Στη στράτα εδώ καταμεσίς τ' άσπρα μαλλιά μου λύνω
και σου σκεπάζω της μορφής το μαραμένο κρίνο.
Ρίτσος, Επιτάφιος
«Το 1930 η Καπνεργατική Ομοσπονδία αριθμούσε 25 σωματεία και πάνω από 22000 μέλη. Την περίοδο 1927 και 1928 εκδηλώθηκαν οι μεγαλύτερες και μαζικότερες απεργίες όπου οι καπνέμποροι απαντούσαν με "κλείσιμο" των εργοστασίων και οι δυνάμεις καταστολής του κράτους αντιμετώπιζαν τους απεργούς με σκληρότητα που είχε σαν αποτέλεσμα νεκρούς και τραυματίες. Οι καπνεργάτες χαρακτηρίζονταν "επικίνδυνη" τάξη και κρίθηκε από κράτος και καπνεμπόρους ότι έπρεπε να ... περιοριστεί.
Η "αποσυμφόρηση" του επαγγέλματος άρχισε με την δημιουργία του ΤΑΚ του Ταμείου Ασφαλίσεως Καπνεργατών. Το οποίο επέβαλε την χρήση επαγγελματικού βιβλιαρίου από το 1926, που ιδρύθηκε, και καταργήθηκε η ελεύθερη πρόσβαση στο επάγγελμα. Η ανεργία άρχισε να φαίνεται μετά από το 1929 και μεγάλωσε ακόμα από τότε μέχρι το 1936 που με την αλλαγή του συστήματος επεξεργασίας "Τόγκα" στηρίχθηκε στην μαζική απασχόληση γυναικών στο επάγγελμα. Το 1920 οι γυναίκες ήταν διπλάσιες από τους άνδρες στο επάγγελμα και το 1930 τους ξεπέρασαν κατά εφτά φορές».
— Κώστας Παπακοσμάς, πρώην Δημοτικός Σύμβουλος Καβάλας και μέλος του Δ.Σ. του Δημοτικού Μουσείου
Η έκδοση του «Επιταφίου» από το «Ρ», κυκλοφόρησε σε 10.000 αντίτυπα, αριθμός ρεκόρ για τα εκδοτικά δεδομένα της εποχής. Το εξώφυλλο του, διαστάσεων 24x17 εκατοστά, εικονογραφήθηκε με σχέδιο του Γιώργου Λιδάκη, φιλοτεχνημένο με σινική μελάνη. Σε 14 σελίδες, διαστάσεων 23,5x16 εκατοστά, περιλήφθηκαν με λατινική αρίθμηση I-XΙV, τα δεκατέσσερα ποιήματα που έγραψε και ολοκλήρωσε ο Γ. Ρίτσος στο διάστημα 10-12 του Μάη. Το βιβλίο γίνεται ανάρπαστο. Ο «Ρ» σκοπεύει να κυκλοφορήσει και δεύτερη έκδοση του «Επιταφίου», η οποία θα περιλάμβανε και άλλα έξι τραγούδια, τα οποία είχε ήδη γράψει και δώσει στο «Ρ» ο ποιητής. Η δεύτερη έκδοση του «Ρ» ματαιώνεται, με την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά την 4η Αυγούστου. Τα «κοράκια» της συντάσσουν πάραυτα τον πρώτο κατάλογο απαγορευμένων βιβλίων, κατάσχουν τα τελευταία 250 αντίτυπα της πρώτης έκδοσης του «Επιταφίου» από το «Λαϊκό Βιβλιοπωλείο» και τα καίνε δημόσια. Τα ρίχνουν στην πυρά, μπροστά στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, μαζί με βιβλία του Μαρξ, του Μαξίμ Γκόρκι, του Ανατόλ Φρανς.
— Κόκκινος Φάκελλος, Ιστορικό, πολιτικό Blog για την ιστορία της διεθνούς και ελληνικής αριστεράς
Είναι 1958, ο Μίκης Θεοδωράκης βρίσκεται στο Παρίσι. Ο Ρίτσος «χωρίς να έχουμε άλλη σχέση εκτός από αυτή της ΕΠΟΝ, μου στέλνει όλα του τα βιβλία. Και στον ‘Επιτάφιο’ είχε αυτό: το βιβλίο τούτο το έκαψαν στους στύλους του Ολυμπίου Διός. Και ήταν ακριβώς η εποχή που εγώ πήγα έξω στο Παρίσι, ελεύθερος πρώτη φορά, αλλά καθόμουν μόνος στο δωμάτιο όπου μέναμε -η Μυρτώ σπούδαζε στο νοσοκομείο-, μπήκε η Μακρόνησος μέσα μου. Και ο μόνος τρόπος για να την πολεμάω ήταν να γράφω μουσική».
Λίγο πριν από τις εκλογές του ‘58, μια ομάδα αριστερών στο Παρίσι οργανώνει μια σύναξη για ενίσχυση, έστω και συμβολική, της ΕΔΑ στο σπίτι των Θεοδωράκηδων. Μου λέει η Μυρτώ πάμε να ψωνίσουμε για το βράδυ. Πάμε στις Αλ, στην αγορά. Πήρα και τον «Επιτάφιο» μαζί. Τι το θέλεις το βιβλίο μου λέει η Μυρτώ, λέω δεν μπορώ να έρθω μαζί σου, πρέπει κάποιος να μείνει στο αυτοκίνητο. Κάθομαι λοιπόν στο τιμόνι και περιμένω. Μια βροχή... Βγάζω το βιβλίο και χωρίς να το πολυσκεφτώ, λες και έπρεπε να γίνει αυτό, χαράζω πεντάγραμμο και αρχίζω να γράφω μουσική. Μελοποιώ και τα είκοσι(...)
Ο Μάνος Χατζιδάκις είναι φίλος από την ΕΠΟΝ ήδη. Ο Μίκης τον συναντά στην Αθήνα. «Τον ρωτάω δειλά, σου έστειλα κάτι τραγούδια από τον "Επιτάφιο" τα κοίταξες; Και μου λέει, επί λέξει, καλύτερα να τα ξεχάσουμε αυτά. Δεν είναι της αξίας σου. Εσύ πρέπει να γράφεις συμφωνική μουσική. Δεν είναι αντάξιά σου. Λέω κι εγώ δεν αξίζουν, τελείωσε».
— Απόσπασμα από τη συνέντευξη που έδωσε ο Μίκης Θεοδωράκης στην Αγγελική Κώττη για το 'Εθνος, 25-04 2009
Μέρες του '36 (1972), ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Η δολοφονία του Γιοσέφ Καραμφίλ
(Αναδημοσίευση από Abravanel, the Blog, 5-04-2010)
Ο φόνος του Καραμφίλ δεν υπήρξε ο πρώτος – είχαν προηγηθεί επεισόδια όπως ο θάνατος του καπνεργάτη και ιδρυτικού μέλους του Εργατικού Κέντρου Παναγιώτη Ζέκου στις φυλακές της Καβάλας λόγω των κακουχιών το 1920, (αξίζει να σημειωθεί οτι ο θάνατος τους δεν αναγνωρίστηκε “επίσημα” από το ΚΚΕ της εποχής, παρά την μεταπολεμική υιοθέτηση του) ή η δολοφονία του οικοδόμου Νικόλαου Τόμογλη μέσα στο 3ο Αστυνομικό Τμήμα Θεσσαλονίκης το 1923. Μέχρι τότε όμως οι θάνατοι είτε γίνονταν μέσα σε “ελεγχόμενες” συνθήκες όπως φυλακές ή γινόντουσαν σε περιοχές που δεν ευνοούσαν την ευρύτερη εκδήλωση διαδηλώσεων παρά εκ των υστέρων κατά την διάρκεια της κηδείας. Στην περίπτωση του Καραμφίλ όμως η διαφορά υπήρξε οτι ο θάνατος έγινε “εν θερμώ” και δοκίμασε τις αντοχές μιας εργατικά οργανωμένης πόλης.
Η δολοφονία του Καραμφίλ υπήρξε ουσιαστικά η κορύφωση μιας αυξανόμενης έντασης στην πόλη. Όπως είπαμε το εργατικό κίνημα στην Θεσσαλονίκη ήταν εξαιρετικά οργανωμένο και εκτεταμένο. Ειδικότερα οι διαμάχες μεταξύ καπνεργατών και καπνεργοστασίων ήταν αρκετά συνήθεις και λόγω της περιοδικότητας της εργασίας και της φύσης της. Στις αρχές του 1927 τα καπνεργοστάσια της πόλης κηρύσσουν περιοδικά λοκ αουτ προκαλώντας σημαντικό κοινωνικό αναβρασμό, τον οποίο εκμεταλλεύονται και οι κομουνιστές. Ενδεικτικά αναφέρω μια είδηση που βρήκα στην εφημερίδα Μακεδονία, η οποία βρίσκονταν διχασμένη ανάμεσα στην προσπάθεια να επιδείξει φιλολαϊκή πολιτική και ταυτόχρονα να ικανοποιήσει την αντικομουνιστική της γραμμή, στις 27 Ιανουαρίου 1927. Σε αυτήν ο άνεργος εβραίος καπνεργάτης Αντζελ επιτίθεται κατά του χριστιανού διευθυντή Κοεμτζόγλου:
Απόπειρα φόνου κατά καπνέμπορου. Την 3μμ εχθές εγένετο νέα απόπειρα φόνου κατά του διευθυντού του Κοεμτζόγλου
Την 3μμ της χθές εγένετο νέα απόπειρα φόνου κατά του διευθυντού του καπνεργοστασίου Φουμάρο κ.Νικολάου Κουγιουμτζόγλου. Ο καπνεργάτης της Προόδου Αντζελ Μοϋσών, απολυθείς προ διμήνου εκ του καπνεργοστασίου λόγω εκκαθαρίσεων μετά τριάκοντα άλλων επανήλθε χθές το απόγευμα εις το κατάστημα και παρουσιασθείς ενώπιον του διευθυντού κ.Κοεμτζόγλου εζήτησεν εργασίαν. Εις απάντηση ο κ.Κοεμτζόγλου του εδήλωσεν οτι δεν είναι δυνατόν να του παράσχη εργασίαν αφ’ενός μεν διότι δεν είχε ανάγκη εργατών, αφ’ετέρου δε διότι εις περίπτωσει αυξήσεων εν τω καταστήματι εργασίας, θα προετιμά εργάτας συντηριτικούς. Τούτο εξαγρίωσε τον άεργον κομουνιστήν όστις εξαγάγων αγγλικόν σουγιάν ώρμησε εναντίον του κ.Κοεμτζόγλου και τον ήρπασεν εκ του λαιμού.«…»
Ο καπνεργάτης Αντζελ οδηγηθείς εις το τμήμα καταδιώξεως υπεβλήθη εις αυστηράν ανάκρισην πιεσθείς να ομολογήση αν εξετέλεσε την απόπειραν εκ λόγων προσωπικού μίσους κατά του κ.Κοεμτζόγλου ή παρεκινήθη υπό των κομουνιστών της Προόδου. Ο Αντζελ ισχυρίσθη οτι όταν παρουσιάσθη ενώπιον του διευθυντού της Φουμάρο δεν προετίθετο να τον κτυπήση, προεκλήθη όμως υπ’αυτού του ιδίου, ο οποίος εις αίτησην μου περί χορηγήσεως εργασίας του απήντησε δι’ύβρεων. Από δύο μηνών, είπε παραμένω άεργος, επεινούσα εγώ και η οικογένεια μου, προκειμένου δε να υποφέρω ελεύθερος καλλίτερον να πεινώ εις την φυλακήν. Τέλος προσέθεσε οτι δεν μετανοεί δια την εναντίον του κ.Κοεμτζόγλου απόπειρα, θα ήτο δε ευχαριστημένος αν τον εφόνευεν.
Αυτό σημαίνει ταξικό μίσος !
Σε αυτό το ανώμαλο κλίμα η 15 Φεβρουαρίου του 1928 ξεκίνησε άσχημα: εκείνο το πρωί απαγορεύτηκε σε έναν εργάτη να εισέλθει στο εργοστάσιο του Παπαστράτου, η δε διαμαρτυρία του πληρεξούσιου των εργατών οδήγησε σε 48ωρη φυλάκιση του πρώτου και επιβολή χρηματικού προστίμου στον δεύτερο. Στην συνέχεια σειρά πήρε το καπνεργοστάσιο της εταιρίας Herman Spierer – ο Ερμαν Σπήρερ ήταν ελβετοεβραίος και από τους μεγαλύτερους καπνεμπόρους της χώρας με εργοστάσια στη Δράμα, την Ξάνθη, τον Βόλο, την Σάμο κ.α. Το εργοστάσιο του βρίσκονταν στην οδό Πτολεμαίων με Διοικητηρίου, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης που βρίσκονταν μεγάλο μέρος των καπνεργοστασίων, (μεταπολεμικά η περιοχή υπήρξε το κέντρο της βιοτεχνίας στην Θεσσαλονίκη, ενώ σήμερα μετατρέπεται σε πόλο διασκέδασης εναλλακτικού των Λαδάδικων). Βρήκα ενδιαφέρον το γεγονός οτι ενώ η Μακεδονία θα τονίσει οτι οι καπνεργάτες Αντζελ και ο Καραμφίλ είναι εβραίοι, δεν αναφέρεται καθόλου στο θρήσκευμα του Σπήρερ – αναγκάστηκα να ψάξω αλλού για να το βρω.
Βέβαια οι καιροί αλλάζουν και ενδεικτική είναι η είδηση που βρήκα για μια πρόταση του Προέδρου της Βουλής Γ.Σούρλα στους προέδρους της Ισραηλιτική Κοινότητας Βόλου, της Επιτροπής Μικρασιατικών Συλλόγων Κεντρικής Ελλάδας και τον Δήμαρχο Βόλου για να τιμηθεί ο Ερμαν Σπήρερ/Σπίρερ για την μεγάλη του προσφορά στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στον Μικρασιατικό Ελληνισμό.
Όπως είναι γνωστό ο Eρμαν Σπίρερ γεννήθηκε στη Σμύρνη από γονείς Ελβετοεβραίους. Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Καταστροφής προστάτεψε πολλά γυναικόπαιδα από την ατίμωση και σφαγή, προσφέροντας άσυλο στις ιδιόκτητες καπναποθήκες του που έφεραν ελβετική σημαία.
Ναύλωσε με δικά του έξοδα ατμόπλοια και μετέφερε πρόσφυγες στην Ελλάδα τους οποίους ενίσχυσε οικονομικά στα πρώτα βήματα της προσφυγιάς. Για τη μεγάλη του προσφορά ο Μητροπολίτης Σμύρνης εθνομάρτυρας Χρυσόστομος τον αποκάλεσε μέγα εθνικό ευεργέτη.
Εκτιμώ ότι αποτελεί χρέος όλων μας να τιμηθεί ο Eρμαν Σπίρερ για την εθνική του προσφορά.
Οι αναφορές για την ακριβή τροπή των γεγονότων διίστανται όπως είναι αναμενόμενο. Από ότι φαίνεται το πρωί της 15ης ο καπνεργάτης Βάλσαμος που ανήκε στο (κομουνιστικό) συνδικάτο Η Πρόοδος/Progres (ανάλογα με την πηγή αναφέρεται η ελληνική ή η λαντίνο ονομασία) και ήταν ο πληρεξούσιος των εργατών προσήλθε στο καπνεργοστάσιο της Ερμαν Σπήρερ. Εκεί διαφώνησε με τον διευθυντή, άλλες αναφορές μιλάνε για τον ωράριο, άλλες τον αριθμό των εργατών και άλλες για τις διακρίσεις ενάντια στους κομουνιστές εργάτες. Τότε προσεκλήθη να αποχωρήσει συνοδεία του αστυφύλακα Ορφανίδη – πλεον κάθε εργοστάσιο της πόλης διέθετε από έναν χωροφύλακα για την διατήρηση της τάξης. Οταν επανήλθε συνοδεία επιτροπής το μεσημέρι του απαγορεύτηκε η είσοδος και δημιουργήθηκε ένταση από τους εργάτες που απαιτούσαν την είσοδο του. Τότε έκλεισαν οι πόρτες αλλά οι καπνεργάτες έσπασαν ένα παράθυρο ώστε να μπουν μέσα. Τότε ήρθαν ενισχύσεις της αστυνομικής δύναμης οι οποίες έγιναν δεκτές “μετά ύβρεων” και διετάχθη να ανέλθουν στο σαλόνι για να συλλάβουν τους υπαίτιους. Κατά την διάρκεια της αντιπαράθεσης ακούστηκε (ένας;) πυροβολισμός που τραυμάτισε στην κοιλιά τον Γιοσέφ Καραμφίλ. Η προέλευση του πυροβολισμού δεν έγινε γνωστή αλλά οι εφημερίδες της εποχής αναφέρουν οτι οι εργάτες κατηγορούσαν έναν Οδεμησιανό, όργανο της Ασφάλειας – μια κατηγορία που απέρριψε ο Διευθυντής Καλοχριστιανάκης. (2)
Το νέο της δολοφονίας διαδόθηκε αμέσως στην πόλη και εντός λίγης ώρας είχαν μαζευτεί μερικές χιλιάδες εργατών και ξεκίνησαν διαδηλώσεις με σημαίες και συνθήματα. Η Αστυνομία, όμως, ήταν έτοιμη λόγω της τεταμένης κατάστασης που επικρατούσε τους τελευταίους μήνες και γρήγορα ήρθαν ενισχύσεις που κατάφεραν να διαλύσουν τους απεργούς χωρίς υπερβολική βία, μέσω πυροβολισμών στον αέρα.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε και η ύπαρξη διαθέσιμων στρατιωτικών τμημάτων – μια παρουσία που σήμερα αντικατοπτρίζεται στα πολυάριθμα στρατόπεδα της πόλης. Μάλιστα αξίζει να σημειωθεί οτι ο Στρατός δεν περιορίζονταν μόνο στην καταστολή αλλά το 2ο Επιτελικό Γραφείο του Γ’ Σώματος Στρατού συνεργάζονταν με την Χωροφυλακή και την Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας για τις παρακολουθήσεις. Η Αστυνομία προχώρησε σε αρκετές συλλήψεις, αν και κανείς έχει την εντύπωση οτι υπήρξαν στοχευμένες στην προσπάθεια να προληφθεί η επέκταση των ταραχών – σχεδόν όλοι ήταν γνωστά στελέχη του Μετώπου και του Εργατικού Κέντρου, (εκείνη την εποχή αυτές οι δύο οργανώσεις ουσιαστικά ταυτίζονταν). Προσωπική μου εκτίμηση είναι οτι η ευκολία με την οποία η Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας κατάφερε να καταστείλει τις προγραμματιζόμενες διαδηλώσεις είναι ενδεικτική της διάβρωσης του χριστιανικού τμήματος του Εργατικού Κινήματος από πληροφοριοδότες. (2)(3) Αξίζει να σημειωθεί οτι ο Καραμφίλ δεν πέθανε αμέσως, οι εφημερίδες τον εμφανίζουν “εν αφασία” αλλά η κατάσταση των ιατρικών γνώσεων της εποχής είναι τέτοια που ο θάνατος του θεωρείται βέβαιος και “αναμένεται”. Όντως στις 3.5ο μ.μ. της 16ης Φεβρουαρίου εξέπνευσε στο Δημοτικό Νοσοκομείο της πόλης (νυν Άγιος Δημήτριος) και η σωρός του τέθηκε υπό τον έλεγχο της Ασφάλειας. Είναι ενδιαφέρον οτι η Πρόοδος προσπάθησε να αναλάβει αυτή την σωρό, χωρίς την συναίνεση της οικογενείας – αίτηση που απορρίφθηκε από την Αστυνομική Διεύθυνση. Τελικά ο αδερφός του Καραμφίλ την παρέλαβε ώστε να γίνουν οι προετοιμασίες της σύμφωνα με το εβραϊκό τυπικό και να ταφεί την επομένη μέρα.
Ποιος ήταν ο Γιωσέφ Καραμφίλ;
Κατ’αρχήν το όνομα του εμφανίζεται στις αναφορές ως Ιωσήφ, Γιουσέ, Γιοσέφ ή Γιωσέ. Το επώνυμο βρίσκεται σε άλλες τόσες παραλλαγές: Καραμφίλ, Καρενφίλ, Καρανφίλ μέχρι και Καρανφίλης σε μια άκρως δημοτικίζουσα παραλλαγή του σε μια μελλοντική έκδοση του Ριζοσπάστη – το Γιωσέφ Καραμφίλ στην ανακοίνωση της Ασφάλειας είναι μάλλον το σωστό και εμφανίζεται περισσότερο συχνά. Το όνομα του δε μας επιτρέπει παραπάνω πληροφορίες αφού δεν είναι τυπικό εβραϊκό και η ίδια η ετυμολογία του μας δυσκολεύει – karanfil είναι η τουρκική λέξη για το “γαρύφαλο” αλλά εμφανίζεται περισσότερο συχνά σε ρουμάνους και βούλγαρους – υπάρχει, όμως και στην Ελλάδα ως Καραμφίλης. Δεν ξέρω αν το γεγονός οτι τάφηκε στην Συναγωγή Πούλια θα μπορούσε να είναι ενδεικτικό καταγωγής. Το μόνο που μαθαίνουμε είναι οτι είχε μια οικογένεια με 4 παιδιά και ανήκε στο συντηρητικό* καπνεργατικό σωματείο Ένωσης.
* συντηρητικό την εποχή εκείνη σήμαινε πρακτικά οτι απλώς δεν ανήκε στους κομουνιστές – όχι την πολιτική ένταξη. Τυπικά σήμαινε οτι ανήκε στους “κίτρινους”, σοσιαλδημοκρατικούς ρεφορμιστικούς συνδικαλιστές.
Η κηδεία
Η ταφή έγινε στις 17 Φεβρουαρίου 1927 κάτω από αυστηρά μέτρα ασφαλείας και με την Χωροφυλακή αλλά και τμήματα του στρατού να περιπολούν την πόλη, ενώ από τις εφημερίδες ανακοινώθηκε η απαγόρευση της συμμετοχής κομουνιστών από την Αστυνομική Διεύθυνση. Η πορεία της πομπής ορίστηκε από τον Διοικητή Καλοχριστιανάκη και ξεκίνησε από την Συναγωγή Πούλια, που βρίσκονταν στην γωνία Σοφοκλέους και Αγίου Δημητρίου στις 11:00, πέρασε από το Συντριβάνι και κατέληξε στο Εβραικό Νεκροταφείο,(σήμερα στο χώρο εκείνο βρίσκεται η πανεπιστημιούπολη), στις 13:00.
Στην πορεία συμμετείχαν μερικές χιλιάδες εργατών, ο “Ριζοσπάστης” αναφέρει 10.000 ενώ η “Μακεδονία” αποφεύγει να αναφερθεί. Ενδεικτικό των ισορροπιών είναι ποίες ομάδες συμπαραστάθηκαν επίσημα – η κηδεία συνοδεύτηκε από 10′ στάση εργασίας της Ηλεκτρικής Εταιρίας και των τραμ, ενώ ψηφίσματα εξέδωσαν ο Σύνδεσμος Υποδηματεργατών, ο Σύλλογος Εργατών Οικοδομών, ο Σύνδεσμος Τροχιοδρομικών και Ηλεκτρεργατών και η Ομοσπονδία Επισιτισμού. Ενδιαφέρουσα βρήκα την αντιπαράθεση για την θέση που καταλάμβανε κάθε ομάδα – οι εφημερίδες φροντίζουν να καταγράψουν με λεπτομέρειες ποιος βρίσκονταν και που. Συμμετείχαν οι τροχιοδρομικοί με ιδιαίτερη αντιπροσωπεία, οι συνάδελφοι του Καραμφίλ της Ένωσις, μερικές ακόμα οργανώσεις, 2.000 εργάτες της Προόδου και η χορωδία της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ) που τραγουδούσαν την Διεθνή. Ο Ριζοσπάστης φροντίζει να αναφέρει οτι οι “αντιδραστικοί” ήταν μόνο 70, φαντάζομαι οτι εννοεί τους συντηρητικούς συναδέλφους της Ένωσης ή του Πανεργατικού Κέντρου μιας και στις ομιλίες στο νεκροταφείο τόνισαν την “ανάγκη να καθαρίσει η Ομοσπονδία από τους σοσιαλφασίστες” – ο κομουνιστικός χώρος θεωρούσε τον ρεφορμιστικό συνδικαλισμό των “κίτρινων” ως τον σημαντικότερο εχθρό του. Στην κηδεία μίλησε ο 12χρονος γιος του Καραμφίλ που ζήτησε “εκδίκηση”, τουλάχιστον σύμφωνα με τα λεγόμενα του “Ριζοσπάστη” μιας και η “Μακεδονία” σημειώνει οτι μετά την κηδεία παρέμειναν παρά μόνο οι κομουνισταί. Η πομπή χαρακτηρίστηκε από την τάξη της, ειδικά μεταξύ των κομουνιστών, αν και αυτό δεν γλίτωσε από την μήνυση και παραπομπή στον Ε’ Ανακριτή όσων εκφώνησαν λόγο στο Εβραικό Νεκροταφείο. Η συνέχεια υπήρξε λιγότερο ήσυχη: διοργανώθηκε πορεία που διέσχισε την πόλη και μοίρασαν προκηρύξεις “κατά του Κράτους και του Κεφαλαίου” και κατέληξαν στο Εργατικό Κέντρο που τότε στεγαζόνταν στο Καπάνι. Οι εκτεταμένες προληπτικές συλλήψεις της Αστυνομίας εμπόδισαν όμως την περαιτέρω επέκταση τους.
Ο χρονογράφος της Θεσσαλονίκης Κωστής Τομανάς αναφέρει μια ιστορική λεπτομέρεια που δεν μπόρεσα να επιβεβαιώσω από τα ρεπορτάζ της εποχής, αν και δεν είχα την πρόσβαση σε όλες τις τοπικές εφημερίδες όπως αυτός: μεταξύ των επικήδειων, ένας εκφωνήθηκε στη συναγωγή Πούλια από έναν νεαρό πρόσφυγα που δούλευε ως καπνεργάτης – το όνομα του; Μάρκος Βαφειάδης. Ο ίδιος που το 1944 θα απελευθέρωνε τη Θεσσαλονίκη ηγούμενος του ΕΛΑΣ και δυο χρόνια μετά θα γίνονταν ο αρχιστράτηγος του Δημοκρατικού Στρατού.
Η μνήμη του Καραμφίλ
Ο Γιωσέφ Καραμφίλ αποτέλεσε το πρώτο θύμα στη Θεσσαλονίκη της βίας που συνόδευε τις εργατικές διεκδικήσεις της εποχής. Δεν γνωρίζουμε πολλά για την ιστορία της οικογενείας του μετά, οι εφημερίδες αναφέρουν οτι η Αστυνομία διεξήγαγε έρευνες για τη ταυτότητα του δολοφόνου αλλά σύντομα το θέμα ξεχάσθηκε. Δεν γνωρίζουμε αν όντως οι υποσχέσεις των καπνεργατών οτι θα φρόντιζαν την οικογένεια του θύματος πραγματοποιήθηκαν, αλλά μαθαίνουμε οτι το κράτος χορήγησε μια αποζημίωση 6.000 δραχμών στην οικογένεια. Το όνομα συνεχίζει να εμφανίζεται τον ίδιο χρόνο σε ψηφίσματα καπνεργατικών συνεδρίων και σε άρθρα του Ριζοσπάστη ως το τέταρτο χρονολογικά εργατικό μάρτυρα που δολοφονήθηκε.
Τελευταία αναφορά το 1934 ως ένα από “αυτούς που δολοφόνησε άτιμα η αστική δημοκρατία”.
Μερικά χρόνια μετά, το 1942 ο τάφος του καταστρέφεται από εργάτες του Δήμου Θεσσαλονίκης που καταστρέφουν το Εβραικό Νεκροταφείο και τα οστά του πλέον βρίσκονται κάτω από τα κτίρια του Πανεπιστημίου.
Η δολοφονία του Καραμφίλ από μόνη της δεν είναι κάτι ιδιαίτερο, ο θάνατος ένα ακόμη εργάτη – αποτελεί όμως με τον δικό της τρόπο κομβικό σημείο. Η ιστορία σπάνια ακολουθεί μια γραμμική πορεία αλλά στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι σχεδόν εμβληματική η αλληλουχία των γεγονότων – έχουμε τις εκλογές του 1926 και την παγίωση της αντισημιτικής ρητορείας και του αντικομουνισμού που με την σειρά τους οδήγησαν στην κλιμάκωση της βίαιης καταστολή του με το Ιδιώνυμο και τις δολοφονίες αλλά και την κρατική υιοθεσία των παρακρατικών αντισημιτικών οργανώσεων, (όπως είδαμε πριν μόλις είχε ιδρυθεί η χειρότερη αντισημιτική οργάνωση στην σύγχρονη ελληνική ιστορία – η ΕΕΕ).
σχόλια