Κουμπωμένος, φασκιωμένος, κλειδωμένος, νομίζει πως θα ξεγελάσει τον χρόνο: θα γίνει μια αμοιβάδα κολλημένη στον ραγισμένο τοίχο του διαμερίσματός του, να ρουφά την υγρασία και ν' ακούει τις φωνές των γειτόνων, να μη δίνει λογαριασμό σε κανέναν, να μην πηγαίνει στη δουλειά, να μην πληρώνει τους λογαριασμούς, να μην τρώει, να μη στενοχωριέται, να μη δέχεται επισκέψεις –ποιος να τον επισκεφτεί άλλωστε; - να μην ανησυχεί για το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον, να υπάρχει, απλώς να υπάρχει, έτσι λειψός, λοξός, αποδεκατισμένος, αλλά τουλάχιστον γνωρίζοντας με ποιους έχει να κάνει, γνωρίζοντας τι ακριβώς τον περιμένει, νιώθοντας τη σταθερότητα του παγωμένου τσιμέντου κάτω από το μικροσκοπικό σωματάκι του, μια τεράστια λεία επιφάνεια στη διάθεσή του, να μετακινηθεί ή να μείνει ακίνητος για πάντα, χωρίς εμπόδια, χωρίς αναποδιές, χωρίς εκπλήξεις και, προπαντός, χωρίς πόνο.
Η φαντασίωση του Α., όμως, δεν μπορεί να εκπληρωθεί. Η ζωή θα φροντίσει εγκαίρως γι' αυτό: το κουδούνι της εξώπορτας αρχίζει να στριγγλίζει, ξανά και ξανά. Κάποιος διεκδικεί απάντηση, κάποιος ακάλεστος, κάποιος αγενής, ένας ξένος που θέλει να εισβάλει και να ξηλώσει την αμοιβάδα από τον τοίχο.
Ο Α. αμύνεται με νύχια και με δόντια. Από την κραυγή περνάει στη σιωπή. Και πάλι δεν θα σωθεί. Δοκιμάζει τα πάντα, αλλά οι «αντίπαλοι» βρίσκονται πάντοτε ένα βήμα μπροστά. «Αν άλλαζαν αυτοί, τότε έπρεπε ν' αλλάξω κι εγώ. Έπρεπε να παίξω με τους ίδιους όρους. Αλλά πιο έξυπνα. Σαν να μην ήμουν εγώ. Αλλά... Άλλος. [...] Μόνο... Αν... Γινόμουν. Άλλος. Τελείως άλλος. Και αυτό έκανα. Έγινα. Άλλος».
Γραμμένο το 2009, το κείμενο του Τσιμάρα Τζανάτου συνιστά μια ενδιαφέρουσα, ανήσυχη πρόταση, η οποία, παρά τις αδυναμίες της, διακατέχεται από έντονη διάθεση εξερεύνησης καίριων ζητημάτων, όπως η σχέση ταυτότητας, σεξουαλικότητας και γνώσης.
Υπαρξιακό θρίλερ σε κλίμα παραλόγου, μια αλληγορία για την αγωνιώδη αναζήτηση ταυτότητας που διεξάγεται με όρους καφκικούς, η Εκκρεμότητα θα μπορούσε να ειδωθεί ως μια επανάγνωση της Δίκης και της Μεταμόρφωσης σε queer εκδοχή: παλεύοντας να ξεφύγει από τις δαγκάνες της πραγματικότητας, ο ήρωας μεταμορφώνεται εδώ μέσω της παρενδυσίας και δραπετεύει από την οδύνη της απομόνωσής του, έστω φευγαλέα, χάρη στην απρόσμενη σεξουαλική επαφή με έναν άγνωστο άνδρα.
Η χιουμοριστική παρέμβαση της κυρίας από το ημιυπόγειο, που προσπαθεί να παρηγορήσει τον Α. αποκαλώντας τον «κοπέλα μου», αντιπαραβάλλεται αιφνιδιαστικά με τη λυρική περιγραφή της ομοφυλοφιλικής ερωτικής πράξης, καθώς και με την επακόλουθη μελαγχολική παραίτηση του ήρωα πάνω σε ένα βουνό σκουπίδια.
Από την κωμωδία του τυχαίου στο αίνιγμα της προσωπικότητας και της σεξουαλικότητας. Η δυνατότητα μιας συμπαγούς, αρραγούς ύπαρξης, ο μεγαλύτερος μύθος που κατασκευάστηκε ποτέ.
Το υποκείμενο απεμπολείται: «Δεν υπάρχει Ένα. Ουδέποτε υπήρξε. Μια επινόηση το Ένα! Δείτε πόσοι πολλοί μέσα μας! Τι το κρύβουμε!» θα αναφωνήσει αργότερα ο Α., συνειδητοποιώντας ότι το πιο δύσκολο πράγμα είναι «να δεις το φανερό. Αφού έχεις μάθει να μην το βλέπεις».
Η αναζήτηση της αυθεντικότητας –το κεντρικό σύνθημα της ρομαντικής περιόδου– αποδείχτηκε μια γοητευτική πλάνη. Όσο κι αν ξεφλούδιζε το κρεμμύδι του ο Πέερ Γκυντ, δεν έβρισκε τίποτε στον πυρήνα.
Δεν υπάρχει «γνήσιος», αυτόνομος εαυτός με μία, ενιαία συνείδηση: υπάρχει εαυτός σε εξέλιξη, σε «εκκρεμότητα», που συνεχώς αναπροσαρμόζεται και ανακαλύπτει κρυμμένες, καταπιεσμένες ή ανεκμετάλλευτες πτυχές του, όπως αυτές διαμορφώνονται αέναα από τη γλώσσα, την επιθυμία, την κοινωνία κ.ο.κ.
«Εκκρεμεί από τα παιδικά σας χρόνια η παραλαβή μιας... Πραγματικότητας...» ενημερώνουν τον ήρωα στο αστυνομικό τμήμα, όπου καταλήγει, αποφασίζοντας για πρώτη φορά να ζητήσει βοήθεια.
Το «μυστήριο» των εκατοντάδων ειδοποιήσεων που είχαν εδώ και μέρες πλημμυρίσει το διαμέρισμα του Α. βρίσκει μια ευφυή κωμική λύση: ο εφιάλτης ήταν τελικά μια φάρσα. Ο Α. μένει άφωνος. Και συρρικνώνεται ξανά σε αμοιβάδα.
Γραμμένο το 2009, το κείμενο του Τσιμάρα Τζανάτου συνιστά μια ενδιαφέρουσα, ανήσυχη πρόταση, η οποία, παρά τις αδυναμίες της, διακατέχεται από έντονη διάθεση εξερεύνησης καίριων ζητημάτων, όπως η σχέση ταυτότητας, σεξουαλικότητας και γνώσης.
Αμήχανο διαγράφεται το κομμάτι που αφορά τη σχέση του ήρωα με τη μητέρα, ενώ ενίοτε γίνεται αισθητή η απουσία χαρακτηριστικών λεπτομερειών που θα καθιστούσαν πιο ανάγλυφη τη σκοτεινή, σουρεαλιστική καθημερινότητα του Α.
Έχοντας προσφάτως αποφοιτήσει από τη δραματική σχολή, η ομάδα νεαρότατων καλλιτεχνών που επέλεξε να παρουσιάσει την Εκκρεμότητα στη δεύτερη σκηνή του θεάτρου Αργώ κατέβαλε μια σοβαρή προσπάθεια να μας εισαγάγει στον κόσμο του έργου, δημιουργώντας μια συνεπή παράσταση με προσεγμένη όψη, υποβλητική ατμόσφαιρα και συναφείς ερμηνείες.
Δυστυχώς, όμως, οι συντελεστές αμέλησαν μια σημαντική παράμετρο του κειμένου, το εξαιρετικό χιούμορ του: έτσι απογυμνωμένο από τις αναζωογονητικές εναλλαγές ύφους, το αποτέλεσμα αναδύεται μονότονο, ενίοτε μάλιστα βαρύγδουπο ή σοβαροφανές.
Η έλλειψη συναισθηματικής ευελιξίας και αισθαντικότητας εκ μέρους των ηθοποιών (Φαίη Βέβη, Ηλιάννα Μπουζάνη, Χρήστος Τσουλιάης), η αδυναμία χειρισμού των τεχνικών της αφήγησης, καθιστούν την επικοινωνία του θεατή μαζί τους αλλά και με το κείμενο ελαφρώς δύσκολη: εγκλωβισμένοι στις αρχικές θέσεις τους, διστάζουν να μετακινηθούν και να μας παρασύρουν μαζί τους στη δίνη της δραματικής περιπέτειας.
Όσο για τα σκηνοθετικά ευρήματα, μένουν κι αυτά προσκολλημένα σε μια κυριολεκτική απόδοση των σκηνικών οδηγιών (π.χ. ο ήχος του κουδουνιού, τα τσαλακωμένα χαρτιά), ενώ θα μπορούσαν κάλλιστα να ξεφύγουν από τον κλοιό του αυτονόητου και να ερεθίσουν τη φαντασία μας, αν εγκατέλειπαν την κανονικότητά τους και δοκίμαζαν πιο πειραγμένες εκδοχές του εαυτού τους.
Σε μια εποχή που το σύγχρονο νεοελληνικό έργο πασχίζει να εκφράσει τους φόβους, τις αντιφάσεις και τις προκλήσεις της εποχής, αλλά βρίσκει μετά βίας στέγη και χρηματική στήριξη, είναι μάλλον παρήγορο να ανακαλύπτει κανείς ότι μερικοί χώροι, με όσα λιγοστά μέσα διαθέτουν, επιμένουν συνειδητά να ρισκάρουν, στηρίζοντας τις προσπάθειες νέων συγγραφέων και ομάδων, με στόχο να φέρουν τον θεατή σε επαφή με τη σύγχρονη δραματουργία, τους πειραματισμούς και τις αγωνίες της.
Info:
Τσιμάρας Τζανάτος
Εκκρεμότητα
Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Βογιατζής
Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Αγγελίτσα
Σκηνικά-κοστούμια: Χριστίνα Κωστέα
Σχεδιασμός φωτισμών: Σεμίνα Παπαλεξανδροπούλου
Επιμέλεια κίνησης: Βάλια Παπαχρήστου
Επιμέλεια μουσικής - σύνθεση: Χρήστος Τσουλιάης
Παίζουν: Φαίη Βέβη, Ηλιάννα Μπουζάνη, Χρήστος Τσουλιάης
A Small Argo full of Art, Θεάτρο Αργώ
Ελευσινίων 15, Μεταξουργείο, 210 5201684
Πέμ.- Παρ. 21:15
Εισ.: €12, €10 (μειωμένο), €5 (ανέργων και ατέλειες)