Διπλό «όχι» των Βρετανών στην επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα με δύο επιστολές, στη μία εκ των οποίων αρνούντιας και τη διαμεσολάβηση της UNESCO για το θέμα. Στην πρώτη επιστολή προς την UNESCO, που εστάλη στις 26 Μαρτίου, οι έφοροι του Βρετανικού Μουσείου απορρίπτουν την πρόταση διαμεσολάβησης.
«Με ειλικρινή σεβασμό για τον οργανισμό, ύστερα από λεπτομερή και προσεκτική εξέταση αποφασίσαμε να μην κάνουμε δεκτό το σχετικό αίτημα. Πιστεύουμε ότι η πλέον εποικοδομητική οδός, την οποία ήδη ακολουθούμε, είναι αυτή της απευθείας συνεργασίας με τα άλλα μουσεία και πολιτιστικούς θεσμούς, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο», αναφέρεται -μεταξύ άλλων- στην επιστολή.
Υποστηρίζουν ακόμη ότι «ο αρχικός γλυπτικός διάκοσμος δεν μπορεί να αποκατασταθεί στο σύνολό του καθώς πολλά στοιχεία του έχουν χαθεί ενώ τα μέρη που έχουν διασωθεί, δεν μπορούν ποτέ να επανατοποθετηθούν στο κτήριο».
Στη δεύτερη επιστολή προς την UNESCO οι Βρετανοί υπουργοί Πολιτισμού και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων υποστηρίζουν ότι είναι «νόμιμη η κατοχή» των Γλυπτών, και ότι αυτά αποκτήθηκαν νόμιμα από τον λόρδο Έλγιν. Για να στηρίξουν τους ισχυρισμούς τους σημειώνουν ότι μέχρι το 1985 δεν είχε ζητηθεί ποτέ η επιστροφή των γλυπτών.
Τονίζουν ότι η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης περί διαμεσολάβησης της UNESCO αποσκοπεί ουσιαστικά στη μόνιμη επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, και ότι «αυτό μας αναγκάζει να θεωρήσουμε ότι το αίτημα της διαμεσολάβησης δεν θα βοηθήσει την εξέλιξη των συζητήσεων».
Επισημαίνουν δε ότι το Βρετανικό Μουσείο δίνει τη δυνατότητα σε εκατομμύρια τουρίστες απ' όλο τον κόσμο να αντιληφθούν τη σπουδαιότητα των Γλυπτών ως μέρος της παγκόσμιας ιστορίας, και μάλιστα «δωρεάν».