Σήμερα ήταν μια κοινή έως πρόστυχη μέρα όπως όλες σχεδόν εδώ κ έναν αιώνα που μπήκαμε στην κρίση. Πώς λέμε εμμηνόπαυση; Ακριβώς το ίδιο. Γύριζα από τη δουλειά – ο θεός να την κάνει δουλειά εγώ της βάζω ένα ανά μπροστά για να μην κοροιδευόμαστε με τις λέξεις- όπου παρατήρησα κάτι εξωπραγματικό.
Δεκέμβριος μήνας με έναν ουρανό σαν φωτεινό πάπλωμα πάνω από τα κεφάλια μας και η εικόνα που αντίκρισα στην παραλιακή, λες κ με είχαν ξυπνήσει από κώμα, απίστευτα όμορφη, παράταιρη με το πολιτικοκοινωνικοικονομικό μας χάλι.
''Κοίτα ήλιο που έχει αυτή η Χώρα!'' αναφώνησε το τρίχρονο μέσα μου, Τα Λονδίνα -3 κ εμείς με λίγη ξεγνοιασιά μέχρι κ με το αντηλιακό κυκλοφορούμε στους δρόμους. Κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή ήρθε να μου αστράψει δυο ανάποδες το παράπονο κι η μελαγχολία.
Δεν λέω, είμαστε ''παλιάνθρωποι'' ως έθνος, της καλοπέρασης παιδιά αλλά και τόση αυτοκαταστροφή δεν τη χωράει ο νους μου. Η σύγχρονη Ελλάδα μου θυμίζει πάντα το ευλογημένο με ταλέντα εγωκεντρικό μοναχοπαίδι που γεννήθηκε από προικισμένους διάσημους γονείς κ αφέθηκε να ζει στη σκιά της φήμης τους, χωρίς μόχθο κ επιμονή να πάει παραπέρα. Που βολεύτηκε κ δεν κατάφερε ποτέ να γίνει ο εαυτός του.
Εγώ αυτή την Ελλάδα δεν την ένιωσα δικιά μου, με απωθούσε η έπαρση της, στο ένα χέρι με το κομπολόι να θριαμβολογεί για περασμένα μεγαλεία και στο άλλο να κρατάει φραπέ υπολογίζοντας πώς θα αρπάξει την καλή να ασφαλίσει το τομάρι της. Δεν την αναγνωρίζω, η δικιά μου Ελλάδα έχει ψυχή, βάσανο στη σκέψη και μεράκι για δημιουργία μια κοινωνίας που θέλει αξιοπρεπώς να ζήσει. Χωρίς εχθρούς γύρω, που έτσι κ αλλιώς ο μοναδικός πραγματικός εχθρός της ήταν ο φθόνος για την προκοπή του άλλου, του γείτονα, του φίλου.
Η δικιά μου Ελλάδα έχει ήλιο, έχει Χατζιδάκι κ κάποιους που ακόμα συνεχίζουν να ονειρεύονται στον πληθυντικό.
σχόλια