Σε εποχές μεγάλης κρίσης οι Ρώσοι πάσχιζαν να τα βγάλουν πέρα. Tο GUM, το πρώην κρατικό πολυκατάστημα, κατάφερε μεν να ξεπεράσει όλες τις οικονομικές προκλήσεις των προηγούμενων ετών αλλά σήμερα οι τουρίστες μπορούν να ψωνίσουν εκεί.
Είναι ένα από τα πλέον πολυσύχναστα σημεία της ρωσικής πρωτεύουσας, αλλά για αγορές λίγοι από τους Μοσχοβίτες μπορούν να βάλουν βαθιά το χέρι στις τσέπες.
Στέκεται ακριβώς δίπλα στο Κρεμλίνο και στην Κόκκινη Πλατεία τα τελευταία 125 χρόνια. Το υπερπολυτελές, πάλαι ποτέ κρατικό πολυκατάστημα GUM, είναι τόσο δημοφιλές όσο ποτέ άλλοτε στην πολυκύμαντη ιστορία του.
Το ξεκίνημά του δεν ήταν καθόλου εντυπωσιακό. Στις 2 Οκτωβρίου του 1893 άνοιξε ως ένα συνηθισμένο μπαζάρ, σήμερα όμως μπορεί κανείς να βρει τα ακριβότερα προϊόντα.
Στους διαδρόμους του η μία ακριβή μπουτίκ βρίσκεται δίπλα στην άλλη με όλα τα είδη χαβιαριού αξίας πολλών δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Υπάρχουν όμως και προϊόντα για μέτρια εισοδήματα.
«Σε μας ο καθένας έχει τη δυνατότητα για αγορές» ισχυρίζεται στο dpa ο επικεφαλής του καταστήματος Τιμούρας Γκουγκουμπερίτζε. Στην πραγματικότητα όμως υπάρχουν λίγα μαγαζιά, που απευθύνονται σε αγοραστικό κοινό με μηνιαίο εισόδημα γύρω στα 900 ευρώ (68.000 ρούβλια). Για παράδειγμα, όποιος θέλει να κάνει χρήση της ιστορικής τουαλέτας με τα διακοσμημένα πόμολα, θα πρέπει να αφήσει 150 ρούβλια, ή 2 ευρώ.
Η ιστορία της χώρας έχει αφήσει ανεξίτηλο αποτύπωμα στο πολυκατάστημα. Λειτούργησε για πρώτη φορά κατά την τσαρική εποχή, αργότερα επί κομουνισμού ένα τμήμα του έκλεισε και ένα άλλο μετατράπηκε σε κατοικίες.
Το 1953, όταν πέθανε ο Γιόζεφ Στάλιν, ανακαινίστηκε και ήταν επί δεκαετίες η εξαίρεση στο γενικότερο κλίμα ανέχειας και έλλειψης καταναλωτικών προϊόντων.
Κάτω από την γυάλινη οροφή φιλοξενούνται οι πιο ακριβές μπουτίκ από όλον τον κόσμο.
Σήμερα το GUM ανήκει στην ρωσική εταιρεία μόδας Bosco di Ciliegi, της οποίας ιδιοκτήτες είναι ο Μίχαελ Κουσνιρόβιτς, που όπως λέγεται διατηρεί καλές σχέσεις με τον πρόεδρο Πούτιν.
Μεγαλύτερη αίγλη στο πολυκατάστημα προσδίδει η περίλαμπρη εσωτερική αρχιτεκτονική του, με γέφυρες που ενώνουν τις δύο πτέρυγες του πολυώροφου κτορίου, με διακοσμημένα κιγκλιδώματα και ξύλινη κουπαστή.
Η συνολική επιφάνεια είναι 75.000 τμ. Για τους τουρίστες είναι μια πολύ όμορφη βόλτα μέσα από τους διαδρόμους, που καθρεφτίζονται πολλές περίοδοι της ιστορίας της χώρας, από την εποχή των τσάρων, των Σοβιέτ μέχρι τη σύγχρονη αρχιτεκτονική.
Για τους ντόπιους υπάρχουν άλλα 200 εμπορικά κέντρα με φτηνότερα είδη. Το περίεργο είναι ότι ενώ στη Γερμανία μειώνεται η κατασκευή Mall, στη Ρωσία η ζήτηση αυξάνεται και μέχρι το τέλος του χρόνου θα ανοίξουν άλλα 9 πολυκαταστήματα, καθώς η μεσαία τάξη στη Ρωσία διευρύνεται και η ζήτηση μεγαλώνει.
Βέβαια, η διεύθυνση του GUM δεν φοβάται τον ανταγωνισμό. «Δεν είμαστε ένα οποιοδήποτε εμπορικό κέντρο. Είμαστε ένας χώρος με ατμόσφαιρα, που δημιουργεί συναισθήματα» υποστηρίζει ο Γκουγκουμπερίτζε.
Για φέτος υπολογίζεται ότι θα υποδεχθεί 16 εκατομμύρια επισκέπτες. Βέβαια η συντριπτική πλειοψηφία έρχεται μόνο για να βόλτα και όχι για να αγοράσει.
Παρά τις οικονομικές κυρώσεις της Δύσης από το 2014, το ιστορικό εμπορικό κέντρο παραμένει πολυσύχναστο.
«Μπορούμε να συμψηφίσουμε το οικονομικό κόστος με την αύξηση του τουρισμού» διαβεβαιώνει ο ιδιοκτήτης που δηλώνει ότι δεν πτοείται ούτε και από την αύξηση από του χρόνου του ΦΠΑ κατά 2% .
Με πληροφορίες από Deutsche Welle
σχόλια