχει στεγνώσει από αξιοπρεπείς και έμπειρους επαγγελματίες που θα μεταφέρουν τις ειδήσεις και θα πληροφορήσουν τον κόσμο με ήθος και ευσυνειδησία.
Εξαιρέσεις υπάρχουν – μύγες σε ληγμένο γάλα. Τις ευγνωμονούμε. Ταυτόχρονα, ας μην υποτιμούμε τη δυναμική της συλλογικής απόρριψης δημόσιων τοποθετήσεων αισχρού τύπου.
Μπορούμε πάντα να αφαιρέσουμε εντελώς τη δύναμη από τα χέρια όλων αυτών που δεν ντρέπονται να ρίξουν τη συζήτηση πολύ χαμηλά. Όπως όλοι οι τραμπούκοι, χωρίς κοινό δεν είναι τίποτα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια