Η πρεμιέρα ενός νέου ντοκιμαντέρ αφιερωμένου στη ζωή, το έργο και τις ιδέες της Τζέιν Γκούντολ είναι η «σημαία» του τιμητικού αφιερώματος του National Geographic για την 50ή επέτειο της Παγκόσμιας Ημέρας της Γης (22/4). Πρόκειται βέβαια για την πολύ οικεία στους λάτρεις της άγριας ζωής πρωτοπόρο Βρετανή ανθρωπολόγο και ζωολόγο με εξειδίκευση στους χιμπατζήδες, τους οποίους μελετά επί έξι δεκαετίες στο φυσικό τους περιβάλλον στην Αφρική.
Δημιουργός του ομώνυμου Ιδρύματος και του πρότυπου εκπαιδευτικού προγράμματος «Roots and Shoots», η 86χρονη σήμερα Τζέιν, «η γυναίκα που μελετώντας τους χιμπατζήδες επαναπροσδιόρισε το ανθρώπινο είδος», όπως έχει χαρακτηριστικά γραφεί, είναι επίσης πρέσβειρα Καλής Θέλησης του ΟΗΕ, συμμετέχει στο Παγκόσμιο Συμβούλιο για το Μέλλον και στηρίζει τα δικαιώματα των «μη-ανθρώπινων ζώων».
Με αφορμή οπότε τη φετινή επέτειο και την εν λόγω παραγωγή του National Geographic «Jane Goodall: Τhe Hope», η πολυβραβευμένη ερευνήτρια, ακτιβίστρια και συγγραφέας που αγάπησε από μικρή την άγρια ζωή διαβάζοντας Ταρζάν και Dr. Dolittle παραχώρησε μια ομαδική τηλεφωνική συνέντευξη σε δημοσιογράφους διάφορων μέσων από όλο τον κόσμο, στην οποία είχα την ευκαιρία να συμμετάσχω – μια συνέντευξη που απόκτησε επιπλέον ενδιαφέρον με δεδομένη την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που βιώνει ολόκληρος ο πλανήτης εξαιτίας της πανδημίας.
Είχε μάλιστα προβεί πρόσφατα σε δημόσια παρέμβαση, αποδίδοντας ευθύνες στη διαρκή ανθρώπινη επεκτατικότητα και «στην ασέβειά μας απέναντι στα άλλα είδη ζωής», στη βιομηχανική κτηνοτροφία και την άκριτη βρώση άγριων ζώων επίσης. Βρίσκει εντούτοις ότι η δυστοπία που ζούμε μπορεί να έχει και θετικές πλευρές, να μας φέρει πιο κοντά, να μας πείσει να αλλάξουμε φιλοσοφία, προτεραιότητες και τρόπο ζωής.
Πιστεύει ακράδαντα στην αξία της ελπίδας, στη δύναμη της θέλησης, στην ικανότητα κάθε πολίτη να κάνει τη μικρή ή τη μεγάλη διαφορά, στην ευθύνη που έχουμε να παραδώσουμε στις νεότερες γενιές έναν βιώσιμο πλανήτη. Φέρνει ως παράδειγμα τις παρεμβάσεις και τα επιτυχημένα πρότζεκτ του Ιδρύματός της στην Αφρική χάρη στα οποία ανέκαμψαν οι απειλούμενοι βιότοποι των χιμπατζήδων, προσκομίζοντας ταυτόχρονα οφέλη στις τοπικές κοινότητες που ανέλαβαν πλέον οι ίδιες την προστασία τους. Έχει οπότε καλούς λόγους να παραμένει αισιόδοξη: «Μαζί θα τα καταφέρουμε γιατί μαζί, μπορούμε».
Η τρέχουσα πανδημία ας γίνει αφορμή να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε αναπόσπαστο μέρος του φυσικού κόσμου και ότι καταστρέφοντάς τον αλόγιστα, ληστεύουμε το μέλλον το δικό μας, των παιδιών και των εγγονιών μας. Μην ξεχνάμε ότι τα νέα παιδιά είναι οι αυριανοί κυβερνήτες του κόσμου. Ας αναλογιστούμε σε τι κατάσταση θα τους τον παραδώσουμε.
— Το ντοκιμαντέρ-αφιέρωμα του National Geographic στο πρόσωπο και το έργο σας περιλαμβάνει στον τίτλο τη λέξη «ελπίδα». Σε καιρούς που μια πανδημία θέτει σε δοκιμασία τις αντοχές όλης της ανθρωπότητας, η ελπίδα είναι παραπάνω από ευπρόσδεκτη. Είναι όμως αποτελεσματική;
Λοιπόν, ναι, νομίζω ότι η ελπίδα είναι πολύ σημαντική είτε μιλάμε για την επιστήμη, είτε για τη διατήρηση του περιβάλλοντος και της άγριας ζωής, είτε για κοινωνικά οράματα, είτε για την ίδια την καθημερινή μας ζωή. Αν βαθιά μέσα σου δεν πιστεύεις ότι αυτό που κάνεις θα συγκινήσει, θα παρακινήσει, θα φέρει αποτέλεσμα, θα κάνει εντέλει τη διαφορά, τότε ποιο το νόημα να ταλαιπωρείσαι; Νομίζω ότι για πολλούς επιστήμονες, από τους γιατρούς μέχρι όσους αγωνίζονται για τη διατήρηση της άγριας ζωής –η δυσοίωνη κατάσταση της οποίας διεθνώς φαίνεται να σχετίζεται με την τρέχουσα πανδημία–, η ελπίδα έχει ζωτική σημασία.
Χρειάζεσαι, ας πούμε, μεγάλα αποθέματα αισιοδοξίας για να πιστέψεις ότι ένας ασθενής που μοιάζει «ξεγραμμένος» μπορεί τελικά να τα καταφέρει ή ότι ένα ζωικό είδος στα πρόθυρα της εξαφάνισης θα ανακάμψει χάρη στη δεύτερη ευκαιρία που εσύ του δίνεις. Για το δεύτερο, ειδικά, χρειάζεται πολλή υπομονή κι επιμονή γιατί ίσως χρειαστούν ολόκληρες δεκαετίες ώσπου να το διαπιστώσεις!
Αλλά και ο αγώνας που δίνεται στα επιστημονικά εργαστήρια αυτήν τη στιγμή για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού είναι συγκλονιστικός, οι ελπίδες για μια σημαντική ανακάλυψη στο άμεσο μέλλον που θα βοηθήσει πολλούς ανθρώπους είναι αυξημένες. Και, ξέρετε, όσο περισσότερα καλά νέα μαθαίνει κανείς, τόσο πιθανότερο γίνεται να κινητοποιηθεί ώστε να κάνει κι αυτός με τη σειρά του τη διαφορά.
— Λέγεται ότι κάθε κρίση, όσο δυσβάσταχτη, εμπεριέχει και μια ευκαιρία. Στην περίπτωση της τρέχουσας πανδημίας, πού θα μπορούσε κανείς να τη δει;
Η ευκαιρία έγκειται στην ελπίδα ότι μετά κι από αυτή την εμπειρία, θα αρχίσουμε να σκεφτόμαστε διαφορετικά για τον κόσμο που ζούμε. Για παράδειγμα, αρκετοί άνθρωποι μεγαλωμένοι σε πόλεις πιστεύουν ότι η ρύπανση είναι μια φυσιολογική συνθήκη. Τώρα όμως, που εξαιτίας του lockdown ο αέρας και η ατμόσφαιρα καθάρισαν εντυπωσιακά ακόμα και σε ιδιαίτερα επιβαρυμένες μεγαλουπόλεις, αντιλήφθηκαν σε τι μολυσμένο περιβάλλον ζούσαν πριν και ίσως να πιέσουν τις κυβερνήσεις τους να κάνουν κάτι γι΄αυτό.
Είθε λοιπόν να καταλάβουν περισσότεροι άνθρωποι ότι η πανδημία αυτή οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην ασέβειά μας απέναντι στα άλλα είδη ζωής με τα οποία μοιραζόμαστε αυτό τον πλανήτη. Καθώς καταστρέφουμε αρχέγονα δάση, όσα άγρια ζώα επιβιώνουν εξαναγκάζονται σε μεγαλύτερη εγγύτητα με τους ανθρώπους και τα οικόσιτά τους.
Μια ασθένεια μεταδίδεται ευκολότερα από το ένα είδος στο άλλο, αυξάνοντας τις πιθανότητες ώστε ένας παθογόνος ιός να μολύνει κι εμάς. Τα άγρια ζώα που θηρεύονται για τροφή, για το δέρμα τους ή σαν «γιατρικό» και πωλούνται στις αγορές της Αφρικής ή στην Ασία αφενός, η βιομηχανική κτηνοτροφία αφετέρου, που εξαναγκάζει δισεκατομμύρια ζώα διεθνώς να ζουν σε ασφυκτικές συνθήκες, συμβάλλουν επίσης ώστε διάφοροι επικίνδυνοι ιοί να υπερπηδούν το φράγμα των ειδών.
Υπάρχουν βέβαια και πληθυσμοί για τους οποίους το κυνήγι συνδέεται άμεσα με την επιβίωση και που χρειάζονται διαφορετική προσέγγιση. Η τρέχουσα πανδημία ας γίνει αφορμή να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε αναπόσπαστο μέρος του φυσικού κόσμου και ότι καταστρέφοντάς τον αλόγιστα, ληστεύουμε το μέλλον το δικό μας, των παιδιών και των εγγονιών μας. Μην ξεχνάμε ότι τα νέα παιδιά είναι οι αυριανοί κυβερνήτες του κόσμου. Ας αναλογιστούμε σε τι κατάσταση θα τους τον παραδώσουμε.
— Πόσο έχει υποβαθμιστεί η άγρια ζωή στον πλανήτη αφότου ξεκινήσατε να εργάζεστε σε αυτό το πεδίο;
Σε γενικές γραμμές, είναι αναμφίβολα σε πολύ χειρότερη κατάσταση από ό,τι μισόν αιώνα πριν. Υπάρχουν, εντούτοις, και αισιόδοξα μηνύματα. Όταν ξεκίνησα να δουλεύω με τους χιμπατζήδες, το Εθνικό Πάρκο Gombe στην Τανζανία ήταν μέρος ενός εκτεταμένου δάσους της βροχής που απλωνόταν από την ισημερινή Αφρική ως τον Ατλαντικό. Το δάσος αυτό άρχισε έκτοτε να κατακερματίζεται με γοργούς ρυθμούς εξαιτίας της διαρκούς ανθρώπινης επέκτασης και της αποψίλωσης για ξυλεία και καλλιέργειες, έτσι το εν λόγω Εθνικό Πάρκο κατέληξε τη δεκαετία του '90 ένα μικροσκοπικό πράσινο νησί που περιέβαλλαν απογυμνωμένοι λόφοι.
Συζητώντας με συνεργάτες, ειδικούς και κυβερνητικούς αξιωματούχους τι θα πρέπει να γίνει, αντιλήφθηκα πως μόνη λύση θα ήταν να συνειδητοποιήσουν οι τοπικές κοινότητες καταρχάς ότι η επιβίωση των ίδιων και των απογόνων τους συνδέεται άρρηκτα με την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και της άγριας ζωής, αναλαμβάνοντας οι ίδιες τη συντήρησή τους (community house reservation) μέσα από πρότζεκτ που θα τις ενισχύουν και οικονομικά, όπως το «Roots and Shoots». Τέτοια πρότζεκτ δρομολογήσαμε στο Ινστιτούτο και χάρη στην πολιτική αυτή το δάσος ανέκαμψε, αυξήθηκε επίσης ο πληθυσμός των πιθήκων.
Πλέον τρέχουμε αντίστοιχα προγράμματα σε έξι ακόμα αφρικανικές χώρες. Προσπαθούμε ταυτόχρονα να πείσουμε τις μεγάλες εταιρίες εξόρυξης, ξυλείας κ.λπ. που δραστηριοποιούνται στις περιοχές αυτές να σεβαστούν τους προστατευόμενους βιότοπους, προσανατολιζόμενες σε μια βιώσιμη για όλους ανάπτυξη.
— Η 50ή επέτειος της Ημέρας της Γης θα βρει εκατομμύρια ανθρώπους σε καραντίνα. Πώς θα μπορούσαν λοιπόν οι ενεργοί πολίτες να ανταποκριθούν στο φετινό «κάλεσμα»;
Προσωπικά, αυτό που ήδη κάνω είναι να προωθώ μηνύματα ευαισθητοποίησης μέσω των κοινωνικών δικτύων. Υπάρχουν όμως και άλλοι τρόποι επίσης ουσιαστικοί, έστω και σε ατομικό επίπεδο. Όσοι π.χ. διαθέτουν κάποιον κήπο, ας σκεφτούν πώς θα τον κάνουν ελκυστικότερο για τις μέλισσες και άλλα ωφέλιμα είδη άγριας χλωρίδας και πανίδας. Άλλοι πάλι μπορούν με την αφορμή αυτή να διαβάσουν άρθρα, έρευνες, βιβλία, να δουν ταινίες και ντοκιμαντέρ που θα τους εξοικειώσουν περισσότερο με τον πλανήτη, τα ζώα και τη φύση του, κάνοντάς τους πιο ενεργούς όταν αρθεί το lockdown. Το οποίο, σημειωτέον, έχει και τις αισιόδοξες πλευρές του. Είδαμε, ας πούμε, ανθρώπους και κοινότητες να έρχονται κοντύτερα αυτό το διάστημα.
Να, προχθές διάβαζα μια συγκινητική ιστορία για δύο ιδιαίτερα βίαιες συμμορίες στην περιφέρεια του Γιοχάνεσμπουργκ, μεταξύ των οποίων είχαν γίνει πολλά φονικά και πλέον οι αρχηγοί τους, δύο διαβόητοι, πραγματικά σκληροί τύποι, συμφώνησαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους ώστε να συνδράμουν την κοινότητα. Αν η ανακωχή διατηρηθεί και μετά την καραντίνα, με τα μέλη των συμμοριών αυτών να αλλάζουν μυαλά, θα είναι οπωσδήποτε μια έξοχη εξέλιξη!
Οι προσφορές, οι δωρεές, οι εθελοντικές πρωτοβουλίες που αναπτύχθηκαν για τις πιο ευπαθείς πληθυσμιακές ομάδες, η στήριξη των γιατρών, των νοσηλευτών και όσων άλλων επαγγελματιών βρίσκονται στην πρώτη γραμμή είναι επίσης θετικά μηνύματα. Εύχομαι να διατηρηθεί αυτό το πνεύμα.
— Ποια ήταν η μεγαλύτερη ανακάλυψη που κάνατε μελετώντας τόσα χρόνια τους χιμπατζήδες; Τι ήταν εκείνο που αυτοί σας δίδαξαν;
Η πιο επιγραμματική διαπίστωση, αγαπητέ, ήταν το πόσο απίστευτα μοιάζουν με εμάς τους ανθρώπους, σε όλα τους. Η βασική μας εξελικτική διαφορά είναι η γλώσσα. Από τη μία μπορούν να φιλιούνται, να αγκαλιάζονται, να κρατιούνται από το χέρι, να μοιράζονται το ίδιο γεύμα, να επαιτούν ακόμη, από την άλλη μπορεί να γίνουν βίαιοι, επεκτατικοί, να διεξάγουν ακόμη και ένα είδος πρωτόγονου πολέμου μεταξύ τους.
Παλιότερα νομίζαμε ότι από όλα τα πρωτεύοντα θηλαστικά, μόνο οι άνθρωποι έφτιαχναν και χρησιμοποιούσαν εργαλεία, μόνο οι άνθρωποι διέθεταν προσωπικότητα, ευφυΐα και συναισθήματα, αποδείχθηκε όμως ότι αυτό δεν αληθεύει. Είμαστε άλλωστε και βιολογικά πολύ στενοί συγγενείς εφόσον έχουμε κατά 99,6% κοινό γονιδίωμα. Για μένα, βέβαια, η παρατήρηση των χιμπατζήδων στο φυσικό τους περιβάλλον είναι πιο συναρπαστική εμπειρία, πιο αποκαλυπτική επίσης.
— Οι μέθοδοί σας είχαν δεχτεί αρχικά πολλές επικρίσεις. Μολονότι στην πορεία δικαιωθήκατε, υπήρξαν φορές που κάνατε λάθη;
Ναι, έκανα και λάθη που θα προτιμούσα να είχα αποφύγει. Αλλά κι από τα σφάλματά του αποκτά κανείς χρήσιμες εμπειρίες. Δέχτηκα π.χ. κριτική επειδή προσφέραμε μπανάνες στους χιμπατζήδες, κάτι που σήμερα δεν θεωρείται ορθή πρακτική. Όμως μιλάμε για μισόν αιώνα πριν. Έπειτα, αν δεν είχαμε προσελκύσει τους χιμπατζήδες με αυτό τον τρόπο, το National Geographic δεν θα είχε ενδιαφερθεί να υποστηρίξει την έρευνα, ούτε τα ζώα αυτά θα υπήρχαν τώρα εκεί αφού η περιοχή τους ήδη «πολιορκούνταν» στενά από τους ανθρώπους. Χάρη στη δημοσιότητα που πήρε τότε το θέμα άλλαξε η στάση κυβέρνησης και ντόπιων, έτσι αρχίσαμε διάλογο μαζί τους για το καταφύγιο και τη σημασία του. Επρόκειτο λοιπόν για ένα λάθος μάλλον εποικοδομητικό!
—Έχετε πει ότι προτιμάτε γενικότερα τον διάλογο από την ευθεία αντιπαράθεση.
Ναι, διότι η εμπειρία μού έχει δείξει ότι έτσι πετυχαίνεις καλύτερα τους στόχους σου. Επιστρατεύοντας επιχειρήματα, υπομονή κι επιμονή έχεις περισσότερες πιθανότητες να πείσεις για το δίκιο σου, ανεξάρτητα αν απευθύνεσαι σε απλούς ανθρώπους ή σε πρόσωπα που βρίσκονται σε θέσεις ισχύος. Ανακαλύπτεις έτσι τρόπους να λυγίσεις και το πιο άκαμπτο μέταλλο.
To ντοκιμαντέρ «Jane Goodall: The Hope» κάνει πρεμιέρα την Τετάρτη 22 Απριλίου στις 21.00 στο National Geographic.
Το National Geographic είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα μέσω Cosmote TV, Nova, Vodafone TV, Wind Vision.
National Geographic | Jane Goodall: The Hope Trailer
National Geographic | Ημέρα της Γης Trailer
σχόλια