με πήρε από το χέρι και με οδήγησε στο τέταρτο παράθυρο

Facebook Twitter
0

Αίφνης ένα κτίσμα. Υπήρχε ένα κτίσμα και εντός του ο πατέρας μου, μαζί του ένας ακόμα άντρας κι άλλος ένας, αλλά ο πρώτος και πάντα ο πατέρας μου και διάχυτη μια αποφορά συντελεσμένου αρσενικού χώρου. Παράθυρα τρία και ένα τέταρτο, αλλά τα τρία ήταν παράθυρα και το τέταρτο δεν είχε άνοιγμα προς τα έξω, έμοιαζε όμως με παράθυρο και ας ήταν τοίχος, αλλά έμπαινε φως και έτσι έμοιαζε με παράθυρο, τα άλλα τρία. Στο ένα στεκόταν με την πλάτη γυρισμένη ο πατέρας, θύμιζε πατέρα γιατί η πλάτη του επρόκειτο να συμβεί, ο άλλος άνδρας κοντά του, και ένας ακόμα αλλά ο πρώτος, μόνο αυτός ήταν πιο κοντά στον πατέρα και είχε ακουμπήσει το ένα του χέρι, στον ώμο του όμως ο πατέρας δεν έδινε σημασία και κανείς δεν ήξερε αν ακόμα και τώρα θα συνέβαινε η πλάτη του, όσοι τον είχαν δει έλεγαν πως σαν βασιλική με τρία κλίτη συμβαίνει η πλάτη του, το αριστερό κλίτος, εκεί στεκόταν πάντα μέχρι και λίγο πριν πεθάνει, πίσω από τον ψάλτη, για χρόνια αμίλητος, με το βαθμό του Διευθυντού απέκτησε και το προνόμιο να διαβάζει το «Πιστεύω», τον κοιτούσα από χαμηλά, η πλάτη του όσο κρατούσε η προσευχή, η πλάτη του μήτε ενώπιον των θεών του δεν συνέβαινε, τον κοιτούσα και επαναλάμβανα, «Πιστεύω» πατέρα την πλάτη σου, «ποιηθείσα ου γεννηθείσα», και όταν τέλειωνε η προσευχή γύριζε πίσω κοντά μου σαν μια συμπαγής αιτία, άπλωνα το χέρι και του έδινα ξανά το καπέλο, με κοιτούσε αλλά ποτέ δεν έσκυβε προς το μέρος μου, είχε τόσες στερεωμένες ευθείες επάνω του και ακόμα περισσότερες, γωνίες τρεις ή τέσσερις, άτεγκτες τσακίσεις στο παντελόνι, γιακά λευκό, κοφτερό, και η πλάτη του ένας ίλιγγος κυριακάτικου υφάσματος, η πλάτη του δεν συνέβηκε ποτέ, και τώρα θα συμβεί, σ' αυτό το κτίσμα, αυτός που τον ακουμπά και ο άλλος λίγο πιο απόμερα, αλλά κυρίως αυτός που τον ακουμπά τον ετοιμάζει, βρίσκομαι σε μία γωνία σ' αυτό το ξαφνικό κτίσμα, δεν ξέρω σε ποιά ακριβώς αλλά βλέπω, ξέρω πως τώρα θα δω πως είναι να συμβαίνει η πλάτη του πατέρα, αυτός που τον ακουμπά γονατίζει, «πατέρα» του λέει, «είμαι ο γιός σου», αυτό του λέει, «και τώρα σε παρακαλώ να συμβεί η πλάτη σου, περίμενα», τυλίγεται γύρω από τα γόνατά του, «χρόνια περίμενα και τώρα θα φύγεις για πάντα», μα τίποτε δεν συνέβαινε, «πατέρα» του είπε, «με έκαμες εκ γεννετής θνητό», δεν στο ζήτησα, τίποτα δεν σου ζήτησα, «και τώρα πατέρα πρέπει να δω την πλάτη σου να συμβαίνει, μη φύγεις έτσι», τα έβλεπα όλα τούτα από μακριά, μα δεν μπορούσα να επέμβω, ήθελα τόσο πολύ να δω την πλάτη του πατέρα μου να συμβαίνει και ο τρίτος, μου έκανε νόημα, να μείνω ακίνητος, να μην πλησιάσω, ο τρίτος, ο δεύτερος συνέχισε τις ικεσίες, μα τίποτε δεν συνέβαινε, τότε ο τρίτος με πήρε από το χέρι και με οδήγησε στο τέταρτο παράθυρο, δεν μπορούσα να δω έξω μα έμπαινε φως και μίλησα. Και ανήγγειλα. Και όλα ησύχασαν.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ