Τρεις αρχαιολογικοί θησαυροί από τη Συρία και το Ιρακ που υπέστησαν σοβαρές ζημιές ή καταστράφηκαν ολοσχερώς από τους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους, αναδημιουργήθηκαν για τις ανάγκες μίας έκθεσης στο Κολοσσαίο της Ρώμης.
Η έκθεση που εγκαινιάστηκε την περασμένη Πέμπτη, φιλοξενεί ρέπλικες ίδιου μεγέθους από τρία μοναδικά αριστουργήματα.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για ένα μέρος της οροφής του Ναού του Μπελ στην Αρχαία Παλμύρα, ένα γιγαντιαίο ανθρωπόμορφο άγαλμα φτερωτού ταύρου που προέρχεται από την Νιμρούντ, την αρχαία πρωτεύουσα των Ασσυρίων που καταστράφηκε από τις μπουλντόζες του ΙΚ και τα βασιλικά αρχεία της αρχαίας Έμπλας.
Η χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας για τις ανάγκες της έκθεσης που χρηματοδοτήθηκε από την UNESCO, επιχειρεί να φέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση σχετικά με τις πιθανότητες αποκατάστασης, ανάπλασης ή αναδημιουργίας έργων που καταστράφηκαν σε πολεμικές συγκρούσεις.
Οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού κράτος κατέστρεψαν τα ερείπια του Ναού του Μπελ στην Παλμύρα τον Αύγουστο του 2015 και διέλυσαν με μπουλντόζες το αρχαιολογικό χώρο της Νιμρούντ στο Ιράκ μερικούς μήνες αργότερα.
Όσο για τα βασιλικά αρχεία της αρχαίας Έμπλας, στα οποία περιλαμβάνονται περίπου 16.000 ενεπίγραφες πινακίδες, υπέστησαν σοβαρές ζημιές κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων στη Συρία.
«Η Νιμρούντ ήταν η πρώτη που καταστράφηκε» λέει στους New York Times ο Frances Pinnock, συν-επικεφαλής ανασκαφών στον αρχαιολογικό χώρο της Έμπλα. «Ήταν γνωστή ως οι Βερσαλλίες της αρχαίας Εγγύς Ανατολής και επιλέχθηκε για αυτή ακριβώς τη συμβολική της σημασία».
Την ώρα που η βία στη Μέση Ανατολή συνεχίζεται, αρχαιολόγοι και αξιωματούχοι από διάφορες διεθνείς οργανώσεις εξερευνούν διάφορες λύσεις για την αναδημιουργία των αρχαιολογικών χώρων της Συρίας και του Ιράκ μόλις και όταν ο πόλεμος τελειώσει.
«Γίνεται πολύ συζήτηση για το πως θα αποκατασταθούν όσα χάθηκαν» λέει ο Stefano De Caro, γενικός διευθυντής του Διεθνούς Κέντρου Μελετών για την Διατήρηση και την Αποκατάσταση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, με έδρα τη Ρώμη, και προσθέτει: «Η μία πρόταση είναι να συνδυάσουμε τη μοντέρνα τεχνολογία και τις χειρωνακτικές μεθόδους».
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τρεις ιταλικές εταιρείες, με τη βοήθεια αρχαιολόγων και ιστορικών Τέχνης, χρησιμοποίησαν την τεχνολογία του 3D printing και υλικά που μιμούνται τις ιδιότητες του μαρμάρου και του ψαμμίτη για να ανακατασκευάσουν τα πολύτιμα κειμήλια της αρχαιότητας.
Ο Pinnock σημείωσε ότι η επιστημονική ομάδα που ολοκλήρωσε την αναδημιουργία του αγάλματος της Νιμρούντ πρόσθεσε μερικές μικρές ρωγμές για να «δώσουν την αίσθηση της φθοράς του χρόνου».
Η λεπτομερής δουλειά που έγινε για την ανάπλαση των αρχαίων κειμηλίων οφείλεται στις υψηλής ανάλυσης φωτογραφίες που παραχωρήθηκαν από τις υπηρεσίες του αμερικανικού στρατού και οι οποίες αργότερα αποθηκεύτηκαν στη Μοσούλη.
Όσο για την επιλογή του Κολοσσαίου για τις ανάγκες της συγκεκριμένης έκθεσης, o υπεύθυνος του χώρου Francesco Prosperetti τονίζει σε δήλωσή του: «Το Κολοσσαίο είναι ο αρχαιολογικός χώρος με τους περισσότερους επισκέπτες. Επιλέχτηκε για να διαδοθεί παντού το μήνυμα της σημασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς και της αξίας που έχει για την εθνική ταυτότητα μίας χώρας, αλλά και για την ανάγκη να την προστατεύσουμε, να τη διατηρήσουμε και σε κάποιες περιπτώσεις να τη δημιουργήσουμε ξανά από την αρχή».
Με στοιχεία από AP και New York Times